To “Τραγούδι της Αγάπης” (“Song of Love”) θεωρείται ένας από τους διασημότερους πίνακες του Ιταλού ζωγράφου Τζόρτζιο ντε Κίρικο. Πρόκειται για μια ελαιογραφία που φιλοτεχνήθηκε το 1914. Ο πίνακας ήταν γνωστός και ως “Love Song” ή “Le chant d’ amour”.
Continue reading ““Τραγούδι της Αγάπης”: Ο σουρεαλιστικός πίνακας του Ντε Κίρικο πριν τον σουρεαλισμό”Ετικέτα: υπερρεαλισμός
Νίκος Εγγονόπουλος, ο ζωγράφος του ονείρου και των χρωμάτων
Σαν σήμερα, στις 21 Οκτωβρίου του 1907, έρχεται στην ζωή ο Έλληνας ποιητής-ζωγράφος, αυτός που ξεκινά με τη φράση «είμαι ζωγράφος το επάγγελμα» τις αυτοβιογραφικές του σημειώσεις στην πρώτη συγκεντρωτική έκδοση των συλλογών του, το 1966. Ο λόγος φυσικά για το Νίκο Εγγονόπουλο. Αναγνώστες, θεατές και μελετητές των δύο κλάδων της ποίησης και της ζωγραφικής, με θαυμασμό ή κριτική διάθεση, ακόμα και με πάθος, διατυπώνουν εδώ και χρόνια τις απόψεις τους για τον ποιητή και ζωγράφο. Ωστόσο, όλοι όσοι ασχολήθηκαν μαζί του, έχουν συνείδηση αυτού του κερματισμού, νιώθουν το ατελές της κάθε επιμέρους προσέγγισης. Το πρόβλημα, εξάλλου, δεν ήταν ποτέ η διπλή ιδιότητα του Εγγονόπουλου, αλλά η ενιαία πρόσληψη των δύο τρόπων έκφρασης από τον αναγνώστη ή και θεατή.
ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1907 στην Αθήνα και πραγματοποίησε τις βασικές του σπουδές εσωτερικός σε Λύκειο του Παρισιού. Εργάστηκε ως μεταφραστής σε τράπεζα και γραφέας στο Πανεπιστήμιο, ενώ το 1930 διορίστηκε στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων ως σχεδιαστής στη Διεύθυνση Σχεδίων Πόλεων.
Το 1932 γράφτηκε στην Σχολή Καλών Τεχνών, όπου μαθήτευσε κοντά στον Κ. Παρθένη, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα βυζαντινής τέχνης στο εργαστήριο των Φ. Κόντογλου και Α. Ξυγγόπουλου, μαζί με το φίλο του Γ. Τσαρούχη. Η Σχολή Καλών Τεχνών υπαγόταν την περίοδο εκείνη στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και ο Δ. Πικιώνης ανέθεσε στον ίδιο και σε άλλους απόφοιτους του τμήματος αυτού την αποτύπωση σπιτιών στην Ελλάδα, με στόχο τη διάσωση της “Λαϊκής αρχιτεκτονικής”. Για το σκοπό αυτό ταξίδεψε στην Δυτική Μακεδονία και στην Ύδρα και στις Σπέτσες και ζωγράφισε θέματα διακοσμητικά και αναπαραστάσεις προσόψεων σπιτιών. Αργότερα, φιλοτέχνησε και τα “αθηναϊκά σπίτια”. Έκανε ελεύθερες σπουδές σε Παρίσι, Βιέννη, Μόναχο και Ιταλία. Δίδαξε στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π. , ζωγραφική, ιστορία της τέχνης και σκηνογραφία από το 1938, διαδοχικά ως επιμελητής, έκτακτος, μόνιμος και τακτικός καθηγητής. Την ίδια περίοδο γνωρίστηκε με άλλους σημαντικούς καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων ο Α. Εμπειρίκος, ο Γ. Μόραλης και ο Ντε Κίρικο.
ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ – Ο ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΤΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΣ & ΠΟΙΗΤΗΣ
Ο Ν. Εγγονόπουλος υπήρξε ο κύριος εκφραστής του Σουρεαλισμού/ Υπερρεαλισμού στην Ελλάδα. Ο ίδιος είχε δηλώσει για τον υπερρεαλισμό τα εξής: “Στον υπερρεαλισμό δεν προσεχώρησα ποτέ. Τον υπερρεαλισμό τον είχα μέσα μου, όπως είχα μέσα μου το πάθος της ζωγραφικής, από την εποχή που γεννήθηκα. Αλλά για να βρω τον δρόμο μου τον αληθινό, τον υπερρεαλιστικό, για να μπορέσω να εκδηλωθώ ελεύθερα και απερίσπαστα, αυτό το χρωστώ σε δύο κορυφαίους, στις δύο μεγαλύτερες μορφές που παρουσίασε ποτέ, ίσαμε τώρα, εξ όσων γνωρίζω, το παγκόσμιο υπερρεαλιστικό κίνημα. Ευτύχησα (το λέω για τρίτη φορά), ευτύχησα να γνωρίσω τον μεγάλο ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο και τον μεγάλο ζωγράφο, τον μεγάλο Βολιώτη Γεώργιο ντε Κήρυκο.” (Διάλεξη στο Α.Τ.Ι. στις 6-2-1963. Επιθεώρηση Τέχνης 99, 1963).
Τα κύρια στοιχεία της ζωγραφικής του ήταν μεταξύ άλλων: η ελληνική μυθολογία, η Βυζαντινή παράδοση, ο ξεσηκωμός, οι νησιώτες καπεταναίοι, οι φουστανελοφόροι, οι αρματολοί, στοιχεία δηλαδή της γενικότερης ελληνικής παράδοσης και ιστορίας. Στα έργα του η ελληνική ιστορία περιπλέκεται με το φανταστικό και οι διαφορετικές χρονικές περίοδοι γίνονται ένα. Κοντά στον Παρθένη μελετά τη φύση, νιώθει τη σημασία του χρώματος και της γραμμής. Μυήθηκε στην έννοια των αναζητήσεων του Μανέ, στα επιτεύγματα του Σερά, στις κατακτήσεις του Σεζάν, στον Θεοτοκόπουλο. Επηρεάζεται έντονα από τον Φ. Κόντογλου, που ήταν κι αυτός που του έμαθε τη βυζαντινή τεχνοτροπία. Παρακολουθώντας την πορεία του υπερρεαλισμού στην Ευρώπη, πηγαίνοντας σε εκθέσεις υπερρεαλιστών όντας στο Παρίσι γοητεύεται από τον Ντε Κίρικο, μαθαίνει για τον Κλεέ, εκτιμά τον Νταλί. Η άγνοια του Δυτικού κόσμου για την νεοελληνική πραγματικότητα συμβάλλει στη βαθιά ελληνικότητα των έργων του. Γυρνά όλη την Ελλάδα και Βυζαντινά κατάλοιπα κι έτσι δημιουργεί πίνακες με αρχοντικά και απλά σπίτια της Ελλάδας. Εκτός από τα “Βυζαντινής” τεχνοτροπίας έργα του και τις αγιογραφίες του, σε όλο το έργο του βλέπουμε στοιχεία της Βυζαντινής παράδοσης, ακόμα και στους πιο σουρεαλιστικούς του πίνακες.
«Η μεγάλη μου αγάπη στη ζωή ήτανε μόνο η ζωγραφική. Κάθε ώρα, που δεν την αφιερώνω στη ζωγραφική, τη θεωρώ ώρα χαμένη». Είχε πει ο ίδιος για τη ζωγραφική και μάλιστα αφιέρωνε κάθε μέρα τρεις ώρες το πρωί και τρεις ώρες το απόγευμα στη μεγάλη του αγάπη.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Εγγονόπουλος θα γνωρίσει και νέες τιμές ως ζωγράφος, με αναδρομικές εκθέσεις των έργων του, ενώ θα δει και το ποιητικό του έργο μεταφρασμένο και μελοποιημένο. Το 1985 η κηδεία του θα γίνει δημοσία δαπάνη, σε αναγνώριση της θέσης του στο χώρο των γραμμάτων και των τεχνών.
Παρακάτω ακολουθεί ένα βίντεο το οποίο περιλαμβάνει έργα του σπουδαίου αυτού ανθρώπου, ο οποίος θεωρείται ένας από τους μείζονες εκπροσώπους της γενιάς του ’30. Παρακολουθήστε το εδώ:
ΠΗΓΕΣ: https://dromospoihshs.home.blog/2019/02/26/o-%cf%80%ce%bf%ce%b9%ce%b7%cf%84%ce%ae%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b7-%ce%bc%ce%bf%cf%8d%cf%83%ce%b1/, http://texni-zoi.blogspot.com/2013/09/blog-post_18.html , http://www.pi-schools.gr/lessons/aesthetics/eikastika/afises/index.php?id=41&v=1, https://www.beasty-press.com/nikos-engonopoulos-o-zwgrafos-kai-poihths-tou-oneirou/ , https://anemourion.blogspot.com/2018/06/blog-post_35.html , https://www.in.gr/2020/10/21/plus/features/nikos-eggonopoulos-eimai-zografos-epaggelma/
Η φύση την αυγή, ένας πίνακας του Μαξ Έρνστ
Το έργο τέχνης της ημέρας που θα σας παρουσιάσουμε σήμερα είναι ο πίνακας “Ηφύση την αυγή”, του Μαξ Ερνστ.
Ο Ερνστ γεννήθηκε σε μια πόλη λίγο έξω από την Κολωνία, το 1891. Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος σε ένα άσυλο κωφαλάλων, ενώ ασχολούνταν και ο ίδιος ερασιτεχνικά με την ζωγραφική. Οι πρώτες αναθέσεις για πίνακες που είχε ο Μαξ Έρνστ ήταν από τον επίσκοπο της περιφέρειας του, και αφορούσαν σε αντιγραφές έργων μεγάλων ζωγράφων. Τα πρώιμα έργα του Έρνστ είναι κυρίως ρομαντικού ύφους.
Οι πνευματικές και καλλιτεχνικές τα ανησυχίες εκδηλώνονται αρχικά με τη συμμετοχή του σε ομάδες, όπως η”Νεαρή Ρηνανία” του Α. Μάκκε και ο “Γαλάζιος Καβαλάρης”, μια ομάδα εμπνευσμένη από τον Καντινσκυ και τον Μαρκ, καθώς και στο περιοδικό “Η θύελλα”. Γνωρίζει τον Γάλλο ποιητή και διανοούμενο Απολλιναίρ και τις ιδέες του στη Βόννη, ενώ την αποφασιστική στροφή προς τη ζωγραφική θα κάνει το 1911, έχοντας έρθει σε επαφή με έργα των Βαν Γκογκ, Σεζάν και Picasso σε μία έκθεση στην Κολωνία. Λίγο αργότερα γνωρίζει και τον Χάνς Αρπ, ο οποίος του δίνει το έναυσμα να ασχοληθεί με τον μοντέρνο ποιητή Ρεμπώ.
Το ευρύ πνεύμα του ζωγράφου και ο κοσμοπολιτισμός του, σε μία ιδιαίτερα ταραγμένη ιστορική περίοδο -ο Α παγκόσμιος πόλεμος, κατά τον οποίο ο ζωγραφος στρατεύτηκε- τον έφεραν σε μια ιδιαίτερα καρποφόρα πνευματική καλλιτεχνικη και φιλοσοφική αναζήτηση. Ο Έρνστ, όπως και οι περισσότεροι καλλιτέχνες και διανοούμενων της εποχής του, είχε αγανακτήσει από την αγριότητα και τη ματαιότητα του πολέμου. Έτσι, όταν στο Μόναχο ανακαλύπτει δημοσιεύματα των Ντανταϊστών της Βιέννης και την τέχνη του ντε Κίρικο, σε ένα τεύχος του περιοδικού μου πλαστικές αξίες, Αρχίζει ενθουσιωδώς να ασχολείται με τον ντανταϊσμό. Βασική φιλοσοφία του κινήματος αυτού είναι η άρνηση όλων των καθιερωμένων κοινωνικών, ηθικών και αισθητικών αξιών, η γελοιοποίηση και η διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Εκθέτει μερικά έργα και στη συνέχεια αρχίζει να ασχολείται με επιτυχία με το κολάζ, μέσω του οποίου βρίσκει σταδιακά το μονοπάτι του Σουρεαλισμού.
Η αμοιβαία εκτίμηση και η φιλία που αναπτύσσεται ανάμεσα στο ζωγράφο και τον ποιητή Πωλ Ελυάρ, Γίνεται η αφορμή να εγκατασταθεί ο Έρνστ στο Παρίσι. Η ζωή του είναι δύσκολη, έχει μεταναστεύσει παράνομα, και για να συντηρηθεί ο ίδιος και οικογένειά του δουλεύει σε μία βιοτεχνία ενθύμιο. Τα επόμενα χρόνια ταξιδεύει στην Άπω Ανατολή, μετά από πρόσκληση του Ελυάρ. Το 1924, Γυρνώντας στο Παρίσι μετά από αυτά τα ταξίδια του, διαβάζει το “Μανιφέστο του Σουρεαλισμού” που δημοσίευσε ο Μπρετόν. Στο σουρεαλισμό βρίσκει την απόλυτη έκφραση των καλλιτεχνικών του ιδεών. Ζωγραφίζει παραστάσεις που μοιάζουν βγαλμένες από το ασυνείδητο. Την ίδια περίπου εποχή αποφασίζει να ασχοληθεί και με το φροττάζ, την τεχνική αποτύπωσης της υφής και του ανάγλυφου των υλικών σε χαρτί, με τη βοήθεια ενός μολυβιού. Εξελίσσει αυτή τεχνοτροπία σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε να δημιουργεί όχι μόνο εξαιρετικά σκίτσα με συνθέσεις μεταφορικές και υποβλητικές, αλλά επίσης παραστάσεις στις οποίες χρησιμοποιεί σε τοπία και πρόσωπα μεταφέροντάςτες στον καμβά.
Με την έναρξη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, ωμά ξέρεις καταφεύγει στην Αριζόνα των ΗΠΑ. Κατά την περίοδο παραμονής του στην Αμερική δημιουργεί όχι μόνο 36 περίπου πίνακες, αλλά και γλύπτες εικόνες και παραστάσεις.
Ο πίνακας τον οποίο θα παρατηρήσουμε σήμερα ονομάζεται η φύση την αυγή. Είναι λάδι σε μουσαμά, όπου κυριαρχούν τα ψυχρά χρώματα Και δημιουργήθηκε το 1936. Στο έργο διακρίνεται ένα ανθρωπόμορφο πίνω πίνω στα αριστερά, το οποίο ανοίγει δρόμο μέσα από την πυκνή βλάστηση, ώστε να φτάσει στη γυμνή γυναικεία φιγούρα που βρίσκεται στην άλλη πλευρά, κάτω δεξιά, του πίνακα. Η σκηνή αυτή της καταδίωξης, που είναι ερωτικά φορτισμένη, αποτελεί μία αλληγορία της δημιουργικής διαδικασίας που ακολουθεί ο καλλιτέχνης, προκειμένου να μετουσιώσει την έμπνευση του σε έργο. Η πυκνή βλάστηση εδώ, δεν αντιπροσωπεύει μόνο τη φύση με τις σκοτεινές πλευρές της, αλλά και την περίπλοκη διαδικασία της αισθητικής αναδημιουργίας. Κατ αναλογία, του πουλί είναι ένας εναλλακτικός εαυτός, ένα alter ego, του ζωγράφου, που ένα κομμάτι του σε κάθε δημιούργημά του.
“Οι πειρασμοί του Αγίου Αντωνίου” του Σαλβαδόρ Νταλί
Ο Σαλβαδόρ Νταλί (1904 – 1989), είναι ο περισσότερο εξτρεμιστής από τους υπερρεαλιστές ζωγράφους. Εκκεντρικός, μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, όχι όμως στη ζωγραφική του, είχε μελετήσει τον Φρόυντ και υπό την επίδρασή του έφερε στην επιφάνεια, εικόνες του υποσυνείδητού του με τη μέθοδο που ο ίδιος αποκαλούσε «παρανοϊκο-κριτική ενέργεια».
Ο Πειρασμός του Αγίου Αντωνίου είναι συχνά επαναλαμβανόμενο θέμα στην τέχνη και στη λογοτεχνία, που αναφέρεται στον υπερφυσικό πειρασμό που σύμφωνα με αναφορές αντιμετώπισε ο Αντώνιος ο Μέγας κατά την διάρκεια της προσωρινής διαμονής του στην έρημο της Αιγύπτου.
Ο πειρασμός του Αγίου Αντωνίου αναφέρθηκε αρχικά από τον Αθανάσιο της Αλεξανδρείας, σύγχρονο του Αντωνίου, και έκτοτε έγινε δημοφιλές θέμα στον Δυτικό πολιτισμό.
Τα πρώτα έργα στα οποία εμφανίζεται η σκηνή είναι Ιταλικές τοιχογραφίες του 10ου αιώνα. Αργότερα, κατά τον Ευρωπαϊκό Μεσαίωνα, υπήρξε συχνή εμφάνιση του θέματος σε εικονογραφήσεις βιβλίων και μεταγενέστερα σε Γερμανικές ξυλογραφίες. Περίπου το 1500 δημιουργήθηκαν οι γνωστοί πίνακες του Μάρτιν Σόνγκαουερ (περ. 1490), Ιερώνυμου Μπος (περ. 1505) και Ματίας Γκρύνεβαλντ (1512-1516).
Στη σύγχρονη εποχή το θέμα έγινε αντικείμενο των έργων του Ισπανού ζωγράφου Σαλβαδόρ Νταλί και του Γάλλου συγγραφέα Γκυστάβ Φλωμπέρ, του οποίου το βιβλίο «Ο Πειρασμός του Αγίου Αντωνίου» του 1874, φέρεται να είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα του.
Στον συγκεκριμένο πίνακα, «Οι πειρασμοί του Αγίου Αντωνίου», ο πειρασμός εμφανίζεται στον Άγιο Αντώνιο διαδοχικά με τη μορφή ενός αλόγου που συμβολίζει τη δύναμη, σε πρώτο πλάνο και με τη μορφή του ελέφαντα που το ακολουθεί, μεταφέροντας στην πλάτη του το χρυσό κύπελλο του πόθου, στο οποίο γυμνή γυναίκα στέκεται, ισορροπώντας στο εύθραυστο βάθρο, μια εικόνα η οποία τονίζει τον ερωτικό χαρακτήρα της σύνθεσης. Οι άλλοι ελέφαντες μεταφέρουν κτίρια στις πλάτες τους. Ο πίνακας ζωγραφίστηκε στο στούντιο που ο καλλιτέχνης κατέλαβε για λίγες μέρες δίπλα στο εστιατόριο Colony στη Νέα Υόρκη. Ήταν η πρώτη και μοναδική φορά που πήρε μέρος σε ένα διαγωνισμό. Πρόκειται για ένα καλλιτεχνικό διαγωνισμό για ένα πίνακα, με θέμα τους πειρασμούς του Αγίου Αντωνίου. Οργανώθηκε το 1946 από την Εταιρεία παραγωγής ταινιών Loew Lewin και 11 ζωγράφοι έλαβαν μέρος στο διαγωνισμό. Ο νικητής ήταν ο Μαξ Ερνστ, η δημιουργία του οποίου εμφανίστηκε στην ταινία, η οποία στηρίχθηκε στο βιβλίο «Bel Ami» του Guy de Maupassant. Ωστόσο, η πιο γνωστή απεικόνιση του θέματος είναι αυτή του Σαλβαδόρ Νταλί, ο οποίος απέτυχε βέβαια στον διαγωνισμό.
ΠΗΓΕΣ: http://homouniversalisgr.blogspot.com/2014/01/blog-post_1188.html , https://www.pagenews.gr/2019/01/16/ellada/o-peirasmos-tou-agiou-antoniou-epanalambanomeno-thema-stin-texni-kai-ti-logotexnia/
Ο “Θεραπευτής” του υπερρεαλιστή Ρενέ Μαγκρίτ
Η ταυτότητα του έργου
Το συγκεκριμένο γλυπτό, με τίτλο «Θεραπευτής» ή «Γυρολόγος – Τυχοδιώκτης» έχει δημιουργηθεί από τον Βέλγο υπερρεαλιστή Ρενέ Μαγκρίτ (Rene Magritte) το 1967 και φιλοξενείται στην Εθνική Γλυπτοθήκη της Αθήνας. Το αφαιρετικό αυτό έργο τέχνης με διαστάσεις 145 x 128 x 90 εκ. απηχεί την τεχνοτροπία των σουρεαλιστών, οι οποίοι επηρεασμένοι από τη φροϋδική θεωρία, προσπαθούσαν να καταγράψουν την ελεύθερη ροή της σκέψης, έξω από αισθητικές ή ηθικές ανησυχίες. Είχε πρώτα φιλοτεχνηθεί ως πίνακας ζωγραφικής και κατόπιν έγινε γλυπτό, καλλιτεχνική τακτική του Μαγκρίτ γνωστή και από άλλα ζωγραφικά έργα του.
Η μορφή του έργου
Η διττή φύση του έργου ως πίνακας και ως γλυπτό επιτρέπει στον θεατή να το μελετήσει από δύο οπτικές γωνίες. Και στις δυο περιπτώσεις εντοπίζεται στη στάση του σώματος του αναπαριστάμενου θεραπευτή μια κρυφή γεωμετρία. Το χαλαρό δεξί του πόδι αντιστοιχεί με το αριστερό του χέρι με το οποίο κρατά απαλά μια τσάντα ενώ το αριστερό του πόδι με την μεγαλύτερη ένταση συσχετίζεται με το αριστερό του χέρι που στηρίζεται πάνω σε μια μαγκούρα. Παράλληλα, δίνεται έμφαση στο κέντρο και ιδιαίτερα στα πουλιά μέσα και έξω από το κλουβί. Σε αυτό συμβάλλουν και τα χρώματα που ο Μαγκρίτ χρησιμοποιεί, δηλαδή ο συνδυασμός ψυχρών και θερμών που επιτρέπουν στο λευκό των πουλιών να διαφοροποιηθεί από το υπόλοιπο τοπίο. Οι αποχρώσεις των χρωμάτων που αξιοποιούνται, οι κοντινοί τόνοι και οι σκιές που το φως δημιουργεί στη μορφή συντελούν στη ρεαλιστική απεικόνιση της ως προς το χώρο μέσα στον οποίο τοποθετείται. Ως γλυπτό, φτιαγμένο από μπρούντζο, ο «Θεραπευτής» δεν είναι έργο μεγάλο διαστάσεων, ώστε να επιβάλλεται μέσω του μεγέθους του. Αντιθέτως, πολύ κοντά στις ανθρώπινες διαστάσεις αν εξαιρέσει κανείς τα υπερρεαλιστικά στοιχεία η μορφή που αναπαρίσταται προσιδιάζει την ανθρώπινη.
Το περιεχόμενο του έργου
Ξεκάθαρα το περιεχόμενο του έργου είναι συμβολιστικό, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τα περισσότερα έργα του Μαγκρίτ. Ειδικότερα, η φιγούρα δεν έχει πρόσωπο, αλλά ένα καπέλο, μία κουβέρτα και κάτω από αυτήν ένα κλουβί για πουλιά, το οποίο υποκαθιστά τον ανθρώπινο κορμό. Με αυτόν τον τρόπο δε δηλώνεται η ταυτότητα του εικονιζόμενου προσώπου, ώστε να επιδέχεται πολλών ερμηνειών και προσεγγίσεων. Έξω από το κλουβί, μπροστά στην ανοιχτή του πόρτα υπάρχει ένα πουλί, όπως και ένα στο εσωτερικό του.
Στο ένα χέρι η μορφή κρατά ένα ραβδί, το οποίο είναι γνώρισμα των θεραπευτών, των ταξιδευτών και των σοφών γερόντων. Στο άλλο χέρι κρατά μια τσάντα που πιθανώς να φέρει φαρμακευτικά είδη. Το παλιό παντελόνι καθώς και τα παπούτσια που μοιάζουν πολυφορεμένα και ταλαιπωρημένα ολοκληρώνουν την εικόνα του θεραπευτή.
Το πρώτο αίσθημα που δημιουργεί το γλυπτό στο θεατή, με το σκούρο χρώμα του και την έλλειψη προσώπου, είναι η ανησυχία. Το κέντρο όμως του έργου είναι ο συμβολισμός του πουλιού, το οποίο συμβολίζει το ανθρώπινο πνεύμα. Το σώμα είναι ένα κλουβί που φυλακίζει το πνεύμα, ενώ αυτό έχει ανάγκη να ταξιδέψει, να περιπλανηθεί ελεύθερο. Το πνεύμα αρχικά είναι φιλοπερίεργο, όμως με την πάροδο των χρόνων συναντά κανόνες, εμπόδια, φραγμούς και πεποιθήσεις που το φυλακίζουν στα κάγκελα του κλουβιού, το δεσμεύουν και δεν του επιτρέπουν ελεύθερο να πετάξει και να εξερευνήσει τον κόσμο. Κάποια στιγμή όμως ο άνθρωπος αρχίζει και αμφισβητεί όσα τον κρατούν παγιδευμένο και αυτή παρουσιάζει το έργο, τη στιγμή δηλαδή που το πνεύμα θεραπεύεται και βγαίνει από το κλουβί έτοιμο να ταξιδέψει στον κόσμο που μέχρι τότε δεν μπόρεσε να γνωρίσει, να μετατραπεί στο γυρολόγο, τη στιγμή της καθοριστικής απόφασης, της μετάβασης από τη φυλακή στην ελευθερία.
Προσωπικές απόψεις για το έργο
Δεδομένου ότι ο ίδιος ο καλλιτέχνης είχε φωτογραφηθεί το 1946 όμοια ντυμένος με το γλυπτό πιθανώς να σημαίνει πως ο θεραπευτής αντιπροσωπεύει έναν άνθρωπο του πνεύματος, την ώρα που αντιλαμβάνεται την ελευθερία του και επιτρέπει στο πουλί της ψυχής του να απεγκλωβιστεί από το κλουβί που συμβολίζει όλους εκείνους τους φραγμούς που η πραγματικότητα, η καθημερινότητα και η κοινωνία επιβάλλει. Εκείνη την ώρα θεραπεύεται από όσα τον καταδυναστεύουν, με αποτέλεσμα να εξελιχθεί στον Απελευθερωτή, ένα έργο που ο ίδιος φιλοτέχνησε την επόμενη χρονιά. Σε αυτόν το κλουβί απουσιάζει και τη θέση του έχουν καταλάβει ένα πουλί που πετά ελεύθερο, ένα κλειδί που πιθανώς είναι αυτό που άνοιξε το κλουβί, ένα ποτήρι και μία πίπα, η οποία παρουσιάζεται και σε άλλους πίνακες του και παραπέμπει στον ίδιο το Βέλγο ζωγράφο που φαίνεται ότι κάπνιζε. Θα μπορούσε, συνεπώς, κανείς να θεωρήσει αυτόν τον πίνακα ως συνέχεια του προηγούμενου. Στο δεύτερο μάλιστα πίνακα, όλη η μορφή είναι ανεστραμμένη. Δεν κρατά πια ραβδί, αλλά ένα μπαστούνι συνώνυμο της σοφίας. Έτσι, είναι εμφανής η μεταμόρφωση που του συνέβη χάρις την απελευθέρωση του πνεύματός του.
Το μήνυμα αυτού του έργου είναι διαχρονικό και απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους, καλώντας τους να απαλλαχθούν από τους δισταγμούς τους και να αναλάβουν την ευθύνη της ελευθερίας τους, εγχείρημα δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο. Απηχεί πλατωνικές αντιλήψεις που προβάλλουν το σώμα ως φυλακή της ψυχής και ζητά την απομάκρυνση από τον κόσμο των αισθήσεων, το ταξίδι στον κόσμο των Ιδεών.
“Η ζωγραφική μου είναι ορατές εικόνες που δεν κρύβουν κάτι — προκαλούν μυστήριο και, πράγματι, όταν κάποιος βλέπει έναν από τους πίνακές μου, θέτει στον εαυτό του αυτήν την απλή ερώτηση: «Tι σημαίνει αυτό;» Οι πίνακές μου δεν σημαίνουν κάτι, επειδή και το μυστήριο δεν σημαίνει κάτι — είναι απλά άγνωστο.”
ΠΗΓΕΣ: http://www.pi-schools.gr/lessons/aesthetics/eikastika/afises/index.php?id=43&v=1 , http://www.nationalgallery.gr/site/content.php?artwork_id=65843 , http://d.daskalosda.gr/?p=966
Τζόρτζιο ντε Κίρικο, ο ζωγράφος της υπέρβασης
Λίγη βιογραφία
«….Θυμάμαι ένα σπίτι όπου μέναμε. Ένα σπίτι πελώριο και θλιβερό σα μοναστήρι. Ο ιδιοκτήτης λεγόταν Βούρος. Το σπίτι αυτό ήταν χτισμένο στην πάνω μεριά της πολιτείας. Από το παράθυρό μου διέκρινα μακριά ένα στρατώνα του πυροβολικού. Κάθε επέτειο της ελληνικής εθνικής γιορτής μια πυροβολαρχία έβγαινε από το προαύλιο καλπάζοντας ορμητικά και κατευθυνόταν σ’ ένα λόφο που βρισκόταν πίσω σε κάποια απόσταση. Μόλις έφθαναν πάνω εκεί οι άνδρες, κατέβαιναν απ’ τα σκευοφόρα και από τα άλογα, τοποθετούσαν τα κανόνια στη σειρά και μετά έριχναν άσφαιρες ομοβροντίες. Σφαιρικά σώματα λευκά, ίδια σύννεφα που έπεσαν στη γη, στροβιλίζονταν για λίγο και μετά διαλύονταν και εξαφανίζονταν στα πλευρά του λόφου. Ο ήχος έφθανε μετά κι έκανε να τρέμουν ελαφρά τα τζάμια των παραθύρων.
Continue reading “Τζόρτζιο ντε Κίρικο, ο ζωγράφος της υπέρβασης”Αφιέρωμα στο “βασιλιά” των σουρρεαλιστών, Σαλβαδόρ Νταλί
«Η μόνη διαφορά μου από τους σουρρεαλιστές είναι πως εγώ είμαι σουρρεαλιστής»
Μια από τις γνωστότερες ατάκες του Σαλβαδόρ Νταλί, περικλείει σε πολύ λίγες λέξεις την κοσμοθεωρία του Ισπανού καλλιτέχνη, αλλά και την πραγματικότητα: Τα έργα του είναι ίσως η πιο αγνή μορφή σουρεαλισμού που έχουμε δει στην ιστορία της ζωγραφικής και των Καλών Τεχνών γενικότερα. Με αφορμή το θάνατό του, στις 23 Γενάρη 1989, παρουσιάζουμε ένα μικρό δείγμα -σ.σ είχε φτιάξει πάνω από 1.500 πίνακες- της ιδιοφυίας του, μέσα από τα γνωστότερα έργα του, απ’όλες τις διαφορετικές φάσεις της καριέρας του.
«Η μόνη διαφορά μου από τους σουρρεαλιστές είναι πως εγώ είμαι σουρρεαλιστής». Μια από τις γνωστότερες ατάκες του Σαλβαδόρ Νταλί, περικλείει σε πολύ λίγες λέξεις την κοσμοθεωρία του Ισπανού καλλιτέχνη, αλλά και την πραγματικότητα: Τα έργα του είναι ίσως η πιο αγνή μορφή σουρεαλισμού που έχουμε δει στην ιστορία της ζωγραφικής και των Καλών Τεχνών γενικότερα. Με αφορμή το θάνατό του, στις 23 Γενάρη 1989, παρουσιάζουμε ένα μικρό δείγμα -σ.σ είχε φτιάξει πάνω από 1.500 πίνακες- της ιδιοφυίας του, μέσα από τα γνωστότερα έργα του, απ’όλες τις διαφορετικές φάσεις της καριέρας του.
Ο Σαλβαδόρ Νταλί είναι ένας από τους σημαντικότερους Ισπανούς ζωγράφους και συνδέεται με το καλλιτεχνικό κίνημα του υπερρεαλισμού.Είναι αναμφισβήτητα μία από τις πιο εκκεντρικές φυσιογνωμίες της σύγχρονης τέχνης. Ζωγράφος, χαράκτης, γλύπτης, σκηνογράφος, φωτογράφος, συγγραφέας, σχεδιαστής κοσμημάτων. «Η ζωγραφική είναι μόνο ένα απειροελάχιστο κομμάτι της προσωπικότητας μου» έλεγε ο ίδιος, σε πείσμα όλων όσων ήθελαν να αναγνωρίζουν στο πρόσωπο του μόνο τον ζωγράφο. Ο ίδιος δήλωνε: «Στις επερχόμενες γενιές, θέλω ν’ αφήσω περισσότερο τα βιβλία μου, παρά τους πίνακές μου». Η πολυσχιδής προσωπικότητά του και το πραγματικά ανεξάντλητο σε όλους τους τομείς ταλέντο του, τον δικαίωσαν.
Η ζωή και το έργο του Σαλβαδορ νταλι σε 15 γεγονοτα:
1)Το πλήρες όνομά του είναι Salvador Domingo Felipe Jacinto Dalí i Domènech.
2)Γεννήθηκε στις 11/5/1904 στην πόλη Figueres στην Καταλονία και πέθανε στις 23/1/1989 σε ηλικία 84 ετών στη γενέτειρά του.
3)Ο μεγαλύτερος αδερφός του είχε το ίδιο όνομα με εκείνον και πέθανε λίγους μήνες πριν γεννηθεί ο ζωγράφος Dalí. Ο πατέρας του, επίσης με το όνομα Salvador, και η μητέρα του πίστεψαν πως ο δεύτερος γιος τους ήταν μετενσάρκωση του πρώτου, ιδέα που μετέδωσαν στο γιο τους από την ηλικία των 5.
4)Το 1921, πεθαίνει η μητέρα του από καρκίνο του μαστού, όταν ο ίδιος είναι 16 χρονών. Ο πατέρας του παντρεύεται την αδερφή της νεκρής γυναίκας του.
5)Το 1922, σε ηλικία 18 ετών, πηγαίνει στη Μαδρίτη και ξεκινά σπουδές στην Ακαδημία Τεχνών του Σαν Φερνάντο ( Real Academia de Bellas Artes de San Fernando). Εκεί ήρθε σε επαφή με το ρεύμα του κυβισμού αλλά και με τον ντανταϊσμό και γίνεται φίλος με τον Lorca και τον Buñuel.
6)To 1926, αποβλήθηκε λίγο πριν την αποφοίτησή του από τη Σχολή Καλών Τεχνών στη Μαδρίτη όπου φοιτούσε, επειδή δήλωσε ότι κανένας από τους καθηγητές του δεν ήταν ικανός να τον κρίνει. Συγκεκριμένα, είπε: «Λυπάμαι πολύ, αλλά είμαι απείρως πιο έξυπνος από αυτούς τους τρεις καθηγητές και γι’ αυτό αρνούμαι να εξεταστώ από αυτούς. Γνωρίζω το θέμα πάρα πολύ καλά».
7)Το 1929, συνεργάζεται με τον σκηνοθέτη Luis Buñuel για τη δημιουργία της ταινίας μικρού μήκους «Ανδαλουσιανός Σκύλος» (Un Chien Andalou). Ο Dalí βοηθά στο σενάριο της ταινίας, η οποία αποτελεί έως σήμερα την πιο καθαρή εφαρμογή του υπερρεαλισμού στον κινηματογράφο. Την επόμενη χρονιά, συμμετείχε στη δημιουργία της ταινίας του Buñuel «Η εποχή του χρυσού» ( L’Age d’Or).
8)Την ίδια χρονιά γνωρίζει τη Ρωσικής καταγωγής ElenaIvanovna Diakonova, γνωστή ως Gala, ένα πρόσωπο καταλυτικό για τη ζωή του. Η Gala άφησε για χάρη του τον σύζυγό της, τον ποιητή Paul Eluard. Παντρεύτηκαν το 1934 με πολιτικό γάμο και ξαναπαντρεύτηκαν στην εκκλησία το 1958.
9)To 1932 συμμετέχει στην πρώτη μεγάλη υπερρεαλιστική έκθεση στην Αμερική και αποσπά διθυραμβικές κριτικές.
10)Λίγο αργότερα, ο André Breton τον διαγράφει από το υπερρεαλιστικό κίνημα λόγω της υποστήριξής του στον δικτάτορα Φράνκο της Ισπανίας και των πολιτικών του θέσεων εν γένει. Ο Dalí δηλώνει το γνωστό πλέον «Ο υπερρεαλισμός είμαι εγώ» και ο André Breton επινοεί τον περίφημο αναγραμματισμό του ονόματος του Dalí, ”Avida Dollars” (που σημαίνει «άπληστος για δολάρια»), ασκώντας με αυτό τον τρόπο κριτική στο αμιγώς εμπορικό πνεύμα που κατά τη γνώμη των υπερρεαλιστών είχε αναπτύξει ο Dalí.
11)Θεωρήθηκε θερμός υποστηρικτής του φασιστικού καθεστώτος του Φράνκο και χαρακτηρίστηκε δυσμενώς για τις πολιτικές του θέσεις. Ο ίδιος το 1970 χαρακτήρισε τον εαυτό του «αναρχο-μοναρχικό» και δήλωσε ότι «δεν έχει πολιτική θέση, είναι αναρχικός, αλλά και μοναρχικός, και τα δύο όμως σε μεταφυσικό επίπεδο και όχι σε πολιτικό».
12)Οι σχέσεις με τον πατέρα του δεν ήταν καλές και η σύγκρουση μαζί του θα πρέπει να του κόστισε. Ο πατέρας του δεν ενέκρινε τη σχέση του γιου του με το κίνημα του Υπερρεαλισμού ούτε με τη Gala. Όταν ο τελευταίος απειλούσε να τον αποκληρώσει, ο Νταλί, μέλος τότε της ομάδας των υπερρεαλιστών, του έστειλε ένα προφυλακτικό που περιείχε το σπέρμα του με ένα σημείωμα όπου έγραφε «τώρα δεν σου χρωστώ πλέον τίποτε».
13)Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Πού είναι το ρολόι μου»;
14)Πέθανε από καρδιακό επεισόδιο στην πόλη όπου γεννήθηκε και ο τάφος του βρίσκεται μέσα στο μουσείο του στην πόλη Figueres, όπως είχε ζητήσει ο ίδιος.
15)Την επομένη του θανάτου του, η εφημερίδα «Le Monde» έγραφε: «Ainsi finit Dali, clown et génie du 20ème siécle» («Έτσι τελείωσε ο Νταλί, κλόουν και ιδιοφυΐα του 20ού αιώνα»).
Ο Dalí και η Gala
Γνωρίστηκαν το 1929, ενώ η Gala ήταν ακόμα παντρεμένη με τον ποιητή Paul Eluard. Παντρεύτηκαν το 1934 με πολιτικό γάμο και ξαναπαντρεύτηκαν στην εκκλησία το 1958.
Ο Buñuel υπήρξε μάρτυρας της πρώτης τους συνάντησης και στα απομνημονεύματα του λέει: «Μέσα σε μια νύχτα ο Νταλί άλλαξε τόσο που δεν τον αναγνώριζες. Το μόνο που έκανε ήταν να μιλάει για τη Γκαλά, επαναλαμβάνοντας καθετί που είχε πει εκείνη. Μια πλήρης μεταβολή». Για να περιγράψει την κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Dalí χρησιμοποίησε τις λέξεις «μεταμορφωμένος», «ξετρελαμένος», «μαγεμένος».
Για τον Νταλί, η Gala αποτελούσε πάντα την ενσάρκωση του απολύτου. Σύντροφος, φίλη, μούσα: Η Gala ήταν πάντα παρούσα στη ζωή και την καλλιτεχνική του πορεία. Ο ίδιος συχνά την απεικόνιζε ως ενσάρκωση μυθολογικών προσώπων της αρχαιότητας και την θεωρούσε «αγία». Αποτελούσαν περισσότερο ένα αχώριστο «δίδυμο», παρά ένα αμιγώς ερωτικό ζευγάρι.
Εκείνος ήταν απόλυτα εξαρτημένος από εκείνη και αρκούνταν στο να παρακολουθεί τις συχνές ερωτικές συνευρέσεις της με νέους άνδρες, χωρίς ποτέ να συμμετέχει. Ο Buñuel τον χαρακτήριζε «ανέραστο, που έχει ως μοναδικό έρωτα την Τέχνη».
Ο ίδιος έλεγε: «Φωνάζω τη σύζυγό μου: Γκαλά, Γκαλούσκα, Γκραντίβα. Ολίβα λόγω του οβάλ του προσώπου της και του χρώματος της επιδερμίδας της. Ολιβέτα, χαϊδευτικό του Ολίβα. Και αυτά που πηγάζουν από την τρέλα της: Ολιουέτα, Οριουέτα, Μπουριμπέτα, Μπουριουετέτα, Σιλιουέτα, Σολιμπουμπουλέτα, Ολιμπουριμπουλέτα, Θιουέτα, Λιουέτα. Επίσης τη φωνάζω Λιονέτ, γιατί όταν εκνευρίζεται, βρυχάται σαν το λιοντάρι της Metro Goldwyn Mayer». Άλλη φορά δήλωνε: «Αγαπώ τη Γκαλά περισσότερο από τη μητέρα μου, περισσότερο από τον πατέρα μου, περισσότερο από τον Πικάσο και ακόμη περισσότερο από το χρήμα. Σε εκείνη οφείλω πάνω από όλα την πεποίθηση ότι δεν είμαι τόσο μέτριος όσο νόμιζα».
Η Gala δήλωνε: «Κάθε πρωί µετά το πρόγευµα, µου αρέσει να ξεκινάω τη µέρα µου κερδίζοντας 20.000 δολάρια». Η ίδια «λάτρευε το χρήµα, όπως ο αλκοολικός το ποτό». Οι βιογραφίες αναφέρουν πως εκείνη κατάφερε να μετατρέψει τον 25χρονο τότε Dalí σε ένα «τέρας υπερβολής και μεγαλομανίας, όπως ήταν και η ίδια». Οι πολλές βιογραφίες, οι μαρτυρίες και οι φήμες δηλώνουν ομόφωνα πως εκείνη αποζητούσε συνεχώς νέους εραστές και εκείνος της είχε πάρει ένα κάστρο για να τους δέχεται εκεί, σπαταλώντας όλα τα χρήματα που έβγαζε στο να κάνει κάθε επιθυμία της πραγματικότητα.
Η Gala αρχίζει να του χορηγεί ένα κοκτέιλ υπνωτικών φαρμάκων που σταδιακά βλάπτει το νευρικό του σύστημα και δεν καταφέρνει να ξαναζωγραφίσει ποτέ ούτε να δημιουργήσει με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Κάποιοι λένε πως προσπαθούσε να τον δηλητηριάσει, άλλοι πως πήραν και οι δύο τα φάρμακα με τη θέλησή τους.
Το 1982, η Gala πεθαίνει και θάβεται φορώντας Dior, όπως είχε ζητήσει. Ο θάνατός της τον κλόνισε σε τεράστιο βαθμό. Αποπειράται να αυτοκτονήσει και κλείνεται στον πύργο του, αρνούμενος να φάει ή να δει κανέναν.
Πεθαίνει μετά από λίγο καιρό, εμφανώς καταβεβλημένος σωματικά. Η τελευταία του επιθυμία ήταν να μην ταφεί δίπλα της και έτσι, ο τάφος του βρίσκεται σήμερα μέσα στο μουσείο του στην πόλη Figueres.
Ο Ian Gibson, ένας από τους βιογράφους του, που έγραψε το βιβλίο «Η επαίσχυντη ζωή του Σαλβαντόρ Νταλί» (“The Shameful Life of Salvador Dali”, εκδόσεις Faber&Faber) λέει: «Χωρίς την Γκαλά η ζωή του Σαλβαντόρ θα ήταν σίγουρα μια άλλη -και ίσως ωραιότερη-ιστορία». Ίσως. Αλλά δε θα το μάθουμε ποτέ. Και κανείς δε μπορεί να ξέρει στ’ αλήθεια τι συμβαίνει μέσα σε μία σχέση, αν δεν είναι ο ένας από τους δύο πρωταγωνιστές. Και τι σημασία έχει τελικά να αρχίσουμε τα «αν»; Εδώ δε μπορούμε να λύσουμε ο καθένας τα δικά του.
20 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ
ΠΗΓΕΣ:
https://www.athensvoice.gr/58997_5-pragmata-poy-moy-emathe-o-salvador-dali-gia-ti-zoi ,
https://popaganda.gr/stories/20-charaktiristiki-pinakes-tou-salvador-ntali/
Αφιέρωμα στον “πιο σουρεαλιστή από όλους” ζωγράφο, τον Ζουάν Μιρό
Σαν σήμερα το 1893 έρχεται στη ζωή ο Ζουάν Μιρό, Ισπανός ζωγράφος και γλύπτης και θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους υπερρεαλιστές καλλιτέχνες του 20ού αιώνα. Ο ισπανικής καταγωγής καλλιτέχνης υπήρξε ένας από τους πρώτους υπερρεαλιστές καλλιτέχνες που τόνισε τις φανταστικές εικόνες και ανέπτυξε μια δική του ιδιαίτερη εξατομικευμένη εικαστική γλώσσα που προέρχεται από τους προϊστορικούς χρόνους και τις πηγές της φύσης.
Γεννήθηκε στις 20 Απριλίου του 1893 στη Βαρκελώνη γι αυτό και ένα μεγάλο μέρος του έργου του επηρεάστηκε από την γραφική παραθαλάσσια πόλη και το ξεχωριστό ύφος της περιοχής. Σε ηλικία 14 ετών φοιτά στην Εμπορική Σχολή, ενώ κρυφά παρακολουθεί μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών. Το 1912 γράφεται στη Σχολή Τέχνης του Νταλί κι 6 χρόνια μετά, διοργανώνεται η πρώτη προσωπική του έκθεση στη Galleria Dalman, στη γενέτειρά του.
Το 1921, εγκαθίσταται στο Παρίσι, και κάνει παρέα με τους, Τριστάν Τζάρα, Αντρέ Μπρετόν, Μαξ Ζακόμπ, Έρνεστ Χεμινγουαίη και Χένρι Μίλερ. Η Gallerie Licorne διοργανώνει προσωπική του έκθεση. Το 1929 παντρεύεται τη Πιλάρ Χουνκόσα, με την οποία αποκτά μια κόρη, τη Ντολόρες και 3 χρόνια μετά, επιστρέφει στη Βαρκελώνη. Ασχολείται με τη σκηνογραφία και σχεδιάζει τα κοστούμια για τα Ρώσικα Μπαλέτα Ντιαγκίλεφ.
Με το ξέσπασμα του Εμφυλίου, το 1936, επιστρέφει στο Παρίσι με την οικογένειά του. Το 1941, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Νέας Υόρκης, διοργανώνει αναδρομική του έκθεση. Την επόμενη χρονιά, επιστρέφει για εγκατάσταση, στο πατρικό του. Το 1955 σταματά να ζωγραφίζει κι ασχολείται με τις Γραφικές Τέχνες και τα Κεραμικά. Τον επόμενο χρόνο, μετακομίζει στη Πάλμα της Μαγιόρκα, σ’ ένα ατελιέ που έχτισε για κείνον ο Χοσέ Λουίς Σερτ. Ξαναρχίζει να ζωγραφίζει 4 χρόνια μετά, εκθέτει στις ΗΠΑ κι Ιαπωνία. Το 1975 ιδρύει το Ίδρυμα Χουάν Μιρό Κέντρο Σπουδών Σύγχρονης Τέχνης.
Το 1983, ανήμερα Χριστούγεννα, πεθαίνει στο ατελιέ του στην Πάλμα της Μαγιόρκα, πλήρης ημερών, σε ηλικία 90 ετών.
Σαν σπουδαστής στη Βαρκελώνη (1907-15), υπήρξε θαυμαστής της τέχνης της πατρίδας του Καταλονίας, της λαϊκής τέχνης, και της ακραίας εκδοχής της Αρ Νουβώ που αντιπροσωπεύει η αρχιτεκτονική του Γκαουντί. Στα πρώτα του έργα, είναι φανερή η επίδραση του Σεζάν και των Φωβ. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, συναντήθηκε με τον Ντελωναί στην Πορτογαλία. Το 1920, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου και επηρεάστηκε από τους συμπατριώτες του Πικάσο και Γκρίς. Στη δεκαετία του 1920, συνδέθηκε στενά με τους σουρεαλιστές και πήρε μέρος σε όλες τις σημαντικές τους εκθέσεις. Η ελεύθερη “καλλιγραφία” των έντονα χρωματισμένων μορφών οδήγησε τον Μπρετόν στο να τον αποκαλέσει «ο πιο σουρεαλιστής απ΄ όλους μας».
Αφήνοντας το υποσυνείδητό του να δημιουργεί ελεύθερα ημιαφηρημένες φόρμες, ανέπτυξε αυτό που ο Μπρετόν αποκαλούσε «καθαρό ψυχικό αυτοματισμό». «Αρχίζω να ζωγραφίζω», έλεγε ο ίδιος ο Μιρό, «και τότε ο πίνακας προβάλει, ή επιβάλει την παρουσία του, κάτω από το πινέλο μου. Καθώς δουλεύω, οι φόρμες γίνονται σημεία μιας γυναίκας, ή ενός πουλιού». Σε πολλούς από τους πρώτους σουρεαλιστικούς του πίνακες κυριαρχεί μια σχεδόν παιδική αθωότητα και η χαρά της ελεύθερης επινόησης. Με το ξέσπασμα ,όμως, του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου και τη ζοφερή προοπτική μιας νέας παγκόσμιας σύρραξης, η οπτική του γίνεται σκοτεινότερη και οι φόρμες του όλο και πιο δυσοίωνες, θυμίζοντας αμοιβάδες που επιπλέουν σε ένα άυλο σύμπαν «βιομορφικές»,όπως τις αποκαλούσε ο ίδιος.
Ο Μιρό ήταν κλειστός άνθρωπος, χαμηλών τόνων. Τα έκανε όλα με πρόγραμμα, τον ενδιέφερε μόνο να είναι υγιής ώστε να δουλεύει συνεχώς.
Δούλευε σαν κηπουρός, (άλλωστε πίστευε ότι το έργο του γεννιέται και μεγαλώνει σαν τα δέντρα στη γη), γι’ αυτό και το όνειρο του ήταν να έχει μεγάλο εργαστήρι ώστε να μπορεί να δουλεύει πολλά έργα ταυτόχρονα. Το εργαστήριο του ήταν και το ησυχαστήριο του, το οποίο ελάχιστοι μπορούσαν να επισκεφτούν. Τον ήξεραν πιο πολύ σαν «Ο Χουάν της Pilar». Για αυτό και ο Νταλί δεν τον εκτιμούσε, γιατί τον θεωρούσε μονόχνοτο.
“Θέλω να δολοφονήσω τη ζωγραφική”
Ο ίδιος αντιτάχθηκε σε όλο το παραδοσιακό κόσμο της τέχνης, καθώς θεωρούσε ότι αυτός προωθούσε την τέχνη σαν ένα αξεσουάρ των πλουσίων, έτσι γεννήθηκε και η περίφημη αυτή φράση του που συνήθιζε ο ίδιος να λέει. Βαρέθηκε τα πρότυπα της ζωγραφικής. Ζωγραφίζει στα πάντα εκτός από καμβάδες, όπως στον πάτο ενός κουτιού, δημιουργεί τάπητες, τοιχογραφίες, γλυπτά και κεραμικά, πλήθος χαρακτικών και γενικά γραφικών έργων.
“Αν χάσεις την επαφή με τον κόσμο χάνεσαι και εσύ ο ίδιος”
Πίστευε ότι η τέχνη πρέπει να είναι προσιτή στο κοινό. Δεν του άρεσε να πωλούνται ακριβά τα έργα του, αν και ήταν από τους πιο εμπορικούς καλλιτέχνες. Για τον ίδιο λόγο τύπωνε πολλά αντίτυπα από τα χαρακτικά του και υλοποιούσε έργα σε δημόσιους χώρους.
«Ό,τι προέρχεται από τη γη είναι καλό»
Του άρεσε η φύση, τα αστέρια, η γη. Μιλούσε στα βράχια και τα στοιχεία της φύσης. Στους τοίχους του εργαστηρίου του, σε διάφορα σημεία, είχε συγκεντρώσει τα πιο απίθανα μικροαντικείμενα, φωτογραφίες με μνήμες παλιών πολιτισμών, σπαράγματα της λαϊκής παράδοσης, ένα κλαδί, μία πέτρα, μια ραχοκοκαλιά ψαριού, καρτ ποστάλ, αποκόμματα εφημερίδων, βότσαλα, πεταλούδες, κοχύλια, siurells (πήλινες σφυρίχτρες από τη Μαγιόρκα), μικρά παιχνίδια, kachinas (κούκλες που θεωρούνταν ότι είχαν μαγικές ιδιότητες) από τους Ινδιάνους Hopi ή μάσκες από την Ωκεανία. Τα στοιχεία αυτά ενσωματώνονται στα έργα του, αποδεικνύοντας την αγάπη του για τη φύση, αλλά και τη λαϊκή τέχνη. Για τον ίδιο λόγο βάζει έντονα καθαρά χρώματα, κι όχι αναμίξεις, στα έργα του και χρησιμοποιεί πολύ τα μάτια που τα θεωρεί ένα μυθολογικό στοιχείο, κάτι ιερό. Τα πάντα έχουν ψυχή και ζωή, γι’ αυτό βάζει μάτια ακόμα και στα δέντρα.
“Για μένα μετρά η σιωπή, το κενό, το σοκ”
Τον συγκινεί η βουβή μουσική των πραγμάτων, τον συναρπάζει η ακινησία, οι μεγάλοι χώροι όπου δημιουργούνται κινήσεις αέναες.
Θεωρείται μαζί με τον Πικάσο πατέρας της μοντέρνας ζωγραφικής. Τα παιδικά, σπιρτόζικα, ευφάνταστα μα και απλοποιημένα σχήματα στους πίνακές του, με καθαρά βασικά χρώματα, συν μαύρο και άσπρο, έκαναν πολλούς να πουν ότι “ζωγράφιζε σαν παιδί, αλλά γεννήθηκε παππούς”. Με τη χρήση λαμπερών χρωμάτων και σχημάτων επεδίωκε να δημιουργήσει περίεργα πλάσματα, παραμορφωμένες φιγούρες ζώων και διασκεδαστικά αντικείμενα που αιωρούνται ακανόνιστα στον χώρο.
Ο Μιρό ήταν ένας ιδιαίτερα γόνιμος καλλιτέχνης. Εργάστηκε πάνω στην κατασκευή γκραβούρων και λιθογραφιών, και βρίσκεται μεταξύ εκείνων των σύγχρονων καλλιτεχνών, όπως ο Πικάσο ή ο Σαγκάλ τα έργα των οποίων δημοσιεύθηκαν επίσης εκτυπωμένα σε μεγάλες εκδόσεις απευθυνόμενα στο ευρύτερο κοινό. Σήμερα, αυθεντικά έργα τέχνης του Μιρό είναι διαθέσιμα ακόμη και για τους λάτρεις της τέχνης, οι οποίοι έχουν ωστόσο περιορισμένα χρήματα στην διάθεσή τους.
Για περισσότερα έργα του Μιρό μπορείτε να μεταβείτε στην επίσημη ιστοσελίδα του καλλιτέχνη ( https://www.joan-miro.net/ ).
ΠΗΓΕΣ:
https://www.lifo.gr/team/sansimera/56895 ,
https://artclassproject.com/%CE%B6%CE%BF%CF%85%CE%AC%CE%BD-%CE%BC%CE%B9%CF%81%CF%8C/ ,
http://peritexnisologos.blogspot.com/2014/05/juan-miro-1893-1983.html ,
https://www.capital.gr/story/942017/xouan-miro-o-sourealistis-pou-sunexizei-na-lampei
“Ελέφαντας από Κελέβη” του Μαξ Ερνστ
Σαν σήμερα γεννιέται στο Μπρυλ της Γερμανίας ο Γερμανός ζωγράφος και γλύπτης, Μαξ Έρνστ (2 Απριλίου 1891 – 1 Απριλίου 1976) . Ο Έρνστ θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του κινήματος του υπερρεαλισμού αλλά και εν γένει της μοντέρνας τέχνης. Η τέχνη του χαρακτηρίστηκε από πρωτοποριακά και ρηξικέλευθα στοιχεία, με εμφανείς επιρροές από το σουρρεαλιστικό κίνημα. Επιπλέον, διακρίθηκε για το συνδυασμό διαφορετικών τεχνικών που χρησιμοποίησε, καθώς και από μία διαρκή αναζήτηση νέων μεθόδων σύνθεσης.
“Ο Ελέφαντας από Κελέβη” ζωγραφίστηκε στην Κολωνία το 1921 και ήταν ο πρώτος μεγάλος πίνακας του Ernst. Αγοράστηκε σύντομα μετά την ολοκλήρωσή του από το φίλο του καλλιτέχνη, τον ποιητή Paul Eluard, και ύστερα από αυτόν κληροδοτήθηκε στον Sir Roland Penrose, στου οποίου την κατοχή βρισκόταν μέχρι το 1975, οπότε και αυτός τον έδωσε να πωληθεί προς όφελος του Ινστιτούτου Σύγχρονης Τέχνης.
Αυτός ο πίνακας προέρχεται απευθείας από τη χρήση της τεχνικής του κολλάζ από τον Ernst από το 1919 και εξής, με σκοπό την παραγωγή περίεργων συνδυασμών εικόνων, παρόλο που δεν δημιουργήθηκαν προκαταρκτικά κολλάζ ή σκίτσα για τον συγκεκριμένο πίνακα. Η ιδέα του πίνακα απεικονίστηκε απευθείας πάνω σε αυτόν με μικρές αλλαγές όσο η ολοκλήρωσή του προχωρούσε.
Το τέρας, στο οποίο αναφέρεται ο τίτλος, μοιάζει τόσο με βραστήρα και είναι, όπως και ο υπόλοιπος πίνακας, εξαιρετικά ασαφές. Έχει ένα κεφάλι με κέρατα και μάτια που προφανώς δεν βλέπουν, όμως οι χαυλιόδοντες που προεξέχουν στο πίσω μέρος του υποδηλώνουν την ύπαρξη πιθανώς ενός δεύτερου κεφαλιού (ίσως του πραγματικού;) στην άλλη πλευρά. Ο λαιμός του μοιάζει να είναι μια οφιοειδής σπείρα που ξεπηδά από μια τρύπα στο πάνω μέρος του. Στην κορυφή του σώματός του παρατηρεί κανείς μια περίεργη σύνθεση με ζωηρά χρώματα και ένα έντονο μάτι. Το πλάσμα φαίνεται σαν να στέκεται σε ένα μεγάλο ανοιχτό χώρο, ωστόσο υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι είναι ενσωματωμένο σε ένα συμπαγές φόντο, ενώ δυο ψάρια κολυμπούν στον ουρανό από πάνω. Τρία όρθια αντικείμενα στέκονται γύρω του, ενώ στην κάτω δεξιά γωνία μια ακέφαλη κούκλα με υψωμένο το χέρι της μοιάζει να νεύει στο τέρας προς το μέρος της.
Ο Ελέφαντας της Κελέβης είναι πλέον ένα είδος υπό εξαφάνιση. Θα έλεγε κανείς πως ήταν πάντα, καθώς δεν υπήρξε στην πραγματικότητα. Θα ήταν μάλλον δύσκολο να σκεφτούμε τι είχε ο Ernst στο μυαλό του όταν ζωγράφιζε τον ομώνυμο πίνακα. Θεωρείται πως το σώμα του ‘ελέφαντα’ ζωγραφίστηκε με βάση το σχήμα ενός πήλινου αγγείου (Konkombwa το όνομα) που χρησιμοποιείται στην Αφρική, αλλά μια κοινή σόμπα θα έκανε την ίδια δουλειά. Έτσι κι αλλιώς τα διάσπαρτα στοιχεία του πίνακα αντιπροσωπεύουν χαρακτηριστικά σουρεαλιστικά σύμβολα. Το αποκεφαλισμένο άγαλμα, για παράδειγμα, που νεύει προς το κεφάλι του ‘μινώταυρου’ που βρίσκεται στην άκρη της προβοσκίδας, δείχνει να αναζητά το έτερον ήμισύ του.
Θα έλεγα πως ο Ελέφαντας της Κελέβης είναι ένα είδος μηχανικού τέρατος, με όλη την έννοια της πολεμικής τεχνολογίας που είχε ήδη κοστίσει έναν Ευρωπαϊκό πόλεμο (εννοώ τον 1ο ‘Παγκόσμιο.’) Από κει και πέρα η ‘Κελέβη’ εκτός από νησί της Ινδονησίας είναι και μια ‘ανόητη’ λέξη η οποία αναφέρεται (όπως ο Ernst αναφέρει) στο παρακάτω Γερμανικό σχολικό ποίημα:
The elephant from [C]elebes
has sticky, yellow bottom grease
The elephant from Sumatra
always fucks his grandmamma
The elephant from India
can never find the hole ha-ha
–
Ο ελέφαντας της Κελέβης
έχει παχύ, κίτρινο λίπος στον πισινό
Ο ελέφαντας από τη Σουμάτρα
πάντοτε πηδάει τη γιαγιά του
Ο ελέφαντας από την Ινδία
Δεν μπορεί να βρεί την τρύπα χα-χα
Στο πίσω μέρος του πίνακα υπάρχουν ποικίλες ανοιχτόχρωμες μουτζούρες από καρικατούρες φιγούρων και ζώων. Ωστόσο, έχει επισημανθεί ότι υπάρχουν επίσης δυο φιγούρες που κρατούν κάτι που μοιάζει με μπαστούνια του γκολφ, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τη λέξη ‘GOLF’ που είναι γραμμένη ανάμεσά τους. Αυτές τις παρακολουθεί ένα αλλόκοτο κεφάλι με ένα “μπαλόνι” να βγαίνει από το στόμα του μέσα στο οποίο είναι γραμμένες οι λέξεις ‘HA HA’ – πιθανότατα μια αναφορά στο τελευταίο στίχο της παραπάνω ρίμας.
Μαζί με την “Επιμονή της Μνήμης” του Salvador Dali, “Ο Ελέφαντας από Κελέβη” αποτελεί από τις πιο αναγνωρίσιμες εικόνες του Σουρρεαλιστικού Κινήματος.
Ο ποιητής της οδύνης, ο κληρονόμος πουλιών Μίλτος Σαχτούρης
Σαν σήμερα στις 29 Μαρτίου 2005 έφυγε από τη ζωή ο Μίλτος Σαχτούρης, ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς Έλληνες ποιητές, τιμημένος με τρία κρατικά βραβεία. Στο τέταρτο έτος της Νομικής το 1944 αποφάσισε να εγκαταλείψει το πανεπιστήμιο και να αφοσιωθεί στη μεγάλη του αγάπη: την ποίηση.
Έχοντας ήδη από το 1938 δημοσιεύσει με το ψευδώνυμο «Μίλτος Χρυσάνθης» ένα διήγημα στο περιοδικό «Εβδομάδα», ο Σαχτούρης πρωτοέγραψε ποίηση το 1941. Δυο χρόνια αργότερα γνώρισε τους Οδυσσέα Ελύτη και Νίκο Εγγονόπουλο και συνδέθηκε με στενή φιλία με τον τελευταίο. Ήταν, όμως, ο Ελύτης εκείνος που τον παρότρυνε να εμφανιστεί στο χώρο των γραμμάτων ως ποιητής, στο περιοδικό «Τα Νέα Γράμματα» το 1944.
Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε την πρώτη ποιητική του συλλογή με τίτλο «Η Λησμονημένη», βιβλίο, το οποίο «είναι αφιερωμένο σε αυτή τη γυναίκα, η οποία επανέρχεται και σε άλλα ποιήματά μου αργότερα μέχρι τα Εκτοπλάσματα», όπως θα δηλώσει αργότερα ο ίδιος. Το 1948 εξέδωσε τη συλλογή «Παραλογαίς» και ακολούθησαν πολλές άλλες, με κορυφαία για πολλούς την «Με το πρόσωπο στον τοίχο» το 1952.
Αν και στην αρχή τουλάχιστον της μακρόχρονης πορείας του κατακρίθηκε από πολλούς, ειδικά από τους ποιητές της γενιάς του ’30, οι κριτικοί δεν άργησαν να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στο έργο του σημαντικού αυτού ποιητή. Όσον αφορά τα κυρίαρχα θέματα του έργου του, αυτά αφορούν την περίοδο της κατοχής και της μεταπολεμικής εποχής. Ο Σαχτούρης θεωρείται ότι επηρεάστηκε σημαντικά από το κίνημα του υπερρεαλισμού, αν και παρά τη κυρίαρχη θέση του παραλόγου και του συμβολισμού στα ποιήματά του, δεν θεωρείται ότι εντάχθηκε ποτέ πλήρως στο ρεύμα αυτό.
O Βρασίδας Καραλής σε κείμενό του στο περιοδικό «Διαβάζω» με τίτλο «Το μυστήριο της ένοχης συνείδησης στην ποίηση του Μίλτου Σαχτούρη», αναφέρει: «Κανένας άλλος ποιητής μας δεν έχει ποτίσει τις εμπειρίες του στην αποσαθρωτική μαγγανεία της ενοχής όσο ο Μ. Σαχτούρης. Οσο και αν άλλοι ερωτοτρόπησαν με αυτό το ρίζωμα, όπως λόχου χάρη ο Δ. Σολωμός στον «Λάμπρο», ο Κ. Καβάφης στα πρώιμα ποιήματά του, ο Κ. Καρυωτάκης στα τελευταία του ποιήματα, όλοι αυτοί βρήκαν τρόπο να ξεφύγουν ή να υπεκφύγουν τον τρομακτικό φόβο του εξατομικευμένου οράματος που γεννάει την ενοχή και τη μετατρέπει σε βάση πνευματικότητας. Ο Σολωμός απέδρασε σε μια άσαρκη και άφυλη anima mundi· Ο Καβάφης σε έναν ερωτισμό της περιέργειας για το ανδρικό σώμα, ενώ ο Καρυωτάκης κατέφυγε στη λαγνεία του κατοπτριζόμενου κορμιού του.
Μπορεί όμως κάποιος να αισθάνεται ενοχή μόνο και μόνο επειδή μισεί τη μητέρα του ή επειδή είναι ομοφυλόφιλος ή επειδή δεν είναι ωραίος σαν τον Απόλλωνα;… Αυτές οι επιδερμικές και ανόητες φοβίες δεν διανοίγουν ποτέ την ατομική εσωτερικότητα στη θεωρία της ίδιας της τυχαιότητας και μοναξιάς· δεν στρέφουν το υποκείμενο προς τον εαυτό του. Το απομονώνουν σε ένα δωμάτιο, απ’ όπου μοίρεται και κλαίγεται επειδή δεν αρέσει, επειδή το φαινόμενο δεν θεμελιώνει μια σχέση ελκτική προς το βλέμμα που το αντικρίζει. Από αυτές δυστυχώς τις παιδικές αφέλειες, με όλη τη γοητεία της αμέριμνης αθωότητας, είναι γεμάτη η ποίηση, και ειδικά η ελληνική σε βαθμό απελπισίας.
Με τον Μ. Σαχτούρη όλα αυτά καταρρέουν και διαλύονται· και μαζί του οι δημοτικοφανείς τρόποι μιας ύπαρξης χωρίς εσωτερικές σχέσεις, συγκρούσεις και διλήμματα. Πρώτη λογοτεχνική αφετηρία του έργου του είναι ο παραμερισμός της τοπιογραφίας του Οδ. Ελύτη, του Γ. Σεφέρη, του Α. Εμπειρίκου, ακόμα και του Ν. Εγγονόπουλου. Σε όλη τη γλωσσική ευφορία και ευτοπία αυτών των συγγραφέων, την πίστη τους στην αρτιμέλεια της γλώσσας και την τελειοποιησιμότητα του κόσμου διά του μύθου, ο Μ. Σαχτούρης αντιτάσσει ένα κολαστήριο ψυχών, μια ακοινώνητη γλώσσα, το άσμα μιας ρημαγμένης Κασσάνδρας».
Ο ίδιος μιλάει για την ποίηση του: Θέλω να πλησιάζουν την ποίησή μου με αγάπη μόνο, χωρίς διανοητικές τάσεις και προεκτάσεις που αγνοώ. Ο Ισαάκ Μπράιτον, ας πούμε, δεν ξέρω καν ποιος είναι, ούτε ο Ιωάννης Βενιαμίν δ’ Αρκόζι. Στους πέντε χιλιάδες που αγόρασαν τελευταία τα ποιήματά μου θα υπάρχουν 100-200 άνθρωποι που καταλαβαίνουν, άσχετα από τη μόρφωσή τους. Το έχω ξαναπεί, στο Μαρούσι, προ πολλών ετών, ένας τσαγκάρης με γνώσεις Δ’ Δημοτικού διάβαζε τη «Λησμονημένη» κι έκλαιγε εξηγώντας μου πως είναι ερωτικό ποίημα – αυτό που είναι από τα πλέον δύσκολά μου.
Πάντα ορισμένοι με μια ευαισθησία αλλιώτικη, που έχουν ανάγκη την ποίησή μου, θα με καταλαβαίνουν. Μερικοί θυμώνουν όταν τους επισημαίνεις την έλλειψη ευαισθησίας που τους αποκλείει από τη μέθεξη. Ένας συνταγματάρχης μπορεί να παραδεχτεί ότι δεν καταλαβαίνει τον Μπετόβεν, αλλά επιμένει ότι μπορεί και κρίνει όλη την ποίηση. Δεν χρειάζεται να έχεις σχέση με την ποίηση για να συγκινηθείς. Εκείνο που με ικανοποιεί περισσότερο απ’ όλες τις κριτικές και τα γραφόμενα είναι οι ομολογίες μερικών νέων παιδιών ότι βρήκαν στην ποίησή μου κάποιον που συμπάσχει μαζί τους. Ήταν σαν να προέβλεψα τα δύσκολα χρόνια μας.
Δεν εκτιμώ όσους πετάγονται από το ένα θέμα στο άλλο και αλλάζουν το ύφος σαν πουκάμισο. Είναι κάτι που με ενοχλεί και στον Πικάσο. Η λεγόμενη ανανέωση. Εγώ πιστεύω ότι ένας γνήσιος ποιητής έναν κόσμο έχει, και αυτόν εκφράζει. Το είπε και ο Παλαμάς: «Το ίδιο τραγούδι πάντα να λες, είτε γελάς είτε κλαις». Εκτιμώ τον Ρουό και τον Σαγκάλ που διατήρησαν το στυλ τους ως το τέλος.Ο γνήσιος ποιητής πρέπει να βρει το «μηχανάκι» του. Να καταλήξει κάπου… Κι εγώ στις «Παραλογαίς» άρχισα να κάνω δοκιμές, για να καταλήξω οριστικά στο «Με το πρόσωπο στον τοίχο».
Ο ποιητής είναι άχρηστος. Είναι είδος πολυτελείας. Βοηθάει ορισμένους μόνο ευαίσθητους ανθρώπους να ξεπεράσουν τις δυσκολίες που έχει αυτή η ζωή. Ίσως, και παρόλο που δηλώνω έτσι αφοριστικά την αχρηστία του ποιητή, βλέπω οπωσδήποτε την έστω περιορισμένη κοινωνική λειτουργία του. Υπάρχει αυτή η αντίφαση. Ο κόσμος γελάει όταν δηλώνεις ποιητής, άλλωστε τα περισσότερα ειδύλλιά μου τελειώσανε άμα τη δηλώσει της ποιητικής μου ιδιότητος. Πολλοί ντρέπονται. Όχι, εγώ ήμουν ανέκαθεν τρελός, επαναστατημένος. Το πλήρωσα ακριβά αυτό, αλλά δεν μετάνιωσα ποτέ.
Κέρδισα πάρα πολλά πράγματα από τον υπερρεαλισμό, αλλά ποτέ δεν ήμουν καθαρόαιμος υπερρεαλιστής. Έχω οφειλές παντού και κυρίως στις μεγάλες ξένες λογοτεχνίες. Οι νέοι παίρνουν αίμα από τους παλιούς και προχωρούν τον δρόμο τους – εννοείται οι νέοι που έχουν ταλέντο, γιατί οι άλλοι, οι κακοί, απλώς μιμούνται. Η ρήξη, όταν υπάρχει, είναι φαινομενική. Στον υπερρεαλισμό υπήρχε ήδη ο Απολινέρ, και γρήγορα προσυνεταιρίσθησαν τον Λοτρεαμόν και τον Ιερώνυμο Μπος. Μου αρέσει πάρα πολύ (ο Μπος) αλλά γνώρισα το έργο του αφού είχα γράψει τα περισσότερα ποίηματά μου. Νέος, είχα επηρεαστεί πολύ από τις εικόνες του Νταλί – αυτού του κατεργάρη και λιγάκι απατεώνα. Μου αρέσουν ακόμα από τους Έλληνες ο Παρθένης, ο Μπουζιάνης κι ο Εγγονόπουλος. Από τον τελευταίο έμαθα πολλά πράγματα. Είχα τη χαρά να τον κάνω συντροφιά τρία χρόνια καθημερινώς, τότε που μίλαγε ακόμα με τους ανθρώπους – ήταν αληθινά σοφός.
Πηγή:LiFO
Tvx.gr