20 Ιουλίου του 1989, σε ηλικια 79 ετών, πεθαινει στην Αθήνα ο Γιάννης Τσαρούχης, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες καλλιτέχνες, υπεύθυνος για τη διάδοση της ελληνικής λαϊκής παράδοσης στο εξωτερικό.
Η καταγωγή του ήταν από τα Ψαρά, αλλά μέχρι τα 17 του χρόνια μεγάλωσε στον Πειραιά και ύστερα μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Επρόκειτο για μια ιδιαίτερα ευκατάστατη οικογένεια, με κοσμοπολίτικο αέρα. Η ζωή στον Πειραιά, οι εικόνες από το λιμάνι, τα νεοκλασικά κτίρια -να σημειωθεί ότι ο ζωγράφος είχε περάσει μέρος των παιδικών του χρόνων στην έπαυλη της θείας του, Δέσποινας Μεταξά- αλλά και οι φτωχές λαϊκές συνοικίες και το θέατρο σκιών επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό την ζωγραφική του Τσαρούχη.
Η μετακόμιση του στην Αθήνα συμπίπτει χρονικά με μια πιο εντατική και πιο σοβαρή ενασχόληση με την ακουαρέλα, όπως λέει ο ίδιος ο Τσαρούχης. Σε ηλικία 19 ετών τα πρώτα του έργα εκτίθενται στο άσυλο τέχνης και αυτό γίνεται για να φοιτήσει στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών του Εθνικού Μετσόβιου πολυτεχνείου από το 1929. Καθηγητές του υπήρξαν επιφανείς έλληνες ζωγράφοι όπως ο Ιακωβίδης, ο Βικάτος, ο Θωμόπουλος και ο Παρθένης.
Παράλληλα με τις σπουδές του στη σχολή καλών τεχνών μαθητεύει κοντά στον Φώτη Κόντογλου. Ο τελευταίος παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του ύφους του Τσαρούχη, καθώς τον φέρνει κοντά στην ελληνική και βυζαντινή λαϊκή πνευματική παράδοση και του διδάσκει την τέχνη της αγιογραφίας. Ο Τσαρούχης ενδιαφέρεται επίσης για την παρασημαντική, την οποία διδάσκεται την ίδια εποχή. Είναι πολύ χαρακτηριστικά τα λόγια του μεγάλου αγιογράφου προς τον Τσαρούχη, όταν τον πρωτογνώρισε και είδε τα πρώτα έργα του:
«Μου ‘παν ένα παιδί γεννημένο στον Πειραιά. Νόμιζα ότι ήσουν λαϊκό, παιδί που σχεδιάζει καράβια και καραγκιόζηδες. Και βλέπω ένα πληροφορημένο παιδί που ξεσηκώνει τα φιγουρίνια του Παρισιού».
Οι τέσσερις εποχές
Την ίδια εποχή οι ενασχολήσεις του Γιάννη Τσαρούχη δεν περιλαμβάνουν μόνο την κοσμική ζωγραφική και την αγιογραφία. Ασχολείται επίσης και με το θέατρο, αναλαμβάνοντας αρχικά την σκηνογραφία και την σχεδίαση κοστουμιών. Θα αναπτύξει σταδιακά σπουδαίες συνεργασίες με εξέχοντα πρόσωπα του ελληνικού θεάτρου, όπως η Έλλη Παπαδημητρίου και ο Κάρολος Κουν, αλλά και με θεατρικές παραγωγές στο εξωτερικό. Θα συμμετάσχει και στην ίδρυση της Λαϊκής Σκηνής, το 1934, ενώ το 1977 θα ανέβασει και ο ίδιος μια θεατρική παράσταση, τις Τρωάδες του Ευρυπίδη.
Το καλλιτεχνικό στυλ του Τσαρούχη αφήσει ανεξίτηλο στίγμα στη σκηνοθεσία. Σε εκείνον οφείλεται η παρουσία ναυτών με χορευτικά σε λαϊκά κέντρα, στον ελληνικό κινηματογράφο.
Αφού αποφοίτησε από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών ταξίδεψε αρχικά στην Κωσταντινούπολη και ύστερα στην Ιταλία και το Παρίσι. Εκεί ήρθε σε επαφή με τα έργα των αναγεννησιακών ζωγράφων, των ιμπρεσιονιστών και εκπροσώπων νεότερων κινημάτων, όπως Ανρί Ματίς.
Η πρώτη του ατομική έκθεση στην Ελλάδα έγινε το 1938 στην Αθήνα, στο κατάστημα Αλεξοπούλου της οδού Νίκης. Οι κριτικές ήταν διθυραμβικές. Μέσα στα επόμενα χρόνια συνήψε συμβόλαια με γκαλερί του Παρισιού και της νέας Υόρκης, ενώ συνεχίζει την σκηνογραφία και το σχεδιασμό κοστουμιών. Υπήρξε υποψήφιος για το βραβείο Γκούγκενχαϊμ και επίσης συμμετείχε στην έκθεση Μπιενάλε της Βενετίας, μαζί με τον Αντώνη Μόραλη.
Το 1967, σε ηλικία 57 ετών εγκαθίσταται μόνιμα στο Παρίσι και πεθαίνει 22 χρόνια αργότερα στην ελληνική πρωτεύουσας. Το ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη είναι ο θεματοφύλακας της καλλιτεχνικής του παραγωγής, ενώ από το 1981, στο σπίτι του στο Μαρούσι λειτουργεί το μουσείο Γιάννη Τσαρούχη.
ΠΗΓΕΣ: