O νοτιοκορεάτης Χονγκ Σανγκ-σου έχει σκηνοθετήσει μόνο την τελευταία δεκαετία 14 ταινίες, υπογράφοντας παράλληλα το σενάριό τους (σύνολο 25 ταινίες σε 24 χρόνια). Αξιοζήλευτο επίτευγμα για ένα δημιουργό ο οποίος καταφέρνει να διατηρεί πάντα το ενδιαφέρον του αυστηρά σινεφίλ κοινού και του καλλιτεχνικού κυκλώματος, έχοντας βραβευτεί σε όλα τα μεγάλα διεθνή φεστιβάλ, με τελευταίο βραβείο την Αργυρή Άρκτο σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ του Βερολίνου 2020, το οποίο απέσπασε η πιο πρόσφατη και θα τολμούσαμε να πούμε η καλύτερη του ταινία, η «Γυναίκα που Έφυγε».
Το θέμα της ταινίας είναι τόσο απλό και όμως αποκαλύπτει μεγάλες αλήθειες περί ζωής και λοιπών θεμάτων. Χωρισμένη νοητά σε τρία μέρη, η νέα του ταινία ακολουθεί την αφοπλιστική (σύντροφο στη ζωή, μούσα και πρωταγωνίστρια στις τελευταίες επτά ταινίες του) Κιμ Μινχί καθώς υποδύεται την Γκαμχί, μια παντρεμένη γυναίκα που επισκέπτεται παλιές της φίλες, για πρώτη φορά χωρίς τον άντρα της. Στο πρώτο μέρος επισκέπτεται μια παλιά της φίλη που ζει έξω από τη Σεούλ και αρνείται να υποκύψει στις απαιτήσεις του γείτονά της να σταματήσει να ταίζει τις γάτες της γειτονιάς, στο δεύτερο επισκέπτεται μια εκπαιδεύτρια γιόγκα που την κυνηγά ένας ποιητής με τον οποίο έκανε ένα one night stand και στο τρίτο μέρος επισκέπτεται την Γουτίν, μια γυναίκα που έχει παντρευτεί έναν συγγραφέα, με τον οποιό η Γκαμχί είχε κάποτε σχέσεις.
Με διαχρονικά παιχνιδιάρικη διάθεση και μια διάχυτη μελαγχολία που μπλέκεται γλυκά με ένα αδιόρατο μυστήριο για το από που τρέχει να ξεφύγει η γυναίκα του τίτλου, ο Χονγκ Σανγκ-σου δίνει για άλλη μία φορά το βήμα στις γυναίκες και γίνεται για 77 λεπτά ο ακροατής των πιο περίεργων, ασύνδετων φαινομενικά, αλλά πάντα προσωπικών, οικουμενικών τελικά σκέψεων τους. Η ειρωνία που θέλει την Γκαμχί να βρίσκεται για πρώτη φορά, μετά από πέντε ολόκληρα χρόνια γάμου, μόνη, χωρίς το συζυγό της που λείπει σε ταξίδι, δίνει το στίγμα πολλαπλών ερμηνειών πάνω στις έννοιες της πίστης, της δέσμευσης, της έγγαμης συμβίωσης, της ελευθερίας, της ευτυχίας.
Ο κορεάτης σκηνοθέτης επιλέγει να εστιάσει στα πρόσωπα και τους διαλόγους και να μη δώσει καμιά εξήγηση για την επιλογή της ηρωίδας να επιστρέψει στο παρελθόν μέσω αυτών των τριών προσώπων. Και στις τρεις περιπτώσεις την ακούμε να λέει ότι, παρότι είναι πέντε χρόνια παντρεμένη, αυτή είναι η πρώτη μέρα που βρίσκονται χωριστά με τον άντρα της. Πίσω από τις φιλικές συνομιλίες διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν υπόνοιες, αντιθέσεις, μυστικά αλλά και αινίγματα που φανερώνουν την παράξενη τροπή που παίρνει καμιά φορά η ζωή είτε λόγω κάποιων επιλογών είτε λόγω τυχαίων συμβάντων. Η σιωπή και τα κρυφά νοήματα μας μεταφέρουν σε μια άλλη, απροσδιόριστη διάσταση όπου το καθημερινό και το απρόοπτο αλληλοσυμπληρώνονται υποδειγματικά. Η ατμόσφαιρα μυστηρίου συντηρείται σε εντυπωσιακό βαθμό από την αξιοποιήσιμη δραματουργικά περιπλάνηση της ηρωίδας μέχρι και το γεμάτο αμφισημία φινάλε.
Από το φαγητό μέχρι τον έρωτα και από το σινεμά μέχρι την εξοχή, οι γυναίκες μιλούν, τρώνε και ζουν μικρές στιγμές που θα μπορούσαν να είναι ολόκληρες ζωές, με έναν νατουραλισμό που σχεδόν σοκάρει και μια σκηνοθετική φυσικότητα που θα ορκιζόσουν πως ό,τι βλέπεις είναι αυτοσχεδιασμός της στιγμής με θέμα την καθημερινή ζωή γυναικών στο σήμερα και την ίδια στιγμή στο διηνεκές των αιώνων. Οι ηρωίδες κινούνται ελάχιστα εώς και καθόλου καθώς ανταλλάσοντας απόψεις για καθημερινά θέματα και αρχίζει σιγά σιγά να μορφοποιείται στην οθόνη μια οικεία όσο και γοητευτικά αλλόκοτη αλήθεια. Σ’ αυτήν η φυσική ζωή, που αντιπαρατίθεται με την αστική ρουτίνα, η αντρική παρουσία έρχεται πάντα εμβόλιμη, αμήχανη και εγωιστική, το παρελθόν ξυπνά ως τραύμα που δεν έχει επουλωθεί και η χαμένη ανθρώπινη επικοινωνία αναζητά τρόπο να επιστρέψει.
Η χαμηλότονη αφήγηση αυτής της ιστορίας, που κρύβει καλά τα μυστικά της πίσω από φαινομενικά συνηθισμένους διαλόγους, εγείρει τα καίρια ερωτήματα: τι αποζητά η ηρωίδα και ποια ήταν η σχέση της με αυτές τις γυναίκες; Ποια ανάγκη της καλύπτει το συγκεκριμένο ταξίδι; Πως σχετίζονται όλα αυτά τα πρόσωπα με τη δική της διαδρομή;
Είναι μέσα από τις ζωές των φιλενάδων της, άλλων γυναικών που «φεύγουν», που η Γκαμχί θα καθρεφτίσει τη δική της μοναξιά. Σε αυτές θα αναζητήσει και θα πάρει όσες απαντήσεις προλάβει, μέχρι ο χρόνος τελειώσει και πρέπει να επιστρέψει στον άντρα της και την παλιά της ζωή. Οι τέσσερις γυναικείοι χαρακτήρες, ενώ διατηρούν τις ιδιαιτερότητές τους, συμπληρώνουν την εικόνα ενός συλλογικού θηλυκού ψυχογραφήματος γεμάτο μοναξιά, νοσταλγία και επιθυμία. Μέσα από τις τέσσερις αυτές γυναίκες, ο Χονγκ Σανγκ-σου επικεντρώνεται στις σχέσεις των δύο φύλων, τα καθημερινά προβλήματα της αστικής ζωής και τα αδιέξοδα χαρακτήρων οι οποίοι βλέπουν τις επιθυμίες τους να απομακρύνονται αργά, αλλά σταθερά από την πραγματικότητά τους. Η «επιφάνεια» των εικόνων του είναι πάντα ήρεμη, απλή και ανεπιτήδευτη, αφήνοντας τις λεπτομέρειες του κάδρου, τους διαλόγους των χαρακτήρων, ένα αδιόρατα αποστασιοποιημένο χιούμορ και τη σημειολογία του ντεκόρ να σχολιάσει όλα όσα κυκλοφορούν υπογείως. Έτσι, σκηνή τη σκηνή, ένας αόρατος κόσμος αποκαλύπτεται, στο εσωτερικό των ανθρώπων αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας, όπου καταπιεσμένα συναισθήματα, απωθημένες επιθυμίες και ψυχολογικά τραύματα περιμένουν την ευκαιρία να πάρουν το λόγο από μια φαινομενικά ατάραχη, τακτοποιημένη καθημερινότητα.
Μαζί με την ταινία «Η γυναίκα που έφυγε» προβάλλεται η μικρού μήκους ταινία «À La Carte» των Ταξιάρχη Δεληγιάννη και Βασίλη Τσιουβάρα με τους Χρήστο Στέργιογλου και Αντώνη Μποσκοΐτη. Ο υπουργός Υγείας είναι καλεσμένος σε ραδιοφωνική εκπομπή, με στόχο την απόκρυψη ενός σκανδάλου που τον αφορά. Μαζί με τον δημοσιογράφο ακροβατούν σε ένα σκοινί που τεντώνει επικίνδυνα από τις αποκαλυπτικές αντιδράσεις των ακροατών και τις πιέσεις των φαρμακευτικών και της κυβέρνησης.
Πηγές:
https://flix.gr/cinema/the-woman-who-ran-review.html
https://www.athensvoice.gr/culture/cinema/731254-kritiki-tainias-i-gynaika-poy-efyge-woman-who-ran
https://www.athinorama.gr/cinema/article/i_gunaika_pou_efuge_-2551802.html
https://www.moveitmag.gr/tainies/i-gynaika-poy-efyge/65260
https://www.monopoli.gr/2021/10/07/showtimes/cinema/518883/i-gynaika-pou-efyge/