Αφιέρωμα στον Άρτουρ Σοπενάουερ: 25 αποφθέγματα του μεγάλου φιλοσόφου μέσα από 5 έργα του

Ποιος ήταν ο Άρτουρ Σοπενάουερ;

Ο Άρτουρ Σοπενχάουερ γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1788 και πέθανε στις 21 Σεπτεμβρίου 1860. Υπήρξε Γερμανός φιλόσοφος, ιδεαλιστής, συνεχιστής, κατά τα λεγόμενα του, του Καντ και λάτρης του ‘θείου’, όπως τον αποκαλούσε, Πλάτωνα. Γνωστός κυρίως από το βιβλίο του “ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση”, ο Σοπενχάουερ ίδρυσε μία νέα φιλοσοφία, επίκεντρο της οποίας είναι η βούληση, ως μεταφυσική αρχή κατανόησης του κόσμου αλλά και του ίδιου του ατόμου. Ήταν ο πρώτος σημαντικός Ευρωπαίος φιλόσοφος που εισήγαγε την ινδική φιλοσοφία στον δυτικό τρόπο σκέψης.

Continue reading “Αφιέρωμα στον Άρτουρ Σοπενάουερ: 25 αποφθέγματα του μεγάλου φιλοσόφου μέσα από 5 έργα του”

Χρόνης Μίσσιος: Αφιέρωμα στον συγγραφέα που μας δίδαξε την αξία της ζωής, του έρωτα και της επανάστασης

Ο Χρόνης Μίσσιος αγαπήθηκε όσο λίγοι Έλληνες λογοτέχνες. Υπήρξε αντιστασιακός και ακτιβιστής. Τον θυμόμαστε κυρίως μέσα από τα βιβλίο του «Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;» και «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς»…

η ζωη και η πολιτικη του δραση

Γεννήθηκε το 1930 στην Καβάλα και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το επάγγελμα των γονέων του και εργάστηκε ως καπνεργάτης. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά δούλεψε ως μικροπωλητής στη Θεσσαλονίκη, ενώ λίγο αργότερα στέλνεται από τον Ερυθρό Σταυρό στα Γιαννιτσά μαζί με άλλα παιδιά, για να γλιτώσουν την πείνα της Κατοχής. Λόγω ανέχειας δεν κατάφερε να τελειώσει ούτε το Δημοτικό, σταμάτησε στη δεύτερη τάξη του.Το 1944 σε ηλικία 14 ετών διετέλεσε σύνδεσμος του 16ου συντάγματος του ΕΛΑΣ. Την περίοδο μετά την Απελευθέρωση, έμενε στη Βέροια όπου ήταν σύνδεσμος για τους καταδιωκόμενους ΕΑΜίτες και εντάχθηκε ως στέλεχος στην ΕΠΟΝ. Το 1947 συλλαμβάνεται, ανήλικος ακόμη, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο ως μέλος του ΔΣΕ πόλεων (ομάδα Μαζική Λαϊκή Αυτοάμυνα).

Φυλακίζεται ως το 1953 και από το 1962 ζει εξόριστος στη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη. Βασανίστηκε πολλές φορές χωρίς να αποκηρύξει την ιδεολογία του, για αυτό τον περισσότερο χρόνο τον πέρασε στην απομόνωση των κρατητηρίων σε άθλιες συνθήκες κράτησης. Μετά την αποφυλάκιση του διετέλεσε επαγγελματικό στέλεχος της νεολαίας της ΕΔΑ, μέλος του παράνομου ΚΚΕ, μέλος της πενταμελούς γραμματείας της Νεολαίας Λαμπράκη και ιδρυτικό μέλος του ΠΑΜ. Στη δικτατορία φυλακίστηκε (Φυλακές Αβέρωφ, Κέρκυρας, Κορυδαλλού). Αυτή τη περίοδο της φυλακίσεως του έμαθε ουσιαστικά ανάγνωση και γραφή. Αποφυλακίζεται τον Αύγουστο του 1973.

Συμμετείχε σε ενέργειες προστασίας του περιβάλλοντος, ενώ δημιούργησε τηλεοπτικές εκπομπές με θέμα την προστασία της ελληνικής πανίδας στην ΕΡΤ την περίοδο 1994-1996 (εκπομπή Το Βλέμμα). Τα τελευταία χρόνια ζούσε στο Καπανδρίτι με τη σύζυγό του Ρηνιώ Παπατσαρούχα – Μίσσιου (πρώην στέλεχος της ΕΔΑ) και τα σκυλιά τους σε αγροτόσπιτο. Υπήρξε μία από τις ηγετικές φυσιογνωμίες της αριστεράς.

Πέθανε σε ηλικία 82 ετών σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο της Αθήνας, έχοντας χάσει τη μάχη με την επάρατο νόσο.

Χρονης Μισσιος και Λογοτεχνια

Με τη λογοτεχνία ασχολήθηκε σε ώριμη ηλικία. Με το πρώτο του βιβλίο το 1985 (“Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς“), αυτοβιογραφικό κείμενο γραμμένο σε συνειρμική και λαϊκή γλώσσα που εντάσσεται στην παράδοση της απομνημονευματογραφίας, καθιερώθηκε από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του ως συγγραφέας στη συνείδηση κριτικής και κοινού.

Ο Μίσσιος υπήρξε εμπνευστής μιας λογοτεχνίας που παρά τον σκληρό κόσμο τον οποίο απεικονίζει, δεν χάνει ποτέ την αισιοδοξία και την πίστη της στις δημιουργικές δυνάμεις του ανθρώπου, ο οποίος είναι ικανός υπό συνθήκες ελευθερίας να ζήσει σε μια δημοκρατία που θα εγγυάται τόσο τα ατομικά δικαιώματα όσο και την ευδαιμονία της κοινότητας.

τΙ ΕΙΧΕ ΠΕΙ ΓΙΑ:

Σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις είχε δηλώσει:

“Για πρώτη φορά ζω σε μια κοινωνία που δείχνει να έχει πάθει εγκεφαλικό. Δεν αντιδρά με τίποτα”.

Την κρίση :

“είναι πολυεπίπεδη, δεν είναι μονάχα οικονομική. Ουσιαστικά είναι κρίση αξιών και χρεοκοπίας του λογοκρατούμενου και τεχνοκρατικού πολιτισμού μας”.

Την οικολογία και την πράσινη ανάπτυξη:

“Είναι δυνατόν να μιλάμε για οικολογία και πράσινη ανάπτυξη και να έχουμε την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο;”.

Την παιδεία:

“Μη γελιόμαστε. Υπάρχει εκπαίδευση. Άλλο πράγμα η παιδεία και άλλο πράγμα η εκπαίδευση. Σήμερα, λοιπόν τα παιδιά εκπαιδεύονται. Γιατί; Για να βρούνε τη μηχανή του κέρδους”.

Τους εμπνευσμένους ηγέτες:

“Πιστεύω πολύ ότι σε μια κοινότητα, η συλλογική μνήμη είναι πολύ πιο ασφαλής και πιο ισχυρή από οποιονδήποτε ηγέτη”.

Την εξουσία:

“Είναι το χειρότερο, το πιο τρομακτικό εφεύρημα του ανθρώπου. Στην πορεία τής ανθρώπινης ιστορίας, οι μόνοι που έσωσαν την αθωότητα τους ήταν αυτοί που σκοτώθηκαν νωρίς, πριν γίνουν εξουσία”.

Τα βιβλία του

Καλα, εσυ σκοτωθηκες νωρις” (1985)

Στο πρώτο βιβλίο του, μετέτρεψε την οδυνηρή πολιτική του εμπειρία σε ζωντανό λογοτεχνικό μύθο, καταγγέλλοντας τόσο τα βασανιστήρια και τους βασανιστές του όσο και τους κομματικούς γραφειοκράτες της Αριστεράς και τον δογματισμό τους. Η αμεσότητα του προφορικού του λόγου, που προδίδει μια γνήσια λαϊκή αφήγηση, όπως και η γεμάτη εκπλήξεις πλοκή του, θα επιτρέψουν στον Μίσσιο να υπερβεί το στενό πλαίσιο του αριστερού απομνημονεύματος και να φιλοτεχνήσει μια μυθιστορηματική αυτοβιογραφία με έντονα πολιτικό λόγο.

Αποσπασμα

[…] Έμενα κάποια φορά σ’ ενός γιατρού. Δεξιός ο άνθρωπος, αλλά δε γούσταρε και τους εθνοσωτήρες. Ήξερε ότι ήμουνα κομμουνιστής, και κάθε βράδυ που έβγαινα για δουλειά, γέμιζε από αισιοδοξία. Ε, κάποτε κανονίστηκε μια γιάφκα, και το βράδυ που θα ’φευγα από το σπίτι του, σαν αποχαιρετιστήριο, κατεβάσαμε κάνα δυο ουίσκι. Δυνατό πράμα, σε φτιάχνει στα σβέλτα. Ήμουνα, που λες, φτιαγμένος και ακοντρολάριστος, που λένε. Την ώρα που έφευγα και με χαιρέταγε, τα μάτια του στάζανε λύπη. Μου λέει, πού θα πας τώρα, ρε Φάνη — εγώ μια ζωή το ίδιο ψευδώνυμο στις παρανομίες. Όπως στεκόμασταν όρθιοι, του λέω, σοβαρά μιλάς, γιατρέ, εμένα λυπάσαι; Ξαφνιάστηκε, μα, μου λέει, φεύγεις έτσι μέσα στη νύχτα, σε κυνηγάνε θεοί και δαίμονες, σκοτώνουν, βασανίζουν, δεν έχεις σπίτι, οικογένεια, δεν έχεις όνομα… Τον κοίταξα. Έπρεπε να τον πληγώσω, δεν είχα άλλο δρόμο. Ήμουνα στριμωγμένος, αν αφηνόμουνα στην παραδοχή της λύπης, ήμουνα χαμένος, γιατί τα αντικειμενικά στοιχεία, όπως τα περιέγραψε ο γιατρός, ήτανε σωστά. Όμως είχα ανάγκη να υπερασπιστώ τη ζωή μου, την ουσία της, απέναντι και στον ίδιο τον εαυτό μου. Σοβαρά, του λέω, γιατρέ, εμένα λυπάσαι; Τα έχασε ελαφρώς. Ήταν πολύ καλός και γλυκός άνθρωπος, αλλά και παλικάρι, για να δεχτεί να κρύψει έναν παράνομο σε μια στιγμή που ούτε η μάνα σου, που λέει ο λόγος, δε σ’ έβαζε μέσα. Όπου το ραδιόφωνο ούρλιαζε ημερήσιες διαταγές, «Πας όστις φιλοξενεί άτομον μη δηλωμένον εις τας Αστυνομικάς Αρχάς, θα παραπέμπεται εις το έκτακτον στροτοδικείον…»

Κοίτα να δεις, του λέω, εγώ κρατάω τη ζωή μου και τη μοίρα μου στα χέρια μου, οι επιλογές είναι δικές μου, όποτε θέλω, περνάω στη δική σου θέση. Αν τώρα κάνω ένα τηλεφώνημα στην ασφάλεια και τους πω ότι παύω να ασχολούμαι με την πολιτική, χωρίς να αποκηρύξω τίποτα και κανέναν, αύριο θα περπατάω και γώ «ελεύθερα» και «ακίνδυνα» όπως εσύ… Εσύ μπορείς να περάσεις στη δική μου θέση; Να τα παρατήσεις όλα, λεφτά, καριέρα, οικογένεια, σπίτια, να δεθείς μ’ ένα όνειρο και να το κυνηγήσεις, ν’ αγαπήσεις με πάθος τους ανθρώπους και την ελευθερία τους, να μπεις στην καρδιά της εποχής σου, και από απλός θεατής να γίνεις δημιουργός της ιστορίας; Και, να σου πω και κάτι ακόμα: είμαστε συνομήλικοι. Αν δεχτούμε ότι αυτό που λέμε ζωή δεν είναι να υπάρχεις σαν το δέντρο, δηλαδή να υπάρχεις μονάχα βιολογικά —δεν ξέρω αν χρησιμοποιώ και σωστά τους όρους, αλλά καταλαβαίνεις τί θέλω να πω— δηλαδή αν τη ζωή μπορούμε να τη μετράμε απλώς με την παραγωγή κάποιων αγαθών και κάποιων υπηρεσιών και με το να καταναλώνουμε κάποια αγαθά και κάποιες υπηρεσίες, τότε πιστεύω πως η ζωή δε θα ’ταν τίποτα άλλο, παρά μια απέραντη πλήξη. Νομίζω πως αυτό που ονομάζουμε ζωή μετριέται μονάχα με τα συναισθήματα που νιώθουμε σαν άνθρωποι, τις συγκινήσεις, τις πίκρες, τις χαρές, τις μικρές ευτυχίες, τις μικρές δυστυχίες, την επιβεβαίωση, τελικά, της ανθρώπινης ουσίας μας. Πόσες φορές στη ζωή σου ένιωσες έντονα συναισθήματα και συγκινήσεις, γιατρέ; Όταν πήρες το πτυχίο σου, όταν ερωτεύτηκες τη γυναίκα σου, όταν έκανες καριέρα, όταν γεννήθηκε η κορούλα σου…

Γύρω απ’ αυτά κλείνει ο κύκλος. Εγώ, τα ίδια χρόνια, έζησα τόσο συμπυκνωμένα συναισθήματα, τόσο έντονα, που εσύ ούτε σε εκατό χρόνια της δικής σου ζωής δεν μπορείς να τα ζήσεις. Πόσες φορές έπαιξα με το θάνατο, όχι για το παιχνίδι, γιατί τότε θα μπορούσα απλώς να κάνω ένα επικίνδυνο νούμερο στο τσίρκο, αλλά συνεπαρμένος από τους μύθους μου, από τα οράματά μου, από την αγάπη μου για τη ζωή, για τον άνθρωπο και τη λευτεριά του. Πόσες φορές τόλμησα, μετρήθηκα με φοβερούς μηχανισμούς, άλλοτε νικώντας, άλλοτε χάνοντας, αλλά πάντα νιώθοντας άνθρωπος και ποτέ αντικείμενο κάποιας μοίρας. Ακόμα, γιατρέ μου, σε σχέση με σένα είμαι πολύ νέος, και να σου πω γιατί; Πράγματα που για σένα θεωρούνται δεδομένα και τα περνάς αδιάφορα, για μένα είναι μικρές και μεγάλες ευτυχίες. Τα θαύματα του κόσμου, που λένε, η όρασή μου με εφήβεια έκπληξη τα ζει και με γεμίζει συναισθήματα. Είμαι βέβαιος πως ένας περίπατος τη νύχτα στους έρημους δρόμους της πόλης, είναι για σένα κάτι πολύ συνηθισμένο, αν όχι βαρετό. Ένας περίπατος στο δάσος, ο θόρυβος της θάλασσας, ένα όμορφο δέντρο, ένα λουλούδι, το κρασί, ο έρωτας…

Η επαφή σου με τα πράγματα είναι τυπική, δεν τα πλουτίζεις, δε σε πλουτίζουν, τα ξεπερνάς, δεν τα ζεις. Για μένα, κάθε πρωινό είναι μια έκπληξη, κάθε δειλινό μια νοσταλγία, κάθε νύχτα ένα μεγάλο μυστήριο, ένα ποτήρι κρασί, ένα φιλί. Αλήθεια, ποιες είναι οι επιθυμίες σου, γιατρέ; Είσαι «πετυχημένος», ό,τι επιθυμείς το έχεις, είσαι κορεσμένος, άρα γέρος, γιατί ταυτόχρονα δεν μπορείς να τα ξεφορτωθείς όλ’ αυτά. Είσαι ταξινομημένος, δεν μπορείς να πετάξεις, να μπεις στον δρόμο των συναισθημάτων, της φαντασίας, του ονείρου, της επιθυμίας, μιας νέας επαφής σου με τα πράγματα και τους ανθρώπους. Κοίτα, ψάξε λίγο, ο δρόμος σου είναι ο δρόμος που μετατρέπει τον άνθρωπο σε αντικείμενο με βιολογικές ανάγκες… Μη με λυπάσαι, σε παρακαλώ, εγώ θα είμαι πάντα με τις μειοψηφίες, έκθετος πάντα, ποτέ ένθετος. Δε θύμωσε, δεν μου είπε ότι λέω μαλακίες. Μ’ αγκάλιασε, μου είπε πως είμαστε περίεργοι άνθρωποι αλλά ωραίοι. Με φίλησε, μου έβαλε και δέκα χιλιάρικα στην τσέπη -μεγάλο ποσό για εκείνη την εποχή- και έφυγα. Το ξέρω πως είπα μεγάλα λόγια γιατί, παρ’ όλα αυτά, είμαι ένθετος, τοποθετημένος και ταξινομημένος σε άλλους μηχανισμούς, σε μιαν άλλη λογική, σε μιαν άλλη τάξη πραγμάτων. […]

[πηγή: Χρόνης Μίσσιος, …καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς, Γράμματα, Αθήνα 1985, σ. 153-155]

Στα επόμενα βιβλία του ο Μίσσιος θα διατηρήσει τη θερμότητα των αισθημάτων του, μεταδίδοντας το ανθρωπιστικό του μήνυμα για έναν καλύτερο και δικαιότερο κόσμο χωρίς καμία ιδεολογική διόπτρα.

«Χαμογέλα, ρε… τι σου ζητάνε» (1988)

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ

“…Έτσι, μ’ αυτήν την κωλοεφεύρεση που τη λένε ρολόι, σπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες σα να μας είναι βάρος, και μας είναι βάρος, γιατί δε ζούμε, κατάλαβες; Όλο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ’ την αρχή.

Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν “αξίες”, σαν “ανάγκες”, σαν “ηθική”, σαν “πολιτισμό”.

Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών, αφήνουμε τα πιο σημαντικά τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να κουβεντιάσουμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να κάνουμε έρωτα, ν’ απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατέβουμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τον διπλανό μας…

Όλα, όλα, Σαλονικιέ, τ’ αφήνουμε γι’ αυτό το αύριο που δεν θα έρθει ποτέ… Μόνο όταν ο θάνατος χτυπήσει κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο πονάμε, γιατί συνήθως σκεφτόμαστε πως θέλαμε να του πούμε τόσα σημαντικά πράγματα, όπως πόσο τον αγαπούσαμε, πόσο σημαντικός ήταν για εμάς…

Όμως το αφήσαμε για αύριο… Για να πάμε πού; Αφού ανατέλλει, δύει ο ήλιος και δεν πάμε πουθενά αλλού, παρά μόνο στο θάνατο, και ‘μεις οι μαλάκες, αντί να κλαίμε το δειλινό που χάθηκε άλλη μια μέρα απ’ τη ζωή μας, χαιρόμαστε.

Ξέρεις γιατί; Γιατί η μέρα μας είναι φορτωμένη με οδύνη, αντί να είναι μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με τα όρια της ελευθερίας μας…”

«Τα κεραμίδια στάζουν» (1991)

αποσπασμα

Τα κόμματα μας τελείωσαν, Μιχάλη. Χωρίστηκαν κι αυτά
σε κεφάλι και κορμί, σε αρχηγούς και οπαδούς.
Μόνο όσοι γουστάρουν να ασκούν εξουσία και να εξουσιάζονται,
όσοι νοιώθουν μοναξιά και ανασφάλεια, ανήκουν πλέον στα κόμματα,
από κοινωνικές εκφράσεις έγιναν κοινωνικά εκτοπλάσματα.
Δεν διακονούν την κοινωνία, δεν την απελευθερώνουν, επιβλήθηκαν
στην κοινωνία και την δολοφονούν. 

Είναι πολύ εύκολο, ξέρεις, και αφάνταστατα ανακουφιστικό, να εκχωρείσαι, να
απαλλάσσεσαι από πάσαν ατομικήν ευθύνην.
Κι εδώ που τα λέμε, τα αδιέξοδα όπου μας οδήγησαν – και
που με κομπασμό τα ονομάζουν «πολιτισμό» – οι επιλογές του ανθρώπου,
εξαντλούνται ανάμεσα στον αφηρημένο λόγο του αρχηγού, που
καλύπτει όλη την τραγικότητα και την κτηνωδία της πραγματικότητας,
στη λατρεία των συμβόλων, στο ανάκλιντρο του ψυχαναλυτή και στο
ζουρλομανδύα… 

Η απόλυτη ταύτιση της εξουσίας -σκοπών, μέσων και μεθόδων –
με μοναδικό σκοπό πως θα κατακτήσουν μεγαλύτερο κομμάτι εξουσίας και
περισσότερους οπαδούς, πως θα βάλουν τις «μάζες» να δουλέψουν
καλύτερα, κατατρώγωντας τα σωθικά τους και δολοφονώντας τη μήτρα που
της γέννησε, είναι η κοινή τους συνισταμένη… 

Το όνειρο εκατομμυρίων ανθρώπων που βίωσαν την πιο βάρβαρη εξουσία
των πιο υψηλών ιδανικών: ένα μπουκάλι κόκα κόλα…
Γεμίσαμε από λέξεις που δεν κοστίζουνε τίποτα πια, μαρμαρωμένες στο
παρελθόν από την κακιά μάγισσα της εξουσίας.
Ποιος θα τις λευτερώσει; ποιος θα τις αναστήσει; ποιός θα
τις καθαρίσει από τον τρόμο, την οδύνη και την απάτη;…
Γεμίσαμε από «επαναστάτες» – είναι της μόδας, βλέπεις, δεν κοστίζει τίποτα.
Μα όταν μια ζωή η μόνη σου έγνοια είναι πως
θα λαδώνεις την προπέλα που σου βάλανε στον κώλο το
σύστημα και οι αρχηγοί, είσαι ένα πια…

Ποιος θα πληρώσει την πίκρα των κομμουνιστών, που
μπροστά στον τάφο, δεν έχουν ένα τοπίο να ακουμπήσουν την
τρυφερότητά τους;… Μερικοί βολεύτηκαν: «Δεν φταίνε οι ιδέες, μα οι συνθήκες».
Μάλιστα. Εν ονόματι του μαρξισμού και του «επιστημονικού σοσιαλισμού».
Καημένε Προυντόν, καημένε Όουεν, καημένε Μπακούνιν και όλοι εσείς που
δεν σας επιτρέψαμε να φέρετε στην επανάσταση το άρωμα της
ευαισθησίας, της φαντασίας και του παραλόγου…
Όχι, δεν ανήκω πουθενά, ούτε ψηφίζω πια.
Δεν έχω να δώσω λόγο σε κανέναν, δε θέλω να
είμαι αρεστός σε κανέναν, μιας και δε θέλω να πείσω κανέναν,
δε θέλω να σώσω κανέναν, δε θέλω καμία νίκη.
Είμαι ευτυχής. Δεν έχω καμία πρόταση, δε φοβάμαι καμία απόρριψη,
παρά μόνον εκείνη στα μάτια των γυναικών…
Μπα, μη θαρρείς πως είμαι λεύτερος. Άλλωστε, ούτε ξέρω πια
τι θα πεί η λέξη που στ’ όνομά της θυσιάστηκαν
τα υψηλότερα συναισθήματα, αλλά που κάθε αγώνας για την
κατάκτησή της παγίωνε την αναίρεσή της, εμπεδώνοντας, όλο και πιο
αποτελεσματικά, όλο και πιο πλατιά, την εξουσία μέσα στην κοινωνία.
Θαρρώ πως δεν μπορούμε να μιλάμε πια για ελευθερία,
αλλά για μια απελευθέρωση… Ναί… πρέπει να αποκαταστήσουμε τη
ζωή μέσα μας.
Χωρίς μια βαθιά επανάσταση του είναι μας, αν δεν
ξεράσουμε όλη τη φιλοσοφική και ιδεολογική σαβούρα που
μας τάϊσε ο «πολιτισμός», δεν πρόκειται να πετάξουμε προς πουθενά…
Μην περιμένεις, σου είπα, δεν έχω καμία πρόταση, ούτε γλώσσα
να σου μιλήσω.
Ένα νεκροταφείο ο λόγος, οι λέξεις με προδίδουν, με παραπέμπουν
ξανά στο παρελθόν, στις λογικές κατασκευές του οράματος.
Αλλά εμείς ποτέ δεν υπήρξαμε «λογικοί», ποτέ δεν ήμασταν ωφελιμιστές.
Γιατί, τότε, τι σκατά ζητάγαμε στα μπουντρούμια, στα βασανιστίρια και
στα εκτελεστικά αποσπάσματα, χωρίς να πιστεύουμε στο ουρί του παραδείσου;
Εμείς, οι υπερασπιστές της ευτυχίας και λάτρεις της ζωής και της
ελευθερίας;
Γιατί δεν κάναμε και μείς τον κοριό, ώσπου να ‘ρθει
η μέρα να μας θάψουνε να ησυχάσουμε;…

Όχι! Εμείς που φτάσαμε ως τα έσχατα, πρέπει να ζορίσουμε
το μυαλό και το κορμί μας να φτάσει ως την
ύψιστη τρέλα της απόλυτης άρνησης, και μέσα από τη φωτιά
της εσωτερικής μας αντίστασης να αναστήσουμε την αισθαντικότητά μας.
το νόημα και τον αισθησιασμό της ζωής μας…
Μπορούμε να το κάνουμε;
Να επαναπροσδιορίσουμε τις αξίες της ζωής μας;
Ιδού το μέγα φιλοσοφικό ερώτημα της εποχής μας… Χιλιάδες εξεγέρσεις,
επαναστάσεις, πολέμοι, πραξικοπήματα, μεταρρυθμίσεις, τεχνολογικές επαναστάσεις,
και η ζωή μας κατάντησε μια τραγική περιπέτεια μέσα στην κρεατομηχανή
της εξουσίας. Απολέσαμε το «υπαρξιακό μας πρόβλημα», που θα μας βοηθούσε να επαναστατήσουμε ή να τρελαθούμε.
Το αίτημα της ατομικής μας ολοκλήρωσης, της εμπραγμάτωσης,
της αισθησιακής και συναισθηματικής μας αρμονίας, γίνεται όλο και πιο
ανέφικτο, όλο και πιο συρρικνωμένο…
Δεν είναι πια δυνατόν να συνεννοηθούμε με ιδεολογίες, αλλά μέσα από
την ατομική συμπεριφορά και πράξη, τη συλλογική μας συν-κοινωνία,
τη συνεργασία, τη συλλογική μας συν-αρμονία, την ατομική μας
συν-διαφορετικότητα.
Ο λόγος, εσωτερικά φαγωμένος, όπως και η ζωή μας, δεν
είναι πια ικανός για συν-κοινωνία.
Οι λέξεις χωρίς μνήμη και ευθύνη, σέρνονται στην καθημερινότητα, κουρέλια
χωρίς σώμα, που τα παίρνει ο άνεμος, όπως τις ξεσκισμένες
αφίσες των κομμάτων και των σωματείων… Δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε
διαφορετικά, παρά μόνο μέσα από την αγάπη, την τρυφερότητα
του χαδιού, το ερωτικό μας βλέμμα.
Από την επαφή μας με την γη, με τη φύση,
θα ξαναγεννηθεί ο καινούριος λόγος της ατομικής ευθύνης και μνήμης.

– Άρα έχεις πρόταση…

-Όχι, μα θαρρώ πως μια μέρα θα ξανανταμώσουμε και με
τον εαυτό μας, και με τον διπλανό μας, και με τον κόσμο…
Σκέφτομαι πως η κινητήρια δύναμη της ζωής είναι η αναζήτηση
της χαράς, της ηδονής, της απόλαυσης.
Αυτό το βλέπεις με την πρώτη ματιά γύρω στη φύση,
αν τα μάτια σου είναι ακόμα κατοικημένα από τις αισθήσεις.
Ζωή, ηδονή, χαρά θάνατος, είναι μια αδιατάρακτη ταυτότητα,
κι αυτό είναι ένας σημαντικός λόγος αισιοδοξίας…
Το λάθος των επαναστατικών κινημάτων ήταν πως αναζήτησαν τις νέες
πολιτισμικές αξίες σ’ έναν πυρήνα δυστυχίας.
Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις, μα θέλω να πώ πως,
αντί να κηρύξουμε την απόλαυση της ζωής, κηρύξαμε την ισότητα
στα καταναλωτικά αγαθά.
Αντί την απελευθερώση από την πολυπλόκαμη εξουσία, την
ελευθερία του συνέρχεσθαι…
Έτσι, από επαναστατικοί καταλύτες γίναμε απόστολοι – εξουσία του κερατά.
Η αναζήτηση αυτής της «ευτυχίας» μας οδήγησε στην ίδια αντίληψη
για τη ζωή, στον ίδιο τρόπο σκέψης και τρόπο ζωής,
με τον καπιταλισμό, που θέλαμε να ανατρέψουμε.
Ήταν φυσικό λοιπόν, ύστερα από μια δραματική και τραγική περιπλάνηση,
να ξανανταμώσουμε με τον καπιταλισμό, και μάλιστα ως υπανάπτυκτοι ή
ξεπεσμένοι πρίγκηπες, αλλά με εκατομμύρια νεκρούς Δον Κιχώτες που, ποιός
ξέρει, ίσως τούτη τη στιγμή τα θαμμένα κοντάρια τους πετάνε
τα πρώτα βλαστάρια τους μέσα στη γη…
Αλλιώς… δες τα, αν αφαιρέσεις τις λέξεις και τα συνθήματα,
όλα τα άλλα είναι απελπιστικά όμοια…
Μα τι περιμένεις, σαν ο Μάρξ, που ήθελε να λευτερώσει
τον κόσμο, δεν μπόρεσε να λευτερώσει τον εαυτό του…
Το ξέρεις δα πως ήταν «μοίχος», γαμούσε κρυφά την υπηρέτριά του,
δηλαδή και ααφεντικό με δούλα και υπόδουλος στην παντρειά…
Μα πώς αλλιώς, αφού στην φιλοσοφική του ανάλυση «ξέχασε» το
«συνουσιάζομαι άρα υπάρχω» και το αντικατέστησε με την μαλακία του
Καρτέσιου: «σκέφτομαι άρα υπάρχω…»
Κι αφού μόνο εμείς «σκεφτόμασταν», εμείς υπήρχαμε, κι όσο σκεφτόμασταν,
τόσο χάναμε την επαφή μας με τη ζωή…»

«Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι» (1996)

αποσπασμα

«[…] όταν είσαι ερωτευμένος, είναι τέτοια η ταραχή του κορμιού και του νου, που πολλές φορές επιστρατεύεις και τη λογική ακόμα για να δικαιολογήσεις τα συναισθήματα εξουσίας που νιώθεις. Πότε με την έγνοια, πότε με το πρέπει και δεν πρέπει. Έτσι, σιγά σιγά κλείνουν οι πόρτες της περιπέτειας και το ζευγάρι χτίζεται, σαν τους Φαραώ, μέσα σε μεγαλοπρεπείς τάφους, φασκιωμένο με πράγματα εντελώς άσχετα με τη ζωή. Χάνουν το κρυφό νόημα των πραγμάτων. Οι αισθήσεις, αντί γι’ ανοιχτό παράθυρο της ψυχής, συλλέκτες συναισθημάτων που ταξιδεύουν στο τοπίο, γίνονται καθρέφτης που αναπαράγει το χτες σαν φωτογραφία της στιγμής».

«Ντομάτα με γεύση μπανάνας» (2001)

αποσπασμα

“Ο άνθρωπος αντί να δει τα όρια της ελευθερίας του στον παράδεισο, τα όρισε στη διεστραμμένη λογική του. Στη σκιά κάθε συναισθήματος καιροφυλακτεί ένας ανταγωνισμός, μια απαγόρευση. Πόσος φτωχοί και ανόητοι είναι εκείνοι που συνδέουν τη μοναξιά με την απουσία του ανθρώπινου πλήθους…” 

8-3 ΙΣΟΝ 11 (2012)

Το τελευταίο του βιβλίο, 8-3 ίσον 11 είναι ένας απολογισμός αγωνιστικής ζωής.

Πηγές

Χρόνης Μίσσιος: Ένας ωραίος αντιεξουσιαστής – “Η ζωή είναι δώρο με ημερομηνία λήξης”

Χρόνης Μίσσιος

Χρόνης Μίσσιος

Αφιέρωμα στον Λέοντα Τολστόι: ένας αναρχικός χριστιανός

Η ζωή του

Ο Λέων Τολστόι, γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1828 (28 Αυγούστου, με το παλαιό ημερολόγιο) στη Γιάσναγια Πολιάνα της Ρωσίας από αριστοκρατική οικογένεια. Ορφάνεψε, όμως, προτού κλείσει τα δέκα του χρόνια και από πατέρα και από μητέρα. Ο παππούς του, από την πλευρά της μητέρας του, ήταν ο πρίγκηπας Nikolai Volkonsky και πρεσβευτής της Ρωσίας στο Βερολίνο. Ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του, Ilya Tolstoy, ήταν κυβερνήτης της πόλης του Καζάν, ένας τόπος που έχει καταχωρηθεί στη συλλογική μνήμη της Ρωσίας ως η τοποθεσία της ντροπιαστικής ήττας του Ιβάν του τρομερού.

Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Καζάν ανατολικές γλώσσες και νομικά, μα δεν πήρε το πτυχίο του. Ήταν φύση ανήσυχη, γεμάτη σχέδια και αναμορφωτικές ιδέες, επηρεασμένες από τη Γαλλική Επανάσταση. Θέλησε να ανυψώσει τους Ρώσους χωρικούς, αγρότες και να μορφώσει τα παιδιά τους. Ίδρυσε, μάλιστα, και σχολείο και εξέδωσε παιδαγωγικό περιοδικό με τον τίτλο «Γιάσναγια Πολιάνα».

Έχοντας μεγάλα χρέη από τη χαρτοπαιξία, εξαιτίας της οποίας, έχασε ένα μεγάλο κομμάτι της πατρικής περιουσίας του και τον οδήγησε το 1854 στο να πουλήσει για 5000 ρούβλια το αρχοντικό που κληρονόμησε από τον παππού του, αποφάσισε να καταταγεί στο στρατό. Πήρε μέρος στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856), όπου υπηρέτησε ως αξιωματικός πυροβολικού στην περιοχή του Καυκάσου σε διάφορες εκστρατείες. Ο αποτροπιασμός για τις φρικαλεότητες του πολέμου αυτού καθρεφτίστηκε στα «Διηγήματα της Σεβαστούπολης (1855-1859)», ενώ τον ενέπνευσαν να γράψει το μυθιστόρημα “Πόλεμος και Ειρήνη“. Οι λεπτομερείς περιγραφές του για τις στρατιωτικές μάχες, ενισχύονται από τις προσωπικές του εμπειρίες. Στη συνέχεια ταξίδεψε στη Γαλλία, Ελβετία, Ιταλία και Γερμανία.

Γυρίζοντας στη Ρωσία, το 1862, έκανε πρόταση γάμου στη μετέπειτα σύζυγό του Σοφία . Λέγεται πώς αυτό το γεγονός, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το διάσημο μυθιστόρημα του, Άννα Καρένινα, όπου η ίδια σκηνή αναπλάθεται αριστουργηματικά ανάμεσα στον Levin και την Kitty. Καθώς ο διάσημος συγγραφέας ήταν αθεράπευτα ντροπαλός και βασανιζόταν από έρωτα έγραψε στη Σοφία τα αρχικά μερικών λέξεων πάνω σε ένα τραπέζι και της ζήτησε να μαντέψει το νόημα τους. Όπως έγραψε η ίδια στο ημερολόγιό της, κατάλαβε αμέσως το περιεχόμενο του κρυφού μηνύματος και δέχτηκε την πρότασή του. Μαζί της έκανε οικογένεια κι έζησε ευτυχισμένος «σαν πατριάρχης», όπως έγραψε ο ίδιος. Απέκτησαν 13 παιδιά.

Παρά την ήρεμη οικογενειακή ζωή, η ανησυχία άρχισε να ταράζει και πάλι τη ζωή του. Είχε τύψεις που ζούσε μέσα στα πλούτη, ενώ τόσοι άλλοι δυστυχούν. Θέλει να τα αφήσει όλα, περιουσία, οικογένεια, δόξα και να ζήσει απλά, σύμφωνα με τις ιδέες του. Αποφασίζει να εγκαταλείψει τα «εγκόσμια», να τα αρνηθεί όλα και να ζήσει μία απλή ζωή μέσα στη φύση. Άφησε τη σύζυγό του να διαχειρίζεται την περιουσία κι εκείνος ζούσε μια λιτή σχεδόν φτωχική ζωή στα κτήματά του, όπου πλήθος άνθρωποι πήγαιναν να τον συναντήσουν και να μοιραστούν τη σοφία του.

Τότε γράφει τα έργα του με τα μεγάλα προβλήματα και τις υψηλές ηθικές αρχές της αγάπης, της καλοσύνης και της συμπόνοιας: «Πάτερ Σέργιος» (1898), «Σονάτα του Κρόιτσερ» (1889), «Κύριος και δούλος» (1895) και «Ανάσταση» (1899). Έγραψε, ακόμα, ένα δραματικό έργο, «Το κράτος του ζόφου» (1886) κι ένα θαυμάσιο μεγάλο διήγημα «Ο θάνατος του Ιβάν Ίλιτς» (1866). Η ιδιότυπη θρησκευτικότητά του τον φέρνει σε αντιδικία με την εκκλησία της Ρωσίας, η οποία τον απέβαλε από τις τάξεις της το 1901.

Στις 20 Νοεμβρίου (7 Νοεμβρίου με το παλαιό ημερολόγιο) του 1910 ο σπουδαίος ρώσος συγγραφέας, «ο γίγας της ρωσικής γης», όπως τον αποκαλούν, άφησε την τελευταία του πνοή στη σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης Αστάκοβο της Ρωσίας. Ο θάνατος του αποτέλεσε σημαντικό γεγονός για τη δημόσια ζωή, καθώς ο μεγάλος συγγραφέας είχε οπαδούς σε ολόκληρο τον κόσμο. Περισσότεροι από τρεις χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους για να δουν το φέρετρό του να μεταφέρεται πίσω στο Yasnaya Polyana. Επρόκειτο για την πρώτη πολιτική κηδεία στη Ρωσία, καθώς η Εκκλησία τον είχε αφορίσει.

Τα έργα του

Ένας Αναρχικός Χριστιανός

Στο σπίτι του, σύμφωνα με τη γυναίκα του Σοφία, συνωστίζονταν «παράφρονες αριστοκράτες, ζητιάνοι που περηφανεύονται για την ξεπεσμένη θέση τους, ξεδοντιάρες καλόγριες, ιδεολόγοι φοιτητές, επαναστάτες, εγκληματίες, χορτοφάγοι, αλλοδαποί». Ο Γκάντι το συνοψίζει σε μία φράση: «Ο Τολστόι είναι ο μεγαλύτερος απόστολος της μη βίαιης αντίστασης στην εποχή μας».

Ο Λέων Τολστόι είναι ο πιο διάσημος Χριστιανός Αναρχικός και θεωρείται ίσως ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του ρεύματος αυτού. Όπως έγραψε «ο χριστιανισμός στην αληθινή του ουσία θέτει ένα τέλος στο Κράτος». Αυτή η πρόταση αποδίδει τη βασική ιδέα που αποτελεί τη βάση του χριστιανικού αναρχισμού…

Αν και ο ίδιος ποτέ δεν αυτοπροσδιορίστηκε ως αναρχικός, η εναντίωσή του στις άδικες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και στην αυταρχικότητα και καταπίεση που ασκούσαν οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις στους μουζίκους τον οδήγησαν στην απόρριψη των κρατικών δομών και στην αναζήτηση μιας άλλης μορφής κοινωνικής οργάνωσης και ζωής. Αναπτύσσει τη θεωρία του για μια κοινωνία αντιεξουσιαστική και αντιιεραρχική, πάντα κοντά στη φύση και σε αρμονία με αυτή, όπου ο κάθε άνθρωπος θα μπορέσει να αναπτύξει τα προσωπικά του χαρίσματα και τις δεξιότητες του, που θα εργάζεται ο ίδιος για να εξασφαλίσει την τροφή του χωρίς η εργασία του να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης:

«…όλες οι υποχρεώσεις προς το κράτος είναι ενάντια στη συνείδηση του Χριστιανού – ο όρκος υποτέλειας, οι φόροι, οι νομικές διαδικασίες, η στρατιωτική θητεία. Και όλη η κυβερνητική ισχύς στηρίζεται πάνω στις υποχρεώσεις αυτές».

Στο δοκίμιο του «Για την αναρχία» γράφει: «Οι Αναρχικοί έχουν δίκιο σε όλα. Kαι στην άρνηση της υπάρχουσας τάξης και στον ισχυρισμό ότι, χωρίς Αρχή, δεν θα μπορούσε να υπάρχει χειρότερη βία από αυτή της Αρχής κάτω από τις τωρινές συνθήκες. Κάνουν λάθος μόνο στο να νομίζουν ότι η Αναρχία μπορεί να ιδρυθεί μέσω επαναστάσεως. Αλλά μπορεί να ιδρυθεί μόνο με το να υπάρχουν όλο και περισσότεροι άνθρωποι οι οποίοι δεν επιζητούν την προστασία της κυβέρνησης… Μπορεί να υπάρξει μόνο μία μόνιμη επανάσταση – μιά ηθική: Η αναγέννηση του εσωτερικού ανθρώπου».

Οι επιρροές του Τολστόι τόσο στους σύγχρονούς του όσο και στις μεταγενέστερες γενιές ήταν ιδιαίτερα σημαντικές και εκφράστηκαν μέσα από κινήματα και κοσμοθεωρίες. Η πιο άμεση επίδραση ήταν αυτή στον Μαχάτμα Γκάντι, με τον οποίο ο Τολστόι διατηρούσε αλληλογραφία, που έγινε πράξη με τον ινδικό εθνικοαπελευθερωτικό, από την βρετανική κυριαρχία, αγώνα ο οποίος και τήρησε στο ακέραιο την τολστοϊκή μη βίαιη αντίσταση στον εχθρό.

Το παιδαγωγικό όραμα του Τολστόι

Σε ώριμη ηλικία, ο Τολστόι πήρε την πρωτοβουλία να ιδρύσει στη Γιασνάγια Παλιάνα σχολεία αντιαυταρχικής, δηλαδή δημοκρατικής εκπαίδευσης. Το παράδειγμά του ακολούθησε πολλά χρόνια αργότερα ο Α.Σ. Νιλ ιδρύοντας το 1921 στο Σάμερχιλ της Αγγλίας το δικό του σχολείο που καταργούσε τα αυταρχικά συστήματα διδασκαλίας.

Οι απόψεις του Τολστόι για την εκπαίδευση ήταν ριζοσπαστικές για την εποχή του και συμβάδιζαν με την όλη κοσμοθεωρία του για τους κοινωνικούς θεσμούς. Οι τρεις κύριες συνιστώσες της παιδαγωγικής του θεώρησης ήταν η ισότητα μαθητή – δασκάλου, η ελευθερία επιλογών και η αρμονία με τη φύση.

Το 1859 ίδρυσε στη γενέτειρά του Γιάσναγια Πολιάνα ένα σχολείο, χρησιμοποιώντας ως χώρο το ίδιο του το σπίτι και το κτήμα του. Η διδασκαλία πραγματοποιούνταν από φοιτητές, τους οποίους ο Τολστόι βρήκε στη Μόσχα, και από τον ίδιο τον Λέοντα. Ακόμη και σήμερα, στο σπίτι του στην Γιάσναγια Πολιάνα, το οποίο λειτουργεί ως μουσείο, μπορεί κανείς να δει εργαλεία, αρκετά σύνθετα για την εποχή τους, όπως ένα μικροσκόπιο. Τα παιδιά μελετούσαν τις τροχιές των ουράνιων σωμάτων, Φυσική, Χημεία, Μαθηματικά και φυσικά, τον σπουδαιότερο ρόλο είχε η Λογοτεχνία.

Ενώ οι απόψεις του Τολστόι αρχικά δεν έβρισκαν υποστήριξη μεταξύ των ανώτερων κυβερνητικών υπαλλήλων, το σχολείο του ασκούσε μεγάλη επιρροή στο λαό. Ως το 1862 υπήρξαν τουλάχιστον δέκα τρία χωριά με αγροτικά σχολεία στην περιοχή του, και οι δάσκαλοί τους ήταν όλοι ενθουσιώδεις υποστηρικτές της παιδαγωγικής προσέγγισης του Τολστόι.

Παρόλο που οι εκπαιδευτικές πρακτικές και οι γραφές του Τολστόι κατά τη διάρκεια της ζωής του αντιμετωπίστηκαν με εχθρότητα, μετά το θάνατό του, υπήρξε μια τάση να χαρακτηριστεί το έργο του σαν λαμπρό και  καινοτόμο και ο ίδιος σαν ένας από τους σημαντικότερους των εκπαιδευτικών μεταρρυθμιστών. Οι μέθοδοί του στο αλφάβητο και την ανάγνωση, η επιμονή του στην αυτάρκεια με την υποχρέωση των σπουδαστών να κάνουν και χειρωνακτική εργασία, και η πεποίθησή του ότι το παιδί πρέπει να έχει την άδεια για όσο το δυνατόν περισσότερη ελευθερία στην τάξη, χαρακτηριστικά γνωρίσματα του συστήματός του, είχαν την επιρροή τους στην προοδευτική εκπαίδευση.

Αποφθέγματα

1. «Ευτυχία δεν είναι να κάνεις πάντα αυτό που θέλεις, αλλά να θέλεις πάντα αυτό που κάνεις»

2. «Όλοι θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά κανένας δεν θέλει να αλλάξει τον εαυτό του»

3. «Είναι εκπληκτικό πόσο πλήρης είναι η αυταπάτη ότι η ομορφιά είναι καλοσύνη»

4. «Το λάθος δεν παύει να είναι λάθος επειδή εγκρίνεται από την πλειοψηφία»

5. «Όλη η ποικιλία, όλη η γοητεία, όλη η ομορφιά της ζωής αποτελείται από το φως και τη σκιά»

6. «Ο σεβασμός εφευρέθηκε για να καλύψει την άδεια θέση η οποία έπρεπε να ανήκει στην αγάπη»

7. «Αν αναζητάτε την τελειότητα, δεν θα είστε ποτέ ευχαριστημένοι»

8. «Ένας από τους πιο κοινούς πειρασμούς, ο οποίος όμως οδηγεί στις μεγάλες συμφορές είναι ο πειρασμός των λέξεων: «Όλοι έτσι κάνουν»

9. «Μην ακούτε ποτέ αυτούς που κακολογούν τους άλλους και λένε καλά λόγια για εσάς»

10. «Δεν υπάρχει μεγαλείο εκεί που δεν υπάρχει απλότητα, καλοσύνη και αλήθεια»

11. «Πλήξη: η επιθυμία για επιθυμίες»

12. «Ας συγχωρήσουμε ο ένας τον άλλο – μόνο τότε θα ζήσουμε ειρηνικά»

13. «Να έχεις ένα στόχο για όλη σου τη ζωή, ένα στόχο για ένα μέρος της ζωής σου και ένα στόχο για κάθε χρόνο. Ένα στόχο για κάθε μήνα, ένα στόχο για κάθε εβδομάδα, ένα στόχο για κάθε μέρα, ένα στόχο για κάθε ώρα και κάθε λεπτό. Και να θυσιάζεις το μικρότερο στόχο για το μεγαλύτερο»

14. «Σε αγάπησα από πάντα και αν κάποιος αγαπάει κάποιον, αγαπά ολόκληρο τον άνθρωπο, ακριβώς όπως είναι και όχι όπως κάποιος θα ήθελε να είναι»

15. «Οι δύο πιο ισχυροί πολεμιστές είναι η υπομονή και ο χρόνος. Αυτοί καταφέρνουν τα πάντα»

16. «Ελεύθερα πνεύματα είναι εκείνοι που είναι πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν το μυαλό τους χωρίς προκατάληψη και χωρίς να φοβούνται να καταλάβουν πράγματα που έρχονται σε σύγκρουση με τα δικά τους έθιμα, προνόμια ή πεποιθήσεις. Αυτή η κατάσταση του νου δεν είναι συνηθισμένη, αλλά είναι απαραίτητη για σωστή σκέψη …»

17. «Ο άνθρωπος μοιάζει με κλάσμα όπου ο αριθμητής είναι ο πραγματικός εαυτός του και ο παρονομαστής η ιδέα που έχει για τον εαυτό του. Όσο μεγαλύτερος ο παρονομαστής, τόσο μικρότερη η αξία του κλάσματος. Και όσο ο παρανομαστείς διογκώνεται προς το άπειρο, τόσο το κλάσμα τείνει προς το μηδέν.»

18. «Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες μοιάζουν μεταξύ τους. Κάθε δυστυχισμένη οικογένεια, όμως, είναι δυστυχισμένη με το δικό της τρόπο.»

19. «Τρία πράγματα χαρακτηρίζουν τον σοφό άνθρωπο: Πρώτον, κάνει ο ίδιος αυτά που συμβουλεύει τους άλλους να κάνουν. Δεύτερον, δεν κάνει τίποτα που να αντιβαίνει στην αλήθεια. Τρίτον, είναι υπομονετικός με τις αδυναμίες των άλλων.»

20. «Μιλούσαν για τις ανομίες της εξουσίας, για τα βάσανα των αναξιοπαθούντων, για τη φτώχεια που μάστιζε το λαό, όμως στα μάτια τους όλη την ώρα της ζωηρής κουβέντας τους πλανιόταν ασταμάτητα ένα βουβό ερώτημα: «Θα μπορούσες να μ’ αγαπήσεις;».»

Πηγές

16 αποφθέγματα του Λέοντα Τολστόι που εξερευνούν όλες τις πλευρές της ζωής

Λέων Τολστόι: 10 πράγματα που πρέπει να ξέρουμε για αυτόν

Λέων Τολστόι: Ο αναρχικός χριστιανός

Η Μάγια Αγγέλου μέσα από τα λόγια της

Σαν σήμερα γεννήθηκε η Μάγια Αγγέλου. Αμερικανίδα ποιήτρια, τραγουδίστρια, πεζογράφος, ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των πολιτών και καθηγήτρια πανεπιστημίου. Κυκλοφόρησε επτά αυτοβιογραφίες, τρεις μελέτες, αρκετές ποιητικές συλλογές καθώς και μια λίστα από θεατρικές παραστάσεις, ταινίες και τηλεοπτικά προγράμματα μέσα σε 50 χρόνια. Από όσα έγραψε απομονώσαμε 15 αγαπημένες μας φράσεις. Πάρτε μια γεύση:

1.Αν δεν σου αρέσει κάτι, άλλαξέ το. Αν δεν μπορείς να το αλλάξεις, άλλαξε τον τρόπο που το αντιμετωπίζεις. Μην παραπονιέσαι.

2.Οι άνθρωποι μπορεί να μη θυμούνται τι έκανες ή τι τους είπες, αλλά πάντα θα θυμούνται πώς τους έκανες να αισθανθούν.

3.Τίποτε δεν δουλεύει αν δεν δουλέψεις εσύ

4.Δεν είναι δυνατό να ξοδέψεις όλη σου τη δημιουργικότητα. Όσο περισσότερη χρησιμοποιείς, τόσο περισσότερη έχεις.

5.Θα γνωρίσεις πολλές ήττες στη ζωή σου, αλλά ποτέ μην επιτρέψεις στον εαυτό σου να νικηθεί.

6.Ζήτα αυτό που θέλεις και να είσαι προετοιμασμένος να το αποκτήσεις.

7.Δεν πρέπει ποτέ να κάνεις πρώτη σου προτεραιότητα κάποιον που σε βλέπει απλά σαν μια εναλλακτική λύση.

8.Νομίζω πως το πιο σημαντικό πράγμα, πέρα από την πειθαρχία και τη δημιουργικότητα, είναι η τόλμη να τολμάς.

9.Αν εγώ δεν είμαι καλός με τον εαυτό μου, πώς μπορώ να περιμένω να είναι οι άλλοι καλοί μαζί μου;

10.Τα παιδιά έχουν ταλέντο να υπομένουν, που πηγάζει από την άγνοια εναλλακτικών λύσεων.

11.Να φυλάγεσαι από τον γυμνό άνθρωπο που σου χαρίζει το πουκάμισό του.

12.Είναι πολύ λεπτή η γραμμή ανάμεσα στο να αγαπάμε τη ζωή και να είμαστε άπληστοι για αυτήν.

13.Οι λέξεις σημαίνουν περισσότερα από αυτό που διατυπώνεται γραπτά. Χρειάζεται η ανθρώπινη φωνή για να τις διαποτίσει με ένα βαθύτερο μήνυμα.

14.Όταν οι άνθρωποι σου δείχνουν ποιοι πραγματικά είναι, να τους πιστεύεις, την πρώτη φορά. Αυτοί ξέρουν καλύτερα τον εαυτό τους.

15.Κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς μέχρι να μάθεις. Μετά όταν μάθεις καλύτερα, θα το κάνεις καλύτερα.

15 αποφθέγματα του Βαν Γκογκ που έμειναν στην ιστορία

1. «Είναι καλό να αγαπάς πολλά πράγματα, γιατί εκεί βρίσκεται η πραγματική δύναμη. Όποιος αγαπά πολύ, κάνει πολλά, μπορεί να καταφέρει πολλά και κάθε τι που γίνεται στην αγάπη γίνεται πολύ καλά.»

2. «Τα μεγάλα πράγματα έγιναν μετά από μία σειρά μικρότερων πραγμάτων που ήρθαν κοντά.»

3. «Πως θα ήταν η ζωή αν δεν είχαμε το κουράγιο να πετύχουμε τίποτα;»

4. «Η συνείδηση είναι η πυξίδα του ανθρώπου.»

5. «Έβαλα την καρδιά και την ψυχή μου στη δουλειά μου και έχασα το μυαλό μου κατά τη διάρκεια.»

6. «Μία μεγάλη φωτιά καίει μέσα μου, αλλά κανείς δεν σταματά να ζεστάνει τον εαυτό του σε αυτή, οι περαστικοί βλέπουν μόνο ένα ίχνος καπνού.»

7. «Οι κοντινοί μας φίλοι είναι πραγματικός θησαυρός της ζωής. Μερικές φορές μας ξέρουν καλύτερα απ’ ότι εμείς τους εαυτούς μας. Με ευγενική ειλικρίνεια, είναι πρόθυμοι να μας καθοδηγήσουν και να μας υποστηρίξουν. Μοιράζονται το γέλιο και το δάκρυ μας. Η παρουσία τους μας θυμίζει ότι ποτέ δεν είμαστε μόνοι.»

8. «Συχνά σκέφτομαι πως η νύχτα είναι πιο ζωντανή και πιο πλούσια χρωματισμένη από ότι η μέρα.»

9. «Το να είσαι φυσιολογικός είναι ένας πλακόστρωτος δρόμος. Είναι άνετος να περπατάς αλλά δεν φυτρώνουν λουλούδια σε αυτόν.»

10. «..έχω τη φύση, τη τέχνη και την ποίηση και αν αυτό δεν είναι αρκετό, τότε τι είναι;»

11. «Κάποτε ο θάνατος θα μας πάει σε άλλο αστέρι.»

12. «Ονειρεύομαι αυτό που θέλω να ζωγραφίσω και μετά ζωγραφίζω το όνειρό μου.»

13. «Δεν ξέρω τίποτα με σιγουριά, αλλά το να βλέπω τα αστέρια με κάνει να ονειρεύομαι.»

14. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο καλλιτεχνικό από το να αγαπάς κάποιον.»

15. «Εάν ακούς μία φωνή μέσα σου να σου λέει πως δεν μπορείς να ζωγραφίσεις, τότε με κάθε μέσο ζωγράφισε και η φωνή θα σιωπήσει.»

Σκέψεις ενός εμβληματικού καλλιτέχνη..

20 «αφυπνιστικά» αποφθέγματα του Ν. Καζαντζάκη

Σαν σήμερα γεννήθηκε ένας πολυγραφότατος, βαθύς και αγαπημένος εραστής της πένας, ο Νίκος Καζαντζάκης. Ασχολήθηκε σχεδόν με κάθε είδος λόγου άφησε επίσης πίσω του πολλές αξιομνημόνευτες και σοφές φράσεις, που είπε κατά τη διάρκεια της ζωής του. Από αυτές επιλέξαμε 20 για να σας παρουσιάσουμε ένεκεν της γέννησής του:

1. «Μια αστραπή η ζωή μας… μα προλαβαίνουμε».

2. «Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά».

3. «Αγάπα τον άνθρωπο γιατί είσαι εσύ».

4. «Η Ελλάδα επιζεί ακόμα, επιζεί νομίζω μέσα από διαδοχικά θαύματα».

5. «Tι θα πει λεύτερος; Αυτός που δεν φοβάται το θάνατο».

6. «Δεν τον φοβάμαι το Θεό, αυτός καταλαβαίνει και συχωρνάει. Τους ανθρώπους φοβάμαι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν και δε συχωρνούν».

7. «Είδα κάποτε μια μέλισσα πνιγμένη μέσα στο μέλι και κατάλαβα».

8. «Ε κακομοίρη άνθρωπε, μπορείς να μετακινήσεις βουνά, να κάμεις θάματα, κι εσύ να βουλιάζεις στην κοπριά, στην τεμπελιά και στην απιστία! Θεό έχεις μέσα σου, Θεό κουβαλάς και δεν το ξέρεις – το μαθαίνεις μονάχα την ώρα που πεθαίνεις, μα ‘ναι πολύ αργά».

9. «Υπάρχει στον κόσμο τούτον ένας μυστικός νόμος – αν δεν υπήρχε, ο κόσμος θα ‘ταν από χιλιάδες χρόνια χαμένος – σκληρός κι απαραβίαστος: το κακό πάντα στην αρχή θριαμβεύει και πάντα στο τέλος νικάται».

10. «Σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ’ όλους τους σωτήρες· αυτή ‘ναι η ανώτατη λευτεριά, η πιο αψηλή, όπου με δυσκολία αναπνέει ο άνθρωπος. Αντέχεις;»

11. «H καρδιά του ανθρώπου είναι ένα κουβάρι κάμπιες – φύσηξε, Χριστέ μου, να γίνουν πεταλούδες!»

12. «Το ψέμα είναι ανανδρία».

13. «Νιώθω σαν να χτυπάμε τα κεφάλια μας στα σίδερα. Πολλά κεφάλια θα σπάσουν. Μα κάποια στιγμή, θα σπάσουν και τα σίδερα».

14. «Μην καταδέχεσαι να ρωτάς: «Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε;» Πολέμα!»

15. «Ένιωθα βαθιά πως το ανώτατο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος δεν είναι η Γνώση μήτε η Αρετή, μήτε η Καλοσύνη μήτε η Νίκη· μα κάτι άλλο πιο αψηλό, πιο ηρωικό κι απελπισμένο: Το Δέος, ο ιερός τρόμος».

16. «Ποτέ οι Έλληνες δε δούλεψαν την τέχνη για την τέχνη· πάντα η ομορφιά είχε σκοπό να υπηρετήσει τη ζωή. Και τα σώματα τα ήθελαν οι αρχαίοι όμορφα και δυνατά, για να μπορούν να δεχτούν ισορροπημένο και γερό νου. Κι ακόμα, για να μπορούν –σκοπός ανώτατος– να υπερασπίσουν το άστυ».

17. «Σα δεν φτάσει ο άνθρωπος στην άκρη του γκρεμού, δεν βγάζει στην πλάτη του φτερούγες να πετάξει».

18. «Οι μισές δουλειές, οι μισές κουβέντες, οι μισές αμαρτίες, οι μισές καλοσύνες έφεραν τον κόσμο στα σημερινά χάλια. Φτάσε, μωρέ άνθρωπε, ως την άκρα, βάρα και μη φοβάσαι! Πιο πολύ σιχαίνεται ο Θεός το μισοδιάολο παρά τον αρχιδιάολο»!

19. «Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι».

20. «Η στερνή, η πιο ιερή μορφή θεωρίας είναι η πράξη».

Καλή ανάγνωση και καλή αφύπνιση🦋

10 πράγματα που μας δίδαξε το έργο του Ντίκενς

Σαν σήμερα το 1812 γεννήθηκε ο Τσαρλς Ντίκενς, κορυφαίος Βρετανός συγγραφέας, που διακρίθηκε για τα ρεαλιστικά μυθιστορήματά του που άσκησαν κριτική στην κοινωνική πραγματικότητα της εποχής του («Όλιβερ Τουίστ», «Μεγάλες Προσδοκίες»). Μέσα από τα έργα του όμως ο Ντίκενς δεν παρουσίασε μόνο την φτώχεια και τη δυστυχία των κοινωνικών τάξεων του ΗΒ, αλλά μέσα από τους ήρωες του, άλλες φορές μοχθηρούς τειχοδιώκτες και άλλοι καλοκάγαθους ζητιάνους μας έδωσε μαθήματα ζωής που μας ακόλουθουν σε όλη μας την πορεία, λογοτεχνική και μη. Συγκεντρώσαμε τα πιο σημαντικά για να σας τα παρουσιάσουμε…

1. Ότι η καλοσύνη κερδίζει πάντα την κακία.

Το πνεύμα του καλού καταφέρνει πάντα να υπερνικά κάθε αντίξοη περίσταση και τελικά να θριαμβεύει

2.Ότι μετά από κάθε συμφορά, μικρή ή μεγάλη, η ζωή συνεχίζεται.

Η πληγωμένη καρδιά. Νομίζεις πως θα πεθάνεις, μα απλά συνεχίζεις να ζεις, μέρα τη μέρα, μετά από μια απαίσια στιγμή

3. Ποια στοιχεία είναι αυτά που έχουν σημασία στο χαρακτήρα κάποιου.

Να έχεις μια καρδιά που ποτέ δεν σκληραίνει, ένα χαρακτήρα που ποτέ δεν κουράζει, ένα άγγιγμα που ποτέ δεν πονά

4. Ότι δεν πειράζει να δείχνουμε τα συναισθήματα και τις αδυναμίες γιστι αυτό μας κάνει πιο δυνατούς.

Ειλικρινά, ποτέ δεν υπάρχει λόγος να μας πιάνει ντροπή για τα δάκρυα μας… Είναι η βροχή πάνω στη σκόνη που σηκώνεται απ’ το χώμα της σκληρής καρδιάς μας και μας θολώνει τα μάτια…
Όλοι οι άλλοι απατεώνες της υφηλίου δεν είναι τίποτα μπροστά στον άνθρωπο που πάει να εξαπατήσει τον ίδιο του τον εαυτό…

Μ’ άλλα λόγια, ήμουν πολύ δειλός για να κάνω ό,τι ήξερα πως ήταν σωστό, όπως είχα φανεί πολύ δειλός για να μην κάνω ό,τι ήξερα πως ήταν λάθος…

Την υιοθέτησα για ν’ αγαπηθεί. Την ανέθρεψα και τη μόρφωσα για ν’ αγαπηθεί. Την έκανα ό,τι είναι, για ν’ αγαπηθεί. Αγάπησέ την!

5. Ότι η ευτυχία δεν είναι συνώνυμο της συναίσθησης της πραγματικότητας.

Πραγματικότητα, πραγματικοτητα, πραγματικότητα, παντού σ’ όλη την εμφανιση της πολιτείας. Το σχολείο ηταν μια πραγματικότητα και η σχολή σχεδιου ηταν μια πραγματικότητα, οι σχεσεις ανάμεσα σε αφεντη -εργατη ήταν μια πραγματικότητα, όλα απο το μαιευτηριο ως το νεκραταφείο δεν ηταν παρα πραγματικότητες και τιποτε που δεν μπορεί να εκφραστεί με αριθμούς ή να μην αγοραστεί σε φθηνή τιμή και να πουληθεί σε ακριβή , δεν υπήρχε εκεί κι ούτε θα υπάρξει ποτε εις τους αιώνας. Μια πολιτεια τόσο αφιερωμένη στην πραγματικότητα με τόσο θριαμβευτικές επιτυχίες , θα περίμενε βέβαια κανείς πως ήταν ευτυχισμένη. Ε, λοιπόν , όχι, όχι και τόσο

6. Ότι πριν κατηγορήσουμε για κάτι τον οποιοδήποτε πρέπει να δούμε μέσα μας.

Ο μεγαλύτερος εχθρός μας είναι ο εαυτός μας

7. Τι είναι αυτά που αξίζουν στη ζωή μας.

Μην σπάσεις ποτέ τέσσερα πράγματα στη ζωή σου: την εμπιστοσύνη, τη σχέση, την υπόσχεση και την καρδιά γιατί όταν σπάσουν, δεν κάνουν θόρυβο αλλά πονάνε περισσότερο

8. Το καλό και το κακό των “Μεγάλων Προσδοκιών”.

Εκείνος που έχει μεγάλες προσδοκίες, συχνά νιώθει μεγάλες απογοητεύσεις. Όμως σπάνια η απογοητευση μας θεραπεύει από την αρρώστια των μεγάλων επιδιώξεων

9. Να αγαπάμε τα Χριστούγεννα τόσο αγνά όπως τα παιδιά.

Ευτυχισμένα, ευτυχισμένα Χριστούγεννα, ότι μπορεί να μας παρασύρει πίσω στις παραληρητικές ιδέες των παιδικών μας ημερών, ότι μπορεί να ανακαλέσει τον γέροντα στις χαρές της νιότης του, ότι μπορεί να μεταφέρει το ναύτη και τον ταξιδιώτη, χιλιάδες μίλια μακριά, πίσω στοτζάκι και ήσυχο σπίτι του.

10. Και για το τέλος, ποια είναι η αξία του χρόνου, κάθε μέρας, κάθε στιγμής…

Ήταν μια αξιομνημόνευτη μέρα για μένα, γιατί προκάλεσε μέσα μου μεγάλες αλλαγές. Όμως το ίδιο συμβαίνει με ολόκληρη τη ζωή. Φανταστείτε μια επιλεγμένη μέρα, αποσπασμένη από τις υπόλοιπες, και σκεφτείτε πόσο διαφορετική θα ήταν χωρίς αυτήν η πορεία της ζωής σας. Εσείς που διαβάζετε όλα αυτά, σταματήστε μια στιγμή και σκεφτείτε τη μακριά αλυσίδα από σίδερο ή χρυσάφι, από αγκάθια ή λουλούδια, που δε θα σας είχε ποτέ δέσει αν δεν είχε σχηματιστεί ο πρώτος κρίκος, κάποια αξιομνημόνευτη μέρα

Ένα προς ένα σπουδαία μαθήματα από έναν σπουδαίο δάσκαλο… Καλή ανάγνωση και καλή μαθητεία!