“Η Δευτέρα Παρουσία” του Μιχαήλ Αγγέλου

Ο Καλλιτέχνης

Ο Μιχαήλ Άγγελος, ήταν σπουδαίος καλλιτέχνης που έζησε στην Ιταλία την περίοδο της Αναγέννησης. Είναι γνωστός για πολλά έργα ζωγραφικής, γλυπτικής και αρχιτεκτονικής, με κυριότερο την εικονογράφηση της οροφής της Καπέλα Σιστίνα. Εξίσου μεγάλη σημασία, ωστόσο, είχε και η απεικόνιση της Δευτέρας Παρουσίας στον τοίχο πίσω από το ιερό του ίδιου ναού.

Η ανάθεση στον Μιχαήλ Άγγελο

Το φθινόπωρο του 1533, ο Μιχαήλ Άγγελος εργαζόταν στο ταφικό παρεκκλήσιο των Μεδίκων. Τότε δέχτηκε την παραγγελία του πάπα Κλήμεντα Ζ’ να ζωγραφίσει την Δευτέρα Παρουσία στον τοίχο της Καπέλα Σιστίνα. Οι εργασίες άρχισαν την άνοιξη του 1536 -εποχή που οι συνθήκες ήταν κατάλληλες για την νωπογραφία- και ολοκληρώθηκαν το 1541. Ως ζωγραφική επιφάνεια επιλέχθηκε ο τοίχος πίσω από το ιερό, διαστάσεων 13,7 × 12,2 μ. Αποτέλεσε, μάλιστα, τη μεγαλύτερη επιφάνεια που είχε στη διάθεσή του κάποιος καλλιτέχνης έως τότε.

Η τοιχογραφία

Στο έργο, ο Μιχαήλ Άγγελος έχει αποτυπώσει περίπου 300 γυμνές μορφές στον πίνακά του. Επίσης, έχει χωρίσει την ζωγραφική επιφάνεια σε τρεις ζώνες. Στο χαμηλότερο σημείο, τοποθετεί τους ανθρώπους που ετοιμάζονται είτε να ανέβουν στον ουράνιο Παράδεισο είτε να κατευθυνθούν προς την Κόλαση. Στο μεσαίο επίπεδο, αποτυπώνονται οι άγγελοι ενώ στο ανώτερο ο Χριστός, οι Άγιοι και οι άνθρωποι που σώζονται. Είναι αξιοσημείωτο πως χρησιμοποιείται η αντίστροφη προοπτική. Έτσι, οι μορφές χαμηλά έχουν μικρότερο μέγεθος σε σύγκριση με όσες απεικονίζονται στα ανώτερα επίπεδα.

Το πρώτο επίπεδο

Καθόλου τυχαία ο Μιχαήλ Άγγελος έχει χρησιμοποιήσει στο πρώτο επίπεδο, σκούρες αποχρώσεις, ώστε να αποτυπώσει το σκοτάδι. Οι άνθρωποι βρίσκονται σε σύγχυση και είναι μοιρασμένοι στις δύο άκρες του πίνακα. Όσοι βρίσκονται στην πρώτη απεικόνιση, είναι εκείνοι που σώζονται και ετοιμάζονται να κατευθυνθούν προς τον Παράδεισο και την αιώνια ζωή. Κάποιοι από αυτούς δεν έχουν αποκτήσει, ακόμη, σάρκα ενώ άλλοι είναι τυλιγμένοι με τα σάβανά τους.

Στην άλλη άκρη, απεικονίζονται όλοι όσοι κρίθηκαν ανάξιοι να αποκτήσουν μια θέση στον Παράδεισο. Κοντά τους απεικονίζεται μια όρθια μορφή μέσα σε μια βάρκα. Πρόκειται για τον γνωστό από την ελληνική μυθολογία Χάροντα, ο οποίος μεταφέρει τους ανθρώπους στον κάτω Κόσμο. Έτσι, αφού αποβιβαστούν, οδηγούνται στην φωτιά και στην Κόλαση.

Το μεσαίο επίπεδο

Ακριβώς πάνω από τους ανθρώπους, στο κέντρο του μεσαίου επιπέδου, ο Μιχαήλ Άγγελος απεικονίζει τους αγγέλους και εκατέρωθέν τους, τις ψυχές των ανθρώπων. Οι άγγελοι βρίσκονται πάνω σε ένα σύννεφο με κάποιους να κρατούν σάλπιγγες και κάποιους άλλους βιβλία. Ο άγγελος με το μικρό βιβλίο στα αριστερά του σύννεφου, αναγγέλλει ποιοι θνητοί θα ανέβουν στον Παράδεισο. Αντίθετα, εκείνος στα δεξιά δυσκολεύεται πολύ να κρατήσει το μεγάλο βιβλίο και γι’ αυτό τον βοηθάει ακόμη ένας. Σε αυτό περιλαμβάνονται όλοι όσοι θα κατευθυνθούν στην κόλαση, που φαίνεται πως είναι περισσότεροι.

Το ανώτερο επίπεδο

Στο ανώτερο επίπεδο της παράστασης, ο Μιχαήλ Άγγελος τοποθετεί τον Χριστό- Κριτή, να περιβάλλεται από φως. Πρόκειται για έναν Χριστό νεαρό και γυμνασμένο, επιλογή κάπως ασυνήθιστη αφού μέχρι τότε εικονιζόταν ως ώριμος άντρας. Το δεξί του χέρι είναι υψωμένο φανερώνοντας την καταδίκη των «εξ ευωνύμων κατηραμένων» ψυχών. Αντίθετα με το αριστερό του χέρι απευθύνεται στους «εκ δεξιών ευλογημένους του πατρός» οι οποίοι κατευθύνονται στον Παράδεισο.

Δίπλα του εικονίζεται η Παναγία σε μικρότερη κλίμακα, καθιστή και σχεδόν φοβισμένη. Το βλέμμα της είναι στραμμένο προς τις σωζόμενες ψυχές δηλώνοντας πως αποφεύγει να αντικρύσει τους κολασμένους.

Μπροστά από τον Χριστό μπορούμε να αναγνωρίσουμε κάποιους αγίους, όπως τον άγιο Λαυρέντιο να κρατά τη σχάρα του μαρτυρίου του. Δίπλα του απεικονίζεται ο άγιος Βαρθολομαίος να κρατάει το μαχαίρι και το δέρμα του γδαρμένου σώματός του. Φαίνεται μάλιστα πως το σώμα φέρει την αυτοπροσωπογραφία του Μιχαήλ Αγγέλου. Ακριβώς από πάνω του διακρίνουμε τον άγιο Πέτρο να κρατάει τα κλειδιά του Παραδείσου.

Είναι χαρακτηριστικό πως στο συγκεκριμένο επίπεδο κυριαρχεί το έντονο φως και έρχεται σε αντίθεση με το σκοτάδι χαμηλότερα.

Οι δυο Άγγελοι

Στα τύμπανα ακριβώς επάνω από το επίπεδο του Χριστού, τοποθετούνται δύο σκηνές που σχετίζονται με τα Πάθη Του. Στην αριστερή πλευρά απεικονίζονται γυμνοί και άπτεροι άγγελοι που προσπαθούν αν ανυψώσουν τον Σταυρό του Μαρτυρίου.

Στην δεξιά πλευρά αποτυπώνονται επίσης άγγελοι χωρίς φτερά στην προσπάθειά τους να σηκώσουν τον κίονα της φραγγέλωσης. Έτσι, μέσα από αυτές τις παραστάσεις, το βλέμμα των θεατών κατευθύνεται και πάλι στον Χριστό.

Αντιδράσεις

Τα επίσημα αποκαλυπτήρια της Δευτέρας Παρουσίας έγιναν στις 31 Οκτωβρίου 1541 και αμέσως προκλήθηκε θύελλα αντιδράσεων. Λέγεται, μάλιστα, πως μόλις ο πάπας Παύλος Γ’ αντίκρυσε για πρώτη φορά το έργο, έπεσε στα γόνατα με δέος και τρόμο.

Ανάλογη αντίδραση είχε λίγο πριν την ολοκλήρωση του έργου και ο τελετάρχης Biagio de Cesena, ο οποίος χαρακτήρισε άσεμνα τα γυμνά. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην έμμεση απάντηση του καλλιτέχνη. Ο Μιχαήλ Άγγελος αποφάσισε να τον τοποθετήσει στο κάτω δεξιό τμήμα της παράστασης, μπροστά από την Κόλαση. Έτσι, η μορφή του Μίνωα φέρει τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του τελετάρχη, τυλιγμένο με ένα φίδι και με αυτιά γαϊδάρου.

Την περίοδο της Αντιμεταρρύθμισης, οι αντιδράσεις οξύνθηκαν. Κληρικοί και λαϊκοί ήταν αντίθετοι απέναντι στην αχαλίνωτη γυμνογραφία της παράστασης με εκπρόσωπό τους τον Pietro Aretino. Ο Μιχαήλ Άγγελος, ωστόσο, δεν αντέδρασε.

Δέκα χρόνια αργότερα, ο πάπας του ζήτησε να «διορθώσει» το έργο συναντώντας την άρνηση του καλλιτέχνη. Μόνο μετά τον θάνατό του  κατάφεραν να ζητήσουν την παρέμβαση του φίλου του Daniele da Voltera, ο οποίος «έντυσε» τις μορφές.


Πηγές

Μιχαήλ Άγγελος: Η Δευτέρα Παρουσία του μεγάλου καλλιτέχνη

The Last Judgment (Michelangelo)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *