«Το Μεγάλο Κύμα στα ανοιχτά της Καναγκάουα» (The Great Wave) του Κατσουσίκα Χοκουσάι είναι ίσως το πιο γνωστό έργο της τέχνης της Ιαπωνίας στη Δύση ενώ επηρέασε και την παγκόσμια τέχνη. Ο Ιάπωνας ζωγράφος περιέλαβε το Κύμα στις Τριανταέξι απόψεις του Φουτζιγιάμα, που δημιούργησε με την τεχνική της ξυλογραφίας. Ο σπουδαιότερος καλλιτέχνης της Ιαπωνίας, ίσως ο μόνος με τόση επιτυχία στον δυτικό κόσμο, γεννήθηκε το 1770 και πέθανε 89 χρόνια αργότερα έχοντας διανύσει αναρίθμητα καλλιτεχνικά στυλ, δημιουργήσει εξίσου πολλά έργα και αλλάξει παραπάνω από 30 φορές το όνομά του. Οι διαφορετικές ταυτότητες ήταν κάτι σύνηθες για την εποχή και τη χώρα του, αλλά κανένας καλλιτέχνης δεν το δοκίμασε τόσες φορές.
Ο «τρελός για τη ζωγραφική», όπως του άρεσε να αυτοαποκαλείται –αποκαλύπτουν τα γραπτά του– ζωγράφιζε από μικρό παιδί και μέχρι τα βαθιά γεράματά του, μετανιώνοντας που δεν «έζησε μέχρι τα 110 του για να βρει το πραγματικό του ύφος και να φτάσει την τέχνη του στο απόγειό της». Λίγα πράγματα γνωρίζουμε για την προσωπική του ζωή, μεταξύ αυτών, το ότι παντρεύτηκε και χήρεψε δύο φορές, ενώ απέκτησε δύο γιους και τρεις κόρες.
Ο Χοκουσάι εμπνεόταν από την καθημερινή ζωή, τους απλούς ανθρώπους, τις παραδόσεις, τους μύθους και τη φύση. Τα πιο γνωστά έργα του τα δημιούργησε μετά την ηλικία των 60 χρόνων.
Η φήμη του στην Ιαπωνία –αλλά και στη Δύση, σε όσους είναι εξοικειωμένοι με το έργο του– βασίζεται στα σχέδια τοπίων, στα οποία περιλαμβάνονται καταρράκτες, γέφυρες και πιο πολύ το βουνό Φούτζι (Fuji). Ο Χοκουσάι είχε εμμονή με το όρος Φούτζι. Άφησε πίσω του έναν σημαντικό αριθμό σχεδίων, γύρω στα 30.000. Από τα εικονογραφημένα φτηνά χαρτιά περιτυλίγματος των ολλανδικών προϊόντων ο Χοκουσάι γνώρισε τον ευρωπαϊκό τρόπο απεικόνισης ενός τοπίου, την προοπτική, τη φωτοσκίαση κ.ά. και όλα αυτά τα στοιχεία τα εισήγαγε στη ζωγραφική του (π.χ. στις «36 απόψεις του βουνού Φούτζι»), εγκαταλείποντας τα παραδοσιακά θέματα με πολεμιστές ή ευγενείς, που αποτελούσαν την κύρια εικονογράφηση στην ιαπωνική τέχνη της εποχής. Γύρω στο 1880 τα ιαπωνικά χαρακτικά έγιναν μόδα στη δυτική κουλτούρα και τα τυπώματα του Χοκουσάι μελετήθηκαν από καλλιτέχνες όπως ο Βαν Γκογκ, ο Ντεγκά, ο Μανέ κ.ά. Έτσι, το στιλ αναπαράστασης που προέκυψε στην τέχνη ονομάστηκε «ιαπωνισμός». Το όνομα που υιοθέτησε για τον εαυτό του στο τέλος της ζωής του ήταν “ο γέρος που λάτρευε την τέχνη” ενώ λέγεται πως λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή σε ηλικία 88 ετών, αναφώνησε ότι χρειαζόταν μόνο πέντε ακόμα χρόνια ζωής για να γίνει πραγματικός ζωγράφος.
“Από την ηλικία των έξι περίπου χρόνων, είχα τη συνήθεια να σχεδιάζω εικόνες από τη φύση. Έγινα καλλιτέχνης και στα πενήντα μου άρχισα να φτιάχνω δουλειές που είχαν κάποια απήχηση, αλλά τίποτα απ’΄οσα έκανα πριν τα εβδομήντα δεν υπήρξε άξιο προσοχής. Στα 73 μου χρόνια άρχισα να κατέχω τη δομή των πτηνών και των ζώων, των εντόμων και των ψαριών, και τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώνουν τα φυτά. Αν συνεχίσω να προσπαθώ, θα τα κατανοήσω σίγουρα καλύτερα μέχρι να φτάσω στα 86, κι έτσι στα 90 θα έχω εισχωρήσει μέσα στην ουσία της φύσεώς τους. Στα εκατό μάλλον θα έχω πλέον με βεβαιότητα μια θεϊκή κατανόησή τους, ενώ στα 130, 140 και πάνω θα έχω φτάσει σε σημείο να κάνω κάθε κουκκίδα και κάθε μου πινελιά να μοιάζουν ζωντανές. Είθε ο Ουρανός που δίνει μακροζωία, να μου προσφέρει την ευκαιρία να αποδείξω πως όλ’ αυτά δεν είναι ψέματα.”
Τελικά έζησε μέχρι τα 89 οπότε μπορεί να πει κανείς πως η αισιοδοξία του και η αφοσίωση στο αντικείμενό του τον βοήθησαν να μακροημερεύσει.
Στο «Μεγάλο κύμα», η θάλασσα περικυκλώνει το μάτι του θεατή και το πελώριο κύμα δίνει την αίσθηση ότι ανεβαίνει και όχι ότι κατεβαίνει, για να συναντήσει το βουνό στο βάθος. Αλλες 35 εκδοχές του έργου αυτού, με φόντο το βουνό, εμφανίζονται και αυτή τη φορά ο καλλιτέχνης υπογράφει με το όνομα Litsu.
Η υπεροχή αυτού το έργου μπορεί να αποδοθεί –εκτός από την καθαρότητα και την ομορφιά του σχεδίου– στην επιβλητική δύναμη της αντίθεσης μεταξύ του κύματος και του βουνού. Το ταραγμένο κύμα μοιάζει να υψώνεται πάνω από τον θεατή, ενώ αντίθετα η μικρή, σταθερή πυραμίδα του βουνού Φούτζι βρίσκεται σε απόσταση. Στις παραδοσιακές απεικονίσεις φημισμένων τοπίων το βουνό Φούτζι ήταν πάντα το κέντρο της σύνθεσης. Ο Χοκουσάι αντέστρεψε αυτή την παράδοση και απεικόνισε το διάσημο βουνό σαν μικρό λόφο στο βάθος της εικόνας και στο μέσο ενός ταραγμένου θαλάσσιου τοπίου. Στον Χοκουσάι άρεσε να απεικονίζει το νερό σε κίνηση: οι αφρώδεις απολήξεις του, λεπταίσθητα σχεδιασμένες, μοιάζουν σαν συσπασμένα δάχτυλα, έτοιμα ν’ αγκαλιάσουν αλλά και να πνίξουν, να καταπιούν ό,τι βρίσκεται μπροστά τους. Το τεράστιο κύμα σχηματίζει μια μάζα που έρχεται σε αντίθεση με τον άδειο χώρο που βρίσκεται από κάτω. Η επικείμενη συντριβή του κύματος δημιουργεί ένταση στο έργο. Μπροστά μας σχηματίζεται ένα μικρότερο μυτερό κύμα.
Οι τρεις βάρκες που μεταφέρουν ψάρια στα νησιά φαίνεται σαν να βουλιάζουν ανάμεσα στα μεγάλα κύματα. Οι μικροσκοπικοί ψαράδες στριμώχνονται μέσα στις βάρκες, καθώς αυτές γλιστρούν κάτω και μέσα από το κύμα, και προσπαθούν να τις οδηγήσουν στην άλλη πλευρά. Η βιαιότητα της φύσης σ’ αυτό το έργο ισορροπεί με την ήρεμη αυτοπεποίθηση, την πειθαρχία και την αγωνιστικότητα των έμπειρων ψαράδων. Οι ψαράδες, με μια πρώτη ματιά, παρουσιάζονται σαν δευτερεύον στοιχείο της σύνθεσης, όμως δεν πρέπει να παραβλέψουμε τη μεγαλειώδη μάχη του ανθρώπου για την επιβίωσή του.
Τα κύματα του Ειρηνικού δεν είναι σαν αυτά που ξέρουμε. Είναι μεγάλα και απειλητικά κι η δύσκολη ζωή των Ιαπώνων ψαράδων αποτυπώνεται με τον καλυτερο τρόπο στο έργο του Χοκουσάι. O Βίνσεντ Βαν Γκογκ που θαύμαζε την ιαπωνική ζωγραφική, και επηρεάστηκε πολύ από αυτήν, έλεγε για το κύμα “Μα δε φαίνεται πως το κύμα είναι έτοιμο να κατασπαράξει τις βάρκες; Κοιτάξτε πιο προσεχτικά πώς μοιάζουν οι άκρες του με απειλητικά νύχια!”
Για τους Δυτικούς αυτή η ξυλογραφία μοιάζει να είναι η πεμπτουσία της ιαπωνικής εικόνας, όμως για τους παραδοσιακούς Ιάπωνες της εποχής του Χοκουσάι η απεικόνιση των ψαράδων, της προοπτικής ή της λεπτής σκιάς στον ουρανό ήταν θέματα μη αποδεκτά.
Αριστερά, στο επάνω μέρος του έργου, υπάρχει ένα κείμενο με γιαπωνέζικη γραφή. Τα κείμενα αυτά, που αποτελούσαν χαρακτηριστικό των γιαπωνέζικων χαρακτικών, ήταν συνήθως ποιήματα, και αυτά τα ποιήματα εικονογραφούσε η εικόνα.
Θεωρείται πως είναι ο μεγάλος αναμορφωτής της ιαπωνικής τέχνης καθώς εμπνεόμενος από τη φύση και την ανθρώπινη μορφή, ο Χοκουσάι δημιούργησε εικόνες λεπταίσθητες, ρευστές και ονειρικές παρότι προκύπτουν από πραγματικά τοπία και καθημερινές ασχολίες, κι αυτό είναι η απόδειξη της σπουδαιότητας της τέχνης του.
To πρώτο μουσείο αφιερωμένο στο έργο του άνοιξε τις πόρτες του στις 22 Νοεμβρίου 2016 κοντά στο Τόκυο.
Η γλύπτρια Καμίλ Κλοντέλ, ο συνθέτης Ντεμπυσσύ, η εταιρεία ρούχων Quiksilver καθώς και το λειτουργικό των iPhone είναι μερικοί μόνο που έχουν εμπνευστεί ή μεταπλάσει το χαρακτικό αυτό σε γλυπτά, συνθέσεις, εμπορικά σήματα, ακόμα και emoji.
Πηγές:
https://peopleandideas.gr/2013/03/06/garrett-mcnamara-katsushika-hokusai/
http://www.kathimerini.gr/798603/gallery/politismos/eikastika/ta-trianta–proswpa–toy-iapwna-xokoysai
https://www.lifo.gr/articles/arts_articles/146211
2 thoughts on ““Tο Μεγάλο Κύμα” του Κατσουσίκα Χοκουσάι”