Ο δρόμος που περιπατείς
δεν είναι πάρεξ μνήμα,
κι είναι μια πόλη ο νεκρός, διαβάτη:
η Χιροσίμα.
Μην ακουμπάς το δάχτυλο
πάνω σ’ αυτή τη σκόνη,
είναι μια σκόνη ο θάνατος που
σε περικυκλώνει.
Σαν σκιά τώρα γλίστρησε και
σφάλισε το στόμα,
ο θάνατος είναι η σιωπή που
χύνεται στο χώμα.
Κόψε και την ανάσα σου
ώσπου να προσπεράσει
ο αγέρας ο θανατερός
που τρέμει μες στα δάση.
Μη στέκεσαι και μην
ακούς,
τενόρος είναι ο θάνατος και
παίζει μαντολίνο.
Τι τον κοιτάς το θάνατο
το κίτρινο ποτάμι,
σκέπασε τα δυο μάτια σου
με τη δεξιά παλάμη.
Σκέπασε την καρδούλα σου
και ζύγωσε, διαβάτη,
ν’ ακούσεις για την πόλη μου
τη Χιροσίμα κάτι…
Η Χιροσίμα μου η νεκρή,
το τσακισμένο βάζο,
να δεις εγώ πώς της μιλώ
και πώς της κουβεντιάζω…
9 Αυγούστου 1945.
6.8.45, ο αφανισμός της Χιροσίμα
Ποιήματα, Αντώνης Σαμαράκης, εκδ. Ψυχογιός
Ακούστε το εδώ: