Βιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα
Ο Έρμαν Έσσε γεννήθηκε στο Calw της Γερμανίας στα 1877. Βιβλιοπώλης στην αρχή, έγινε γρήγορα γνωστός με τα ποιήματα και τα μυθιστορήματά του. Στα 1904 δημοσιεύει το πρώτο του μυθιστόρημα, Πήτερ Κάμεντσιντ, και αποκεί και πέρα κερδίζει το ψωμί του απ’ τα γραφτά του. Στη Ροσάλντε (1914) εξετάζει τα προβλήματα του καλλιτέχνη, ο Κνουλπ (1915) είναι μια προσφορά στην αλητεία, ο Ντέμιαν (1919) αποτελεί μια ψυχαναλυτική μελέτη της αιμομειξίας, ενώ στο Νάρκισσος και Χρυσόστομος (1930) σκιαγραφεί τις δυο πλευρές της ανθρώπινης φύσης, αντιπαραθέτοντας ένα μοναχό με έναν ηδονιστή. Ο Λύκος της Στέπας (1927) αντικαθρεπτίζει τη σύγχυση της σύγχρονης ύπαρξης, ενώ ο Μαγκίστερ Λούντι (1945) δεν είναι παρά μια ουτοπική φαντασία πάνω στο θέμα της απόσυρσης απ’ τον κόσμο. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι και το Ταξίδι στην Ανατολή (1932), ένα απ’ τα πρώτα βιβλία που κίνησαν στον 20ό αι. το ενδιαφέρον της Δύσης για την ανατολική φιλοσοφία και στάση ζωής.
Οι βασικές επιρροές στο έργο του Έσσε είναι, όπως ο ίδιος λέει: «Το χριστιανικό και απόλυτα αντεθνικιστικό πνεύμα των γονιών μου, η μελέτη των μεγάλων Κινέζων δασκάλων και η φυσιογνωμία του ιστορικού Γιάκομπ Μπούρκχαρντ».
Ο χρόνος δεν κατάφερε να μειώσει την αξία του έργου του Έσσε, που βασικό του θέμα είναι η ολόψυχη και εναγώνια προσπάθεια του ατόμου να χτίσει έναν ακέριο και αρμονικό εαυτό.
Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, διαμαρτυρόμενος ενάντια στο μιλιταριστικό καθεστώς, εγκατέλειψε τη Γερμανία κι εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελβετία, όπου και πέθανε το 1962. Πήρε το Βραβείο Γκαίτε το 1946 και το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1947.
Υπόθεση του βιβλίου
Το βιβλίο ξεκινάει με το μικρό Σιντάρτα στο πατρικό του σπίτι να αναρωτιέται για το νόημα της προσευχής και της νηστείας. Αρχίζει να έχει απορίες για την ίδια του την ύπαρξη. Για τους λόγους για τους οποίους τον οδηγούν να ξυπνάει κάθε πρωί.
Ο πατέρας του προσπαθεί να τον συγκρατήσει αλλά μάταια. Είναι ένα παιχνίδι της φύσης η φυγή και η ανακάλυψη.
Στο πλευρό του ο φίλος του ο Γκοντίβα που αν και αδυνατεί να συλλάβει το όραμα του και την φιλοδοξία του μένει στο πλευρό του. Μαζί ταξιδεύουν και βιώνουν την πλήρη έλλειψη ηδονής, φιλοδοξίας, τροφής. Βλέπουν τους ανθρώπους απο μακριά σαν έρμαια των θέλω τους.
Φυσικά δεν τελειώνουν εκεί επιστρέφουν για να συναντήσουν σοφούς ανθρώπους από τους οποίους θα μάθουν αλλά και θα απορρίψουν. Και τη στιγμή που ο θεατής νομίζει πως ο Σιντάρτα τελείωσε και ότι βρέθηκε το νόημα της ζωής, αυτομάτως το απορρίπτει για κάτι άλλο.
Έτσι λοιπόν ο Σιντάρτα περνάει όλα τα στάδια της αναζήτησης του. Από την πλήρη νηστεία , έως τα αστάθμητα πλούτη, από την μοναξιά ,μέχρι την ηδονή, από το καθαρό μυαλό μέχρι τα άδυτα της φιλοδοξίας.
Ο Έρμαν Έσσε κλείνει το «Σιντάρτα», μόλις ο ήρωάς του ανακαλύπτει την αγάπη:
«Τώρα έβλεπε τους ανθρώπους διαφορετικά απ’ ότι άλλοτε, λιγότερο έξυπνα, λιγότερο περήφανα, μα πιο ζεστά, πιο περίεργα, πιο συμπαθητικά. Όταν περνούσε από το ποτάμι ανθρώπους, ανθρώπους-παιδιά, εμπόρους, πολεμιστές, γυναίκες δεν τους ένιωθε πια ξένους όπως άλλοτε: τους καταλάβαινε, τους καταλάβαινε και συμμεριζόταν τη ζωή τους, που δεν την κυβερνούσαν σκέψεις και ιδέες, αλλά μόνον ορμές και επιθυμίες, ένιωθε όπως εκείνοι. Παρόλο που ήταν κοντά στην τελειότητα και άντεχε την τελευταία του πληγή, του φαινόταν πως αυτοί οι άνθρωποι-παιδιά ήταν αδέλφια του, η ματαιοδοξία, η απληστία και η γελοιότητά τους έχαναν για εκείνον κάθε κωμικότητα, γίνονταν κατανοητές, γίνονταν αξιαγάπητες, γίνονταν για κείνον ακόμα και άξιες σεβασμού».
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Το “Σιντάρτα” είναι ένα από τα αριστουργήματα του 20ου αιώνα. Ένα ινδικό παραμύθι του Έρμαν Έσσε το οποίο θέτει στο επίκεντρο το ταξίδι της αναζήτησης, την περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης, την ανάγκη του ανθρώπου να βρίσκεται σε γαλήνη με τον εσωτερικό του κόσμο.
Με γραφή απλή και γλώσσα διάφανη, ο Γερμανός συγγραφέας καταφέρνει με μοναδικό τρόπο να φτάσει στην ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, στις πιο σκοτεινές και επίπονες αναζητήσεις του ανθρώπου, όταν αυτός περνάει την πιο δύσκολη από όλες τις δοκιμασίες, το να μείνει μόνος αντιμέτωπος με τον εαυτό του.
Ένας μοναχικός νέος περνάει από την περιπέτεια της υπομονής και της νηστείας, στα πλούτη και στις σαρκικές απολαύσεις και μετά επιστρέφει ξανά εκεί από όπου ξεκίνησε για να ξεκινήσει ένα καινούργιο ταξίδι.
Καταλαβαίνει ότι ο δρόμος της γνώσης και της αναζήτησης της αλήθειας μπορεί να περάσει μόνο μέσα από τη συμφιλίωση με τον εαυτό, μόνο μέσα από τις δοκιμασίες της σκέψης που φτάνουν το άτομο πότε στην απελπισία και την οδύνη και πότε στη λύτρωση.
Η γνώση και η πείρα δεν χαρίζονται, αλλά κατακτιούνται βήμα το βήμα, στιγμή τη στιγμή, σε έναν αέναο κύκλο αλλαγών και αναζητήσεων.
Πως τελειώνει άραγε αυτό το ταξίδι; Όπως γράφει κάποια στιγμή και μέσα στο μυθιστόρημα ο Έσσε, η ζωή είναι σαν ένα ποτάμι που κυλάει διαρκώς και ενώ μοιάζει το ίδιο, είναι πάντοτε και κάθε στιγμή διαφορετικό. Πρόκειται για ένα έργο που έχει εμπνεύσει νέους όλων των εποχών σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ τα βιβλία του Έσσε πιάνουν τόσο βαθιά και εσωτερικά νοήματα, που δεν μπορούν να αφήσουν κανέναν αναγνώστη ίδιο μετά το τέλος του κάθε έργου του. Ας μην ξεχνάμε, ότι τα βιβλία του απαγορεύτηκαν από τον ναζισμό και ο συγγραφέας βρήκε καταφύγιο στην Ελβετία.
Οι άνθρωποι που είναι σαν τα αστέρια…
Κάποτε, της είπε: Είσαι σαν και εμένα, είσαι αλλιώτικη από όλους τους ανθρώπους. Είσαι η Καμάλα, τίποτα άλλο, και υπάρχει μέσα σου γαλήνη, ένα καταφύγιο όπου μπορείς να αποσυρθείς κάθε στιγμή και νοιώσεις ζεστασιά, το ίδιο και εγώ. Λίγοι άνθρωποι έχουν αυτή την ικανότητα, και όμως θα μπορούσαν να την αποκτήσουν όλοι.
Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι έξυπνοι, είπε η Καμάλα.
Όχι, είπε ο Σιντάρτα δεν είναι αυτό. Ο Καμασβάμι είναι το ίδιο έξυπνος με μένα, αλλά δεν μπορεί να βρει καταφύγιο στον εαυτό του. Άλλοι μπορούν και ας είναι στο μυαλό μικρά παιδιά. Οι περισσότεροι άνθρωποι Καμάλα είναι σαν το φύλλο που πέφτει, που ο αέρας το παίρνει, το στροβιλίζει για λίγο και ύστερα μετεωρίζεται και σωριάζεται στο χώμα.
Άλλοι όμως λιγοστοί είναι σαν τα αστέρια που ακολουθούν μια σταθερή τροχιά και δεν τα φτάνει ο άνεμος γιατί η τροχιά και ο νόμος που ακολουθούν βρίσκεται μέσα τους.
Άλλα Αποσπάσματα του έργου
Όταν κάποιος ζητάει, είπε ο Σιντάρτα, συμβαίνει συχνά να μη βλέπουν τα μάτια του παρά μόνο το πράγμα που ζητάει, συμβαίνει να μην είναι ικανός να βρει τίποτα, να αφεθεί σε τίποτα, επειδή σκέφτεται πάντα μόνο αυτό που ζητάει, επειδή έχει ένα σκοπό, επειδή κατέχεται από το σκοπό. Ζητάω θα πει, έχω ένα σκοπό. Βρίσκω όμως σημαίνει, είμαι ελεύθερος, στέκομαι ανοιχτός, δεν έχω κανένα σκοπό.
Ο ποταμός είναι την ίδια στιγμή παντού, στις πηγές και στην εκβολή, στον καταρράκτη, στο πέραμα, στο στρόβιλο, στη θάλασσα, στην οροσειρά, παντού, την ίδια στιγμή, και πως μόνο το παρόν υπάρχει γι’ αυτόν, κι όχι η σκιά του μέλλοντος.
Να είσαι όμως προσεκτικός, εσύ που διψάς για γνώση, μπρος στο πλήθος των απόψεων και τη διαμάχη των λέξεων. Οι απόψεις δεν έχουν καμία σημασία, μπορεί να είναι καλές ή κακές, έξυπνες ή ανόητες, καθένας μπορεί να κρεμαστεί πάνω τους ή να τις απορρίψει. Η διδασκαλία όπως που άκουσες από μένα, δεν είναι γνώμη μου, και η αποστολή της δεν είναι να εξηγήσει τον κόσμο σ’ αυτούς που διψούν για γνώση. Ο σκοπός της είναι άλλος, ο σκοπός της είναι λύτρωση απ’ τον πόνο.
Τα πράγματα μπορεί κανείς να τα αγαπήσει, τις λέξεις όμως δεν μπορώ να τις αγαπήσω. Γι’ αυτό δεν έχουν καμία αξία για μένα οι διδαχές. Δεν έχουν ούτε σκληρότητα, ούτε μαλακότητα, ούτε χρώματα, ούτε κόχες, ούτε μυρωδιά, ούτε γεύση, δεν έχουν παρά μόνο λέξεις. Ίσως αυτό να σε εμποδίζει να βρεις γαλήνη, ίσως να είναι οι πολλές λέξεις. Γιατί ακόμα και η λύτρωση και η αρετή είναι μόνο λέξεις.
Την αγάπη μπορεί κανείς να τη ζητιανέψει, να την αγοράσει, να την πάρει δώρο, να τη βρει στο δρόμο, αλλά να την κλέψει δεν μπορεί.
Δεν μπορεί κανείς να παίρνει ηδονή χωρίς να δίνει, κι ότι κάθε χειρονομία, κάθε χάδι, κάθε άγγιγμα, κάθε βλέμμα, κάθε παραμικρό σημείο του σώματος έχει το μυστικό του, που ο γνώστης κερδίζει την ευτυχία ανακαλύπτοντάς το. Οι εραστές δεν πρέπει να χωρίζονται μετά τη φωτιά της αγάπης χωρίς να θαυμάσουν ο ένας τον άλλο, χωρίς να νιώσουν τόσο νικημένοι όσο και νικητές, για να μη νιώσει κανείς από τους δύο χορτασμένος ή ανικανοποίητος, και να μη γεννηθεί σε κανέναν το άσχημο συναίσθημα πως χρησιμοποιήθηκε ή χρησιμοποίησε τον άλλο.
2 thoughts on “Βιβλιοπρόταση: “Σιντάρτα” του Έρμαν Έσσε”