Τίτος Πατρίκιος: ένας ποιητής διαχρονικός· μια ποίηση πανταχού παρούσα

Στις 21 Μαΐου του 1928 γεννιέται στην Αθήνα ένας από τους σημαντικότερους ποιητές που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα. Ο λόγος φυσικά για τον Τίτο Πατρίκιο, έναν ποιητή που πλούτισε τη λογοτεχνική παραγωγή αυτού του τόπου με το πλούσιο και πολυσχιδές του έργο, το οποίο και συνεχίζει ακάματα μέχρι σήμερα.

Χρόνια Πολλά, Τίτο Πατρίκιε!

Σε ευχαριστούμε που “ντύνεις” με τα μαγικά υλικά της ποίησής σου την πεζή καθημερινότητα!

Continue reading “Τίτος Πατρίκιος: ένας ποιητής διαχρονικός· μια ποίηση πανταχού παρούσα”

«Σαββατοκύριακο» του Τίτου Πατρίκιου

«Ξυπνώντας
Λίγες σταγόνες ύπνο ακόμα στα μαλλιά
Γυμνά πρόσωπα
Γυμνό δωμάτιο
Ένα κρεβάτι τυχαίο
Κορμιά που το κυλινδρικό τους φλούδι
Δεν κρύβει καν λίγη εντεριώνη λησμονιάς…
Δίχως μια λέξη δίχως μια κίνηση
Σαν την ανυπαρξία του πέρα και του εδώθε
Όπως γλιστράει στις σκοτεινές στοές τους
Ζώντας μονάχα τη στιγμή
Που φεύγει
(Που ξέρουμε πως φεύγει)»


Από την ποιητική συλλογή, «Λυσιμελής πόθος» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη

Ακούστε το ποίημα:

ΤΡΙΤΗ 12/11: ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΊΤΟΥ ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ ΚΑΙ ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΤΑΚΙΑ ΣΤΟ ΤΡΕΝΟ ΣΤΟ ΡΟΥΦ

Τον Νοέμβριο το Τρένο στο Ρουφ παίρνει ρυθμό από την Ποίηση!

Τίτος Πατρίκιος και Μαρία Πατακιά για Τρίτη 12/11!

Η Αμαξοστοιχία-Θέατρο «το Τρένο στο Ρουφ», στα 22 χρόνια της καλλιτεχνικής της διαδρομής θέλοντας να προβάλει και τον Λόγο παράλληλα με την Τέχνη, οργανώνει κάθε χρόνο τις Εκδηλώσεις Λόγου για την Ιστορία, τον Κινηματογράφο κ.ά. Τη φετινή χρονιά το πηδάλιο παίρνει η ποίηση.

Από Τρίτη 5 και για όλες τις Τρίτες του Νοεμβρίου οκτώ σημαντικοί και καταξιωμένοι Έλληνες ποιητές επιβιβάζονται στην Αμαξοστοιχία και μας οδηγούν στα προσωπικά ποιητικά τους μονοπάτια.
Οι ποιητές εναλλάσσονται ανά ζεύγη, ένας μεγαλύτερος με έναν νεότερο, απαγγέλουν την ποίησή τους, αποκαλύπτουν τις διαφορετικές αφετηρίες και ανακαλύπτουν μαζί μας τους κοινούς σταθμούς της ποιητικής τους πορείας.

Ο Χάρης Βλαβιανός με τον Γιάννη Δούκα, ο Τίτος Πατρίκιος με τη Μαρία Πατακιά, ο Μιχάλης Γκανάς με τη Μυρσίνη Γκανά και η Δήμητρα Χριστοδούλου με τη Λένα Καλλέργη μας οδηγούν, με συνοδοιπόρο τον πιανίστα της τζαζ Μάνο Αθανασιάδη και συνεπιβάτες όλους εμάς, σε ένα μοναδικό ποιητικό ταξίδι.

Τρίτη, 5 Νοεμβρίου 2019
Τα μεταμοντέρνα, στοχαστικά ποιήματα του σημαντικού, βραβευμένου ποιητή και μεταφραστή Χάρη Βλαβιανού θα συνομιλήσουν με το εξίσου μεταμοντέρνο, πνευματώδες και κοινωνικά ανήσυχο έργο του Γιάννη Δούκα. Ένα από τα κεντρικά θέματα που απασχολεί και τους δύο ποιητές είναι ο τρόπος που η παρούσα συνθήκη διαμορφώνει έναν νέο ανθρωπισμό, θέτοντας καινούργια ηθικά και υπαρξιακά διλήμματα.

Τρίτη, 12 Νοεμβρίου 2019
Ο Τίτος Πατρίκιος, βραβευμένος ποιητής, πεζογράφος και μεταφραστής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, από τους σημαντικότερους της Ελλάδας, θα συναντηθεί με τη νέα και δυναμική ποιητική φωνή της Μαρίας Πατακιά, στη διασταύρωση ορθολογισμού και συναισθήματος.

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019
Ο Μιχάλης Γκανάς, ένας από τους σημαντικότερους και βραβευμένους Έλληνες ποιητές και στιχουργούς (ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από σημαντικούς Έλληνες και ξένους μουσικοσυνθέτες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, ο Νίκος Ξυδάκης) συνδιαλέγεται με την κόρη του, Μυρσίνη Γκανά, πρωτοεμφανιζόμενη βραβευμένη ποιητική φωνή, με διακριτό καλλιτεχνικό στίγμα.

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019
Η σπουδαία εκπρόσωπος της γενιάς του ’70, βραβευμένη με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης Δήμητρα Χριστοδούλου, με συνταξιδιώτη την υπερρεαλιστική και λυρική γραφή της επίσης βραβευμένης Λένας Καλλέργη, μας καλούν να τις ακολουθήσουμε στην ποιητική τους περιπλάνηση στον κόσμο των λέξεων.

Τους ποιητές συνοδεύει στο πιάνο ο Μάνος Αθανασιάδης.

Θεατρικό Βαγόνι
Τρίτη 5, 12, 19, 26 Νοεμβρίου 2019 στις 20:00

Γενική είσοδος 5€

Ηλεκτρονική προπώληση:

http://www.viva.gr

https://bit.ly/33eo0oH

https://totrenostorouf.gr/

Πληροφορίες:
Αμαξοστοιχία-Θέατρο «Το Τρένο στο Ρουφ»
Τηλ. 210 5298922 / 6937 604988
καθημερινά (εκτός Δευτέρας) 10.00–14.00 & 18.00–22.00

Όταν συνάντησα τον Τίτο Πατρίκιο…

Πάνε 5 χρόνια από τότε… Μέσα σε αυτά βλέπω τον εαυτό μου να μεγαλώνει, να ωριμάζει, να αλλάζει. Αυτό που δεν έχει αλλάξει ούτε λίγο είναι το σκίρτημα στην καρδιά μου κάθε φορά που τα χέρια μου αγγίζουν ένα βιβλίο, που τα μάτια ανοιγοκλείνουν εκστατικά πάνω από ένα ποίημα, που στα αυτιά μου ηχεί μετά μελοποιημένο. Που και που ψάχνω τους ανθρώπους και τους τόπους πίσω από τις λέξεις. Σπάνια τους βρίσκω, μάλλον θα έλεγα τους επινοώ. Σε αυτή τη διαδικασία αναζήτησης, αποδόμησης της ποιητικής και ταυτόχρονης ανοικοδόμησης μιας προσωπικής εικόνας του κόσμου δεν φεύγουν ποτέ τα λόγια που μοιράστηκε μαζί μου εκείνο το χειμωνιάτικο απόγευμα, ο Τίτος Πατρίκιος: «Η ποίηση γράφεται από και για τους ανθρώπους, αλλά και από και για τον ποιητή».

Ας τα πάρουμε όμως όλα από την αρχή. Ακόμα στο σχολείο, είχα την τύχη χάρις σε έναν καθηγητή μου να επισκεφθώ τον Τίτο Πατρίκιο στο σπίτι του προκειμένου να τον γνωρίσω και να τον ρωτήσω τις απορίες μου για τη λογοτεχνική άβυσσο. Τις μέρες πριν βάλθηκα να διαβάζω με μανία τα ποίηματά του, που προηγουμένως απλά μπορεί να είχα ακούσει. Στην αρχή μου φαινόταν λίγο πιο ξένα από την ποίηση του Καβάφη και του Σεφέρη που σαν αναγνώστρια ήμουν πιο εξοικειωμένη. Η μικρή τους έκταση, η περιεκτικότητά τους, τα γεγονότα που περιέγραφαν δε θύμιζαν σε τίποτα όλα όσα είχα μέχρι τότε μελετήσει. Η διαφορετικότητα αυτή, ωστόσο, τα έκανε ελκυστικά και όξυνε την περιέργειά μου να γνωρίσω τον δημιουργό τους. Είχα διαλέξει το αγαπημένο μου, είχα κρατήσει σημειώσεις, είχα διαβάσει και ξαναδιαβάσει στοιχεία για τη ζωή του, ήξερα τι ήθελα να μάθω από αυτόν. Ξεκίνησα λοιπόν με λουλούδια στο χέρι, φλόγα στην καρδιά και ανυπομονησία στο μυαλό.

Όταν φτάσαμε στο διαμέρισμα του Τίτου Πατρικίου στο Παγκράτι, βρέθηκα σε ένα σπίτι που έμοιαζε όπως ακριβώς φαντάζεται κανείς το σπίτι ενός ποιητή. Γεμάτο βιβλία, από τα οποία δεν μπορούσα να ξεκολλήσω το βλέμμα μου, με χειρόγραφα και αφιερώσεις του Ρίτσου και του Αναγνωστάκη και μια δόση παλιάς Αθήνας σε κάθε γωνία του. Ο κ. Πατρίκιος εκεί στην είσοδο μας χαιρέτησε χαμογελαστά και εγκάρδια. Δεν αργήσαμε να ξεκινήσουμε τη συζήτηση, αν και διστακτικά μιλούσαμε, γιατί εκείνη την μέρα θέλαμε μονάχα να ακούμε. Σαν σφουγγάρια έτοιμα να απορροφήσουν την γνώση, τη σοφία μιας αυθεντίας, έτσι τουλάχιστον θαρρώ πως τον έβλεπα. Όμως αυτός που στεκόταν μπροστά μου ήταν ένας άνθρωπος ταπεινός, με επίγνωση των πραγμάτων και εμπειρία ζωής. Οι ρυτίδες του προσώπου του, βέβαια , ερχόταν σε αντίθεση με την οξυδέρκεια του μυαλού που μαρτυρούσε έναν σκεπτόμενο ενήλικα και το ζεστό και ευγενικό χαμόγελο που έμοιαζε με εκείνο ενός παιδιού.

Η αλήθεια είναι πως δε θυμάμαι πολλά από εκείνη τη συζήτηση. Υποπτεύομαι θα είναι όλα καταγεγραμμένα στο μικρό, λευκό σημειωματάριο που κουβαλούσα μαζί μου. Θυμάμαι, όμως το πιο σημαντικό.. Θυμάμαι πως ένιωσα κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής αυτής ιδεών και απόψεων, αλλά και μετά. Θυμάμαι πως εκείνη ακριβώς τη στιγμή κατέληξα πόσο αναγκαία είναι η ποίηση στη ζωής μας, σε χαλεπούς και μη καιρούς. Θυμάμαι πως συνειδητοποίησα πως κάποιες φορές πιο αξιοθαύμαστο από το έργο είναι το πρόσωπου που κρύβεται πίσω από αυτό. Θυμάμαι πόσο ανοικτά, διαλλακτικά μιλούσε. Η ποίηση δεν είναι μονάχα προνόμιο μερικών, ούτε ως προς την γραφή, ούτε προς την ανάγνωσή της. Εκεί κατέληξα. Θυμάμαι πως σκέφτηκα πως δεν ήταν αδύνατο να υπηρετήσω και εγώ, στο μέτρο που θα μπορέσω. Για λίγο ένιωσα μικρή, μπροστά σε έναν τόσο μεγάλο καλλιτέχνη. Δεν άργησε η ιδέα αυτή να με εγκαταλείψει και να αντικατασταθεί από έναν πιο βαθύ και ουσιαστικό σεβασμό και θαυμασμό .

Όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε, το κορίτσι που έβγαινε από την ίδια πόρτα από την οποία εισήλθε πριν λίγες ώρες, ήταν πολύ πιο συνειδητοποιημένο για τις επιθυμίες, τους στόχους της και τη σχέση της με την ποιητική τέχνη. Αυτή η διαφορά που παρατήρησα και εγώ με σημάδευσε. Και καρφώθηκε στο μυαλό μου: « Η λογοτεχνία είναι ισχυρότερη από τις αποτυχίες της». Θα προσπαθώ και ας αποτυγχάνω, τουλάχιστον θα το κάνω στο βωμό της.

Κάθε φορά που διαβάζω το βιβλίο με την αφιέρωσή του, κάποιο ποίημα, ή ακούω κάποιο από αυτά μελοποιημένα, ταξιδεύω σε αυτή τη συνάντηση, τη συνειδητοποίηση, την αλλαγή και δε νιώθω τίποτα άλλο παρά ευγνωμοσύνη.

Μικρές καθημερινές αλήθειες από τον Τίτο Πατρίκιο

Όταν είχα την τύχη να πέσει στα χέρια μου το βιβλίο “Ο πειρασμός της νοσταλγίας” – σημειώσεις καθημερινότητας των εκδόσεων Κίχλη δεν περίμενα να διαβάσω τόσο αληθινά, επίκαιρα και συγχρόνως ποιητικά και πεζά κείμενα, διαφωτιστικά που με ώθησαν να παρουσιάσω ορισμένα εξ αυτών σε εσάς! Τα υπόλοιπα θα τα βρείτε στο ίδιο το βιβλίο! Πάρτε μια γεύση:

Μιλᾶμε γιὰ κεραυνοβόλους ἔρωτες, φιλίες, προσηλώσεις. Δὲν μιλᾶμε γιὰ τὴν κεραυνοβόλα ἀποξένωση ποὺ μπορεῖ νὰ συμβεῖ τὴν ὁποιαδήποτε στιγμή. Ἴσως ἐπειδὴ ἀργοῦμε νὰ τὴν παραδεχτοῦμε.

*

Ἡ κακογραφία στὰ σημειωματάρια τῶν συγγραφέων ὀφείλεται ὄχι τόσο στὴν ταχύτητα ποὺ ἀπαιτεῖται γιὰ νὰ καταγραφοῦν οἱ σκέψεις τους, ὅσο στὸ ἀκαταστάλαχτο ἀκόμα αὐτῶν τῶν σκέψεων.

*

Μὲ τὴν ἐμπέδωση τῆς δημοκρατίας οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔγιναν πιὸ ἠθικοί, ὅπως φαντάζονταν ἀρκετοί. Οὔτε ὅμως ἔγιναν πιὸ ἀνήθικοι, ὅπως καταγγέλλουν τώρα ἄλλοι. Ἁπλῶς ἡ διαφθορά, ἀπὸ ἀποκλειστικὸ προνόμιο τῶν λίγων, ποὺ ἦταν παλιότερα, ἔγινε τώρα κεκτημένο δικαίωμα τῶν πολλῶν.

*

Μέσα σὲ τί ἐρημιὰ ζοῦνε αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν πὼς ἔχουν πάντα δίκιο. Καὶ σὲ τί κατάθλιψη βυθίζονται ἐκεῖνοι ποὺ φοβοῦνται πὼς ἔχουν διαρκῶς ἄδικο.

*

Ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ἡ ποίηση μπορεῖ νὰ γιατρέψει κάποιον, αὐτὸς εἶναι ὁ ἀναγνώστης, ὄχι ὁ ἴδιος ὁ ποιητής. Ἐκεῖνον, ἀντίθετα, τὸν ἀρρωσταίνει. Καὶ μάλιστα, γιὰ νὰ εἶναι καλὴ ποίηση, πρέπει νὰ τὸν ἀρρωσταίνει ὣς τὸ ἔπακρο, ὣς ἐκεῖ ποὺ ἀνοίγει κανεὶς στὰ δύο τὸν ἑαυτό του. Ἂν ὁ ποιητὴς χρησιμοποιεῖ τὴν ποίησή του γιὰ δικό του φάρμακο, τὴ νοθεύει, τὴν ἔχει κάνει κιόλας κακὴ ποίηση. Βέβαια ὁ ποιητὴς μπορεῖ κι αὐτὸς νὰ γιατρευτεῖ μὲ τὴν ποίηση, ἀλλὰ μόνο ὡς ἀναγνώστης τῆς ὡραίας ποίησης ἑνὸς ἄλλου ποιητῆ.

*

Καλὰ βιβλία εἶναι αὐτὰ ποὺ εἴτε σοῦ γεμίζουν τὰ κενὰ ποὺ ἔχεις ὅσο νὰ ξεχειλίσουν εἴτε σοῦ δημιουργοῦν κενὰ ποὺ πρέπει ἐσὺ νὰ τὰ γεμίσεις. Τὰ μεγάλα βιβλία εἶναι ἐκεῖνα ποὺ κάνουν ταυτόχρονα καὶ τὰ δύο.

*

Οἱ συγγραφεῖς ποὺ ἀντιγράφουν εἶναι οἱ πιὸ ταπεινοί, οἱ πιὸ λιτοδίαιτοι. Ἀρκοῦνται στὰ ἀποφάγια τῶν ἄλλων συγγραφέων. Ἴσως γι’ αὐτὸ νὰ εἶναι οἱ πιὸ ἐπικίνδυνοι. Ἔχουν ὅλη τὴν κρυμμένη ἐπιθετικότητα ἐκείνου ποὺ πιστεύει ὅτι ἀδικήθηκε γιατὶ κάποιοι πρόλαβαν νὰ διατυπώσουν πρὶν ἀπ’ αὐτὸν τὶς δικές του ἰδέες.

*

Ἀκούω νὰ φωνάζουν κάποιον Θανάση καὶ ἐπαναλαμβάνω μέσα μου τὸ ἀστεῖο: «Ποιός Θανάσης;». Ὁπότε ἀντιλαμβάνομαι ὅτι πρόκειται γιὰ τὸ πιὸ θαρραλέο ὄνομα. Αὐτὸ ποὺ ἀφαίρεσε τὸ στερητικὸ ἄλφα ἀπὸ τὸ Ἀθανάσιος καὶ κατάργησε τὴν ἐπιθυμία τῆς ἀθανασίας. Περιέργως αὐτὴ τὴν ἐπιθυμία εἶναι σὰν νὰ τὴν ἀποδέχονται, κι ἂς μὴν τὴν ἔχουν, οἱ γυναῖκες, οἱ Ἀθανασίες.

*

Ὅποιος λέει πότε πότε καμιὰ ἀνοησία δὲν σημαίνει πὼς εἶναι βλάκας. Ἀνοησίες ὅλοι λένε, ἀκόμα καὶ οἱ ἰδιοφυεῖς. Μόνο ποὺ ἐκεῖνοι τὸ ἀντιλαμβάνονται ἐγκαίρως. Ἄλλωστε ἕνας σοβαρὸς δείκτης εὐφυΐας εἶναι καὶ ὁ χρόνος ποὺ χρειάζεται κανεὶς γιὰ νὰ ἀντιληφθεῖ πὼς εἶπε μιὰν ἀνοησία.

*

«Νὰ ξέρεις, παιδί μου, οἱ βλάκες εἶναι οἱ πιὸ πρωτότυποι ἄνθρωποι. Γιατὶ αὐτοὶ μποροῦν νὰ ἐπινοοῦν συνεχῶς καινούργιες βλακεῖες. Ἐνῶ οἱ εὐφυεῖς δὲν μποροῦν νὰ ἐπινοοῦν συνεχῶς καινούργιες ἔξυπνες ἰδέες». Αὐτὸ μοῦ τὸ εἶχε πεῖ ὁ Ἡρακλῆς Ἀποστολίδης, ὁ δημιουργὸς τῆς διάσημης ποιητικῆς ἀνθολογίας, τότε ποὺ πῆγα νὰ τοῦ δώσω τὸ πρῶτο ποιητικὸ βιβλίο μου, τὸ 1954. Ἦταν ἤδη ἡλικιωμένος κι ἐγὼ ἀκόμα πολὺ νέος. Αὐτὴ ἡ κουβέντα μοῦ ἄρεσε καὶ τὴν υἱοθέτησα. Ὅμως μὲ τὸν καιρὸ ἄρχισα νὰ θεωρῶ ὅτι οἱ βλάκες ἐκτὸς ἀπὸ πρωτότυποι μποροῦν νὰ γίνουν καὶ ἐπικίνδυνοι.

Ὕστερα ἀπὸ χρόνια, τὸν καιρὸ τῆς Χούντας καὶ μ’ ἀφορμὴ ἕνα δυσάρεστο περιστατικό, ἔλεγα στὴ φίλη μου τὴ Nina Borruso, στὴ Ρώμη, πὼς οἱ βλάκες εἶναι ἐπικίνδυνοι. Ἐκείνη μὲ ἀντέκρουσε: «Ὄχι ὅλοι οἱ βλάκες. Ἐπικίνδυνοι εἶναι οἱ σκεπτόμενοι βλάκες (οἱ cretini pensanti). Οἱ ἄλλοι εἶναι συνήθως γραφικοί». Υἱοθέτησα καὶ αὐτὴ τὴν κουβέντα. Πέρασαν κι ἄλλα χρόνια ὥσπου εἶδα πώς, ἕως τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ βουλιάξουν στὴ γελοιότητα, οἱ σκεπτόμενοι βλάκες παραμένουν ἀκατανίκητοι. Μόνο ποὺ αὐτὴ ἡ στιγμὴ πολλὲς φορὲς ἀργεῖ νὰ ἔρθει. Καὶ κάποτε δὲν ἔρχεται ποτέ.

*

Διακινδύνευσα μερικὲς φορὲς τὴ ζωή μου ἀλλὰ ὄχι τὴν καθημερινὴ εἰκόνα μου. Γι’ αὐτὴν ἀπέφυγα κάθε ἐξτρεμισμό.

*

Μήπως ἡ παράταση τῆς νεότητας ἑνὸς συγγραφέα συνδέεται μὲ μιὰ παρατεινόμενη ὁμοιομορφία τοῦ ἔργου του; Μήπως γιὰ νὰ ὑπάρξουν βαθιὲς τομὲς στὴν προβληματικὴ καὶ στὸ ὕφος του χρειάζονται ἔντονες τομές, ἀκόμα καὶ χρονικές, στὴ ζωή του;

*

Γιὰ νὰ εἶσαι τελείως ἀνεξάρτητος δὲν φτάνει νὰ μὴν εἶσαι ἐξαρτημένος ἀπὸ ἄλλους. Πρέπει καὶ νὰ μὴν ἔχεις ἄλλους ἐξαρτημένους ἀπὸ ἐσένα. Δηλαδὴ νὰ ἔχεις ἀποκοπεῖ ριζικὰ ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Μήπως ἡ ἀπόλυτη ἀνεξαρτησία εἶναι μιὰ ἐξιδανικευτικὴ φαντασίωση τῆς ἀπόλυτης μοναξιᾶς;

*

Ἡ ζωὴ εἶναι ἰσχυρότερη ἀπὸ τὰ δράματά της. Ἡ λογοτεχνία εἶναι ἰσχυρότερη ἀπὸ τὶς ἀποτυχίες της.

*

Ἀποφάσισα ἐπιτέλους νὰ ξεκαθαρίσω τὶς λέξεις ποὺ χρησιμοποιῶ. Κυρίως νὰ ἀπαλλαγῶ ἀπὸ λέξεις ποὺ τὶς εἶχα ἐμπιστευτεῖ κι ἐκεῖνες μὲ παγίδεψαν. Πάνω στὸ ξεκαθάρισμα εἶδα πὼς κι αὐτὸ τὸ ἔκανα μὲ λέξεις ποὺ τὶς ἐμπιστευόμουν.

*

Ὁ δημοκρατικὸς συγκεντρωτισμὸς ὅπως περίπου ἴσχυε στὴν πάλαι ποτὲ Σοβιετικὴ Ἕνωση, δηλαδὴ μὲ τὴν καταγγελία καὶ τὴ διαγραφὴ ὅποιου ἔκανε κριτικὴ στὴν ἡγεσία ἢ καὶ μόνο στὴ γραμμή της, ἰσχύει πλέον σὲ ὅλα τὰ ἑλληνικὰ κόμματα. Εὐτυχῶς χωρὶς τὴ φυσικὴ ἐξόντωση, ὅπως κατὰ κανόνα γινότανε τότε ἐκεῖ. Βέβαια, τὰ κόμματα δὲν τὸν ἀναγνωρίζουν ἀνοιχτά, τὸν ἐφαρμόζουν ὅμως στὴν πράξη. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ δημοκρατικοῦ συγκεντρωτισμοῦ μὲ ἐκπλήσσει ἀλλὰ δὲν μὲ ἀνησυχεῖ. Γιατὶ, ὅπως κάθε ἐπανάληψη στὴν ἱστορία, ἔτσι κι αὐτὴ τώρα ἔχει τὴ μορφὴ κωμωδίας.

*

Τὸ ἔνδυμα τῆς λογοτεχνίας προσπαθοῦν πάντα νὰ τὸ φορέσουν ἡ ρητορική, ἡ δημοσιογραφία, ἡ ἀνθρωπολογία. Σ’ αὐτὲς ἔχει προστεθεῖ τελευταῖα ἡ θεωρία τῆς λογοτεχνίας.

*

Ὁ μόνος ἀληθινὸς θάνατος εἶναι ὁ συγκεκριμένος θάνατος ἑνὸς συγκεκριμένου ἀνθρώπου. Ὅλοι οἱ ἄλλοι, οἱ φαντασιακοὶ ἢ οἱ συμβολικοὶ θάνατοι, μόνο φιλολογικὴ ἢ ἐξορκιστικὴ σημασία ἔχουν.

*

Τὰ νοήματα μποροῦν νὰ πολλαπλασιάζονται, νὰ συνδιαπλέκονται, νὰ συγκρούονται, νὰ χωρίζουν μόνο ὅσο εἶναι ζωντανά. Ὅπως τὰ κύτταρα.

*

Γιὰ νὰ ἐπικοινωνήσουμε μὲ τὸν ἄλλο χρειάζεται νὰ δώσουμε ἕνα σπρώξιμο πρὸς τὰ ἔξω ὥστε νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας. Γιὰ νὰ ξαναμποῦμε στὸν ἑαυτό μας χρειάζεται νὰ δώσουμε ἕνα σπρώξιμο πρὸς τὰ μέσα ὥστε νὰ ἀποκολληθοῦμε ἀπὸ τὸν ἄλλο. Εἴμαστε λίγο σὰν τὶς περιστρεφόμενες πόρτες, τὶς revolving doors, τῶν μεγάλων ξενοδοχείων.

*

Πολλὲς φορὲς περισσότερο γυμνωνόμαστε ὅταν μιλᾶμε μὲ κάποιον ἄλλο παρὰ μὲ τὸν ἑαυτό μας. Μάλιστα κάποτε μένουμε τελείως γυμνοὶ ἀπέναντι στὸν ἄλλο. Ὅμως ἀμέσως ξαναβάζουμε κάποιο ροῦχο. Ὑπάρχει καὶ ὁ κίνδυνος τοῦ κρυολογήματος.

*

Τὸ θέμα τῆς γενναιοδωρίας δὲν εἶναι μόνο ἠθικό. Εἶναι καὶ αἰσθητικό.

*

Στὴν ποίηση κυριαρχεῖ ὁ παρὼν χρόνος τοῦ ποιητῆ, ἀκόμα κι ἂν ἀνάγεται στὸν παρελθόντα χρόνο. Στὴν ἱστορία κυριαρχεῖ ὁ παρελθὼν χρόνος στὸν ὁποῖο ἀναφέρεται ὁ ἱστορικός, ἀκόμα κι ἂν προεκτείνεται ἕως τὸν παρόντα χρόνο.

Ὁ χρόνος τῆς ποίησης διέπεται ἀπὸ τὴ μετακινούμενη μνήμη. Ὁ χρόνος τῆς ἱστορίας προσδιορίζεται ἀπὸ τὴ σταθεροποιημένη μνήμη.

*

Ἀπὸ τὸ πολιτικὰ ὀρθὸ εὔκολα φτάνουμε στὸ ἠθικὰ ὀρθό. Ἀλλὰ σ’ αὐτὸ τὸ τελευταῖο ποιό εἶναι τὸ ἀντίθετο; Τὸ ἠθικὰ πεσμένο ἢ τὸ ἀνήθικα ὄρθιο;

*

Δὲν ξέρω τί εἶναι πιὸ ἐπικίνδυνο: τὸ νὰ μὴ βρίσκεις λύση σ’ ἕνα αἴνιγμα ἢ τὸ νὰ νομίζεις πὼς ἔχεις λύσεις γιὰ ὅλα τὰ αἰνίγματα;

*

Ἕνας προβληματικὸς ἥρωας, ὅπως τὸν περιγράφουν ὁ Λούκατς, ὁ Λυσιὲν Γκολντμὰν ἢ ὁ Ρενὲ Ζιράρ –ἔχω κατεβάσει σήμερα τὰ βιβλία τους καὶ τὰ ξαναδιαβάζω–, δηλαδὴ ἕνας ἥρωας μυθιστορήματος, τί κάνει ὅταν πρέπει νὰ τηγανίσει δύο αὐγά, νὰ πάει στὸ πλυντήριο τὰ ἐσώρουχά του, νὰ φωνάξει ἕναν ὑδραυλικὸ ἢ ἕναν ἠλεκτρολόγο;

*

Ἂν οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶχαν μιὰ συμπληρωματικὴ ψευδὴ συνείδηση ποὺ μπορεῖ νὰ δικαιώνει τὶς πιὸ ἀντιφατικές, τὶς πιὸ παράλογες, τὶς πιὸ γελοῖες, τὶς πιὸ ἰδιοτελεῖς, τὶς πιὸ ποταπὲς πράξεις τους, θὰ πήγαιναν ὅλοι στὸ φρενοκομεῖο.

*

Τὸ ταξίδι ποὺ ἔχεις νὰ κάνεις γιὰ νὰ διασχίσεις μιὰ θάλασσα ἀπὸ ἀνοησίες εἶναι τόσο πιὸ δύσκολο ὅσο πιὸ εὐλογοφανεῖς εἶναι οἱ ἀνοησίες. Γίνεται ὅμως ἐπικίνδυνο ὅταν οἱ ἀνοησίες αὐτὲς ἀποκτοῦν πολιτικὴ ὑπόσταση.

*

Ὄχι μόνο οἱ ἥρωες τῶν μυθιστορημάτων, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι λένε κάποια στιγμὴ πὼς ὑποφέρουν. Συνήθως τὸ ἀποδίδουν στὴν καταδρομὴ τῆς τύχης ἢ στὴν κακότητα τῶν ἄλλων. Εἴτε πάλι στὸ ὅτι ἀφοσιώθηκαν μάταια σ’ ἕνα πρόσωπο ἢ σ’ ἕναν σκοπό. Ὅλα αὐτά, ἀκόμα κι ἂν γίνουν μελοδραματικά, προκαλοῦν πάντα ἐνδιαφέρον. Ὅμως, περισσότερο κι ἀπὸ τοὺς ἥρωες τῶν μυθιστορημάτων, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι ἀποφεύγουν νὰ ποῦνε ὅτι πολλὲς φορὲς ὑποφέρουν ὄχι γιατὶ δὲν θέλησαν νὰ ξεχάσουν τίποτα ἀλλὰ γιατὶ δὲν τόλμησαν νὰ θυμηθοῦνε τὰ πάντα.

*

Συχνὰ τὸ γῆρας γινόταν ἕνα δράμα, ὄχι μόνο γιὰ τὶς ὡραῖες ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ὡραίους. Σήμερα, μὲ τὴν αὐξανόμενη μακροβιότητα, τὰ βελτιωμένα καλλυντικά, τὴν αἰσθητικὴ χειρουργική, μπορεῖ νὰ γίνει ἱλαροτραγωδία.

*

Τὸ πρόβλημα ἀπὸ τὴν παράταση τῆς ζωῆς δὲν ἐντοπίζεται μόνο στὶς δυσχέρειες τῶν ἀσφαλιστικῶν ταμείων νὰ καταβάλλουν τὶς συντάξεις. Βρίσκεται καὶ στὸ ὅτι ὅλο καὶ περισσότερο ζοῦμε σὲ μιὰ κοινωνία γερόντων στὴν ὁποία κυριαρχεῖ τὸ μοντέλο τῆς διαρκοῦς νεότητας.

*

Καμιὰ περιγραφὴ τῆς φρίκης ἀπὸ τὴν ποίηση ἢ τὸ μυθιστόρημα, καμιὰ ἀναπαράστασή της ἀπὸ τὴ ζωγραφική, τὸ θέατρο, τὸν κινηματογράφο, καμιὰ τέλος πάντων καλλιτεχνικὴ ἀποτύπωσή της, ὅσο δυνατὴ κι ἂν εἶναι, δὲν φτάνει τὰ ὅσα φριχτὰ τρέφουμε καὶ κρύβουμε μέσα μας. Αὐτὰ ποὺ δὲν τὰ κάνουμε ὄχι μόνο γιατὶ τὰ ἐλέγχουμε ἀλλὰ καὶ γιατὶ κάποτε δὲν τὸ τολμοῦμε.

*

Ὅταν κανείς, ὠθώντας ὣς τὰ ἔσχατα τὴ διερεύνηση αὐτοῦ ποὺ βίωσε, κατορθώνει νὰ τὸ φωτίσει, μπορεῖ καὶ νὰ τυφλωθεῖ ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ ξαφνικὰ ξεχύνεται. Εὐτυχῶς ποὺ αὐτὴ ἡ τύφλωση δὲν εἶναι τὸ ἴδιο ὀδυνηρή, οὔτε καὶ μόνιμη, ὅπως ἐκείνη τοῦ Οἰδίποδα.

*

Οἱ νέοι ἄνθρωποι εἶναι σὰν ἀνολοκλήρωτες σφαῖρες. Ἀπὸ τὰ ἐλλείποντα κομμάτια τους πολλὰ τοὺς τὰ προσκομίζει ἡ φιλία. Ἔτσι, συνδέονται βαθύτατα μὲ τοὺς φίλους, ἀλληλοσυμπληρώνονται, καλύπτουν τὶς ἐλλείψεις τους, ὥσπου γίνονται πλήρεις σφαῖρες. Ὅταν ὅμως κάποτε συμβεῖ αὐτό, δὲν χρειάζονται ἄλλο τὶς ὁλικὲς φιλίες ποὺ γεμίζουν ἀκόμα καὶ τὰ ἀνομολόγητα κενά. Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα, μὲ τοὺς παλιοὺς φίλους τους, ποὺ κι αὐτοὶ ἔχουν γίνει πλήρεις σφαῖρες, ἢ συγκυλοῦν ἢ συγκρούονται, ὅπως οἱ μπάλες τοῦ μπιλιάρδου.

*

Ἡ λογοκρισία ἔχει κι ἕνα καλό. Μᾶς εὐκολύνει νὰ ἀποδίδουμε σ’ αὐτὴν τὶς ἀδυναμίες τῆς δικῆς μας γραφῆς.

*

Οἱ λογοκριτὲς εἶναι οἱ πιὸ προσεκτικοὶ ἀναγνῶστες, οἱ μόνοι ποὺ διαβάζουν κι ἀνάμεσα στὶς γραμμές, ὅπως λέει ὁ Ἴταλο Καλβίνο.

Πάντως ἀκόμα καὶ σ’ ἐποχὲς βαριᾶς λογοκρισίας, ἡ ποίηση, μὲ τὶς μεταφορές, τὶς παρομοιώσεις, τὶς ἀλληγορίες της, καταφέρνει συχνὰ νὰ ξεγελάσει καὶ τὸν πιὸ προσεκτικό, τὸν πιὸ διεισδυτικὸ λογοκριτή. Ἴσως γι’ αὐτὸ νὰ ἔχει τότε μεγαλύτερη δραστηριότητα ἀπὸ τὴν πεζογραφία.

*

Ἡ δική μας ἀλήθεια γιὰ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ δὲν φτάνει νὰ ἀντιπαρατεθεῖ στὸ ψεῦδος τοῦ ἄλλου. Πρέπει καὶ νὰ διασταυρωθεῖ μὲ τὴ δική του ἀλήθεια.

*

Ἡ παρουσία τοῦ ἄλλου ὄχι μόνο ἀσκεῖ ἕναν ἐξωτερικὸ ἔλεγχο πάνω μας, ἀλλὰ πυροδοτεῖ καὶ τὸν ἔλεγχο τοῦ ἑαυτοῦ μας ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους.

*

Σκύβουμε στὶς ἀδυναμίες, στὰ πάθη μας, ὁμολογημένα ἢ ἀνομολόγητα, ὅπως σ’ ἕνα πηγάδι. Κοιτάζουμε τὸ σκοτεινό του βάθος. Ὄχι γιὰ νὰ φέρουμε κάτι στὸ φῶς ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε γιὰ λίγο ἕναν ἀκίνδυνο ἴλιγγο.

*

Μὲ πιάνει ἴλιγγος ὅταν ἀναλογίζομαι πόσος χρόνος εἶναι κιόλας πίσω μου. Οὔτε θέλω νὰ σκέφτομαι πόσος μπορεῖ νὰ εἶναι ἀκόμα μπροστά μου.

*

Ἀπὸ τὰ πιὸ δυσάρεστα ποὺ μποροῦν νὰ σοῦ συμβοῦν εἶναι νὰ διαφωνεῖς μ’ αὐτοὺς ποὺ ἀγαπᾶς καὶ νὰ συμφωνεῖς μ’ αὐτοὺς ποὺ ἀπεχθάνεσαι.

*

Ἡ λογοτεχνία γίνεται μερικὲς φορὲς μιὰ μορφὴ ἐκλεπτυσμένης αὐτολογοκρισίας.

*

Οἱ ἐπιθυμίες δὲν σβήνουν μὲ τὸν καιρό. Ἁπλῶς μεταλλάσσονται.

*

Πρὶν ἀπὸ κάποια χρόνια, ἂν φώναζες στὸν δρόμο «Ποιητή!…» δὲν θὰ γύριζε κανείς. Τὸ πολὺ νὰ ἀποκρινότανε ὁ Σικελιανός, ὅταν κατέβαινε περήφανα τὴ Βασιλίσσης Σοφίας, στὸ πεζοδρόμιο τοῦ Ἐθνικοῦ Κήπου, μὲ τὴ μαύρη μπέρτα ριχτὴ στὴν πλάτη καὶ τὸ χρυσὸ ρολόι, κρεμασμένο στὸν λαιμὸ ἀπὸ μιὰ χρυσὴ ἁλυσίδα, νὰ αἰωρεῖται στὸ στῆθος του.

Ἂν φωνάξεις σήμερα «Ποιητή!…» ἀμέσως θὰ γυρίσουν τὸ κεφάλι συνταξιοῦχοι στρατηγοί, δικαστικοί, πανεπιστημιακοί, καθηγητὲς καὶ δάσκαλοι, βουλευτές, ὑπουργικοὶ σύμβουλοι, συμβολαιογράφοι, δικηγόροι, γιατροί, φαρμακοποιοί, εἰσαγωγεῖς αὐτοκινήτων, ἔμποροι ἀλλαντικῶν, καὶ ἄλλοι ἀπ’ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα.

Εἶναι φυσικό. Ἀπὸ τὴν ποίηση δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ζήσει, ἄρα γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ γράφει πρέπει νὰ ἔχει κάποιο ἐπάγγελμα ἢ κάποιο εἰσόδημα. Ἄλλο μοῦ κάνει ἐντύπωση. Τὸ πόσοι ἄνθρωποι διαλέγουν τὸν τρόπο τῆς ποίησης γιὰ νὰ ἐκφράσουν ὅσα αἰσθάνονται, ὅσα σκέφτονται, ὅσα τοὺς βασανίζουν. Κι ἀκόμα περισσότερο τὸ ὅτι μποροῦν νὰ τὸ δείχνουν χωρὶς τὶς παλιὲς ἀναστολές, χωρὶς νὰ νιώθουν πιὰ καμιὰ ἐνοχή, καμιὰ μειονεξία. Εὐτυχῶς ποὺ εἶναι πολὺ λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ ἐπιζητοῦν τὴ δόξα ποὺ φαντάζονται ὅτι δίνει ἡ ποίηση.

*

Δὲν ὑπάρχει ποιητὴς ποὺ δὲν ἔχει γράψει τετριμμένους στίχους τοῦ πόνου τῆς ψυχῆς καὶ τῆς ἀδιέξοδης αὐτοανάλυσης, τοῦ χρόνου ποὺ φεύγει καὶ τοῦ ἔρωτα ποὺ δὲν ἔρχεται, τῆς ἀνέξοδης εἰρωνείας καὶ τοῦ ἀνώδυνου αὐτοσαρκασμοῦ, τῆς σιγουρεμένης ἀμφιβολίας καὶ τῆς κρυφῆς βεβαιότητας. Ἀλίμονο σ’ αὐτοὺς τοὺς στίχους ὅταν παίρνουν τὸν ἑαυτό τους στὰ σοβαρά.

*

Ἡ ποίηση ξεκινάει σὰν αὐτοβιογραφία τοῦ ποιητῆ καὶ ὁλοκληρώνεται σὰν αὐτοβιογραφία τοῦ ἀναγνώστη.