Περί θανάτου του Τζωρτζ Στάινερ: όταν η λογοτεχνία συναντά τη φιλοσοφία

Αντί Προλόγου

Στην ιστορία της λογοτεχνίας ο θάνατος υπήρξε μια θεματολογία εφάμιλλη του έρωτα. Για αυτόν έχουν γραφτεί αναρίθμητα έργα, άλλοτε λυτρωτικά και άλλοτε σπαρακτικά. Ο Τζωρτζ Στάινερ, διανοητής του 20ου αιώνα που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή εξερεύνησε με έναν τρόπο πρωτότυπο αυτό το ζήτημα. Σε δύο δοκίμιά του που κυκλοφορούν σε μετάφραση του Σεραφείμ Βελέντζα με τίτλο “Περί θανάτου” από τις εκδόσεις αντίποδες προσεγγίζει από έναν πολυεστιακό φακό το θάνατο, συνενώνοντας τις φιλοσοφικές και μεταφυσικές θεωρήσεις, με τις τέχνες, την ψυχολογία, τη βιολογία, τη θρησκεία, τη λογοτεχνία μέχρι και τη μετεωρολογία.

Λίγα λόγια για τα δοκίμια

Στο πρώτο και εκτενέστερο δοκίμιό του με τίτλο “Σπαράγματα” ξεκινά με μια ευφάνταστη εισαγωγή. Το περιεχόμενο βασίζεται σε ένα κείμενο που ανακαλύφθηκε μετά την καταστροφή της Πομπηίας και αποδίδεται πιθανώς στον Επίχαρνο. Από αυτό διασώζονται ορισμένες μονάχα φράσεις από τις οποίες παίρνει την αφορμή ο Στάινερ για να υπεισέλθει στο ενδότερο θέμα που τον απασχολεί, αλλά να το πράξει πιο ολιστικά. “Όταν μιλά η αστραπή λέει σκοτάδι” για τη λεπτή γραμμή μεταξύ φωτός και σκοταδιού, ύπαρξης και ανυπαρξίας. “Φιλία ερωτοκτόνος” για το βάθος της φιλικής σχέσης με τη δημιουργικότητα και την ανιδιοτέλειά της συγκριτικά με αυτό της ερωτικής με τα μελοδράματα και την κτητικότητά της. “Υπάρχουν λέοντες, υπάρχουν ποντικοί” για τις σωματικές και διανοητικές διαφοροποιήσεις των ανθρώπων που οφείλονται αφενός σε κοινωνικοπολιτικούς παράγοντες, αλλά ενδεχομένως κατά τον ίδιο και σε γενετικούς και οδηγούν σε ένα εμφανές χάσμα ανάμεσα στους έχοντες και τους μη έχοντες. “Το κακό είναι” για την ανθρωποφάγο διάθεση που έχει ενσαρκώσει το κακό. “Στη θεά ύμνησε το χρήμα” για τη θεοποίηση του χρήματος που γεννά τον αέναο αγώνα για τη συσσώρευσή του. “Διάψευσε τον Όλυμπο αν μπορείς” περί ύπαρξης ή μη του Θεού. “Γιατί κλαίω όταν τραγουδά ο Αρίων” για τη δύναμη της μουσικής που επιτρέπει στον άνθρωπο να χειραφετηθεί ακούγοντάς την από τη χρονικότητα. “Φίλος θάνατος” για τη λησμονιά, την υπέρβαση και την ευ-θανασία.

Στο δεύτερο κομμάτι του βιβλίου που εμπεριέχει το πιο σύντομο δοκίμιο με τίτλο “Ο θάνατος του θανάτου;”, ο Στάινερ πραγματεύεται την ιστορία του θανάτου. Ξεκινά τη σκέψη του θέτοντας το ερώτημα πότε και υπό ποιες συνθήκες ο άνθρωπος αντιλήφθηκε την αναπόφευκτη θνητότητα, πως η συνειδητοποίηση αυτή κλόνισε την ύπαρξή του και γέννησε την ανάγκη πίστης σε κάποια αθανασία. Είτε μέσα από γλωσσολογικές παρατηρήσεις (χρήση της ευκτικής, της υποτακτικής και του υποθετικού λόγου), είτε μέσα από την πίστη (ανάσταση, μετάβαση σε μια έτερη πραγματικότητα), είτε μέσα από τον εθισμό στην ίδια τη θνησιμότητα (γενοκτονίες, εθνοκαθάρσεις, πόλεμοι, στατιστικοποίηση της ζωής) είτε μέσα από την επιστήμη (μεταμοσχεύσεις, τεχνητή γονιμοποίηση, ευγονική, μνήμη) ο άνθρωπος επιζητά άμεσα ή έμμεσα να παρατείνει τη ζωή του. Σε αυτό το μέρος συνοψίζονται οι ιδέες που καλύπτουν το πρώτο δοκίμιο και ξεκαθαρίζονται σαν μια ιδιότυπη περίληψη του συλλογισμού του. Καταλήγει πως η αγάπη που συναντά την ελευθερία καθιστούν το θάνατο ένα γεγονός προσωπικό, και συνεπώς, βαθύτατα μοναχικό.

Λίγα λόγια για το νόημα

Ο Στάινερ στα κείμενά του, ορισμένα εκ των οποίων θα μπορούσαν άνετα να αποτελούν αυτόνομα δοκίμια, με κορυφαία για εμάς αυτό περί ερωτοκτόνου φιλίας και αυτό περί μουσικής, επιχειρεί να προσπεράσει κλασικές φιλοσοφικές στάσεις και θεωρήσεις απέναντι στο θάνατο και να συνταιριάξει τη λογοτεχνία, με την ιστορία, την ψυχολογία και την ιατρική επιστήμη. Ως αποτέλεσμα, αφιερώνται σε μια δοκιμιογραφία περί θανάτου ιδιαίτερη που ξεπερνά το φαινόμενο και το γεγονός και τις κοινότυπες διαπιστώσεις. Είναι κατά κυριολεξία μια πραγματεία του σύγχρονου κόσμου, εντός του οποίου η φιλία έχει εκτοπιστεί, το χρήμα κυριαρχεί μαζί με την αναπόδεικτη πίστη ή απιστία, την ανισότητα όπου και αν αυτή ερείδεται, το κακό και το παράλογο της μουσικής. Ίσως επειδή ο κόσμος αυτός που βλέπει είναι ένας κόσμος εν σήψει που έχει γυρίσει την πλάτη του στην ευθανασία και εθελοτυφλεί απέναντι στην προοπτική του θανάτου τροφοδοτούμενος με την ψευδαίσθηση μιας ατελείωτης ζωής. Ίσως επειδή κατά τη συγγραφή του και ο ίδιος βρισκόταν στην τρίτη ηλικία και από τη θεωρία είχε περάσει στο βίωμα ενός επερχόμενο θανάτου.

Είναι εμφανές από τα γραφόμενα του Στάινερ πως είναι ένας διανοητής της Δύσης, αλλά και ένας άνθρωπος που έζησε εντός αυτής έναν από τους πιο δυναμικούς και ταραγμένους αιώνες της. Ωστόσο, η οπτική του, τουλάχιστον απέναντι στο θάνατο καταντά περιορισμένη δίχως την εξίσου σημαντική, και καταφανώς παραγκωνισμένη πλευρά της Ανατολής, που έχει να προσφέρει πλούσια συνεισφορά σε ένα διάλογο περί ύπαρξης και ανυπαρξίας με τις δικές της δοξασίες, πρακτικές και αντιλήψεις. Πέραν τούτου, παρά την ουδέτερη κατά το δυνατόν αντικειμενική προσέγγισή του απέναντι στην ιστορία η αναφορά του Α’ Π.Π. και του Ολοκαυτώματος ως δυο ιδιαίτερες περιπτώσεις που επιβεβαιώνουν το “Homo homini lupus” μοιάζουν στο σήμερα λίγο παρωχημένες. Παρ’ όλα αυτά, η αναφορά του στην τεχνολογία και τη σύγχρονη όψη του καπιταλισμού, του νεωτερικού τρόπου ζωής και θανάτου αποδεικνύει πως υπήρξε ένας ενορατικός διανοούμενος.

Αντί Επιλόγου

Το βιβλίο που ανήκει στη σειρά αντίχειρες είναι το δεύτερο δοκιμιακό των εκδόσεων που έχουν κάνει μια εξαιρετική δουλειά για την έκδοσή του. Καλαίσθητο, προσεγμένο, με μια μετάφραση εκπληκτική με αυτόνομη λογοτεχνική αξία είναι ένα έργο μεστό, με πολλά νοήματα και μια καλή εισαγωγή σε όσους επιθυμούν να μελετήσουν περί θανάτου ή περί ζωής. Αποτελεί μια συμπυκνωμένη αφετηρία που μπορεί να δώσει το έναυσμα για περαιτέρω ενδοσκόπηση. Σίγουρα περιμένουμε με ανυπομονησία να δούμε τους άλλους τίτλους που θα εμπλουτίνουν τη σειρά.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *