Αντί προλόγου
‘Ενα πολυφωνικό με ιστορικές απολήξεις μυθιστόρημα σηματοδοτεί την επιστροφή της δημοσιογράφου και συγγραφέως Σωτηρία Μαραγκοζάκη. Ο λόγος για το νέο της βιβλίο «Ο κλήρος του αίματος», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη που μέσα από την αφήγηση των ιστοριών έξι προσώπων με φόντο την Ελλάδα των χρόνων του εμφυλίου σπαραγμού παντρεύει την μυθοπλασία με την ιστορία, τα γεγονότα με την φαντασία και την παράδοση με το μέλλον.
Ο εμφύλιος πόλεμος έχει πράγματι αποτελέσει το αντικείμενο πολλών μυθιστορημάτων, ιστορικών μελετών αλλά και όλων των ειδών έργων τέχνης. Ταυτόχρονα, τα πολιτικά και ιστορικά του αίτια αλλά και οι συνέπειές του συνιστούν τομέα εξειδίκευσης διάφορων επιστημόνων που σίγουρα γνωρίζουν το ζήτημα σε βάθος. Κατόπιν τούτων, εύλογα προκύπτει το ερώτημα αν θα μπορέσει να διαφοροποιηθεί αισθητά από τα προγενέστερα ένα βιβλίο επί του ίδιου αυτού θέματος. Στην προκειμένη περίπτωση, η απάντηση θα είναι καταφατική.
Λίγα λόγια για την πλοκή
Το έργο είναι αποχρωματισμένο ιδεολογικά και πολιτικά. Η συγγραφέας έρχεται θαρραλέα αντιμέτωπη με τα πάντα, ακόμα και με την ιστορία και την αλήθεια, αποδεικνύοντας πως πολλές φορές πίσω από τις δυο αυτές εύθραυστες έννοιες ελλοχεύει το πολιτικά οργανωμένο ψεύδως και η στρατηγική διαστρέβλωση προσώπων και καταστάσεων. Τίποτα δεν είναι θέσφατο. Τίποτα δεν είναι αδιαμφισβήτητο. Όλα τοποθετούνται και μετρούνται στο ύψος του ανθρώπινου. Ωστόσο, το έργο δεν αναλώνεται σε μια απλή εξιστόρηση, αλλά συνομιλεί με το μέλλον με έναν τρόποι πρωτότυπο και δημιουργικό, μέσα από τα πρόσωπα που αποτυπώνονται στις σελίδες του.
Λίγα λόγια για τους ήρωες
Τα πρόσωπα έξι. Δύο γυναίκες. Τέσσερεις άνδρες. Δεν είναι όμως πρωταγωνιστές. Σε αυτό το βιβλίο πρωταγωνίστρια μοιάζει να είναι ιστορία και αφηγητής ο σύμμαχός της θρόνος, ενώ όλοι οι υπόλοιποι είναι απλά αθύρματα ενός καλοστημένου και προσεγμένου δράματος που δεν εξαντλείται στην φαντασία αλλά αντλεί εικόνες, καταστάσεις, γεγονότα από την ιστορική πραγματικότητα.
Τα τραγικά αυτά πρόσωπα διαρκώς βρίσκονται πάνω σε ένα τεντωμένο σκηνή, πάλλονται ανάμεσα στην ελευθερία και την υποταγή, το χρέος και την επιθυμία, τον εαυτό τους και τους άλλους. Μες στη δίνη του εμφυλίου πολέμου, οι ήρωες ζουν το υπαρξιακό τους δράμα, σφοδρές συγκρούσεις με τους άλλους και κατά κύριο λόγο με τον ίδιο τους τον εαυτό. Ακροβατούν ανάμεσα στην ωμότητα της αλήθειας και την γλυκόπικρη παραμυθία του ψεύδους, επηρεάζουν την ιστορία και εκείνη, με τη σειρά της, τους επηρεάζει. Ο αναγνώστης ακολουθεί πιστά τον ρυθμό τους. Γίνεται μέτοχος των σφαλμάτων, των αδυναμιών, των ευαισθησιών τους, συνδιαμορφώνοντας κατά έναν τρόπο μαγευτικό μαζί τους την ιστορία.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε ραψωδίες με τους αφηγητές να εναλλάσσονται θυμίζοντάς μας αρχαίο δράμα. Στην αρχή μπορεί να φανεί στον αναγνώστη κάπως χαοτικό, ωστόσο σύντομα θα συναρπαστεί από την πρωτότυπη για τα σύγχρονα λογοτεχνικά δεδομένα αφήγηση. Την διαστρωμάτωση αυτή συνοδεύει μια ταιριαστή γραμματοσειρά που παρά τον όγκο του βιβλίου είναι ξεκούραστη για το αναγνωστικό μάτι. Το εξώφυλλο, με μια φωτογραφία της εποχής στην οποία αναφέρεται το βιβλίο αν και δεν μας προϊδεάζει για την πλοκή του συνάδει απόλυτα με το ύφος και την αισθητική του.
Αντί επιλόγου
Τα λόγια τα δικά μας περιττεύουν. Επιλέγουμε, λοιπόν, να κάνουμε μια αποφώνηση με τα λόγια της γραφούσης. «Πισωπατούν, αμύνονται οι λέξεις και άλλες ορμούν εμπρός με τη βία, μα αδυνατούν να αποκαλύψουν την τυφλή οργή, να μετριάσουν τον ολέθριο θυμό, που αρμάτωσε το ένα χέρι ενάντια στο άλλο.» σημειώνει η συγγραφέας στο προοίμιο της τονίζοντας χαρακτηριστικά «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου» αναρωτώμενη «Θεέ ή Ειμαρμένη, γιατί να κυριαρχούν η αδικία, η απληστία,η μισαλλοδοξία;» Ψάχνει και η συγγραφέας, όπως και εμείς οι αναγνώστες απαντήσεις μέσα από τους ήρωές της για το : «Ποιος ήρξατο χειρών αδίκων και ποιος αθώος του αίματος; Τι είναι και γιατί γίνεται εμφύλιος πόλεμος; Τι εστί μνήμη, λήθη, λησμοσύνη,συγχώρεση,ενθύμηση; Γιατί να σιγοκαίει ο φθόνος και ψυχραίνει η διχόνοια;»Καταλήγει στην «πικρή» σημείωση: «Σκιας όναρ ο άνθρωπος και η μοίρα του σισύφεια, να σμίγει με τους άνομους ο δίκαιος; Εσένα τη Νέμεση καλώ.».