Πρόκειται για την πιο διάσημη πολιτική τραγωδία του Γερμανού ποιητή – μετά τα έργα του Σαίξπηρ – που πραγματεύεται την αντιπαράθεση δύο δυναμικών γυναικών της αναγεννησιακής περιόδου. Ανάμεσα σε διαπλεκόμενα πολιτικά συμφέροντα, θρησκευτικό φανατισμό και προσωπικά μίση, η βασίλισσα Ελισάβετ έρχεται σε απόλυτη σύγκρουση με τη Μαρία της Σκωτίας σε μια συνάντηση που δεν έγινε ποτέ. Μια συνάντηση που γέννησε η πένα του Σίλερ.
Υπόθεση
Δύο εκ παραλλήλου αντίθετες γυναίκες, δύο βασίλισσες με τελείως διαφορετικό χαρακτήρα έρχονται αντιμέτωπες σ’ αυτό το έργο: από τη μια, η προτεστάντισσα Ελισάβετ, ως δικαστής, η οποία ανατράφηκε μέσα στον αυστηρό πουριτανισμό της Αγγλίας, από την άλλη, η καθολική Μαρία Στιούαρτ, ως καταδικασθείσα, η οποία διαπαιδαγωγήθηκε μέσα στην πιο «ελαφριά» Αυλή της Γαλλίας. Η Μαρία Στιούαρτ, παρόλο το παράφορο πάθος της, απεχθάνεται την εκλεπτυσμένη υποκρισία, ενώ η Ελισάβετ, χάριν του θρόνου και του λαού, αυτοχαρακτηρίζεται ως “Παρθένα Βασίλισσα”.
Οι βίοι των δύο βασιλισσών είναι συνυφασμένοι με δραματικό τρόπο και τους έχει κληροδοτηθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ τους από τις οικογενειακές τους έριδες. Ανάμεσά τους στέκει ο αγγλικός θρόνος, για τον οποίον έχουν αξιώσεις και οι δυο τους μέσω δυναστικών διεκδικήσεων, αλλά και ένας φιλόδοξος άνδρας, ο κόμης του Λέστερ, πρώην εραστής της Μαρίας Στιούαρτ και νυν εραστής της Ελισάβετ. Στην αιχμή αυτού του δράματος βρίσκεται μια σκηνή από το Σίλερ γύρω από μια φανταστική συνάντηση των δύο αντίπαλων και αντίζηλων βασιλισσών, παρουσία του κόμη του Λέστερ.
Ο συγγραφέας
Γεννήθηκε στο Μάρμπαχ της Βυρτεμβέργης στις 10 Νοεμβρίου του 1759 και πέθανε στη Βαϊμάρη στις 10 Μαΐου 1805. Η καταγωγή του ήταν ταπεινή και η ζωή του γεμάτη δυσχέρειες. Σπούδασε νομικά και ιατρική. Το πρώτο ώριμο έργο του είναι το δράμα “Οι ληστές” (Die Rauber, 1783), μια τολμηρή διακήρυξη ελευθερίας εναντίον της τυραννικής και διεφθαρμένης ηθικά κοινωνίας. Το 1783 εκδίδεται το δραματικό έργο “Η συνωμοσία του Φιέσκο στην Γένουα”• το 1784 το “Ραδιουργία και έρως” και το 1787 το “Δον Κάρλος”. Την ίδια χρονιά γράφει την “Ωδή στη Χαρά” και εγκαθίσταται στη Βαϊμάρη. Γνωρίζεται με τον Γκαίτε (1788) και διορίζεται καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Ιένας (1789). Ασχολείται με την συγγραφή ιστορικών έργων, σημαντικότερο εκ των οποίων είναι η “Ιστορία του τριακονταετούς πολέμου”. Το 1790 νυμφεύεται την Σαρλόττε φον Λέγκενφελτ και αποκτά δυο γιους και δυο κόρες. Το 1791 ασθενεί σοβαρά από υπερκόπωση και κινδυνεύει να πεθάνει.
Μεταφράζει αρχαίους Έλληνες και Λατίνους συγγραφείς και γράφει ορισμένα από τα πιο γνωστά του ποιήματα. Παράλληλα ασχολείται με την μελέτη της φιλοσοφίας του Καντ, καρπός της οποίας είναι θαυμάσια φιλοσοφικά και αισθητικά δοκίμια, όπως το “Περί αφελούς και αισθηματικής ποίησης”. Το 1794 αναθερμαίνεται η φιλία του με τον Γκαίτε και αρχίζει η περίοδος της ωριμότητας. Γράφει μερικά από τα ωραιότερα του ποιήματα και μπαλάντες. Τα δραματικά έργα της περιόδου αυτής είναι: η τριλογία του “Βαλλενστάιν” (1800), Μαρία Στούαρτ (1801), “Η παρθένος της Ορλεάνης (1801), “Η νύμφη της Μεσσήνης” (1803), “Γουλιέλμος Τέλλος (1804) και το ημιτελές “Δημήτριος”. Μετέφρασε πλήθος ξένων δραματικών έργων κυρίως αγγλικών και γαλλικών (Μάκβεθ, Φαίδρα κλπ.) Διηύθυνε τα περιοδικά “Οι ώρες” και “Ημερολόγιο των Μουσών”. Μαζί με τον Γκαίτε έγραψαν τα σατιρικά δίστιχα “Ξένια”.
Τα ιστορικά πρόσωπα πίσω από το έργο
Η Βασίλισσα Ελισάβετ Ι και η Βασίλισσα των Σκωτσέζων ήταν δύο από τις μεγαλύτερες, πιο θρυλικές αντιπάλους της καταγεγραμμένης ιστορίας – παρόλο που δεν συναντήθηκαν ποτέ. Στο ένα κάστρο, η Ελισάβετ, η παρθένα βασίλισσα: άγρια, τακτική και κυνική. Στο άλλο, η Μαρία: θηλυκή, γοητευτική, ρομαντική και απερίσκεπτη.
Ελισάβετ Α΄ της Αγγλίας
Στις 7 Σεπτεμβρίου 1533 γεννιέται η Βασίλισσα Ελισάβετ Α’ της Αγγλίας, γνωστή και ως η «Παρθένος Βασίλισσα» ή «Άμωμος Βασίλισσα». Ήταν κόρη του Ερρίκου Η’ από τη δεύτερη σύζυγό του Άννα Μπολέϊν. Αρχικά είχε χαρακτηριστεί ως νόθο τέκνο του Ερρίκου Η’, επειδή η Καθολική Εκκλησία δεν αναγνώριζε το δεύτερο γάμο του Βασιλιά. Το 1544 της αναγνωρίστηκε το δικαίωμα διαδοχής και ενθρονίστηκε το 1558. Η ανάρρησή της στο θρόνο της Αγγλίας συνδυάστηκε με μία συμβιβαστική πολιτική που στόχευε στην αντιμετώπιση των δύσκολων οικονομικών, πολιτικών και θρησκευτικών ζητημάτων.
Σταδιακά όμως, με την ισχυροποίησή της στον αγγλικανικό θρόνο, η Ελισάβετ Α’ ακολούθησε μία πιο επιθετική πολιτική. Με το «Νόμο περί κυριαρχίας» ενίσχυσε το ρόλο του Προτεσταντισμού στην Αγγλία ενώ ταυτόχρονα έθετε υπό τον έλεγχό της την Εκκλησία της χώρας. Ενίσχυσε τους Σκοτσέζους Προτεστάντες οι οποίοι νίκησαν τους Καθολικούς που υποστήριζαν τη Μαρία Στιούαρτ, ανταγωνίστρια της Ελισάβετ Α’ για το θρόνο της Αγγλίας.
Η περιπέτεια της υγείας της
Tον Oκτώβριο του 1562 η Eλισάβετ αρρώστησε βαριά από ευλογιά. Φοβήθηκε ότι θα πεθάνει και μη έχοντας διάδοχο, διόρισε τον Tζων Nτάντλεϋ, δούκα του Nορθάμπερλαντ, ως «Προστάτη της Aγγλίας» – μολονότι κανείς δεν ήξερε τί σήμαινε ο τίτλος αυτός. Σύντομα βέβαια έγινε καλά, αλλά η αρρώστια της αυτή θα της προκαλούσε σε λίγο απίστευτες στενοχώριες. Tον ίδιο μήνα (Oκτώβριο του 1562), η Ελισάβετ πήρε και ένα πολύ πικρό μάθημα. Διέταξε να γίνει εκστρατεία κατά της Γαλλίας, αλλά το σχέδιο δεν ήταν καλά οργανωμένο και το αποτέλεσμα ήταν σκέτη αποτυχία. Tον Iούλιο του 1563 «τα υπολείμματα του αγγλικού στρατού παρεδόθησαν και γύρισαν πίσω. Tο Kαλαί είχε χαθεί για πάντα για την Aγγλία.
Οι σχέσεις με τη βουλή και ο γάμος
Tον ίδιο χρόνο (1563), η κατάσταση χειροτέρευσε. Eξ αιτίας της πρόσφατης ασθένειας της Eλισάβετ, η Bουλή «ζήτησε επίσημα από τη βασίλισσα να παντρευτεί –και εάν όχι, να καθορίσει τη διαδοχή της με νόμο.» Aλλά η Eλισάβετ ήθελε να παντρευτεί μόνον έναν άντρα που θα του είχε εμπιστοσύνη: το γεγονός ότι ο πατέρας της είχε διατάξει την εκτέλεση της μητέρας της, ίσως την είχε κάνει δύσπιστη για τους άντρες. Δεν ήθελε επίσης να ονομάσει κάποιον διάδοχό της διότι φοβόταν ότι ίσως αυτός θα την δολοφονούσε. Για τους λόγους αυτούς, απέρριψε το αίτημα της Bουλής.
H απόρριψη αυτή όμως δημιούργησε τεράστιες δυσκολίες στις σχέσεις της Eλισάβετ με τη Bουλή, μια κατάσταση που συνεχίστηκε για πολλά χρόνια. Tο 1566 η Bουλή υπέβαλε ξανά το αίτημα, αλλά η Eλισάβετ απέρριπτε όλες τις προτάσεις γάμου –μεταξύ αυτών και μία από τον Aρχιδούκα Kάρολο της Aυστρίας, γιο του αυτοκράτορα της Aγίας Pωμαϊκής Aυτοκρατορίας.
Ελισάβετ και Μαρία Στιούαρτ
Σαν να μην ήταν αρκετή στενοχώρια η πίεση να παντρευτεί, ένα νέο απειλητικό στοιχείο προστέθηκε. H βασίλισσα Mαρία Στιούαρτ της Σκωτίας αναγκάστηκε από τους σκωτσέζους λόρδους να παραιτηθεί –και το 1567 κατέφυγε στη βόρεια Aγγλία. H Eλισάβετ της πρόσφερε στην αρχή καταφύγιο, αλλά επειδή η Mαρία ήταν «ο ισχυρότερος διεκδικητής» του αγγλικού θρόνου, η Eλισάβετ αποφάσισε να την κρατήσει αιχμάλωτη. H αντιπαλότητά τους δεν ήταν μόνο πολιτική: ως καθολική, η Mαρία αντιπροσώπευε και μια μεγάλη θρησκευτική απειλή για την προτεσταντική, υπό την Eλισάβετ, Aγγλία.
Το ξέσπασμα της επανάστασης
Tο 1569 η απειλή αυτή έγινε πραγματικότητα: ξέσπασε επανάσταση εναντίον της Ελισάβετ –η «Eπανάσταση του Bορρά»– καθοδηγούμενη από τους καθολικούς κόμητες του Nορθάμπερλαντ και του Oυεστμόρλαντ, οι οποίοι ήθελαν να φέρουν στο θρόνο τη Mαρία Στιούαρτ. Η επανάσταση κατεστάλη, αλλά τον Iανουάριο του 1570 ξέσπασε νέα. Kαίτοι κι αυτή απέτυχε, η Eλισάβετ είχε συγκλονισθεί βαθύτατα. Για πρώτη φορά στη διάρκεια της βασιλείας της, φοβόταν σοβαρά για τον θρόνο της.
Ο Ουαλσινγκχαμ και ο Σεσίλ ανακάλυψαν την “Συνομωσία του Ρίντολφι” σχέδιο ανατροπής της Ελισάβετ με την βοήθεια Ισπανικών στρατευμάτων και του δούκα του Νόρφολκ, οι στασιαστές είχαν στόχο να ανεβάσουν στον θρόνο της Σκωτίας την Μαρία (1571). Ο Νόρφολκ εκτελέστηκε και το Αγγλικό Κοινοβούλιο απέκλεισε την Μαρία από όλα τα κληρονομικά της δικαιώματα στον θρόνο της Αγγλίας. Οι δολοπλοκίες συνεχίστηκαν, ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ πρότεινε στην Μαρία το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1570 να την παντρέψει με τον Δον Χουάν της Αυστρίας κυβερνήτη των Κάτω Χωρών και ετεροθαλή αδελφό του Φιλίππου Β΄ της Ισπανίας και να επιτεθούν στην Αγγλία με βοήθεια από τις Ισπανικές Κάτω Χώρες. Μετά την “Εξέγερση του Θροσμόρτον” (1583) ο Ουαλσινγκχαμ εισήγαγε την “Πράξη της Σωτηρίας της βασίλισσας” σύμφωνα με την οποία οποιοσδήποτε ύποπτος για συνωμοσία εναντίον της βασίλισσας θα εκτελείται.
Ιάκωβος και Μαρία Στιούαρτ
Η Μαρία πρότεινε στον γιο της Ιάκωβο την “Συσχέτιση” (1584) σύμφωνα με την οποία θα έμενε στην Αγγλία, θα παραιτηθεί από όλες τις διεκδικήσεις της στο Αγγλικό στέμμα, θα ενωνόταν και η ίδια εναντίον της Γαλλίας και θα συμφωνούσε τον γάμο του Ιακώβου με την έγκριση της Ελισάβετ. Το μοναδικό αντάλλαγμα που ζητούσε ήταν να βελτιωθούν οι συνθήκες αιχμαλωσίας του, ο Ιάκωβος απέρριψε την πρόταση και συμμάχησε με την Ελισάβετ εγκαταλείποντας την μητέρα του. Η Ελισάβετ απέρριψε επίσης την “Συσχέτιση”‘ επειδή όπως δήλωσε δεν έχει καμιά εμπιστοσύνη στην Μαρία να κρατήσει τον λόγο της. Τον Φεβρουάριο του 1585 ο Ουίλιαμ Πάρι συνωμότησε να δολοφονήσει την Ελισάβετ χωρίς να το ξέρει η Μαρία, στην συνωμοσία είχε εμπλακεί ο αντιβασιλιάς Τόμας Μόργκαν. Η Μαρία τοποθετήθηκε τον Απρίλιο στην συνοδεία του Σερ Αμίάς Παολατ και τα Χριστούγεννα μετακινήθηκε στην ασφαλή βίλα του Τσάρτλει.
Η καταδίκη της Μαρίας Στιούαρτ
Μετά την εμπλοκή της στην Συνωμοσία του Μπαμπίνγκτον η Μαρία συνελήφθη στις 11 Αυγούστου 1586 ενώ έκανε ιππασία στο Τιξάλ. Ο Ουαλσινγκχαμ την εξαπάτησε και της ζήτησε να πάρει τα γράμματα και να τα καταστρέψει, η Μαρία τα έδωσε από αφέλεια νομίζοντας ότι δεν μπορεί να τα διαβάσει, ο Ουαλσινγκχαμ κατάφερε να τα αποκρυπτογραφήσει και να δει ότι σχεδίαζε με συνεργάτες να δολοφονήσουν της Ελισάβετ. Μεταφέρθηκε μετά από τετραήμερο ταξίδι στο κάστρο του Φοθερίνγκο στις 25 Σεπτεμβρίου και τον Οκτώβριο δικάστηκε για εσχάτη προδοσία σύμφωνα με την “Πράξη της Σωτηρίας της βασίλισσας” σε ένα συμβούλιο από 36 ευγενείς. Η Μαρία αρνήθηκε κατηγορηματικά όλες τις κατηγορίες και είπε:
“Κοιτάξτε τον κόσμο γύρω σας, είναι πολύ ευρύτερος από τα στενά όρια του βασιλείου της Αγγλίας”.. Απορρίφθηκε το αίτημα της να καθυστερήσει η δίκη για να φέρει αθωωτικά στοιχεία και δεν της επέτρεψαν να έχει συνήγορο επειδή δεν ήταν Αγγλίδα υπήκοος, καταδικάστηκε σε θάνατο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Η καταδίκη της Μαρίας έγινε με έναν μόνο επίτροπο τον λόρδο Ζουτς.
Η Ελισάβετ δίστασε αρχικά να υπογράψει την καταδίκη γιατί όπως δήλωσε ο φόνος μιας βασίλισσας ήταν κάτι πολύ βαρύ, και φοβήθηκε μήπως ο γιος της συμμαχήσει με τον Γάλλους Καθολικούς εναντίον της Αγγλίας. Η Ελισάβετ ζήτησε από τον Παολατ να την θανατώσει με κάποιο παράνομο τρόπο χωρίς να φανεί ότι υπέγραψε η ίδια αλλά εκείνος της απάντησε “δεν μπορώ να κηλιδώσω την φτωχή μου καριέρα με μια τόσο ατιμωτική πράξη”. Η Ελισάβετ αναγκάστηκε να υπογράψει την θανατική καταδίκη της Μαρίας στις 1 Φεβρουαρίου 1587 και ανέθεσε στον Καγκελάριο Ουίλιαμ Ντέιβισον (1541 – 1608) να την εκτελέσει. Στις 3 Φεβρουαρίου 10 μέλη του βασιλικού συμβουλίου αποφάσισαν να εκτελέσουν την ποινή χωρίς να ενημερώσουν την Ελισάβετ.
Η εκτέλεση
Το απόγευμα της 7ης Φεβρουαρίου 1587 η Μαρία ειδοποιήθηκε στο Φοθερινγκώ ότι θα εκτελεστεί το επόμενο πρωί. Τις τελευταίες ώρες της ζωής της προσευχήθηκε και έγραψε στον βασιλιά της Γαλλίας για την τελευταία της επιθυμία. Το ικρίωμα που στήθηκε στην μεγάλη αίθουσα είχε δυο πόδια ύψος και ήταν ντυμένο στα μαύρα, έφτανε τα 2 – 3 σκαλιά, ένα μαξιλάρι για να γονατίσει και τρία σκαμνιά για την ίδια και για τους κόμητες του Σρούσμπερυ και του Κεντ που θα παρακολουθούσαν την εκτέλεση. Οι εκτελεστές γονάτισαν μπροστά της και της ζήτησαν συγχώρεση, ήταν συνηθισμένο γεγονός τότε για τον εκτελεστή να ζητήσει την συγχώρεση από τον άνθρωπο που θα θανατώσει, η Μαρία του απάντησε “σε συγχωρώ με όλη μου την καρδιά, ελπίζω ο θάνατος να είναι το τέλος των προβλημάτων μου“.
Όταν η Ελισάβετ έμαθε τα νέα για την εκτέλεση της Μαρίας εξοργίστηκε επειδή ο καρδινάλιος Ουίλιαμ Ντέιβισον δεν ακολούθησε τις οδηγίες της και το βασιλικό συμβούλιο αποφάσισε να ενεργήσει αυτόνομα χωρίς να την ενημερώσει. Η Ελισάβετ ήθελε να αποφύγει την προσωπική της συμμετοχή στον αποκεφαλισμό της Μαρίας αλλά η δυσπιστία της και οι κακές οδηγίες δεν της το επέτρεψαν. Ο Ντέιβισον συνελήφθη, φυλακίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου και απελευθερώθηκε 19 μήνες αργότερα με την παρέμβαση του Σεσίλ και του Ουαλσινγκχαμ.
Η ταφή της Στιούαρτ
Το αίτημα της Μαρίας να ταφεί στην Γαλλία δεν έγινε δεκτό από την Ελισάβετ. Το σώμα της βαλσαμώθηκε και τοποθετήθηκε σε ένα φέρετρο μέχρι να γίνει η ταφή της με Προτεστάντες ιερείς στα τέλη του Ιουλίου του 1587 στον Καθεδρικό ναό του Πίτερμπρο. Τα εντόσθια της αφαιρέθηκαν και τάφηκαν μυστικά στο κάστρο του Φοθέρινγκο. Το σώμα της εξήχθη (1612) όταν ο γιος της Ιάκωβος Α΄ διέταξε την εκταφή της στο αβαείο του Ουέστμινστερ σε ένα παρεκκλήσι δίπλα από τον τάφο της Ελισάβετ Α΄. Ο τάφος της ανοίχτηκε (1867) για να εντοπιστεί η ακριβή θέση ταφής του Ιακώβου Α΄, η σωρός της βρέθηκε μαζί με αυτήν του Ερρίκου Ζ΄ και πολλών άλλων απογόνων της όπως της Ελισάβετ Στιούαρτ, του πρίγκιπα Ρούπρεχτ του Παλατινάτου και των παιδιών της Άννας της Μεγάλης Βρετανίας.
Πηγές