Για σήμερα θα παρατηρήσουμε έναν υπέροχο πίνακα του Αλεξανδρινού ζωγράφου Κωνσταντίνου Παρθένη, το «Μικρό εκκλησάκι της Κεφαλονιάς».
Ο Παρθένης θεωρείται ένας από τους θεμελιωτές της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1878 και πέθανε στην Αθήνα το 1967. Ήταν ένας ιδιαίτερα καλλιεργημένος άνθρωπος, γνώριζε πέντε γλώσσες και μουσική, ενώ ζωγραφική σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης, κέντρο νεωτερισμού της εποχής, κοντά στον Καρλ Ντίφενμπαχ. Με μητέρα Ιταλίδα και έχοντας ζήσει στη Βιέννη, το Παρίσι, την Αλεξάνδρεια , την Κέρκυρα και την Αθήνα, οι καλλιτεχνικές του επιρροές υπήρξαν ποικίλες.
Στα έργα κατά την περίοδο της πρώτης διαμονής του στην Ελλάδα (μέχρι το 1907 περίπου), είναι εμφανείς οι επιρροές του Συμβολισμόυ (κυρίως από τον Κλιμτ) και της Αρ Νουβώ. Τα χρώματά του είναι ψυχρά, ο ορίζοντας ενιαίος, χωρίς ουρανό, οι παραστάσεις σχηματοποιούνται (διακοσμητική σχηματοποίηση) και χρησιμοποιείται η στιγμογραφία.
Μετά τη διαμονή του στο Παρίσι, ύστερα από το 1910, το ύφος του διαφοροποιείται ελαφρώς, με εμφανείς τις νεωτερικές επιρροές του μεταϊμπρεσσιονισμού, αλλά και των Γάλλων Συμβολιστών. Είναι η πιο ώριμη περίοδος του ζωγράφου. Συγχρόνως, ο Παρθένης ασχολείται με την αγιογραφία. Μελετά τους βυζαντινούς αγιογράφους, το Δομίνικο Θεοτοκόπουλο, ενώ ασχολείται και με το ρεύμα του Κυβισμού. Όλα αυτά τα ρεύματα και οι ιδέες εναρμονίζονται στο μοναδικό προσωπικό του ύφος. Δημιουργεί αγιογραφίες, και πίνακες εμπνευσμένους από τα ελληνικά τοπία, τη νεότερη ιστορία, αλλά και τη μυθολογία. Η ζωγραφική του διαπνέεται από μέτρο και αρμονία. Τα χρώματα είναι πιο ζωηρά, για να αποδοθεί η φωτεινότητα του ελληνικού τοπίου. Τα σχέδια σα να βγαίνουν από τον κόσμο της ψυχής, εξιδανικευμένα και εξαϋλωμένα. Η ζωγραφική του Παρθένη μεταφέρει τον παρατηρητή σε έναν πλατωνικό κόσμο, όπου η ύλη γίνεται ιδέα και απαλάσσεται από το βάρος της, μεταστοιχειώνεται.
Ο πίνακας «Το μικρό εκκλησάκι της Κεφαλονιάς» αποτελεί έργο της ώριμης περιόδου του ζωγράφου. Δημιουργήθηκε μεταξύ 1920- 1925. Αναπαριστά τοπίο, από λάδι και μολύβι σε μουσαμά, με ένα εκκλησάκι σε ορεινό νησιωτικό τοπίο. Στο συγκεκριμένο πίνακα βρίσκονται συγκεντρωμένα τα χαρακτηριστικά του ιδιαίτερου ύφους του Παρθένη. Το τοπίο είναι φωτεινό, οι παραστάσεις «τείνουν προς τα άνω» και οι αποχρώσεις βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία.
Ο Παρθένης έλαβε πλήθος εθνικών και διεθνών διακρίσεων. Κοντά του μαθήτευσαν σπουδαίοι νεοέλληνες ζωγράφοι, όπως ο Τσαρούχης και ο Εγγονόπουλος. Υπήρξε, όμως επίσης ένα καλλιτέχνης που πολεμήθηκε στον ελληνικό ακαδημαϊκό χώρο και βρέθηκε συχνά αντιμέτωπος με το συντηρητισμό των συναδέλφων του, γεγονός που οδήγησε και στην παραίτησή του από τη Σχολή Καλών Τεχνών . Ο ζωγράφος απομονώθηκε στην οικογένεια και την τέχνη του, ωστόσο λόγω παράλυσης προς το τέλος της ζωής του διέκοψε κάθε δραστηριότητα. Ο Κωνσταντίνος Παρθένης πέθανε απομονωμένος, σε συνθήκες ένδειας, τον Ιούλιο 1967, αφήνοντας, ωστόσο, τεράστια κληρονομιά στην καλλιτεχνική ιστορία της χώρας μας.
Μαρίνος Καλλιγάς (διευθ. Εθνικής Πινακοθήκης), Από τον επικήδειο του Κων/νου Παρθένη
«Ο Παρθένης άνοιξε τα μάτια μας σε μια ακόμη -έως τότε άγνωστη- μορφή του τόπου μας. Απεκάλυψε μια κρυμμένη έκφρασή της. Άλλαξε την πορεία της καλλιτεχνικής μας όρασης. Σφράγισε με την προσωπικότητά του μια κρίσιμη εποχή».
ΠΗΓΕΣ:
www.elculture.gr