«Πότε θα Παντρευτείς;»: Η Ταϊτή μέσα από τα μάτια του Γκωγκέν

Paul Gauguin, Nafea Faa Ipoipo? 1892, oil on canvas, 101 x 77 cm.jpg

Ο πίνακας «Πότε θα Παντρευτείς;» («Nafea Faa Ipoipo») του περίφημου Γάλλου μεταϊμπρεσιονιστή ζωγράφου Πωλ Γκωγκέν είναι μια ελαιογραφία του 1892. Το 2015 ο πίνακας πωλήθηκε σε δημοπρασία, όπου και άγγιξε το ποσό των 300 εκ. δολαρίων, καταρρίπτοντας κάθε προηγούμενο ρεκόρ στις πωλήσεις έργων τέχνης.

Τον πίνακα έβγαλε σε δημοπρασία ένας Ελβετός συλλέκτης, ενώ αγοραστής, σύμφωνα με πληροφορίες της «Wall Street Journal» και των «New York Times», ήταν μια ομάδα κρατικών μουσείων του Κατάρ.

Το ποσό των 300.000.000 δολαρίων καταρρίπτει το προηγούμενο γνωστό ρεκόρ για ιδιωτική αγοραπωλησία, που καταγράφηκε πριν από τρία χρόνια, όταν πάλι το Κατάρ αγόρασε έναντι περίπου 250.000.000 δολαρίων το έργο «Οι Χαρτοπαίχτες», του Πολ Σεζάν.

Ο πίνακας αποτελεί ένα διπλό πορτρέτο δυο γυναικών από την Ταϊτή, με ζωντανά, έντονα χρώματα.

Ο Γκωγκέν, που αναγνωρίστηκε σε μεγάλο βαθμό μετά το θάνατό του, επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τη ζωή του στην Ταϊτή, όπου ζωγράφισε αρκετά γυναικεία πορτρέτα, ενώ οι πειραματισμοί του με τη χρήση χρωμάτων και συμβόλων, επηρέασαν τόσο τους σύγχρονούς του, όπως τον Βαν Γκογκ, όσο και μεταγενέστερους καλλιτέχνες.

Do These Photos Show Gauguin and His Tahitian Muse? | artnet News
Ο Γκωγκέν στην Ταϊτή

Ο Γκωγκέν ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Ταϊτή το 1891, όπου και ήλπιζε να βρει “έναν ιδανικό παράδεισο, όπου θα μπορούσε να δημιουργήσει καθαρή ‘πριμιτιβιστική’ τέχνη κι όχι τα πριμιτιβιστικά faux έργα τέχνης που παρήγαγαν ζωγράφοι στην Γαλλία”. Κατά την άφιξή του, διαπίστωσε ότι η Ταϊτή δεν ήταν όπως την φαντάστηκε: είχε αποικιστεί τον 18ο αιώνα και τουλάχιστον τα δύο τρίτα των αυτόχθονων κατοίκων του νησιού είχαν σκοτωθεί από ασθένειες που έφερναν οι Ευρωπαίοι. Ο «πρωτόγονος» πολιτισμός είχε εξαλειφθεί. Παρ ‘όλα αυτά, ζωγράφισε πολλές εικόνες γηγενών γυναικών: γυμνές, ντυμένες με παραδοσιακά ρούχα της Ταϊτής και ντυμένες με δυτικό στιλ ντυσίματος, όπως συμβαίνει και με την φιγούρα στο πίσω μέρος του πίνακα «Πότε θα Παντρευτείς;».

Το έδαφος στο μπροστινό και πίσω μέρος του πίνακα αποδίδεται με αποχρώσεις του πράσινου, του κίτρινου και του μπλε. Μια παραδοσιακά ντυμένη νεαρή γυναίκα βρίσκεται στο μπροστινό μέρος του πίνακα πάνω στο έδαφος. Ο Richard Field επισημαίνει ότι η λευκή γαρδένια πίσω από το αριστερό της αυτί υποδηλώνει ότι βρίσκεται σε ηλικία γάμου και αναζήτησης συζύγου. Πίσω της μια δεύτερη φιγούρα με ρούχα δυτικού στυλ κάθεται στητή. Η μπροστινή γυναίκα είναι τεντωμένη και τα χαρακτηριστικά του προσώπου της είναι δοσμένα απλά. Η πίσω γυναίκα αντιπροσωπεύει το κέντρο του πίνακα. Το ροζ χρώμα του φορέματός της είναι σαφώς διαφορετικό από τα άλλα χρώματα του πίνακα. Κάτω δεξιά αναγράφεται “NAFEA Faa ipoipo”  (“Πότε θα παντρευτείς;”). Ο Γκωγκέν συχνά πρόσθετε επιγραφές στους πίνακές του στην γλώσσα της Ταϊτής. Ήταν γοητευμένος από την γλώσσα, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να μάθει περισσότερα πέρα από τα βασικά.

Η ιστορικός τέχνης Nancy Mowll Mathews επεσήμανε ότι ο Γκωγκέν “απεικόνισε τους κατοίκους της Ταϊτής να ζουν μόνο για να τραγουδούν και να κάνουν έρωτα. Έτσι πήρε λεφτά από τους φίλους του και έστρεψε το ενδιαφέρον του κοινού στην προσωπική του περιπέτεια. Ωστόσο, φυσικά και γνώριζε την αλήθεια, ότι η Ταϊτή ήταν ένα μοναδικό νησί με διεθνή δυτικοποιημένη κοινότητα. Αυτοί οι πίνακες των κατοίκων της Ταϊτής, συμπεριλαμβανομένου του «Πότε θα Παντρευτείς;» αντιμετωπίστηκαν με σχετική αδιαφορία, όταν ο Γκωγκέν επέστρεψε στην Γαλλία. Ο συγκεκριμένος του πίνακας αγοράστηκε τελικά το 1917 στην έκθεση της Maison Moos στην Γενεύη.

Ένα σκίτσο μολυβιού της κεντρικής φιγούρας του πίνακα αποκαλύφθηκε ως γνήσιο το 2017 σε ένα επεισόδιο της σειράς του BBC, Fake or Fortune?.



Νυχτερινό καφέ του Βίνσεντ Βαν Γκογκ

Το Νυχτερινό Καφέ (ή όπως είναι στα γαλλικά: Le Café de nuit) είναι ελαιογραφία σε μουσαμά του Ολλανδού ζωγράφου Βίνσεντ βαν Γκογκ που δημιούργησε τον Σεπτέμβριο του 1888 στην Αρλ. Ο τίτλος αναγράφεται χαμηλά δεξιά, ακριβώς κάτω από την υπογραφή του καλλιτέχνη.

Το εσωτερικό που απεικονίζεται είναι το Καφέ ντε λα Γκαρ, στο νούμερο 30, Πλατεία Λαμαρτίν που διεύθυνε ο Ζοζέφ Μισέλ Ζινό και η σύζυγός του Μαρία, ο οποίος το Νοέμβριο του 1888 πόζαρε για τον πίνακα του Βαν Γκογκ και του Πωλ Γκωγκέν, Λα Αρλεζιέν. Μετέπειτα ο Ζοζέφ Ζινό πόζαρε επίσης και για τους δύο καλλιτέχνες.

Η σύζυγος του ιδιοκτήτη του καφέ σε άλλο πίνακα του Βαν Γκογκ

Ο πίνακας ζωγραφίστηκε σε βιομηχανικό ασταρωμένο καμβά μέγεθος 30, σύμφωνα με το γαλλικό πρότυπο. Απεικονίζει το εσωτερικό του καφενείου, με μια πόρτα με κουρτίνα στο κεντρικό φόντο, που προφανώς, οδηγεί σε περισσότερους ιδιωτικούς χώρους. Πέντε πελάτες κάθονται στα τραπέζια κατά μήκος των τοίχων προς τα αριστερά και δεξιά και ένας σερβιτόρος σε ένα ελαφρύ παλτό στέκεται κοιτάζοντας τον θεατή στη μία πλευρά ενός τραπεζιού μπιλιάρδου κοντά στο κέντρο του δωματίου.

Το καφέ με την υπογραφή του Πωλ Γκωγκέν

Οι πέντε πελάτες που απεικονίζονται στη σκηνή έχουν περιγραφεί ως «τρεις μεθυσμένους και εγκαταλειμμένοι σε ένα μεγάλο δημόσιο δωμάτιο […] κουλουριασμένοι έχοντας πέσει σε ύπνο ή λήθαργο.» Ένας μελετητής γράφει «Το καφενείο ήταν ένα ολονύχτιο στέκι των τοπικών περιθωριακών και πόρνων, οι οποίοι απεικονίζονται να κοπροσκυλιάζουν στα τραπέζια και πίνοντας μαζί στο βάθος της αίθουσας.»

Με σκληρές αντιθέσεις, έντονα χρώματα, η οροφή είναι πράσινη, το πάνω μέρος των τοίχων κόκκινο, οι λαμπερές λάμπες του φωτιστικού οροφής με φωταέριο και το δάπεδο σε μεγάλο βαθμό είναι κίτρινο. Το χρώμα εφαρμόζεται σε παχύ στρώμα με πολλές από τις γραμμές του δωματίου να οδηγούν προς την πόρτα στο πίσω μέρος. Η προοπτική ορίζεται περίπου κάτω προς το πάτωμα. Ο χαμηλός φωτισμός και οι σκιές που δημιουργούνται με βασικότερη αυτή στη μέση από το μπιλιάρδο, δημιουργεί στον θεατή μαι αίσθηση κενού, που έρχεται σε αντίθεση με τα ζωηρά χρώματα του έργου.

Ο πίνακας σήμερα ανήκει στο Πανεπιστήμιο Γέιλ και βρίσκεται σήμερα στην Πινακοθήκη του Πανεπιστημίου Γέιλ στο Νιού Χέβεν του Κονέκτικατ.

Οι φωτογραφίες πίσω από 10 διάσημους πίνακες ζωγραφικής

Στους παρακάτω 10 διάσημους πίνακες ζωγραφικής, δεν φανταζόμασταν καν ότι είχαν χρησιμοποιηθεί υπαρκτά πρόσωπα ως μοντέλα. Και όμως, οι ακόλουθες φωτογραφίες οδήγησαν στην δημιουργία αγαπημένων ζωγραφικών έργων.

Grant Wood, American Gothic

Η Nan, αδερφή του Grant Wood και ο οδοντίατρος της οικογενείας, Dr. Byron McKeeby, φόρεσαν μία αποικιακή ποδιά και φόρμα για να ποζάρουν για τον ζωγράφο στο American Gothic.
Η Nan, αδερφή του Grant Wood και ο οδοντίατρος της οικογενείας, Dr. Byron McKeeby, φόρεσαν μία αποικιακή ποδιά και φόρμα για να ποζάρουν για τον ζωγράφο στο American Gothic.

Η Nan, αδερφή του Grant Wood, και ο οδοντίατρος της οικογενείας, Dr. Byron McKeeby, φόρεσαν μία αποικιακή ποδιά και φόρμα για να ποζάρουν για τον ζωγράφο στο American Gothic.   Ήταν ένα σπίτι που, αρχικά, ενέπνευσε τον Wood να δημιουργήσει αυτόν τον πίνακα του 1930. Αποφάσισε όμως αργότερα να ζωγραφίσει και ανθρώπους στην εικόνα – έναν αγρότη και τη γεροντοκόρη του που θα ζούσαν στην οικία.

Norman Rockwell, The Problem We All Live With

Ο πίνακας του Norman Rockwell, The Problem We All Live With αποτίει φόρο τιμής στην ιστορική πρώτη μέρα σχολείου της 6χρονης Ruby Bridges, της πρώτης Αφροαμερικανής που πήγε σε «λευκό» σχολείο.   Το μοντέλο του Rockwell, η Lynda Gunn, ήταν το εγγόνι μιας οικογενειακής φίλης. Πόζαρε για το έργο τέχνης πάνω από πέντε μέρες, ενώ στο τέλος προστέθηκαν στον πίνακα ο αρχηγός της αστυνομίας της Μασαχουσέτης και τρεις Αμερικανοί στρατιώτες της Βοστόνης.

Toulouse-Lautrec και Jane Avril

Η χορεύτρια Jane Avril, μία σταρ του Μουλέν Ρουζ, έγινε η μεγαλύτερη μούσα του Toulouse-Lautrec. Συχνά εμφανίζεται στις εκθαμβωτικές εικόνες του – άλλωστε η χορεύτρια καν-καν αποτέλεσε και την έμπνευση για την πανταχού παρούσα κοκκινομάλλα στους πίνακές του.   H Avril είχε μία αντισυμβατική ομορφιά, ενώ συχνά εμφανιζόταν αγχωμένη ή μελαγχολική. Ο Lautrec επικρίθηκε επειδή ζωγράφιζε τα άτομα με έναν βάναυσο τρόπο, αλλά ίσως είναι πιο δίκαιο να πούμε ότι απεικόνιζε τις ιδιοσυγκρασίες του πιο διάσημου μοντέλου του με ειλικρίνεια.

Paul Cézanne, The Bather

Ένας πίνακας από φωτογραφία αντί για ζωγραφική μοντέλου ήταν μία ανορθόδοξη τεχνική για έναν καλλιτέχνη προς τα τέλη του 1800. Αλλά ο Cézanne έκανε ακριβώς αυτό για τον πίνακα The Bather, ο οποίος τον βοήθησε να ανακαλύψει ένα νέο στυλ ζωγραφικής που εστίαζε στη σύλληψη της ψυχολογικής διάθεσης.   Πολύ συχνά ζητούσε από την οικογένειά του, τοπικούς αγρότες, παιδιά, ακόμα και τον έμπορο των έργων τέχνης του να ποζάρουν για αυτόν, οπότε είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι αυτός ο κύριος ήταν κάποιος τον οποίο ο Cézanne ήξερε στην καθημερινή του ζωή.

Vincent van Gogh, Portrait of the Artist’s Mother

Αφού μετακόμισε στο κίτρινό του σπίτι στην Αρλ, ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ ήθελε να δημιουργήσει μία σειρά οικογενειακών πορτρέτων. Προς τιμήν της μνήμης της μητέρας του, Anna Carbentus van Gogh, επέλεξε μία ασπρόμαυρη φωτογραφία της, για να τη ζωγραφίσει από εκεί. «Φτιάχνω αυτό το πορτρέτο της Μητέρας για εμένα» έγραψε στον αδερφό του Theo. «Δεν αντέχω την άχρωμη φωτογραφία και προσπαθώ να δημιουργήσω μία με πλήρη αρμονία χρωμάτων, όπως βλέπω [τη μητέρα] με τη μνήμη μου».

Edgar Degas, Ballet Dancers

Ο πρωτοποριακός ζωγράφος έγινε μετέπειτα στην καριέρα του και φωτογράφος. Μοιραζόταν τις σπάνιες φωτογραφίες του με έναν μικρό κύκλο οικείων προσώπων και συναδέλφων καλλιτεχνών, και μόνο λίγες έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα.

Paul Gauguin, Two Women/Mother and Daughter

Ο Paul Gauguin «δραπέτευσε» από τη συμβατική ευρωπαϊκή κοινωνία και έφυγε για τη Γαλλική Πολυνησία το 1891. Εκεί γνώρισε τον Henri Lemasson οι φωτογραφίες του οποίου απεικόνιζαν ντόπιους νησιώτες και υπήρξαν η έμπνευση για αρκετούς από τους πίνακες του Gauguin, συμπεριλαμβανομένου και του Mother and Daughter (1901/1902).

Thomas Eakins, The Swimming Hole

Το αριστούργημα του Thomas Eakins που απεικονίζει γυμνούς άντρες υμνεί τις φιγούρες των φίλων και μαθητών καθώς και του ίδιου του καλλιτέχνη και προκάλεσε σάλο στον κύκλο των καλών τεχνών. Ο πίνακας βασίστηκε σε μία σειρά φωτογραφιών που τράβηξε ο Eakins στην Dove Lake κοντά στην Φιλαδέλφεια.

Balthus και Frédérique Tison

Αυτή η φωτογραφία του 1956 τραβήχτηκε αφού ο Balthus ζωγράφισε αυτό που από πολλούς θεωρείται το σπουδαιότερο αριστούργημα του, The Room. Το μοντέλο στη φωτογραφία είναι η ανιψιά του Frédérique Tison, η οποία απεικονίζεται και σε πολλά άλλα έργα τέχνης του αμφιλεγόμενου μοντερνιστή.

Lucian Freud και Leigh Bowery

Ο Αυστραλός εικαστικός-περφόρμερ Leigh Bowery υπήρξε «μούσα» για τον ζωγράφο Lucian Freud, από τότε που ο δεύτερος είδε τον Bowery στην Anthony d’ Offay Gallery to 1988. «Τον βρήκα όμορφο με έναν υπέροχο τρόπο» είπε ο Freud.

ΠΗΓΗ: https://www.lifo.gr/articles/arts_articles/171542

Το τέκνο του Θεού, ένα αυτοβιογραφικό έργο του Γκωγκέν

Το τέκνο του Θεού ((Τe tamari no atua) φιλοτεχνήθηκε από τον Πωλ Γκωγκέν περίπου το 1896. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο ζωγράφος είχε μεταναστεύσει από την πόλη του φωτός στην Ταϊτή, στην πρωτεύουσα Παπεέτε. Στον πίνακα απεικονίζεται μια νέα γυναίκα από την Ταϊτή, ξαπλωμένη σε ένα περίτεχνο κρεβάτι, εξαντλημένη από τον τοκετό. Δίπλα της μια συμπατριώτισσα της κρατά στην αγκαλιά της το νεογέννητο μωρό κι ένας φτερωτός νέος παρίσταται στη σκηνή. Η μητέρα και το βρέφος που έχουν φωτοστέφανο, ο άγγελος, τα οικόσιτα ζώα που απεικονίζονται στο βάθος της σύνθεσης και ο ίδιος ο τίτλος του πίνακα που αναγράφεται στην αριστερή γωνία του πίνακα παραπέμπουν στην εικονογραφική παράδοση της Γέννησης του Χριστού. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για έναν καθαρά αυτοιογραφικό πίνακα.

Αποτέλεσμα εικόνας για tehura gauguin
Η νεαρή Tehura

Ανάμεσα στις γυναίκες με τις οποίες σύναψε σχέση ο ζωγράφος ήταν και η 14χρονη Tehura. Oι Ευρωπαίοι άντρες, κάτοικοι της Ταϊτής, πολιορκούνταν συχνά από τις οικογένειες ιθαγενών ανήλικων κοριτσιών, τα οποία τους προσέφεραν ως παλλακίδες, με σκοπό τη γέννηση παιδιών μιγάδων, πολύ επιθυμητών στις πολυνησιακές κοινωνίες.

Αποτέλεσμα εικόνας για το παιδι του θεου γκωγκέν

Η άποψη των βιογράφων για την Tehura δεν ήταν και οι καλύερες. O Bengt Danielson αναφέρει ότι η κοπέλα ήταν ατιμέλητη, νωθρή και αμφιβόλου ηθικής, ενώ ο Somerset Maugham έγραψε για την ίδια πως κατά τη διάρκεια της έρευνας μόνο όταν της έδωσε χρήματα η ίδια αποκάλυψε πράγματα για τη ζωή του ζωγράφου. Η νεαρή κοπέλα έζησε λίγα χρόνια μαζί με τον Γκωγκέν και απέκτησε μαζί του δυο παιδιά, εκ των οποίων το ένα γεννήθηκε νεκρό. Αυτή τη στιγμή πιστεύεται πως απεικόνισε στη σκοτεινή, μυστηριώδη σύνθεσή του.

Σχετική εικόνα
Αυτοπροσωπογραφία του Πωλ Γκωγκέν με φωτοστέφανο

Με τον τίτλο “Το τέκνο του Θεού” αναφερόταν πιθανώς στο δικό του παιδί. Πολλές φορές στη ζωή του ο Γκωγκέν απεικόνισε τον εαυτό του δίπλα στο Χριστό, με φωτοστέφανο στο κεφάλι ή έδωσε στον Ιησού χαρακτηριστικά του δικού του προσώπου. Εκτός από την επιβεβαιωμένη μεγαλομανία του, ωστόσο, τα Χριστούγεννα ήταν μια γιορτή με τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα στη ζωή του. Τα Χριστούγγενα του 1877 απέκτησε την αγαπημένη του κόρη, Aline, ενώ τα επόμενα του 1888, μετά τη φιλονικία τους, ο Βαν Γκογκ ακρωτηρίασε το αυτί του. Βέβια στο παραπάνω έργο,ξεπέρασε τον εαυτό του και ταυτίστηκε με το Θεό.

Τα ηλιοτρόπια του Βαν Γκογκ

Ο Βίνσεντ φιλοτέχνησε 11 πίνακες με θέμα τα ηλιοτρόπια, μεταξύ των ετών 1888 και 1889. Οι πρώτοι 8 είναι αυθεντικά δημιουργήματα και αποτελούν μερικά από τα πιο καινοτόμα έργα του, που σφράγισαν με τη δυνατή τους εικόνα ολόκληρη την καλλιτεχνική του παραγωγή. Πράγματι τα φιλοτέχνησε με μεγάλη ταχύτητα, αλλά χωρίς προχειρότητα.

Απεικόνισε τα άνθη του σε διάφορους συνδυασμούς, μέσα σε βάζα, άλλοτε μπροστά από σκούρο, άλλοτε μπροστά από ανοιχτόχρωμο φόντο. Ζωγράφιζε με υγρό χρώμα πάνω στο ακόμη υγρό χρωματικό υπόστρωμα επιτυγχάνοντας μια ενδιαφέρουσα ανάμειξη των χρωματικών τόνων. Η επιφάνεια του χρώματος αλλού είναι παχιά, σχεδόν τριδιάστατη, σε άλλα σημεία αχνή, σχεδόν ανύπαρκτη, διαμορφώνοντας μια πολύ ενδιαφέρουσα εναλλαγή καισυνολική εντύπωση.

Η τόλμη του χρώματος είναι εκείνη που ξαφνιάζει τον θεατή των έργων: κίτρινο πάνω σε μπλε, μπλε πάνω σε κίτρινο. Ήταν το κίτρινο του ήλιου, του δυνατού φωτός του γαλλικού νότου που έδωσε μορφή στους προβληματισμούς του Βαν Γκογκ και έκφραση στις πιο προοδευτικές του εικαστικές σκέψεις.

Τα ηλιοτρόπια του επίσης μοιάζουν με μια πρώτη ματιά ε μεταφυσικές απεικονίσεις των πρωτότυπών τους. Παρ’ όλα αυτά δεν έχουν όλα τα άνθη την ίδια ζωντάνια. Κάποια έχουν μαραζώσει αναμένοντας την ολοκλήρωση του έργου από τον καλλιτέχνη τους. Ο νευρικός, ακαταπόνητος δημιουργός, με την ξεχωριστή χρωματική ευαισθησία είχε βρει στη θεματολογία αυτή ό,τι αναζητούσε. Και επιπλέον, του εξασφάλισαν την αναγνώριση του ίδιου του Γκωγκέν, την οποία σφοδρά αποζητούσε:

“Να ξέρεις ότι ο Γκωγέν ήταν πραγματικά συνεπαρμένος από αυτά. Ένα από όσα είπε όταν τα αντίκρυσε ήταν: Αυτό… αυτό είναι…. το άνθος. Όπως γνωρίζεις στις παιώνιες ειδικευόταν ο Feannin, στις αλθαίες ο Quost , και τα ηλιοτρόπια λοιπόν, τα ηλιοτρόπια είναι δικά μου.” ,έγραψε ενθουσιασμένος στον αδελφφό του.

Δεν είναι τυχαίο πως κατά τη διάρκεια της συγκατοίκησης τους, το μοναδικό έργο που φιλοτέχνησε ο Γκωγέν ήταν ο πίνακας ο Βαν Γκογκ ζωγραφίζει τα ηλιοτρόπια. Και ακόμη κι αν οι σχέσεις των δυο αντρών διακόπηκαν βίαια μετά την ταραχώδη συγκατοίκησή τους, τα ηλιοτρόπια συνέχισαν να τους συνδέουν.

Ο Γκωγέν λίγο καιρό μετά τη διένεξη τους ζήτησε από τον Βίνσεντ να του χαρίσει έναν από τους πίνακες με τα ηλιοτρόπια. Ο Βίνσεντ του απάντησε:

“Στο γράμμα σου αναφέρεσαι σε έναν πίνακά μου, τα ηλιοτρόπια σε κίτρινο φόντο, και λες ότι θα σε χαροποιούσε πολύ να τα αποκτήσεις. Δεν θεωρώ ότι έκανες κακή επιλογή. Νομίζω όμως ότι θα ξεκινήσω επιστρέφοντάς σου ό,τι σου ανήκει, και θα σου καταστήσω σαφές ότι, έπειτα από όσα συνέβησαν, αρνούμαι κατηγορηματικά το αίτημα σου γι’ αυτό το έργο. Αλλά εφόσον παίνεψα την ευφυϊα σου για την επιλογή αυτού του έργου, θα προσπαθήσω να σου ζωγραφίσω δυο ολοιδια . Σε αυτή την περίπτωση το θέμα θα λυθεί δια παντός φιλικά και εσύ θα έχει τα δικά σου ούτως ή άλλως.”

Πράγματι ο Βαν Γκογκ φιλοτέχνησε όχι δυο αλλά τρία ακόμη αντίγραφα των ηλιοτροπίων του, προκειμένου να μην πληγώσει το φίλο και ομότεχνό του.

ΑΠΟ ΠΟΥ ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ; ΤΙ ΕΙΜΑΣΤΕ; ΠΟΥ ΠΑΜΕ; : Ο πίνακας του Γκωγκέν που παρουσιάζει τον κύκλο ζωής

Ο Γκωγκέν έφυγε για την Ταϊτή το 1891, αναζητώντας μια πιο απλή και στοιχειώδη κοινωνία από αυτήν της γενέτειράς του Γαλλίας. Μαζί με διάφορους άλλους πίνακες που δημιούργησε ξεκίνησε τον πίνακα αυτόν το 1897 και τον ολοκλήρωσε το 1898, θεωρώντας τον αριστούργημα και αποκορύφωμα των σκέψεών του.

Αποτέλεσμα εικόνας για γκωγκεν

To 1897 ο μεγάλος ζωγράφος Paul Gauguin βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση, καθώς πάσχει από χρόνια σύφιλη και κατάθλιψη. Η υγεία και τα οικονομικά του επιδεινώνονται. Αποκαρδιωμένος, θα προσπαθήσει να θέσει τέρμα στη ζωή του πίνοντας αρσενικό.

Αφήνει παρακαταθήκη το magnus opus του, που αποτελεί ένα είδος καλλιτεχνικής διαθήκης. Ενέγραψε τον τίτλο του πίνακα στα γαλλικά, στην άνω αριστερή γωνία του πίνακα: D’où Venons Nous / Que Sommes Nous / Où Allons Nous, δηλαδή “Από πού ερχόμαστε; Τι είμαστε; Πού πάμε;” . Στην άνω δεξιά γωνία υπέγραψε και έβαλε την ημερομηνία του πίνακα: P. Gauguin / 1897. Το δηλητήριο δεν θα επιδράσει, αλλά δεν θα αργήσει να τον βρει ο θάνατος.

Ο Γκωγκέν υπέδειξε πως ο πίνακας πρέπει να «διαβαστεί» από δεξιά προς αριστερά, με τις τρεις μείζονες ομάδες προσώπων να απεικονίζουν τα ερωτήματα που θέτει ο τίτλος. Οι τρεις γυναίκες με το παιδί αντιπροσωπεύουν το ξεκίνημα της ζωής. Η μεσαία ομάδα συμβολίζει την καθημερινή εμπειρία της νεαρής ενήλικης ζωής. Στην τελευταία ομάδα, σύμφωνα με τον καλλιτέχνη, βλέπουμε «μια γριά γυναίκα η οποία καθώς προσεγγίζει το θάνατο εμφανίζεται συμφιλιωμένη και παρατημένη στις σκέψεις της»· στα πόδια της «ένα περίεργο άσπρο πουλί… αναπαριστά τη ματαιότητα των λέξεων.» Το μπλε είδωλο στο υπόβαθρο προφανώς απεικονίζει ό,τι ο Γκωγκέν περιέγραφε ως «το Επέκεινα» (δηλαδή κάτι το μεταφυσικό) . Για το σύνολο της απεικόνισης είπε, «Πιστεύω πως αυτός ο πίνακας όχι μόνο ξεπερνά όλους τους προηγούμενούς μου, αλλά κι ότι δεν θα ξανακάνω κάτι καλύτερο – ή τουλάχιστον όμοιο του.»