Κορυφαία μορφή της ελληνικής Τέχνης στον 20o αιώνα, ο ζωγράφος και σκηνογράφος Γιάννης Τσαρούχης γεννήθηκε στην Αθήνα σαν σήμερα, στις 13 του Γενάρη 1910. Ο Τσαρούχης θεωρείται από πολλούς ο γνωστότερος Ελληνας ζωγράφος του 20ού αιώνα. Σίγουρα ήταν μία από τις πιο αξιομνημόνευτες, πολύπλευρες και ισχυρές προσωπικότητες της ελληνικής τέχνης, ανοιχτός στη γνώση. Μοντέρνος και παραδοσιακός, καλλιτέχνης και διανοούμενος, πολυμαθής γνώστης των αρχών που διέπουν την ιστορία, την κοινωνία, τον άνθρωπο και τον πολιτισμό. Στη διάρκεια της καλλιτεχνικής του πορείας μεταξύ άλλων έλαβε μέρος σε τοπικές και διεθνείς εκθέσεις ζωγραφικής, ασχολήθηκε με τη σκηνογραφία θεάτρου, τον σχεδιασμό θεατρικών κοστουμιών, την αντιγραφή τοιχογραφιών στα Μετέωρα και στον Μυστρά, μελέτησε τις λαϊκές ενδυμασίες, και δίδαξε στη Δραματική Σχολή Σταυράκου (1953) αλλά και στο «Ιωνικό κέντρο» ζωγραφικής στη Χίο (1981). Πέθανε στις 20 Ιουλίου του 1989.
Στη σύγχρονη εποχή η εις βάθος μελέτη της Βυζαντινής τέχνης είχε ως αποτέλεσμα τον συσχετισμό της με τον Εξπρεσιονισμό και την αναβάθμιση της θέσης της στην ιστορία της Τέχνης. Έτσι, το εγχείρημα του Γιάννη Τσαρούχη να συνθέσει ελληνοβυζαντινά και ευρωπαϊκά στοιχεία στα έργα του έχει ιδιαίτερη αξία. Οι ελληνικές επιρροές είχαν προέλθει από τη μαθητεία τού Τσαρούχη στο εργαστήριο του βυζαντινολάτρη Κόντογλου, τη γνωριμία του με τον ζωγράφο λαϊκής τέχνης Θεόφιλο, τη γνωριμία του με τον Σπαθάρη, δημιουργό του Καραγκιόζη. Ενώ επηρεάστηκε δραστηκά και από τα ευρωπαικά ρεύματα με τα οποία ερχόταν σε επαφή κατά τη διάρκεια της ετήσιας παραμονής στο Παρίσι (1934-35). Είχε έτσι την ευκαιρία να γνωρίσει τα πρωτοπόρα καλλιτεχνικά ρεύματα, όπως τον Φωβ (fauvre= αγρίμια), τον Κυβισμό, και τον Εξπρεσιονισμό, μεταξύ άλλων.
Στον πίνακα με τίτλο «Ο Σκεπτόμενος», υδατογραφία που δημιουργήθηκε το 1936-1939 από χρωστικές σκόνες με ζωική κόλλα σε χαρτί, απεικονίζεται ένας νεαρός καλοντυμένος άντρας καθισμένος σε ένα λιτό δωμάτιο – πιθανότατα καφενείο. Φοράει γαλάζιο με λευκές ρίγες κοστούμι και λευκό πουκάμισο. Το δεξί του χέρι ακουμπάει στο γόνατο και κρατάει τσιγάρο ενώ το αριστερό στηρίζει το σαγόνι του δίνοντας την εντύπωση πως κάτι σκέπτεται. Δίπλα του σε μια ψηλή ανθοστήλη υπάρχει ένα βάζο με λουλούδια. Το πάτωμα του δωματίου διακοσμείται με γεωμετρικά σχέδια ενώ πίσω από τον άνδρα υπάρχει παράθυρο ή ένας πίνακας ζωγραφικής. Ο ‘σκεπτόμενος άντρας’ δεν εμφανίζεται σε στιγμή δραστηριότητας. Αντιθέτως, δίνει την εντύπωση ότι ποζάρει για φωτογραφία. Τα λαμπερά μάτια, το επίμηκες πρόσωπο, η μετωπική στάση, τα φωτεινά χρώματα της ενδυμασίας του «Σκεπτόμενου» αλλά και των αντικειμένων που βρίσκονται γύρω του είναι χαρακτηριστικά της βυζαντινής τέχνης. Στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο κυριαρχεί η θρησκευτική θεματογραφία. Οι βυζαντινοί ζωγράφοι θέλοντας να αποδώσουν πνευματικότητα και να προκαλέσουν δέος έδιναν μεγαλύτερη σημασία στην εσωτερική κατάσταση και στο αόρατο και όχι στο φαίνεσθαι. Ο στόχος της βυζαντινής τέχνης ήταν να αποδοθεί η ήρεμη στοχαστική έκφραση, χωρίς βίαιες κινήσεις, όπως απεικονίζεται ο «Σκεπτόμενος».
Η απεικόνιση είναι επίπεδη χωρίς να υπάρχει σχεδόν καθόλου βάθος. Κάθε στοιχείο της σύνθεσης βγαίνει μπροστά αφού δεν υπάρχει προοπτική. Οι αναλογίες του άνδρα δεν είναι αρμονικές ενώ υπάρχει αναντιστοιχία και στην κλίμακα του με την κλίμακα του περιβάλλοντος και των λοιπών στοιχείων. Τα περιγράμματα είναι αδρά και ο τονισμός τους βαρύς. Ο άνδρας παρουσιάζεται μνημειακά χωρίς λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να αποδώσουν ατομικά χαρακτηριστικά, ενώ υπάρχει και μια αντίθεση ανάμεσα σε θερμούς και ψυχρούς τόνους.
Ο τσαρουχικός αντικλασικιστικός «Σκεπτόμενος» είναι τεχνοτροπικά εκ διαμέτρου αντίθετος με τον «Σκεπτόμενο» του γάλλου γλύπτη François Auguste René Rodin, ο οποίος διατηρώντας τη μίμηση και το ιδανικό του κλασικού κάλλους απέδωσε ρεαλιστικά και αφηγηματικά έναν άνδρα που στοχάζεται. Η επιλογή του έλληνα καλλιτέχνη να δώσει τον ίδιο τίτλο στο έργο του σίγουρα δεν είναι τυχαία – αντιθέτως είναι προκλητική και ανατρεπτική.
“Το έργο αυτό αντιπροσωπεύει το καταστάλαγμα της ζωγραφικής στο οποίο θέλουν να φθάσουν οι ζωγράφοι αποφεύγοντας την προοπτική. Ο τίτλος «Στοχαστής» ή «Σκεπτόμενος», που δόθηκε κάπως ειρωνικά στο ταπεινό αυτό έργο μου, έχει ένα αντίθετο αίσθημα απ’ τον «Σκεπτόμενο» του Ροντέν, που ανήκει σ’ έναν άλλο κόσμο. Όσο προχωρούσα στην τεχνοτροπία αυτή έβλεπα το δίκιο και το άδικο των συμφωνούντων καί αντιφρονούντων. Αργά κατάλαβα ότι είναι δυσκολότατο να συνενώσει κανείς τις δυο τεχνοτροπίες, τη σχεδιαστική που λαμβάνει υπόψη το κιάρο σκούρο και την, ας πούμε, ανατολίτικη αντίληψη που περιέχει την ποιότητα των χρωματικών επιπέδων. Το έργο αυτό έγινε από αντίδραση προς τις ακαδημαϊκές μελέτες μου και την παράδοση.”
– Γιάννης Τσαρούχης
Το διπλό νήμα, του κοσμοπολιτισμού και της παράδοσης, διαπερνά και χαρακτηρίζει όχι μόνο τον “Σκεπτόμενο” αλλά ολόκληρο το έργο του Τσαρούχη, που διαμορφώνεται από μία εκλεκτική σύνθεση στοιχείων ελληνικών και ευρωπαϊκών, παραδοσιακών και μοντέρνων, υφασμένων γύρω από μιαν αντρική, κυρίως, λαϊκή ανθρωπότητα, η οποία διασχίζει το ζωγραφικό χώρο και τον ιστορικό χρόνο μέσα από διάφορους τρόπους αναπαράστασης. Η λαϊκή τάξη, η οποία κατά τον Τσαρούχη δεν ήταν «αποθήκη μοτίβων αλλά η αυθεντική αριστοκρατία στην Ελλάδα» απότελεσε βασική πηγή έμπνευσης του και με τα έργα του θέλησε να την αναδείξει. Ζωγράφιζε ανθρώπους απλούς που εργαζόντουσαν σε εργοτάξια, σε βιομηχανίες, ζωγράφιζε άντρες, όπως ο «Σκεπτόμενος» που σύχναζα στα καφενεία, χώρο λαικής ψυχαγωγίας αλλά και πολιτικών ζυμώσεων.
«Εκτός από τα επίσημα πρόσωπα, όπως είναι οι μεγάλοι ζωγράφοι, πάρα πολλοί άνθρωποι που δεν γνωρίζει κανείς το όνομά τους με έχουν επηρεάσει πάρα πολύ με αυτά που λένε, με αυτά που κάνουν, με αυτό που είναι. (…) τι να πω για έναν μαραγκό του οποίου η σεμνότης με έκανε να καταλάβω πολλά πράγματα για τη δουλειά. Τι να πω για μια ασήμαντη γυναίκα που πλένει τα πιάτα της και συγυρίζει την κουζίνα της που μου έμαθε, μου έδωσε φιλοσοφικά διδάγματα ποιες είναι οι συνθήκες της ζωής. Μαθαίνω κάθε ημέρα από οποιονδήποτε άνθρωπο και οι μεγάλοι άνθρωποι είναι επίσης μεγάλοι γιατί με πολλή απλότητα σαν τους απλούς ανθρώπους εξετέλεσαν τον προορισμό τους».
(Από συνέντευξη του Γιάννη Τσαρούχη στο Βήμα, αναδημοσίευση 18/7/1999)
Παρά την προτίμηση του όμως στην απεικόνιση της λαικής ταξης, προσπάθησε να ισορροπήσει τις μεγάλες παραδόσεις και να συλλάβει τις αιώνιες καλλιτεχνικές αξίες με την τεχνοτροπία του. Οι πίνακές του περικλείουν αφομοιωμένα πολλά λαϊκά και λαογραφικά στοιχεία, στοιχεία της βυζαντινής τέχνης και επιρροές του ευρωπαικού τρόπου ζωγραφικής. Με αυτόν τον τρόπο έχει δημιουργηθεί ένα μοναδικο αποτέλεσμα σε καθε έναν από τους πίνακες του που παρουσιάζουν την ιδιαίτερη προσωπικότητα και τα πιστεύω του. Γι’αυτό θεωρείται από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους του 20ου αιώνα με διεθνή φήμη αλλά και διαχρονική αξία.
Πηγές:
https://xronompala.blogspot.com/2015/03/blog-post_53.html
http://e-oikodomos.blogspot.com/2017/01/blog-post_32.html
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82_%CE%A4%CF%83%CE%B1%CF%81%CE%BF%CF%8D%CF%87%CE%B7%CF%82
www.politropi.greek-language.gr/keimeno/skeptomenos-tsarouchis/