‘Ενα μεγάλο αφιέρωμα στον πρόωρα χαμένο Στέλιο Φαϊτάκη

Αντί Προλόγου

Στην ανακοίνωση με αφορμή το θάνατό του του ΕΜΣΤ θα διαβάσουμε: «Στο έργο του η ορθόδοξη αγιογραφία εμπλουτίστηκε με στοιχεία από τον γερμανικό εξπρεσιονισμό και τα ιαπωνικά μάνγκα, για να αποτυπώσει ως επί το πλείστο σύγχρονες, έντονα δραματοποιημένες σκηνές πολιτικών συγκρούσεων και κοινωνικών αγώνων». Όντως ο Στέλιος Φαϊτάκης υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους που με παρρησία αποτύπωσε στο έργο του την ιστορική συνέχεια, τους κοινωνικούς αγώνες, την άνθηση της τεχνολογίας, κοινώς όλα τα γεγονότα που μας ταρακούνησαν στο τέλος του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα. Με αφορμή το θάνατό του ετοιμάσαμε ένα αφιέρωμα στην τέχνη του, σε κάθε πτυχή της, στη ζωή και τη μοναδικότητα ενός ανθρώπου και δημιουργού που μας άφησε νωρίς.

Η ζωή του καλλιτέχνη

Ο Στέλιος Φαϊτάκης γεννήθηκε το 1976 στην Αθήνα, όπου έζησε και εργάστηκε. Σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Ήταν υποψήφιος στην τρίτη απονομή του βραβείου Jean-Francois Prat το 2014, ενώ το έργο του έχει φιλοξενηθεί σε πολλές εκθέσεις ανά τον κόσμο. Παρά την εντυπωσιακή πορεία του στο εξωτερικό αποφάσισε να μείνει και να δουλέψει στην Ελλάδα: «Η καριέρα για μένα δεν σημαίνει τίποτα αν δεν μπορώ να ευχαριστηθώ τη ζωή μου. Εδώ βρίσκονται όλα όσα με ενδιαφέρουν και αγαπώ. Νιώθω ότι η Ελλάδα είναι το μόνο μέρος όπου μπορώ να συνεχίσω και να αναπτύξω την έρευνά μου και τη ζωγραφική μου. Άκουσα κάποτε τον Ψαραντώνη να λέει ότι ένα δέντρο χρειάζεται δυνατές και υγιείς ρίζες για να ανθίσει και να δώσει καρπούς. Συμφωνώ απόλυτα».

Μια τέχνη τόσο υψηλού επιπέδου δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί παρά από έναν άνθρωπο σπάνιου ήθους και υπερβατικής ταπεινότητας. Και αυτός ο άνθρωπος υπήρξε ο Στέλιος Φαϊτάκης που έφυγε πρόωρα από τη ζωή, αφήνοντας ένα τεράστιο κενό στο καλλιτεχνικό στερέωμα και σε όλους τους θαυμαστές της ξεχωριστής του τέχνης. Το ημερολόγιο έγραφε 6 Οκτωβρίου 2023.

Δεν είμαι άθεος. Δεν είμαι υλιστής, δεν είμαι μηδενιστής, δεν είμαι απαισιόδοξος. Δεν είμαι αριστερός, δεν είμαι κεντρώος, δεν είμαι δεξιός. Δυστυχώς, δεν είμαι αρτιμελής. Δεν είμαι ελιτιστής. Δεν είμαι διανοούμενος, δεν είμαι λόγιος. Δεν είμαι απόλυτα ορθολογιστής. Δεν είμαι επιστημολάγνος.

Το έργο του

Κανείς δεν μπορεί να κατατάξει τον Στέλιο Φαϊτάκη σε κάποια σχολή, σε κάποιο κίνημα. Είναι σίγουρα ένας καλλιτέχνης μεταμοντέρνου βεληνεκούς που υπηρετεί μια τέχνη που ο ίδιος αποκαλεί αναχρονιστική. Αυτή είναι η μαγεία του έργου που συνυφαίνεται με έναν χαρακτήρα πολυδιάστατο, βαθύ και ευρυμαθή. Πολύ έντονο σε όλα του τα έργα είναι το στοιχείο της πρόσμυξης ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών με ποικίλες τεχνοτροπίες. Η ιδιοπροσωπεία καταστά το έργο του μοναδικό και εύκολα αναγνωρίσιμο. Σε αυτό πάντρευε αριστοτεχνικά τη βυζαντινή με την κοσμική ζωγραφική. Οι συνθέσεις του χαρακτηρίζονται πυκνές και σουρεαλιστικές, γεμάτες αλληγορίες και παράδοξα, με τη θεματολογία του να περιστρεφόταν γύρω από την «ανθρώπινη κατάσταση»: τους πρόσφυγες, τους εξεγερμένους φοιτητές, τις εξαντλητικές βάρδιες των γιατρών, τους νέους προφήτες και τους παλιούς αγίους.

Αν και ταξινομείται κατά πολλούς στο αριστερό κίνημα λόγω της θεματολογίας (εξεγέρσεις, συγκρούσεις, επαναστάσεις) και την επιρροή του από ζωγράφους που ανήκαν σε αυτό τον ιδεολογικό χώρο, συχνά παραγνωρίζεται η ειρωνική χροιά και η κριτική διάσταση που βρύθει στο έργο του. Ο ίδιος δεν είναι δέσμιος της ιδεολογίας, παρά εκλαμβάνει την τέχνη του ως απόλυτο και αφοπλιστικό μέσο έκφρασης των ιδεών του που είναι κάτι παραπάνω και βαθύτερο από την ιδεολογία. Έχει σημειώσει πως: «Δεν πιστεύω στην πλάνη οποιασδήποτε ουτοπίας. Η δική μου δουλειά δεν θέτει, δυστυχώς, πολλά ερωτήματα. Είμαι ακόμα απόλυτος άνθρωπος. Αν το πετύχω μια μέρα, θα σημαίνει ότι κάνω και καλύτερη ζωγραφική».

Η αρχή

Η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική ξεκίνησε με τις σπουδές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών το διάστημα 1996-2003. Το πρώτο σημαντικό βήμα ήταν η αποδοχή τυυ στο εργαστήριο της καθηγήτριάς του κ. Ρένας Παπασπύρου, που αποδέχτηκε πλήρως τη δουλειά του και τον βοήθησε να την επεκτείνει και να την αναπτύξει. Σιγά σιγά με την ενασχόλησή του με το φως στους πίνακές του γνωρίστηκε καλύτερα με τη βυζαντινή ζωγραφική, την οποία αφομοίωσε στο έργο του και υπηρέτησε πιστά καθ’ όλη την καλλιτεχνική του πορεία. Παράλληλα, ασχολούταν έντονα με το γκράφιτι και τη ζωγραφική του δρόμου και φιλοτέχνησε το εξώφυλλο του δίσκου για το πρώτο ελληνικό ραπ γκρουπ, τους Terror x Crew. Σταδιακά με τη συμμετοχή του σε διεθνείς και εγχώριες εκθέσεις ξεκίνησε να εδραιώνεται στην καλλιτεχνική σκηνή σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η ζωγραφική είναι ο λόγος που υπάρχω και ως εκ τούτου ναι, με ακολουθεί παντού και επηρεάζει κάθε τομέα της ζωής μου. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να μου έρθει μια ιδέα ή περισσότερες, παρατηρώ διαρκώς αυτά που συμβαίνουν γύρω μου αντλώντας έμπνευση ακόμα και από πράγματα που μπορεί να θεωρούνται κατά τα άλλα μικρά, καθημερινά και ασήμαντα.

Οι επιρροές

Παρατηρώντας κανείς τους πίνακες του Φαϊτάκη δεν μπορεί παρά να ανακαλεί, το θρυλικό φιλμ του Ταρκόφσκι, Αντρέι Ρουμπλιώφ, και την πεποίθηση του Ρώσου δημιουργού για την πνευματικότητα, την οποία και όριζε ως ένα επαναστατικό εργαλείο που θα μπορούσε να βοηθήσει τον άνθρωπο να ανυψωθεί πέρα από τον εαυτό του και να ανακτήσει αυτό που ονομάζουμε «ελεύθερη βούληση». Βγαλμένος μέσα από την παράδοση μεγάλων δημιουργών όπως ο Φώτης Κόντογλου με βαθιές αναφορές στους ζωγράφους της Βαϊμάρης, όπως ο Otto Dix και στις τοιχογραφίες του Diego Rivera, ο ζωγράφος είναι ένας καλλιτέχνης που εδραιώνει το προσωπικό του ύφος και εγκολπώνει με αρμονικό τρόπο σε αυτό αντισυμβατικές και σε πρώτη ματιά αταίριαστες αναφορές. Η τέχνη των Ιαπώνων, των Μεξικανών, της σχολής της Φλάνδρας συναντά μια σύγχρονη βυζαντινή ματιά και ένα άγχος για τον κόσμο του σήμερα και του αύριο.

Η βυζαντινή ζωγραφική

Αν και από μικρός είχε εκτεθεί στην ορθόδοξη εικονογραφία στις εκκλησίες, στη Βυζαντινή ζωγραφική οδηγήθηκε όταν άλλαξε το πλάσιμο των τόνων του και ξεκίνησε να δουλεύει από το σκοτάδι προς το φως, μέσω δηλαδή μιας καθαρά τεχνικής οδού. Επέλεξε να μελετήσει την Αγιογραφία ως κατ’ επιλογήν μάθημα με δάσκαλό του τον κ. Σώζος Γιαννουδής με τον οποίο συνέχισε να διατηρεί επαφή. Εκείνος που του έδειξε πρώτη φορά αγιογραφίες στη σχολή ήταν ο Ευτύχης Πατσουράκης.

Ωστόσο, μεσολάβησε ένα σεβαστό διάστημα μέχρι να εκτιμήσει σε βάθος, να αντιληφθεί τη φύση και τη δύναμη αυτής της παράδοσης. Κατά τις επισκέψεις του στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο στην Αθήνα ή τη συλλογή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά στη Κρήτη είτε απλά βλέποντας σε εκθέσεις και σε βιβλία τα αποτελέσματα που παράγει διαιασθάνεται το μεγαλείο της. Είχε τη συνείδηση πως η καλλιτεχνική γλώσσα που μιλούσε είχε βαθιές ρίζες, για αυτό και δε μετάνιωσε καθόλου για την επιλογή του να την υπηρετήσει.

Στη ζωγραφική του, το λαμπερό χρυσό και τα έντονα κόκκινα χρώματα, η σχεδόν γεωμετρική απεικόνιση της φύσης και η ασκητική αύρα των μορφών παραπέμπουν στη βυζαντινή αγιογραφία. Ο ίδιος θεωρούσε την αγιογραφία αφηρημένη τέχνη: «Η ανθρώπινη φιγούρα, η φύση, όλα είναι στυλιζαρισμένα και υπακούουν σε γεωμετρικούς κανόνες στην αγιογραφία. Δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα, αλλά με νοητικές κατασκευές».

Αντιλαμβανόταν, επίσης, πως αποτελεί μία μορφή θρησκευτικής τέχνης. Επομένως, την χρησιμοποίησε γι’ αυτό ακριβώς που είναι, ανεξάρτητα του ποιο είναι το θέμα της. Η πολυσυζητημένη θρησκευτική διάσταση της τέχνης του δεν έχει σχέση με τους περιορισμούς που θέτει η ενασχόληση με τη δημιουργία λατρευτικών εικόνων. Κόντρα στο δογματισμό και τη στατικότητα της αγιογραφίας προτάσσει μια υπαρξιακή αναζήτηση της πνευματικότητας ή των ψηγμάτων της στα συντρίμμια του σύγχρονου κόσμου. Αν και ο ίδιος δηλώνει πως η τέχνη του ήταν αναχρονιστική, θρησκευτική, τα έργα του με τη βυζαντινή του ύφη μοιάζουν να μας αγγίζουν και να μας αφορούν πιο έντονα από ποτέ.

Η Ανατολή

Μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή της τέχνης του Φαϊτάκη είναι αυτή της επιρροής εξ Ανατολής. Η προσέγγιση του έγκειται στο βαθύ θαυμασμό που έτρεφε για τις τέχνες του παρελθόντος. Θεωρούσε ότι σε αυτές και τις πολύπλοκες απεικονίσεις τους τίποτα δεν οφειλόταν στην τύχη, αλλά υπάρχει μια εξήγηση πίσω από το καθετί. Εντόπιζε αρκετά σημεία σύγκλισης ανάμεσά σε αυτές τις τέχνες, ιδιαίτερα σε αυτή των Θιβετιανών, στον Βουδισμό, τον οποίο αποκαλούν και “Χριστιανισμό της Ανατολής” και τη βυζαντινή στην οποία είχε αφιερωθεί. Όπως ο ίδιος είχε διατυπώσει: «Οι βυζαντινές και οι ιαπωνικές εικόνες, για παράδειγμα, έχουν την ίδια παλέτα, την ίδια ατμόσφαιρα, την ίδια ακρίβεια στην εκτέλεση. Απλώς, οι Ανατολίτες προτιμούν τις καμπύλες γραμμές και οι Βυζαντινοί τις ευθείες».

Αυτό που θέλω να πετύχω ως δημιουργός είναι να βιώσεις αυτό που βιώνω εγώ ως θεατής, ακροατής, αναγνώστης άλλων έργων: θέλω ο θεατής μου να νιώσει όπως νιώθω όταν ακούω τη φωνή της Lisa Gerrard ή του Νίκου Ξυλούρη, όταν βλέπω τα έργα του Pieter Bruegel του πρεσβύτερου ή του Άγγελου Ακοτάντου, όταν βλέπω ομάδες Ποντίων να χορεύουν Σέρρα και ακούω τη λύρα τους, όταν διαβάζω χαϊκού.

Παρακολούθησε σεμινάρια Οστεοπαθητικής, Τσι Γκονγκ και λοιπών στοιχείων Παραδοσιακής Κινεζικής Ιατρικής, ενώ η ενασχόλησή του με την πολεμική τέχνη νινζούτσου έδωσε πλούσιο θεματικό υλικό για τη δουλειά του, δεδομένου ότι η διδασκαλία δεν αρκείται μόνο σώμα και τις δυνατότητές του αλλά προχωράει στο μη-υλικό επίπεδο. Η τέχνη αυτή υπήρξε η αφετηρία της γνωριμίας του τον ιαπωνικό πολιτισμό για τον οποίο αισθανόταν ειλικρινή εκτίμηση. Στην αρχή, μάλιστα, της σπουδής του διάβασε τα κείμενα του Λάο Τσε και του Σουν Τζου. Ήρθε έτσι, σε επαφή με την ασιατική φιλοσοφία που σε αντίθεση με τα υπερβολικά σε μάκρος κείμενα των Δυτικών, ως προς τη γραφή τους χαρακτηρίζονται από απλότητα, λιτότητα και αμεσότητα. Ταυτόχρονα δεν χάνουν τη μεστότητα νοήματος, την ποιητικότητα και το βάθος τους. Αυτός ο ανώτερος κατά, κατά τον ίδιο, τρόπος έκφρασης και δράσης τον γοήτευε και επιχείρησε να τον ακολουθήσει στη ζωή και το έργο του.

Η ιστορία

Ο δημιουργός στέκεται αδιάφορος απέναντι στην ιστορική ακρίβεια ενός γεγονότος. Προτιμά με στοχαστικό και διερευνητικό ύφος, ανά καιρούς να μελετά στο ιστορικό παρελθόν, το οποίο εν προκειμένω λειτουργεί ερμηνευτικά του παρόντος. Για αυτόν η λογική είναι ένα περιορισμένο και πεπερασμένο εργαλείο ερμηνείας του κόσμου μπροστά στον ανθρώπινο νου που διαθέτει αντιληπτικές ικανότητες και μηχανισμούς που υπερβαίνουν τη λογική. Με αυτό ακριβώς το σκοπό αξιοποιεί τιε ιστορικές φιγούρες ως τα δικά του εργαλεία, για να περάσει το μήνυμα ή να εξηγήσει τα τεκτενώμενα. Τα πρόσωπα αυτά μετατρέπονται στο ένδυμα μέσα από το οποίο εκφράζει τις ιδέες, τις πεποιθήσεις και τον τρόπο που βλέπει τον κόσμο. Στην τέχνη του συναντά κανείς αναφορές από την αρχαιότητα, την ελληνική επανάσταση μέχρι το προσφυγικό κύμα του σήμερα.

Το γκράφιτι

Ο Στέλιος Φαϊτάκης είναι γνωστός στον κόσμο του γκράφιτι ως bizare. Aρχικά υπήρξε μέλος των TXC, ενώ τα πρώτα του κομμάτια έμεναν ανυπόγραφα. Περιοριζόταν στο να γράφει λέξεις και φράσεις που του άρεσαν. Αργότερα, άρχισε να υπογράφει ως styl αλλά το άλλαξε σύντομα διότι δεν ήθελε η υπογραφή του να είναι κομμάτι του ονόματός του αλλά ένα ψευδώνυμο βασισμένο σε μια έννοια που τον γοήτευε. Έτσι προέκυψε το bizare, την ανορθογραφία του οποίου, δικαιολογεί για λόγους πρακτικούς-αισθητικούς. Έχει δηλώσει πως δεν επιθυμούσε στο όνομά του δύο φορές το ίδιο γράμμα και δη συνεχόμενα.

Είναι μια από τις πρωτοπόρες μορφές του κινήματος της τέχνης του δρόμου που άνθισε στην Αθήνα από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Έγινε ευρύτερα γνωστός στο κοινό ως δημιουργός της τοιχογραφίας που κοσμεί τον μαντρότοιχο του εργοστασίου Ελαΐς από το 2003. Η τοιχογραφία έγινε, όπως μετά την παρουσίαση της πτυχιακής του εργασίας. Χρειάστηκε πολλή προετοιμασία και χτη συνεργασία φίλων και συμφοιτητών του από την ΑΣΚΤ. Η δημιουργία της ξεκίνησε το καλοκαίρι, οπότε ο ζωγράφος αναγκάστηκε να αρχίζει δουλειά στις 5.00 το πρωί και να την ολοκληρώνει γύρω στις 16.00, οπότε και η ζέστη γινόταν αφόρητη. Τον συνάρπαζε η ιστορική έρευνα γύρω από το ευλογημένο φυτό, την ελιά, η άμεση αναφορά στις ρίζες μας και το γεγονός ότι είχε μαζέψει ο ίδιος ελιές στην Κρήτη, οπότε γνώριζε το θέμα «από πρώτο χέρι».

Καθιερώθηκε στην ελληνική σκηνή με την παρουσίαση της τοιχογραφίας «Ο Σωκράτης πίνει το κώνειο», στην Μπιενάλε της Αθήνας, το 2007. Σύμφωνα με τον ίδιο: «Ο Σωκράτης στην Μπιενάλε της Αθήνας συνδεόταν με την έννοια της δικαιοσύνης. Ο Ράιχ, που φλέγεται στο έργο της Βενετίας, ποτέ δεν κάηκε στην πυρά. Με έναν τρόπο, όμως, οι λογοκριτές τον αντιμετώπισαν όπως αντιμετώπιζαν τις μάγισσες το Μεσαίωνα, τον έστειλαν φυλακή και πέθανε».

Συμμετείχε στην 54η Μπιενάλε της Βενετίας το 2011, όπου απεικόνισε στην πρόσοψη του περιπτέρου της Δανίας την τεράστια σύνθεση «Symphone of Deception». Η μεγάλη ανθρωποκεντρική τοιχογραφία του Φαϊτάκη, με επιρροές από τη βυζαντινή αγιογραφία, την τέχνη του δρόμου και το κίνημα του μεξικάνικου muralismo, κόσμησε τους εξωτερικούς τοίχους του δανέζικου περιπτέρου στην Μπιενάλε, χάρη στην Ελληνίδα επίτροπο της δανέζικης συμμετοχής, Κατερίνα Γρέγου. Η ίδια διάλεξε τους 18 καλλιτέχνες για την έκθεση «Speech Μatters» με θέμα την ελευθερία του λόγου, που εκπροσώπησε τη χώρα της βόρειας Ευρώπης. Το έργο αναγνωρίστηκε ως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα της Μπιενάλε της Βενετίας και απογείωσε τη φήμη του σε διεθνές επίπεδο αν και μετά την ολοκλήρωση αναγκάστηκε να σβηστεί. Ωστόσο, η παράσταση με τα γεγονότα στους δρόμους της εξεγερμένης Αθήνας, τη φιγούρα του Μάο που κρατά στα χέρια του μια παιδική εκδοχή του προηγούμενου ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ιλ και του ριζοσπάστη ψυχιάτρου και ψυχαναλυτή Βίλχελμ Ράιχ που φλέγεται, όπως τα βιβλία του από τους λογοκριτές, συνεχίζουν να είναι απαθατισμένα.

Την επόμενη χρονιά, το 2012, στην Πρώτη Διεθνή Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης ARSENALE, που διεξήχθη στο Κίεβο, ο Στέλιος Φαϊτάκης παρουσίαση Παρουσίασε μια τεράστια τοιχογραφία σε μια επιφάνεια 120 τ.μ, ύψους 7 μέτρων και μήκους 16.

Μόνιμη τοιχογραφία του κοσμεί το Palais de Tokyo, στο Παρίσι ως μέρος της ομαδικής έκθεσης «Lasco #6 project». Αυτή αναπαριστά τις εξεγέρσεις των φοιτητών το Μάη του 1968. Το έργο με τίτλο «Ελεγεία του Μαΐου» κυμαίνεται στο γνώριμο ύφος του καλλιτέχνη, συμφύροντας τη βυζαντνή εικονογραφία με επιρροές από τις παραστάσεις του μεξικανού Ντιέγκο Ριβέρα. Οι δύο τοιχογραφίες αντλούν τη σύνθεση από δύο γνωστά θέματα της θρησκευτικής εικονογραφικής παράδοσης, την Σταύρωση και το Μυστικό Δείπνο. Σε αυτήν τη μεταγραφή, χρησιμοποιεί τα εικαστικά μέσα της βυζαντινής γλώσσας για ν’ αποδώσει διαδηλωτές στους δρόμους, άλλους με μολότοφ κι άλλους με κινητά στα χέρια να φωτογραφίζουν. Αναβιώνει το Μάη του ’68, με σαφείς αναφορές στα μεταγενέστερα επεισόδια στους δρόμους του Παρισιού, επιχειρώντας να αποτυπώσει τους εξεγερμένους ενάντια στην κοινωνική αδικία σε ένα επίπεδο διαχρονικό και οικουμενικό.

Πηγές:

https://www.athensvoice.gr/politismos/eikastika/322753/o-stelios-faitakis-sto-palais-de-tokyo/

https://www.huffingtonpost.gr/2016/07/27/stelios-faitakis-palais-de-tokyo-_n_11193108.html

https://www.lifo.gr/culture/eikastika/stelios-faitakis-pos-na-zografiseis-agioys-otan-kaneis-den-toys-pisteyei-pia

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%84%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%A6%CE%B1%CF%8A%CF%84%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82

https://www.kathimerini.gr/society/562659091/stelios-faitakis-efyge-o-peiramatistis-tis-vyzantinis-agiografias/

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *