Ο πίνακας ζωγραφικής “Πρόγευμα στη Χλοή” («Le déjeuner sur l’herbe») του Γάλλου Ιμπρεσιονιστή ζωγράφου Εντουάρ Μανέ, ο οποίος ανήκει στο καλλιτεχνικό ρεύμα του Ιμπρεσιονισμού, φυλάσσεται και εκτίθεται σήμερα στο Musée d’Orsay στο Παρίσι.
O πίνακας αυτός θεωρήθηκε τόσο σκανδαλώδης και ριζοσπαστικός για την εποχή του για δύο, κυρίως, λόγους. Ο πρώτος είναι η κατάργηση της προοπτικής μέσω της απουσίας αντιθέσεων φωτός και σκοταδιού. Η αίσθηση του βάθους – η οποία επιτάσσει την σμίκρυνση των μορφών που κινούνται προς το φόντο του πίνακα και την βαθμιαία εξασθένιση του χρώματός τους – χάνεται παντελώς.
Το χέρι του άνδρα, παραδείγματος χάρη, στο κέντρο μοιάζει να ακουμπάει σχεδόν το χέρι της γυμνής γυναίκας, η οποία όμως δίνει την εντύπωση ότι επιπλέει από πάνω του, αφού το φόντο και το προσκήνιο φαίνονται να έχουν γίνει ένα. Ο Γάλλος κριτικός τέχνης, Jules-Antoine Castagnary, είχε σχολιάσει χαρακτηριστικά ότι «καμία λεπτομέρεια δεν είναι ακριβής και καμιά μορφή αυστηρή. Βλέπω δάχτυλα χωρίς κόκαλα, κεφάλια χωρίς κρανία. Βλέπω φαβορίτες ζωγραφισμένες σαν δυο κομμάτια μαύρο πανί κολλημένα στα μάγουλα».
Ο ριζοσπαστικός χαρακτήρας του έργου οφείλεται, επιπλέον, στην τολμηρή απεικόνιση του γυμνού. Στα αναγεννησιακά έργα αυτή ήταν απολύτως φυσιολογική, όμως εδώ οι μορφές ζωγραφίστηκαν χωρίς μυθολογικές ή αλληγορικές παραπομπές. Είναι δύο θνητές, κοινές γυναίκες. Το κοινό του Παρισιού αδυνατούσε να το αποδεχθεί. Η στάση της γυμνής γυναίκας στο κέντρο του πίνακα, καθώς και το βλέμμα της, με το οποίο θα μπορούσε να πει κανείς ότι “καρφώνει ξεδιάντροπα” το θεατή, θεωρήθηκαν ότι παραπέμπουν άμεσα σε έναν προκλητικό για την εποχή ερωτισμό.