Σαν σήμερα στην Αθήνα, ο Αντρέας Εμπειρίκος μιλάει για το Σουρρεαλισμό και εμείς σας παραθέτουμε δύο αποσπάσματα της συγκλονιστικής αυτής ομιλίας του:
«Για να γράψετε ένα ποίημα », έλεγε ο Τζαρά, «βάλετε όλες τις λέξεις μέσα σ’ ένα καπέλλο και τραβήξετε στην τύχη». «Η ποίηση γεννιέται μέσ’ στο στόμα». Λίγοι τον άκουσαν και τον ακολούθησαν, και ακόμη λιγώτεροι ήταν εκείνοι που χωρίς να παραδεχτούν την νέα τεχνοτροπία ετήρησαν μια στάση κάπως αμερόληπτη. Στους άλλους η απροσδόκητη αυτή συνταγή φάνηκε σαν σύμπτωμα παραφροσύνης η φόρμουλα απατεώνων ταχυδακτυλουργών και όχι ποιητών. Όμως η ομάδα εξακολούθησε με πείσμα τον δρόμο της. Σιγά-σιγά, άρχισε να παράγη ολοένα περισσότερους και πιο γευστικούς καρπούς, παρά τις κατακραυγές, τις επικρίσεις και τους χλευασμούς πού προκαλούσε κάθε νέα εκδήλωση της.
Η αλήθεια είναι πώς μια νέα ποίηση είχε γεννηθεί πραγματική, ουσιαστική ή μάλλον αυτούσια και τίποτε δεν μπορούσε πια να πνίξη ούτε τις βαθειές ούτε τις ψηλές της νότες.
Το φράγμα που είχαν υψώσει γύρω από την δυνατότητα της ολοκλήρωσης μιας πραγματικά ελεύθερης ποίησης οι ακαδημίες, οι ποντίφικές τους και αιώνες παραδοχής και κομφορμισμού, είχε ανατιναχθεί και τα συγκρατημένα ως τότε νερά άρχισαν να χύνονται με ορμή. Τίποτε δεν μπορούσε ν’ αναχαιτίση αυτόν τον χείμαρρο και τίποτε απ’ ο,τι βρέθηκε στον δρόμο του δεν έμεινε ορθό. Δεν ήταν πλέον ζήτημα απλώς φιλολογικό, ή καλλιτεχνικό, μα και ζήτημα κατ’ εξοχήν και βαθύτατα ψυχολογικό. Ο Ντανταϊσμός όπως αργότερα ο Σουρρεαλισμός αποτελούν μια φρενιασμένη προσπάθεια όχι μόνο λυτρωμού από ζυγούς και κανόνες ακαδημιών, μα και ένθερμη εκδήλωση πόθου πλήρους ζωής και άρνηση υποταγής σε οιονδήποτε είδος θανάτου. Και τα δύο αυτά κινήματα ξεχειλίζουν και πάνε πέρα από τα όρια στα οποία περιορίζονται συνήθως οι πνευματικές αναστατώσεις. Ο Ντανταϊσμός έθιξε, όχι πάντοτε ενσυνειδήτως και κάπως χαωδώς, την παλαιά οργάνωση της ζωής του ατόμου, μα ο Σουρρεαλισμός, πιο οργανωμένος, πολύ πιο συστηματικός, πολύ πιο συνειδητός και πειθαρχούμενος, χτύπησε τις ρίζες κατ’ ευθεία και έθιξε όχι μόνο το άτομο, μα επιτιθέμενος ενάντια στην ολότητα των καλώς κειμένων και υποσκάπτοντας τις βάσεις του κοινωνικού μας συγκροτήματος, σε όλα τα επίπεδα και απ’ όλες τις πλευρές, έθιξε τον σημερινό πολιτισμό, και πριν ακόμα προσχωρήσει στην κομμουνιστική Διεθνή.
Ο πειρασμός του Αγίου Αντωνίου, Νταλί
Ο Σουρρεαλισμός, γράφει, ο Μπρετόν στο δεύτερο Μανιφέστο του 1929, κι αν ασχολείται ειδικά με την κριτική των εννοιών: πραγματικότης και μη πραγματικότης, λογικό και μη λογικό, στοχασμός και παρόρμηση, γνώση και η θεωρούμενη μοιραία άγνοια, χρησιμότης και άχρηστο, κ.τ.λ. παρουσιάζει κατ’ ελάχιστον όρο την έξης αναλογία με τον διαλεχτικό υλισμό, πως ξεκινά από την «κολοσσιαία αποτυχία του Έγελιανου συστήματος ». Και εξακολουθεί ο συντάχτης του Μανιφέστου. «Μου φαίνεται αδύνατον να θέση κανείς όρια, όπως λόγου χάρη του οικονομικού πλαισίου, στην εξάσκηση σκέψεως που έχει γίνει οριστικά εύκαμπτη στην άρνηση και στην άρνηση της άρνησης. Πώς να παραδεχτούμε πως η διαλεχτική μέθοδο δεν μπορεί να εφαρμοστή επαξίως παρά μόνο στην επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων. Ο Σουρρεαλισμός φιλοδοξεί να της δώση δυνατότητες εφαρμογής καθόλου συναγωνιστικές στο πιο άμεσο συνειδητό επίπεδο. Ας μη δυσαρεστηθούν μερικοί στενόμυαλοι επαναστάτες, μα δεν βλέπω για ποιο λόγο πρέπει ν’ αποφεύγουμε τα προβλήματα του έρωτος, του ονείρου, της τρέλλας, της τέχνης και της θρησκείας εφόσον τα εξετάζουμε από την ίδια με εκείνους μοίρα – την Επανάσταση. Δεν διστάζω να πω πως πριν από τον Σουρρεαλισμό δεν είχε γίνει τίποτε συστηματικό προς την κατεύθυνση αυτή, και πως και για μας επίσης, ήταν ανεφάρμοστη ύπό την Εγελιανή μορφή της η διαλεχτική μέθοδο στο σημείο που την βρήκαμε. Ήταν πια ανάγκη για μας να ξεφύγουμε τελειωτικά από τον ιδεαλισμό».
Το απόσπασμα αυτό από το δεύτερο Μανιφέστο του ’29 μας δείχνει μερικές από τις ζυμώσεις που γίνονταν μέσα στους κόλπους του σουρρεαλισμού κατά τα χρόνια που προηγήθηκαν, και προαναγγέλλουν τα επερχόμενα γεγονότα που θα λάβαιναν χώρα συντόμως. Ήδη ο Σουρρεαλισμός έδειχνε από κάμποσο καιρό την αλληλεγγύη του με το επαναστατικό προλεταριάτο και ενδιαφερόταν ολοένα περισσότερο σε όλα τα φλέγοντα ζητήματα του ταξικού αγώνα. Οι οπαδοί του, αν και αστικής προελεύσεως, είχαν δείξει και πριν από την θαρραλέα μεταπήδηση τους στο στρατόπεδο των ταξικών αντιπάλων τους, την αποστροφή και την ναυτία που τους προξενούσε ο αστικός πολιτισμός και ο ιδεαλισμός του, που ψυχολογικά συνετέλεσε πάρα πολύ κατά την γνώμη μου στην δημιουργία της ψυχικής κατάστασης που προκάλεσε την γένεση της ντανταϊστικής εξέγερσης και της σουρρεαλιστικής επανάστασης επίσης.
Αθήνα, 25/1/1935
Πηγή: Ανδρέας Εμπειρίκος, Περί σουρεαλισμού, η διάλεξη του 1935, Αθήνα, Άγρα, 2009