Αντί προλόγου
Ο Γιούκιο Μισίμα υπήρξε, ίσως, ένας από τους λόγους που ο Δυτικός κόσμος της δεκαετίας του ’70 ήρθε σε επαφή με την λογοτεχνία της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου. Δεν στηριζόταν, ωστόσο, η γνωριμία αυτή στο έργο του, αλλά στον θεαματικό τρόπο, με τον οποίο έβαλε τέλος στην ζωή του. Η αυτοκτονία του ανέδειξε την αντίφαση του χαρακτήρα του , την μάχη ανάμεσα στο ωραίο και αυτό που θεωρούσε ως αποστολή του. Αν και δεν υπήρξε πολυγραφότατος άφησε πίσω του μια παρακαταθήκη, διόλου ασήμαντη. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται το πιο γνωστό και δουλεμένο μυθιστόρημά του: Ο Ναυτικός που αρνήθηκε την θάλασσα, μια σύντομη παρουσίαση του οποίου ετοιμάσαμε στην σημερινή μας στήλη.
Λίγα λόγια για την πλοκή
Μεταφερόμαστε στην Γιοκοχάμα. Εκεί ζει η Φουσάκο, μια νέα χήρα που μετά τον θάνατο του συζύγου της έχει αναλάβει την διεύθυνση του μαγαζιού με ρούχα που διέθετε στην αριστοκρατική συνοικία της πόλης. Ο γιος της, ο Νομπόρου, ένας έφηβος με περιέργεια και κρυφό πάθος αρχίζει να ανακαλύπτει τον κόσμο γύρω του. Τον άνδρα, την γυναίκα, την σεξουαλικότητα, την ζωή και τον θάνατο. Όλα αλλάζουν στον κόσμο του, όταν σε αυτόν εισέρχεται ο Ρουάγ, ένας υποπλοίαρχος που ποθεί την θάλασσα, αλλά μάλλον έχει αρχίσει να απεχθάνεται την μοναξιά. Γνωρίζει την Φουσάκο και εκείνη αυτόν και η σχέση τους θα χρειαστεί να περάσει πολλά κύματα για να καταλήξει στην ιδέα του γάμου.
Παράλληλα, ο Νομπόρου συσχετίζεται με παιδιά άλλων πλούσιων οικογενειών, που διακρινόμενα από μια πρόωρη ωριμότητα, όσο οξύμωρο και αν ακούγεται και από αλλόκοτες προσλήψεις για την ζωή και τον θάνατο έχουν προχωρήσει στην σύσταση μιας άτυπης συμμορίας που επιδίδεται σε περίεργα τελετουργικά. Όσο εσωστρεφής και εγωιστής και αν ήταν θα χρειαστεί να ζητήσει την βοήθειά τους για να εμποδίσει τον γάμο της μητέρας και του ναυτικού που θα κλόνιζε συθέμελα την θέση του στο σπίτι και στην καρδιά της μητέρας του. Το σχέδιο που θα προτείνει ο αρχηγός της παρέας τους θα αποδειχθεί σατανικό και θα προσδώσει έναν περίεργο επίλογο στο μυθιστόρημα. Στο τέλος θα μιλήσει κανείς για αρρωστημένη ζήλεια ή απλά για τιμωρία του ανδρός που πρόδωσε και εγκατέλειψε εκείνο που ήταν προορισμένος να υπηρετεί; Το μέγιστο θηλυκό –τη θάλασσα.
Λίγα λόγια για την γραφή
Η γραφή του Μισίμα είναι απλή, λιτή. Οι περιγραφές του δεν διακρίνονται από ιδιαίτερη παραστατικότητα, ενώ η ροή μέχρι την μέση του έργου κυλά αργά. Η ατμόσφαιρα είναι νωχελική, ομιχλώδης. Το ίδιο ισχύει και για τα πρόσωπα. Μοιάζουν όλα να περιβάλλονται από μια σκιά και σταδιακά να αποκαλύπτονται τα χαρακτηριστικά τους. Πράγματι, ο αναγνώστης ενθουσιάζεται καθώς πίσω από το πέπλο ξεπροβάλλουν όχι απλά οι προσωπικότητες των ηρώων, αλλά και οι πιο βαθιές και μύχιες σκέψεις τους. Πιθανόν σε κάποια σημεία να σοκάρεται. Δεν χρησιμοποιεί ακραία εκφραστικά μέσα, ούτε είναι υπέρμαχος των διαλόγων. Ο παντογνώστης αφηγητής αφ’ υψηλού παρακολουθεί και εξιστορεί, δεν επεμβαίνει, αν και χρησιμοποιεί με τέχνη τους πρωταγωνιστές προκειμένου να εκφράσει τις ιδέες και τις απόψεις του.
Μυθιστόρημα έντονο ερωτισμού, αλλά και μια διάχυτη, απροσδιόριστη σκληρότητα, με αλλεπάλληλες αντιφάσεις.
Λίγα λόγια για τα μηνύματα
Πέρα από τις σχέσεις των δύο φύλων, αλλά και αυτή μητέρας- γιου που πραγματεύεται, την μοναξιά και την συντροφικότητα, την ζωή και τον θάνατο, την βία και την γαλήνη, πέρα από αυτά τα δίπολα, σε αυτό του το μυθιστόρημα, εκφράζει μια από τις πιο σταθερές του απόψεις. Όπως ο ίδιος σημειώνει: “Πίστευα Και εξακολουθώ να πιστεύω ακράδαντα πως οι γέροι είναι απέραντα άσχηοι και είναι η απέραντα όμορφοι. Η γνώση των γερόντων είναι κατηφείς και σκοτεινή ενώ οι πράξεις των νέων λαμπερές και διάφανες. Γενικά οι άνθρωποι όσο γέρνουν γίνονται χειρότεροι. Μ’ λόγια η ανθρώπινη ζωή είναι μία πορεία προς την παρακμή και την κατάρρευση.” Η σταθερή του αυτή πεποίθηση επιβεβαιώθηκε μέσα από το βιβλίο αυτό αλλά και την ίδια του την ζωή.
Αντί επιλόγου
Η αναγνωστική εμπειρία του Μισίμα είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που έχουμε συνηθίσει. Αυτός είναι μάλλον κι ο λόγος που παρά την ενοχλητική, σε ορισμένα σημεία, εξέλιξή του, μας κράτησε ως τέλους προσηλωμένους, μας έκανε να απορήσουμε και να σκεφτούμε, να μπούμε στην διαδικασία ενός εντελώς διαφορετικού σκεπτικού και στάσης απέναντι στην ζωή. Υπήρξε η αφορμή να διαβάσουμε για την ζωή του, που παρά τις αντιφάσεις κουβαλά μαζί της ένα κομμάτι της ιαπωνικής μεταπολεμικής κοινωνίας, ολότελα ξένο σε εμάς. Αυτή, όμως, είναι και η γοητεία του. Η μετάφραση του Βαγγέλη Κατσάνη κατέστησε αυτό το εγχείρημα εφικτό .