Το “Κουρδιστό Πορτοκάλι” του Άντονι Μπέρτζες, πρωτοδημοσιεύτηκε το 1962 και έμελλε να γίνει ένα από τα διασημότερα συγγραφικά διαμάντια της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Φουτουριστικό,αιχμηρό, σοκαριστικά ειλικρινές πλάθει μια δυστοπική κοινωνία γεμάτη βία, σεξ, και διαφθορά.
Ο Συγγραφεασ
Ο Τζον Άντονι Γουίλσον Μπέρτζες που έγραψε «Το κουρδιστό πορτοκάλι», είχε μια συγκλονιστικά ενδιαφέρουσα και ανατρεπτική ζωή. Γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου του 1917 σε ένα προάστιο του Μάντσεστερ της Αγγλίας. Η οικογένεια του ανήκε στην μικροαστική τάξη και είχε ανατραφεί με καθολικά πρότυπα. Η μητέρα και η μεγαλύτερη αδερφή του Άντονι πέθαναν το 1919, από την επιδημία της Ισπανικής γρίπης. Ο θάνατος της μητέρας του στην τρυφερή ηλικία των δύο χρόνων, επηρέασε έντονα την ψυχοσύνθεση του Άντονι γεγονός που φαίνεται στα έργα που συνέγραψε τα επόμενα χρόνια. Ο πατέρας του Μπέρτζες διατηρούσε μια παμπ και αφιέρωνε όλο του τον χρόνο στην επιχείρηση. Ο Άντονι ανατράφηκε από την θεία του και έπειτα από τη μητριά του, όταν ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε. Η κλίση του στις τέχνες ήταν εμφανής από μικρή ηλικία με ιδιαίτερη προτίμηση στη μουσική και την λογοτεχνία. Αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μουσική όταν άκουσε ένα ορχηστικό ποίημα του συνθέτη Κλωντ Ντεμπυσσύ. Η οικογένεια του δεν είχε χρήματα για μαθήματα μουσικής και ο Μπέρτζες έμαθε αργότερα στα 14 του να παίζει πιάνο. Αν και ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του σε μουσικό πανεπιστήμιο, η απόδοση του στα θετικά μαθήματα ήταν απογοητευτική και δεν πέρασε τις εξετάσεις στο μουσικό τμήμα του πανεπιστημίου. Έτσι, το 1940 αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο με πτυχίο Λογοτεχνίας και Αγγλικής Γλώσσας.
Μετά το πανεπιστήμιο, ο Μπέρτζες κατατάχθηκε στον στρατό και παρά την αποστροφή του προς την εξουσία και την πειθαρχία γρήγορα αναρριχήθηκε στα στρατιωτικά αξιώματα. Το πανεπιστημιακό του υπόβαθρο, η γλωσσική ευφράδεια και η γνώση ξένων ιδιωμάτων, εννέα στο σύνολο, είχαν ως αποτέλεσμα να υπηρετήσει στο σώμα του βρετανικού στρατού που ήταν υπεύθυνο για την εκπαίδευση και την τεχνική κατάρτιση των στρατιωτών. Ο Μπέρτζες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρισκόταν στο Γιβραλτάρ και εκπαίδευε στρατιώτες. Η έγκυος γυναίκα του, Λιν Τζόουνς, με την οποία γνωρίστηκε όταν ήταν φοιτητής, ήταν στο Λονδίνο. Το 1942, κατά την διάρκεια ενός μπλακ-άουτ στο Λονδίνο, εξαιτίας του πολέμου, τέσσερις λιποτάχτες Αμερικανοί στρατιώτες εισέβαλαν στο σπίτι της Λιν και την κακοποίησαν σεξουαλικά. Η Λιν έχασε το παιδί και ο Μπέρτζες, επηρεασμένος από το τραγικό γεγονός, αργότερα στο «Κουρδιστό Πορτοκάλι» περιγράφει μια παρόμοια άγρια σκηνή βιασμού.
Το 1946 ο Μπέρτζες παραιτήθηκε από τον στρατό, γύρισε στην Αγγλία και έως το 1950 δίδασκε γλωσσολογία, Αγγλική λογοτεχνία και δράμα σε πανεπιστήμια και σχολεία της Βρετανίας. Το 1959 και ενώ δίδασκε Ιστορία σε κολλέγιο στο Μπρούνεϊ, κατέρρευσε μέσα στην τάξη. Οι γιατροί διέγνωσαν όγκο στον εγκέφαλο και πληροφόρησαν τον Άντονι ότι είχε μόλις 12 μήνες ζωής. Ο Άντονι Μπέρτζες επέστρεψε με τη γυναίκα του στην Αγγλία και επικεντρώθηκε στη συγγραφή βιβλίων. Έθεσε ως στόχο να γράψει και να εκδώσει μέσα σε ένα χρόνο δέκα ολόκληρα βιβλία! Επιθυμούσε με αυτό τον τρόπο να εξασφαλίσει οικονομικά την οικογένεια του. Για καλή του τύχη, η διάγνωση ήταν λανθασμένη καθώς οι γιατροί στην Αγγλία δεν βρήκαν κανένα στοιχείο που να υποδεικνύει όγκο στο κεφάλι. Τελικά, μέσα σε ένα χρόνο κατάφερε να ολοκληρώσει πέντε βιβλία. Έκτοτε, η συγγραφή έγινε η αποκλειστική του απασχόληση. Μέχρι τον θάνατο του είχε γράψει 33 βιβλία.
Αν και η συμβολή του στην λογοτεχνία και το δυστοπικό μυθιστόρημα του 20ου αιώνα ήταν καταλυτική, ο Άντονι Μπέρτζες προτιμούσε ο κόσμος να τον θυμάται περισσότερο σαν συνθέτη και λιγότερο σαν συγγραφέα. Το παράπονο του αποτύπωσε σε συνέντευξη του σε εφημερίδα: «Εύχομαι ο κόσμος να με θυμάται ως το μουσικό που συγγράφει και όχι ως τον συγγραφέα που συνθέτει μουσική». Μάλλον η επιθυμία του δεν έγινε πραγματικότητα…
το βιβλιο
Μια παρέα εφήβων, με αρχηγό τον Άλεξ, επιδίδεται σε εγκληματικές συμπεριφορές –αντλώντας ευχαρίστηση και χρήματα από τις παραβατικές τους πράξεις. Πολύ σύντομα, φτάνουν στο φόνο και ο Άλεξ συλλαμβάνεται και έρχεται αντιμέτωπος με ένα ιδιόμορφο πρόγραμμα σωφρονισμού. Του δίνεται το δικαίωμα επιλογής να ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα το οποίο βρίσκεται υπό δοκιμή το οποίο και έχει ως μοναδικό σκοπό την καταστολή οποιουδήποτε βίαιου συναισθήματος ή συμπεριφοράς, επιτρέποντάς του να επανενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο ως ένας κανονικός, ενάρετος πολίτης. Τα πράγματα όμως, εξελίσσονται πολύ διαφορετικά απ’ όσο ο Άλεξ πίστευε και το να αποτελέσει και πάλι μέλος του συνόλου, είναι πολύ πιο δύσκολο απ’ όσο θα φανταζόταν. Έτσι, από θύτης θα μετατραπεί σε ένα πειραματόζωο προκειμένου να απεμπολίσει κάθε βίαιη συμπεριφορά του. Μετά το τέλος της θεραπείας ο Άλεξ θα βρει απέναντί του την εχθρικότητα των ανθρώπων που πλήγωσε, και μια ολόκληρη κοινωνία να τον καταδικάζει.
Τα ερωτήματα που τίθενται στο βιβλίο του Άντονι Μπέρτζες είναι αναρίθμητα. Τι είναι προτιμότερο: ένας εγκληματίας με ελεύθερη βούληση ή ένας άβουλος υπάκουος πολίτης; Ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει, να καταπολεμήσει τα ένστικτα του; Ποια είναι η αποτελεσματικότητα του σωφρονισμού; Μπορεί ένας εγκληματίας να επανανταχθεί ομαλά στο κοινωνικό σύνολο; Μπορεί κάποιος κακοποιός να αποκτήσει εξουσία ή αυτός που εξουσιάζει μπορεί να κακοποιό στοιχείο; Ο Μπέρτζες δε δίνει απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα, αντιθέτως, με την πένα του τροφοδοτεί μια ηθική διαμάχη μεταξύ καλού και κακού. Με το έργο του αυτό, αφυπνίζει, θίγει την αυθαιρεσία του συστήματος και θέτει στο επίκεντρο όχι μόνο την έκδηλη σωματική βία αλλά την υποδόρια κυβερνητική, πολιτική βία.
Κάτι ακόμη που καθιστά αυτό το κείμενο ξεχωριστό, είναι το γεγονός πως ο συγγραφέας υιοθετεί τη γλώσσα των εφήβων της εποχής του, τη “νάντσατ”, ένα συνονθύλευμα αγγλικών και ρωσικών λέξεων. Με αυτό τον τρόπο, ο αναγνώστης έρχεται πιο κοντά με τους νέους και πρωταγωνιστές του βιβλίου και αντιλαμβάνεται ευκολότερο την ιδιοσυγκρασία τους και τη συναισθηματική τους κατάσταση. Παράλληλα, διατηρείται ζωντανό το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Αυτό επιτυγχάνεται ήδη από τον τίτλο του βιβλίου του. Το λεκτικό αυτό σχήμα δεν είναι διόλου τυχαίο και ασύμφωνο με την υπόθεση του έργου. Ο Μπέρτζες επέλεξε ένα φυσικό στοιχείο, το πορτοκάλι, έναν οργανισμό όπως αυτό του ανθρώπου, το οποίο κουρδίζεται, ελέγχεται, ποδηγετείται.
Το βιβλίο αποτελείται από 21 κεφάλαια, όσα είναι δηλαδή και τα χρόνια που έπρεπε να συμπληρώσει κάποιος για να ενηλικιωθεί στη Βρετανία. Ωστόσο, ο αμερικανός εκδότης W.W Norton -όπως και ο σκηνοθέτης της ταινίες, Στάνλεϊ Κιούμπρικ, παρέλειψε το 21ο κεφάλαιο, στο οποίο ο Άλεξ παρουσιάζεται μετανιωμένος, να απολαμβάνει τον έγγαμο βίο και να ζει μια ήρεμη ζωή. Ο Μπέρτζες έχει δηλώσει ότι έγραψε το βιβλίο σε τρεις μόλις εβδομάδες και ότι ήταν το λιγότερο αγαπημένο του καθώς πίστευε ότι η λογοτεχνική του αξία επισκιάστηκε από τα ηθικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς που θέτει.
Το βιβλίο κυκλοφορεί, πιστό στην πρωτότυπη μορφή του από τις εκδόσεις Anubis και μπορείτε να το προμηθευτείτε εδώ.
η κινηματογραφικη μεταφορα
Το 1971, το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Η ταινία περιείχε σκληρές σκηνές βίας και την περίοδο που προβλήθηκε σε αρκετές χώρες ξέσπασε κύμα εγκληματικότητας με πολλούς παραβάτες-μιμητές των πρωταγωνιστών. Η προβολή της ταινίας απαγορεύτηκε σε αρκετές χώρες. Ο σκηνοθέτης ήταν έξαλλος με την απόφαση και απαίτησε όσο είναι εν ζωή η ταινία να μην προβληθεί στην Αγγλία. Γι’αυτό το λόγο, δεν προβλήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, μέχρι τον θάνατο του, το 1999. Παρ’ όλο που όπως αναφέρθηκε, ο Μπέρτζες στο τέλος του βιβλίου παρουσιάζει τον Άλεξ αναμορφωμένο και συνειδητοποιημένο ότι η βία ήταν απλώς το καταφύγιο της νεανικής του πλήξης, ο Κιούμπρικ στη μεταφορά του έργου στον κινηματογράφο επέλεξε να εμφανίσει τη νεανική βία εγγενές χαρακτηριστικό, αδύνατο να εξαλειφθεί από τα προγράμματα της πολιτείας. Έτσι,στο κινηματογραφικό σενάριο ο Άλεξ λίγο μετά την αποφυλάκισή του επιστρέφει στο εγκληματικό παρελθόν του. Το 1987, ο Μπέρτζες έπειτα από πολλές συνεντεύξεις και άρθρα γνώμης που εξέφραζε την αρνητική του άποψη για το τέλος της ταινίας, διασκεύασε ο ίδιος το βιβλίο του για θεατρική παράσταση, συμπεριλαμβανομένου και του 21ου κεφαλαίου.
Πηγές