Ο Γάμος των Αρνολφίνι (πίνακας γνωστός και σαν Το Πορτρέτο των Αρνολφίνι ή Οι αρραβώνες των Αρνολφίνι) είναι ελαιογραφία του Φλαμανδού ζωγράφου Γιαν βαν Άικ, που φιλοτεχνήθηκε το 1434 και σήμερα βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου. Θεωρείται ένα από τα πιο πρωτότυπα έργα στη Δυτική ιστορία της τέχνης κυρίως για την τεχνική του, αλλά και για το πλήθος αμφιλεγόμενων συμβολικών στοιχείων που περιλαμβάνει. Ο πίνακας απεικονίζει τον γάμο ή αρραβώνα ενός επιφανούς ζεύγους της πόλης Μπριζ, του Τζιοβάννι Αρνολφίνι και της γυναίκας του. Ο Αρνολφίνι ήταν έμπορος από την πόλη Λούκα, ο οποίος έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στο Μπριζ, όπου και τάφηκε το 1472. Η γυναίκα που απεικονίζεται είναι η Τζοβάννα Τσενάμι, κόρη εμπόρου. Το έργο φιλοτεχνήθηκε πιθανότατα στο Μπριζ, όπου ο βαν Άικ εργαζόταν στην υπηρεσία του Δούκα της Βουργουνδίας από το 1425.
Τα έντονα περιγράμματα, η αυστηρή προοπτική και η τολμηρή απεικόνιση της ομορφιάς του ανθρώπινου σώματος που παρατηρείται στους φλωρεντινούς ζωγράφους του 15ου αιώνα αντικαθίσταται στο Βορρά από την εμμονή για αναπαράσταση των αληθινών λεπτομερειών του φυσικού τοπίου και των πραγμάτων. Εκπρόσωπος της Φλαμανδικής σχολής ο Γιαν Βαν Άικ, επιθυμούσε να αποδώσει με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια τον ορατό κόσμο, ενώ φημολογείται πως ο ίδιος εφηύρε την ελαιογραφία. Η ανάμειξη των χρωμάτων σε μορφή σκόνης με λάδι δημιούργησε πίνακες εντυπωσιακούς και παραστάσεις που μοιάζουν τραβηγμένες με φωτογραφικό φακό. Μια τέτοια έκφραση της πραγματικότητας αποτελεί «Ο αρραβώνας των Αρνολφίνι» (ή «Πορτραίτο των Αρνολφίνι»). Έχει ειπωθεί πως πρόκειται για μια προσωπογραφία-καταγραφή της σημαντικής στιγμής των αρραβώνων, όπως θα αναλάμβανε να κάνει σήμερα ένας συμβολαιογράφος. Ο Γιαν βαν Άικ κατάφερε χάρη στη νέα τεχνική να αποδώσει ρεαλιστικά την έννοια του βάθους αλλά και να συμπεριλάβει συμβολικά στοιχεία που προκάλεσαν κατά καιρούς αμφιλεγόμενες ερμηνείες.
Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές της τέχνης, κρύβονται ορισμένοι συμβολισμοί πίσω από το έργο: τα ώριμα φρούτα δεν δηλώνουν παρά την έννοια της φθοράς και του θανάτου ή κατά άλλες θεωρίες την γονιμότητα και την πτώση του ανθρώπινου γένους από τον παράδεισο · πιο απλά αποτελούν ένδειξη πλούτου αφού η εισαγωγή τους στις Κάτω Χώρες ήταν ιδιαίτερα ακριβή. Το ένα και μοναδικό κερί που είναι αναμμένο συμβολίζει την ματιά του Θεού ή ενός ιερού φαντάσματος και το σκυλάκι αποτελεί σύμβολο συζυγικής πίστης ή ακόμα και την επιθυμία του ζευγαριού να αποκτήσει απογόνους. Τέλος, η επιλογή των χρωμάτων δεν είναι τυχαία αφού το κόκκινο συνδέεται με την σαρκική ένωση και την αγάπη, το πράσινο του φορέματος εκφράζει την ελπίδα και το λευκό κάλυμμα στα μαλλιά της κοπέλας την αγνότητά της. Μάλιστα, η νεαρή γυναίκα έχει μόλις τοποθετήσει το δεξί της χέρι στο αριστερό χέρι του Αρνολφίνι, ο οποίος ετοιμάζεται με το δεξί του χέρι να κρατήσει την σύζυγό του πλέον, σαν ένα τεκμήριο της ένωσής τους.
Ο ζωγράφος επιλέγει με δύο τρόπους να δηλώσει την παρουσία του τη στιγμή των αρραβώνων : αν παρατηρήσουμε καλύτερα το έργο, θα διαπιστώσουμε πως η μορφή του σχηματίζεται στον καθρέπτη που βρίσκεται στον τοίχο του δωματίου πίσω από το ζευγάρι, λαμβάνοντας την ίδια θέση με τους παρατηρητές, ενώ επιβεβαιώνει την νομική εγκυρότητα του γάμου με την λατινική φράση : «Johannes de Eyck fuit hic 1434» (Ο Γιαν Βαν Άικ ήταν εδώ 1434). Από ένα έργο του 15ου αιώνα θα ήταν παράλειψη η ανυπαρξία του χριστιανικού στοιχείου, γι’ αυτό και οι σκηνές περιμετρικά του καθρέπτη δεν είναι παρά ιερές εικόνες από τα πάθη του Χριστού για τις οποίες υποστηρίζεται πως ο Γιαν Βαν Άικ χρειάστηκε μεγεθυντικό φακό για να φιλοτεχνήσει.
Τα αρχεία αναφέρουν πως η Τζιοβάνα πέθανε το 1433. Άραγε πέθανε ενώ ακόμη ο πίνακας δεν είχε τελειώσει ή ήταν μια παραγγελία προς τιμήν της νεκρής συζύγου; Εάν πέθανε ενόσω ο πίνακας δεν είχε τελειώσει ακόμη, τότε σίγουρα έγιναν κάποιες μετατροπές σε ανάμνηση της εκλιπούσας όπως φαίνεται από το σβησμένο κερί….