Πάνε 5 χρόνια από τότε… Μέσα σε αυτά βλέπω τον εαυτό μου να μεγαλώνει, να ωριμάζει, να αλλάζει. Αυτό που δεν έχει αλλάξει ούτε λίγο είναι το σκίρτημα στην καρδιά μου κάθε φορά που τα χέρια μου αγγίζουν ένα βιβλίο, που τα μάτια ανοιγοκλείνουν εκστατικά πάνω από ένα ποίημα, που στα αυτιά μου ηχεί μετά μελοποιημένο. Που και που ψάχνω τους ανθρώπους και τους τόπους πίσω από τις λέξεις. Σπάνια τους βρίσκω, μάλλον θα έλεγα τους επινοώ. Σε αυτή τη διαδικασία αναζήτησης, αποδόμησης της ποιητικής και ταυτόχρονης ανοικοδόμησης μιας προσωπικής εικόνας του κόσμου δεν φεύγουν ποτέ τα λόγια που μοιράστηκε μαζί μου εκείνο το χειμωνιάτικο απόγευμα, ο Τίτος Πατρίκιος: «Η ποίηση γράφεται από και για τους ανθρώπους, αλλά και από και για τον ποιητή».
Ας τα πάρουμε όμως όλα από την αρχή. Ακόμα στο σχολείο, είχα την τύχη χάρις σε έναν καθηγητή μου να επισκεφθώ τον Τίτο Πατρίκιο στο σπίτι του προκειμένου να τον γνωρίσω και να τον ρωτήσω τις απορίες μου για τη λογοτεχνική άβυσσο. Τις μέρες πριν βάλθηκα να διαβάζω με μανία τα ποίηματά του, που προηγουμένως απλά μπορεί να είχα ακούσει. Στην αρχή μου φαινόταν λίγο πιο ξένα από την ποίηση του Καβάφη και του Σεφέρη που σαν αναγνώστρια ήμουν πιο εξοικειωμένη. Η μικρή τους έκταση, η περιεκτικότητά τους, τα γεγονότα που περιέγραφαν δε θύμιζαν σε τίποτα όλα όσα είχα μέχρι τότε μελετήσει. Η διαφορετικότητα αυτή, ωστόσο, τα έκανε ελκυστικά και όξυνε την περιέργειά μου να γνωρίσω τον δημιουργό τους. Είχα διαλέξει το αγαπημένο μου, είχα κρατήσει σημειώσεις, είχα διαβάσει και ξαναδιαβάσει στοιχεία για τη ζωή του, ήξερα τι ήθελα να μάθω από αυτόν. Ξεκίνησα λοιπόν με λουλούδια στο χέρι, φλόγα στην καρδιά και ανυπομονησία στο μυαλό.
Όταν φτάσαμε στο διαμέρισμα του Τίτου Πατρικίου στο Παγκράτι, βρέθηκα σε ένα σπίτι που έμοιαζε όπως ακριβώς φαντάζεται κανείς το σπίτι ενός ποιητή. Γεμάτο βιβλία, από τα οποία δεν μπορούσα να ξεκολλήσω το βλέμμα μου, με χειρόγραφα και αφιερώσεις του Ρίτσου και του Αναγνωστάκη και μια δόση παλιάς Αθήνας σε κάθε γωνία του. Ο κ. Πατρίκιος εκεί στην είσοδο μας χαιρέτησε χαμογελαστά και εγκάρδια. Δεν αργήσαμε να ξεκινήσουμε τη συζήτηση, αν και διστακτικά μιλούσαμε, γιατί εκείνη την μέρα θέλαμε μονάχα να ακούμε. Σαν σφουγγάρια έτοιμα να απορροφήσουν την γνώση, τη σοφία μιας αυθεντίας, έτσι τουλάχιστον θαρρώ πως τον έβλεπα. Όμως αυτός που στεκόταν μπροστά μου ήταν ένας άνθρωπος ταπεινός, με επίγνωση των πραγμάτων και εμπειρία ζωής. Οι ρυτίδες του προσώπου του, βέβαια , ερχόταν σε αντίθεση με την οξυδέρκεια του μυαλού που μαρτυρούσε έναν σκεπτόμενο ενήλικα και το ζεστό και ευγενικό χαμόγελο που έμοιαζε με εκείνο ενός παιδιού.
Η αλήθεια είναι πως δε θυμάμαι πολλά από εκείνη τη συζήτηση. Υποπτεύομαι θα είναι όλα καταγεγραμμένα στο μικρό, λευκό σημειωματάριο που κουβαλούσα μαζί μου. Θυμάμαι, όμως το πιο σημαντικό.. Θυμάμαι πως ένιωσα κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής αυτής ιδεών και απόψεων, αλλά και μετά. Θυμάμαι πως εκείνη ακριβώς τη στιγμή κατέληξα πόσο αναγκαία είναι η ποίηση στη ζωής μας, σε χαλεπούς και μη καιρούς. Θυμάμαι πως συνειδητοποίησα πως κάποιες φορές πιο αξιοθαύμαστο από το έργο είναι το πρόσωπου που κρύβεται πίσω από αυτό. Θυμάμαι πόσο ανοικτά, διαλλακτικά μιλούσε. Η ποίηση δεν είναι μονάχα προνόμιο μερικών, ούτε ως προς την γραφή, ούτε προς την ανάγνωσή της. Εκεί κατέληξα. Θυμάμαι πως σκέφτηκα πως δεν ήταν αδύνατο να υπηρετήσω και εγώ, στο μέτρο που θα μπορέσω. Για λίγο ένιωσα μικρή, μπροστά σε έναν τόσο μεγάλο καλλιτέχνη. Δεν άργησε η ιδέα αυτή να με εγκαταλείψει και να αντικατασταθεί από έναν πιο βαθύ και ουσιαστικό σεβασμό και θαυμασμό .
Όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε, το κορίτσι που έβγαινε από την ίδια πόρτα από την οποία εισήλθε πριν λίγες ώρες, ήταν πολύ πιο συνειδητοποιημένο για τις επιθυμίες, τους στόχους της και τη σχέση της με την ποιητική τέχνη. Αυτή η διαφορά που παρατήρησα και εγώ με σημάδευσε. Και καρφώθηκε στο μυαλό μου: « Η λογοτεχνία είναι ισχυρότερη από τις αποτυχίες της». Θα προσπαθώ και ας αποτυγχάνω, τουλάχιστον θα το κάνω στο βωμό της.
Κάθε φορά που διαβάζω το βιβλίο με την αφιέρωσή του, κάποιο ποίημα, ή ακούω κάποιο από αυτά μελοποιημένα, ταξιδεύω σε αυτή τη συνάντηση, τη συνειδητοποίηση, την αλλαγή και δε νιώθω τίποτα άλλο παρά ευγνωμοσύνη.