Past Lives: μια ωδή στο ανεκπλήρωτο

Αντί προλόγου

Το 2023, το δίχως άλλο, μια πλούσια κινηματογραφικά χρονιά με αρκετά εισπρακτικά κέρδη για τις αίθουσες που τις γέμισε ξανά μετά το πλήγμα της πανδημίας. Η κυκλοφορία πολύ αναμενόμενων ταινιών ίσως, όμως, άφησε στο περιθώριο, όχι στους κύκλους σινεφίλ όσο αυτών του ευρύτερου κοινού κάποιες ταινίες που διαφημίστηκαν λιγότερο. Μια εξ αυτών είναι και η παραγωγής studio A24 “Past Lives” της Celine Song που δεν έχει ακόμα λανσαριστεί στην Ελλάδα, πέρα από τη διαθέσιμότητά της σε κάποιες διαδικτυακές πλατφόρμες. Εμείς την είδαμε και θέλουμε να σας προϊδεάσουμε για αυτό το αριστούργημα που ελπίζουμε σύντομα να φτάσει και στη χώρα μας.

Η πλοκή

Η υπόθεση είναι αρκετά απλή. Η ταινία περιστρέφεται γύρω από την πρωταγωνίστρια Nora (Greta Lee) που μεγαλώνει στη Σεούλ μέχρι τα 12 της (κορεάτικο όνομα: Να Γιανγκ), όταν μαζί με την οικογένειά της μεταναστεύει στο Τορόντο του Καναδά. Στα μαθητικά της χρόνια είναι ερωτευμένη με το συμμαθητή και καλό της φίλο Hae Sung (Teo Yoo), το οποίο με την αναχώρησή της αποχωρίζεται.

12 χρόνια αργότερα η Nora βρίσκεται, πλέον, στη Νέα Υόρκη, όπου προσπαθεί να εισαχθεί στο χώρο της συγγραφής θεατρικών έργων. Σε μια στιγμή περιέργειας θα αναζητήσει τον παιδικό της φίλο στα κοινωνικά δίκτυα, όπου και θα τον βρει. Εκείνος σπουδάζει μηχανικός σε πανεπιστήμιο της Σεούλ. Εκεί θα ξεκινήσει ή κατά κάποιον ιδιαίτερο τρόπο θα συνεχιστεί άλλη μια περίοδος της σχέσης τους. Θα ξεκινήσουν να έχουν καθημερινή επαφή, κάτι ενδιάμεσα σε φιλική και ερωτική, χωρίς να προσδιορίζεται παρά με θολές γραμμές και νοήματα που κρύβονται πίσω από τις συνομιλίες τους.

12 χρόνια αργότερα o Hae Sung βρίσκεται για ταξίδι αναψυχής στη Νέα Υόρκη. Η Nora, φτασμένη θεατρική συγγραφέας και παντρεμένη με το συνάδελφό της Arthur (John Magaro) θα τον συναντήσει και θα περιηγηθεί μαζί του στα αξιοθέατα της πόλης, στη σχέση τους και τα συναισθήματά τους.

Τα πρόσωπα

Η Nora είναι ένα κράμα δύο διαφορετικών πολιτισμών, αυτού στον οποίο μεγάλωσε, από εκεί που προέρχονται οι γονείς και οι ρίζες της και αυτού εντός του οποίου διαμορφώθηκε. Μοιάζει να κυοφορεί δύο εαυτούς. Ακροβατεί ανάμεσα στο αμερικανικό όνειρο που αντιπροσωπεύει ο σύντροφός της και στη νοσταλγία της πατρίδας της, της Κορέας που αντιπροσωπεύει ο παιδικός της φίλος. Σε αυτό το διχασμό εστιάζει και η ταινία που δε θεωρούμε ότι εμβαθύνει πολύ στο χαρακτήρα, τις σκέψεις και τον ψυχισμό της, παρά σε ό,τι έρχεται σε συνάρτηση με τις σχέσεις και τις επιλογές της ζωής της. Είναι άνετη, χαλαρή, χαρούμενη και εκδηλωτική. Νοιάζεται για τους γύρω της, αλλά είναι ένας άνθρωπος που θέτει στο κέντρο του σύμπαντός της τον εαυτό της. Όπως θα πει και ο Hae Sung είναι ο άνθρωπος που φεύγει.

Εκ διαμέτρου αντίθετος ο διστακτικός, μετρημένος και ίσως δειλός Hae Sung. Εκείνος είναι ο άνθρωπος της ασφάλειας, της ρουτίνας και της συνήθειας που ακολουθεί την πεπατημένη. Γεννήθηκε, μεγάλωσε, σπούδασε στη Σεούλ, σε μια σχολή κύρους αναλόγου των δυνατοτήτων του. Όλα στη ζωή του φαίνονται σχεδιασμένα και μελετημένα: από τις επαγγελματικές μέχρι τις προσωπικές και φιλικές του επιλογές. Είναι εμποτισμένος με την κουλτούρα που θέλει να βάζει τους ανθρώπους και τις ζωές τους σε κουτάκια. Αυτό δε σημαίνει πως δεν αισθάνεται, αλλά πως δυσκολεύει να εκδηλώσει όσα αισθάνεται και να πράξει το παραπάνω. Αυτό δεν το κάνει, ωστόσο, από εγωισμό όσο η Nora, αλλά από φόβο να μην πάει κόντρα στο αποδεκτό, στο κατεστημένο, στο σίγουρο.

Ο Arthur από την άλλη θυμίζει ώρες ώρες καρικατούρα ενός “πολιτισμένου”, ανοικτού και στα όρια του απαθούς δυτικού ανθρώπου. Αυτός μιλά ανοικτά στη Nora, εκφράζεται, προσπαθεί για τη σχέση τους και εσκεμμένα εθελοτυφλεί απέναντι σε κάποιες καταστάσεις ή απλώς αν και τον επηρεάζουν κατά βάθος δεν το παραδέχεται. Στην προσπάθειά του να περάσει την εικόνα του ανοιχτόμυαλου ανθρώπου της τέχνης κάπου αφήνει πίσω αυτό που αισθάνεται, φοβάται ή ανησυχεί. Είναι μια συμπαθητική φυσιογνωμία που φαντάζει στο πλάνο των δύο ως τρίτος, πράγμα που και ο ίδιος συνειδητοποιεί και αναφέρει.

Το μήνυμα

Είναι δύσκολο να ορίσει κανείς αυτό το έργο. Είναι σίγουρα ευκολότερο να πει τι δεν είναι. Δεν είναι μια ταινία για τα απωθυμένα, για όσα μας στέρησε η μοίρα ή το timing ούτε “Τι θα γινόταν αν;”, ακόμα και αν ο θεατής το διερωτάται πολλάκις. Η Nora μας μιλάει για την κορεατική πίστη του “In-Yun” στις προηγούμενες ζωές, η οποία υποδηλώνει ότι δύο εραστές στις τωρινές ζωές τους έχει συναντήσει ο ένας τον άλλον σε πολλές προηγούμενες, ακόμη και με τον πιο απλό τρόπο. Έτσι καταφέρνουν να συναντηθούν τελικά ως εραστές στο παρόν. Με βάση τις βουδιστικές πεποιθήσεις και τη φιλοσοφία της μετενσάρκωσης και της αναγέννησης, το in-yun δε διατηρείται σε κάθε επόμενη ζωή, καθώς δύο άγνωστοι που περνούν ο ένας δίπλα από τον άλλον στους δρόμους μπορεί στην πραγματικότητα να ήταν εραστές στις προηγούμενες ζωές τους ή να γίνουν στις επόμενες. Εν προκειμένω, η έννοια αυτή φαίνεται να υποδηλώνει ότι η ανθρώπινη αγάπη και η προσπάθεια να είναι κανείς με τον αγαπημένο του του εείναι στάθμισμα πολλών περισσότερων παραγόντων από την αγάπη του ενός για τον άλλο και ότι ίσως είναι μια προσπάθεια που διαρκεί πολλές γεννήσεις και ζωές. Ίσως ακουστεί κάπως μοιρολατρικό, αλλά εκεί έγκειται η μαγεία της προσέγγισης αυτής.

Πέρα από το συναισθηματικό κομμάτι, η ταινία είναι πολυσήμαντη. Δεν πρέπει να παραβλέψει κανείς τη διάσταση που δίνει στην κουλτούρα και στο πως κάθε πολιτισμός αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο τις ανθρώπινες σκέψεις. Ακόμη, διαγράφει μια προσωπικότητα, την κεντρική, τη συνένωση δύο διαφορετικών κοσμοθεωριών που αποτελεί έναν λιγοπερπατημένο κινηματογραφικό δρόμο.

Το Past Lives είναι σε θέση να μας υποβάλλει σε τόσα πολλά ερωτήματα, κανένα από τα οποία δεν έχει οριστικές απαντήσεις. Θα έπρεπε να είναι μαζί; Θα έπρεπε να μην είναι; Τι θα γινόταν αν αυτό ή τι θα γινόταν αν εκείνο; Μας ωθεί σε μια εξερεύνηση των απλούστερων, αλλά πιο θεμελιωδών ερωτημάτων της ζωής. Βέβαια, η απάντηση σε αυτά είναι μερικές φορές η πιο βασανιστική.

Η άποψή μας αντί επιλόγου

Μια απίστευτα συγκινητική απεικόνιση αυτών των άυλων δυνάμεων που μας ενώνουν, αλλά και μας χωρίζουν. Όμορφες ερμηνείες από όλους, αλλά ακόμα πιο όμορφη η πειθαρχημένη σκηνοθεσία της Song. Έχει μια ματιά ασιάτικης υπομονής σε μια δυτικής έντασης ταινίας. Αυτή είναι που μας επιτρέπει να αφουγκραστούμε και απορροφήσουμε κάθε στιγμή σε σημείο που να πονά η καρδιά μας. Υπάρχει μια νωχελικότητα και καρτερικότητα, ακόμη και στις στιγμές που θέλουμε τόσο απεγνωσμένα απαντήσεις σε ένα συναισθημαιτκά φορτισμένο φόντο. Το σφύξιμο στην καρδιά παραμένει αρχή έως και το τέλος της ταινίας και μας ωθεί να σκεφτούμε και να σκύψουμε ευλαβικά στο στίχο του Λειβαδίτη “Όσα δεν ζήσαμε αυτά μας ανήκουν”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *