«Εκατό χρόνια μοναξιά»: Η αριστουργηματική μοναξιά του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

Το μυθιστόρημα «Εκατό χρόνια μοναξιά» εκδόθηκε το 1967, έχει μεταφραστεί σε περίπου σαράντα γλώσσες κι έχει πουλήσει περισσότερα από τριάντα εκατομμύρια αντίτυπα. Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έγραφε κάθε μέρα για δεκαοκτώ ολόκληρους μήνες μέχρι να το ολοκληρώσει, παρατώντας τους πάντες και τα πάντα. Μάλιστα, προτού ξεκινήσει τη συγγραφή, πούλησε το αμάξι του για να έχει μια «κάβα» χρημάτων, η οποία φυσικά δεν ήταν αρκετή, με αποτέλεσμα η οικογένειά του να κινδυνεύει με έξωση λόγω των εννέα μηνών απλήρωτου ενοικίου. Το έργο που ολοκλήρωσε δεν ήταν ένα μυθιστόρημα. Ήταν ένα δώρο προς την ανθρωπότητα. Είναι «το πρώτο λογοτεχνικό έργο μετά τη Γένεση που πρέπει να διαβαστεί από όλο το ανθρώπινο γένος», σύμφωνα με τους New York Times.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

Αποτέλεσμα εικόνας για γκαμπριέλ γκαρσία μάρκεσ

Ο  Gabriel José García Márquez, ο Γκάμπο ή Γκαμπίτο όπως τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά σε όλη τη Λατινική Αμερική, γεννήθηκε στην Αρακατάκα της Κολομβίας το 1927. Σπούδασε νομικά στην Μπογκοτά αλλά σύντομα άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος στο εξωτερικό. Δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα, Τα Νεκρά Φύλλα, το 1955. Ακολούθησαν μεταξύ άλλων το «Εκατό χρόνια μοναξιά», που τον καθιέρωσε διεθνώς, «Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας», «Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου» και «Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου», καθώς και πάμπολλα διηγήματα και κινηματογραφικά σενάρια. Ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του 20ού αιώνα και από τους βασικούς εκπροσώπους του μαγικού ρεαλισμού, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες αποτύπωσε μοναδικά στο έργο του την ομορφιά και την τραγωδία της Λατινικής Αμερικής και τιμήθηκε για το τεράστιο έργο του με το Διεθνές Βραβείο Neustadt το 1972 και με το Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1982. Πέθανε το 2014 στην Πόλη του Μεξικού.

«ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΜΟΝΑΞΙΑ»

Από τις πρώτες αράδες του αριστουργήματος του Μαρκές, έχουμε ήδη μεταφερθεί στο φανταστικό Μακόντο, στο χωριό αυτό της Λατινικής Αμερικής. Εκεί παρακολουθούμε τις δεκάδες ηρωίδες και ήρωες του Μάρκες, τους αναρίθμητους Αουρελιάνο, Χοσέ και Αρκάδιο, τις γεννήσεις τους, τους θανάτους τους, τους πολέμους και τους έρωτές τους. Παρακολουθούμε την ιστορία μιας οικογένειας που εκτείνεται από τους γενάρχες, τον Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία και τη σύζυγό του Ούρσουλα σε πλήθος απογόνων, με κεντρικό ήρωα τη μορφή ενός αγωνιστής της ελευθερίας, του συνταγματάρχης Αουρελιάνο Μπουενδία.

Στο μυθικό χωριό Μακόντο, μεγαλώνουν επτά γενιές της οικογένειας Μπουενδία- Ιγιουραν,  η οποία βαρύνεται από μια μακρινή προφητεία, μια τραγική συνέπεια μιας ακόλαστης πράξης. Όλα τα μέλη της οικογένειας είναι καταδικασμένα στη μοναξιά εξαιτίας μιας και μόνο πράξης, μιας αιμομιξίας. Η απίθανη ιστορία της οικογένειας Μπουενδία-Ιγουαράν, με τα θαύματά της, τις φαντασίες της, τις έμμονες ιδέες της, τις τραγωδίες, τις αιμομιξίες, τις μοιχείες, τις επαναστάσεις, τις ανακαλύψεις και τις καταδίκες της αντιπροσωπεύει, παράλληλα, το μύθο και την ιστορία, την τραγωδία και τον έρωτα ολόκληρου του κόσμου.

«Τα πράγματα έχουν την δική τους ζωή… φτάνει να ξυπνήσεις την ψυχή τους».

Το «Εκατό χρόνια μοναξιά» αποτελεί θεματικά μια ενότητα με τρία άλλα προηγούμενα μυθιστορήματα του συγγραφέα και με δύο από τις συλλογές διηγημάτων. Είναι το βασικό σκηνικό όπου εμφανίζονται, ολοκληρώνονται ή συμπληρώνονται οι ιστορίες και οι ήρωες. Εδώ ολοκληρώνεται το δράμα του Συνταγματάρχη που δεν έχει κανέναν να του γράψει και τον συναντούμε, νεαρό ακόμα, να παραδίδει την περιουσία του επαναστατικού στρατού και να παίρνει την απόδειξη από το χέρι του ίδιου του συνταγματάρχη Αουρελιάνο Μπουενδία. Μαθαίνουμε το τέλος της ιστορίας από τα Ανεμοσκορπίσματα και βλέπουμε τους ήρωες της Κακιάς Ώρας να ξαναζούν στο πρόσωπο του Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία. Συναντούμε περαστικιά την Αθώα Ερέντιρα και την άσπλαχνη γιαγιά της και γνωρίζουμε τη μοναξιά της εξουσίας, τη μοναξιά του μίσους και του πολέμου και πως οι λαοί που καταδικάστηκαν “σε εκατό χρόνια μοναξιά δεν είχαν δεύτερη ευκαιρία πάνω στη γη”. Ο ίδιος ο συγγραφέας στο λόγο που έβγαλε στην απονομή του βραβείου Νόμπελ μίλησε για τη μοναξιά της Λατινικής Αμερικής και ζήτησε από τ’ ανεπτυγμένα κράτη να δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία σ’ αυτούς τους λαούς, ιδιαίτερα στις μέρες μας που αγωνίζονται για την πολιτική τους αυτονομία.

Η ιστορία αναμειγνύεται με την φαντασία. Ενοράσεις, μετεωρίσεις, όνειρα, τέρατα, ζωντανοί νεκροί, ιπτάμενα χαλιά, φαινόμενα ακινητοποίησης του χρόνου και μετάθεσης παρελθόντος – παρόντος αναμιγνύονται με τη ρεαλιστική περιγραφή.

Θαύματα, φανταστικά ή πραγματικά, επαναστάσεις, μοιχείες, έρωτες ανομολόγητοι, τραγωδίες και εξυψώσεις όλα όσα καταγράφοντα στη οικογένεια Μπουενδία είναι η τραγωδία ολόκληρου του κόσμου μας, άλλοτε εκπεφρασμένη ρεαλιστικά και άλλοτε συμβολικά ή μυθικά. Και παράλληλα είναι η τραγωδία του καθενός μας που σέρνει τη μοναξιά του ως βαρίδι και ως πυξίδα σε έναν αντίξοο κόσμο.

«Αισθάνθηκε ξεχασμένος, όχι με την επανορθώσιμη λησμονιά της καρδιάς, αλλά με την σκληρή και αμετάκλητη λησμονιά του θανάτου».

Στην ουσία πρόκειται για την τοιχογραφία ενός λαού, μιας εποχής, μιας συγκλονιστικής συλλογικής εμπειρίας, μιας μοίρας που αν και της προσδίδεται κολομβιανή ταυτότητα δεν περιορίζεται στα στενά γεωγραφικά όρια της Κολομβίας. Εκτείνεται σε ολόκληρη την Λατινική Αμερική που παλεύει αιώνες στην προσπάθειά της να ανακαλύψει μια διέξοδο και πολλές φορές έξω κι από αυτή. Ο ήρωας ξεκινά από την υπέρτατη προσφορά για να καταλήξει στην στιγμή της έσχατης φθοράς και της προσωπικής ολοκληρωτικής εκμηδένισης.

Τα ανθρώπινα και καθημερινά δίνουν την θέση τους στα μεγάλα στα εκπληκτικά με μια ικανότητα μοναδική. Η πραγματικότητα δένεται με στοιχεία μυθολογικά με φαντασιακές μεταλλαγές, με μετουσιώσεις ενός βαθύτατα ταραγμένου και βασανισμένου συλλογικού συνειδητού που κάθε φορά έρχεται να υποδηλώσει την δυνατότητα ενός νοήματος μιας απώτερης σημασίας.

Η γλώσσα απαράμιλλη με εκείνη ενός Χέμινγουεϊ καταφέρνει να περιγράψει αυτή την εμπειρία καταπίεσης, εσωτερικής και εξωτερικής και βοηθά να τελεσιδικήσει ανέλπιδα και αποφασιστικά αυτός ο βαρύς φόρος αίματος στο τέλος. Σύμφωνα με τον μεγάλο Χιλιανό ποιητή Πάμπλο Νερούδα, το «Εκατό χρόνια μοναξιά» είναι ίσως η μεγαλύτερη αποκάλυψη στην ισπανική γλώσσα μετά τον «Δον Κιχώτη», του Θερβάντες.

«…γιατί ράτσες καταδικασμένες σε εκατό χρόνια μοναξιάς δεν θα είχαν δεύτερη ευκαιρία πάνω στη γη.» Αυτές είναι οι τελευταίες λέξεις μιας από τις ομορφότερες ιστορίες που γράφτηκαν ποτέ. Μιας ιστορίας που δεν εξαντλείται στις ασφυκτικές διαστάσεις μια λογοτεχνικής ιστορίας. Γιατί είναι η ιστορία των πάντων, ορατών και αοράτων. Είναι η ιστορία της επιθυμίας, του πόνου, της τρέλας, του έρωτα, της μνήμης, των ενοχών και του θανάτου. Είναι η ιστορία όλων των ιστοριών που έχουν ειπωθεί ποτέ. Είναι η ιστορία της Μοναξιάς. Εκατό ολόκληρων χρόνων από δαύτην, εκατό χρόνων που εκτείνονται στο συν και στο πλην άπειρο.

Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΜΟΝΑΞΙΑ

Έχει πολλάκις γραφτεί ότι το εμβληματικό μυθιστόρημα του Κολομβιανού Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες αποτελεί μια υποδειγματική τοιχογραφία εποχής. Είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Είναι μια βυθομέτρηση της ψυχής της λατινικής Αμερικής. Είναι και μια ελεύθερη πτώση σε όλα όσα δεν θα μπορούσαμε ποτέ να συλλάβουμε ακριβώς γιατί είναι τόσο οικεία και δικά μας που καταλήγουν ανοίκεια και ξένα. Έχει πολλάκις γραφτεί πως το «Εκατό χρόνια μοναξιά»είναι ένα συγκλονιστικό μωσαϊκό χαρακτήρων. Είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Είναι ένα ηφαίστειο από μορφές ανθρώπινες, θεϊκές και δαιμόνιες που μπορούν να φέρουν τον κόσμο ανάποδα και να εξαφανιστούν δια παντός από προσώπου γης στο ίδιο δευτερόλεπτο. Έχει πολλάκις γραφτεί πως έχουμε να κάνουμε με την απεικόνιση ενός κόσμου που αποσυντίθεται, που αλλάζει και χάνεται. Έχουμε να κάνουμε με κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Πρόκειται για έναν κόσμο που γίνεται αντιληπτός μονάχα με τρόπο υπερβατικό. Που δεν τον βλέπεις με τα μάτια, που δεν τον καταλαβαίνεις με το μυαλό. Αυτός ο κόσμος είναι αμφίβολο αν υπήρξε ποτέ, μολαταύτα όμως, θεριεύει μέσα μας σαν ό,τι πιο έντονο έχουμε βιώσει ποτέ.

Η Μοναξιά είναι παντού. Συνθέτει και αποδομεί τα πάντα. Τα σιγοτρώει και τα ανασταίνει και τα σκοτώνει πολύ πιο οριστικά από τον θάνατο. Η μοναξιά είναι στον πάγο που αντικρίζουν για πρώτη φορά με δέος οι κάτοικοι του Μακόντο. Είναι στα σώματα, στα δέρματα, στα ζωύφια, στα δέντρα, στα ποτάμια, στα όνειρα, στα φαντάσματα και τις κατάρες. Είναι στην ανάληψη της Ωραίας Ρεμέδιος στους ουρανούς και στη θανατηφόρο λαχτάρα που προκαλούσε η θεία εμφάνισή της. Είναι στο τρένο γεμάτο στοιβαγμένα πτώματα που καταπλακώνουν τον Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία, είναι στην τρέλα που τον καταλαμβάνει όταν τα λεγόμενα των άλλων μετατρέπουν αυτό που έζησε σε ένα σκοτεινό όνειρο. Είναι στο ατερμάτιστο σπίτι που γεννοβολά τους Μπουενδία τον ένα μετά τον άλλο, φέρνοντάς τους σε ένα κόσμο γεμάτο παράδεισους και κολάσεις, διαψεύσεις και θριάμβους, πάθη και παραιτήσεις. Είναι στον συνταγματάρχη Αουρελιάνο Μπουενδία που γεννήθηκε με τα μάτια ανοιχτά. Είδε το φως μονομιάς, αφότου είχε πρώτα δει το σκοτάδι. Γεννήθηκε ήδη ζωντανός, πέθανε ήδη πολλάκις νεκρός.

«Η Μοναξιά, όμοια κι εκείνη με πάγο, κρύφτηκε μέσα στα πιο τρελά του όνειρα για να γίνει πιο επίμονη στην πορεία, όταν τρελός πια και δεμένος στον κορμό της καστανιάς έχει επαφή μόνο με το φάντασμα του εχθρού του […[ Μετά από τόσα χρόνια θάνατο, ήταν τόση η λαχτάρα για τους ζωντανούς, τόσο πιεστική η ανάγκη για συντροφιά, τόσο τρομακτική η προσέγγιση σ‘ εκείνον τον άλλο θάνατο που υπάρχει μέσα στο θάνατο, που ο Προυδένσιο Αγκιλάρ είχε φτάσει ν‘ αγαπήσει το χειρότερο εχθρό του».

Η δική του Μοναξιά είναι η πιο σαρωτική και αδιαπραγμάτευτη από όλες. Η Μοναξιά του χαράσσεται στο πληγωμένο σώμα 32 αποτυχημένων εξεγέρσεων, στην ηδονική ψυχοπαθολογία της ήττας. Στην λαίμαργη επαναστατικότητά του, στην εκβιαστική του τιμή, στην αμαρτωλή του περηφάνια. Στη διαδικασία εξάλειψης και εξαΰλωσης που επιβάλλει στον εαυτό του. Στα ψαράκια που κατασκευάζει, αποσυρμένος και αποκαμωμένος, με περισσή επιμέλεια, μονάχα για να τα καταστρέψει με το που ετοιμάζονται. Είναι στον θάνατό του, που θα τον βρει όταν συνειδητοποιήσει την άβυσσο της μοναξιάς του. «Δεν πεθαίνει κανείς όταν πρέπει, αλλά όταν μπορεί», όπως λέει και ο ίδιος. Θα φύγει από τη ζωή μονάχα όταν έχει εκμηδενιστεί κάθε ίχνος και υποψία του θρύλου του. Κι όμως, ακόμη και τότε, ο Αουρελιάνο Μπουενδία θα επωμιστεί, αυτάρεσκα και ανιδιοτελώς, μεγαλόπρεπα και ευτελώς, ένα βάρος ασήκωτο. Θα σηκώσει τη Μοναξιά όλων μας, τη Μοναξιά όσων υπήρξαν και όσων θα υπάρξουν, τη Μοναξιά που δεν αφήνει χώρο και ελπίδα καμιά.

Ναι, το «Εκατό χρόνια μοναξιά» είναι το απόλυτο δείγμα του μαγικού ρεαλισμού που ως ρεύμα στοχεύει στην ανάδειξη του μη πραγματικού ή αλλόκοτου ως κάτι καθημερινό και κοινό. Όχι επειδή συγκεντρώνει διάφορα θεωρητικά στοιχεία, όχι επειδή ενδύεται μια συγκεκριμένη αισθητική φόρμα. Αλλά επειδή είναι μία σκέτη μαγεία, τόσο ρεαλιστική που την νιώθεις με τρόπο σχεδόν σωματικό. Σε αλλάζει. Σε αγγίζει με το μαγικό του ραβδί. Και σε πονά με ένα τρόπο που σε κάνει να λατρεύεις τον πόνο. 

Η καινούργια έκδοση του βιβλίου αυτού, εξαιρετικά καλαίσθητη, με μια νέα μετάφραση εξίσου σημαντική με την προηγούμενη, αυτή τη φορά από τη Μαρία Παλαιολόγου, αποτελεί τη νέα μορφή ενός κλασικού, και ταυτόχρονα σύγχρονου, επικού έργου. Και σίγουρα την εισαγωγική αναγνωστική εμπειρία στο μοναδικό κόσμο του λατινοαμερικανού δημιουργού. Οι εκδόσεις Ψυχογιός πήραν τα δικαιώματα του συγγραφέα και αναμένεται να κυκλοφορήσουν επίσης τα εξίσου εμβληματικά έργα του «Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας», «Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου» και άλλα.Να σημειωθεί ότι ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες τιμήθηκε για το τεράστιο πνευματικό του έργο  με το Διεθνές Βραβείο Neustadt το 1972 και με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1982.

«[..]Ωστόσο, προτού φτάσει στον τελευταίο στίχο είχε καταλάβει πως δεν θα έβγαινε ποτέ από εκείνο το δωμάτιο, γιατί η πόλη με τους καθρέφτες ( ή τους αντικατοπτρισμούς) ήταν προορισμένη να σαρωθεί από τον άνεμο και να εξοριστεί απ’ τη μνήμη των ανθρώπων, τη στιγμή που ο Αουρελιάνο Μπαμπιλόνια θα τελείωνε την αποκρυπτογράφηση των περγαμηνών κι όλα όσα ήταν γραμμένα σ’ αυτές ήταν ανεπανάληπτα από αμνημονεύτων χρόνων και για πάντα, γιατί οι γενιές οι καταδικασμένες σε εκατό χρόνια μοναξιά δεν είχαν δεύτερη ευκαιρία πάνω στη γη»…

ΠΗΓΕΣ: http://www.artcoremagazine.gr/logos-texni/in-arte-nulla-veritas/100-xronia-monaksia-mia-aioniotita-omorfia , https://www.psichogios.gr/ekato-xronia-monaksia.html , https://www.oanagnostis.gr/100-%CF%87%CF%81%CF%8C%CE%BD%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%B1%CE%BE%CE%B9%CE%AC%CF%82-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%BD%CE%B5%CF%89%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%83%CF%84%CE%AD%CE%BB/ , https://www.culturenow.gr/ekato-xronia-monaxia-h-aristoyrgimatiki-monaxia-toy-gkampriel-gkarsia-markes/ , https://www.lifo.gr/team/sansimera/56868

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *