Όταν πρωτοεκδόθηκε “η Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι (/της ύπαρξης)” του Μίλαν Κούντερα, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80, εντυπωσίασε το κοινό και τους κριτικούς και αυτό διότι ο εξόριστος στη Γαλλία Τσέχος συγγραφέας, αποπειράται να απογυμνώσει τις λέξεις από την ιδεολογική τους βαρύτητα και να τις αφήσει να μιλήσουν πέρα από τα στεγανά της γραμμικής ή καθαρής λογοτεχνικής αφήγησης. Με αυτόν τον τρόπο, ο Κούντερα καταφέρνει να βρει την ισορροπία μέσα από αναρίθμητες αντιθέσεις: ένα βιβλίο γραμμένο για δύο ανθρώπους που ερωτεύονται, αλλά παράλληλα ένα έργο βαθιά φιλοσοφικό. Δύο χαρακτήρες που διχάζονται: ο άντρας ανάμεσα στο βάρος και την ελαφρότητα της ύπαρξης, η γυναίκα ανάμεσα στο σώμα και τη ψυχή …
Ο συγγραφέας
Ο Κούντερα γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1929 σε μία μεσοαστική και ιδιαίτερα καλλιεργημένη οικογένεια στο Μπρνο της Τσεχοσλοβακίας. Ο πατέρας του, Λούντβιχ Κούντερα , ήταν σημαντικός μουσικολόγος και πιανίστας, μαθητής του μεγάλου συνθέτη Λέος Γιάνατσεκ. Ο Μίλαν διδάχθηκε πιάνο από τον πατέρα του και αργότερα σπούδασε μουσικολογία και σύνθεση.
Ο Κούντερα ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του στο Μπρνο το 1948 και έπειτα σπούδασε Λογοτεχνία και Αισθητική στη Σχολή Τεχνών του Πανεπιστημίου του Καρόλου στην Πράγα. Έπειτα από δύο ακαδημαϊκούς κύκλους μετεγγράφηκε στη Σχολή Κινηματογράφου της Ακαδημίας Θεάματος της Πράγας και αρχικά παρακολούθησε διαλέξεις στη σκηνοθεσία και στη σεναριογραφία.
Ο ίδιος ανήκε σε μια γενιά νεαρών Τσέχων που διαθέτοντας ελάχιστη έως ανύπαρκτη τριβή με την προπολεμική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας, η ιδεολογία τους επηρεάστηκε δραστικά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη γερμανική κατοχή. Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια ο Κούντερα εισήχθη στο Κομμουνιστικό Κόμμα τη Τσεχοσλοβακίας με ενεργή κοινωνική και πολιτική δράση, η οποία το 1950 οδήγησε στην απότομη παύση των ακαδημαϊκών σπουδών του. Την ίδια χρονιά ο Μίλαν Κούντερα και ο συγγραφέας Ζαν Τρεφούλκα εκδιώχθηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα με την κατηγορία των “αντικομματικών δραστηριοτήτων”. Αργότερα, το 1967 ο ίδιος ο Κούντερα θα εμπνευστεί και θα βασίσει εκεί το κύριο θέμα του μυθιστορήματός του “Το Αστείο”.
Με την αποφοίτησή του, το 1952, ο Κούντερα προσελήφθη από τη Σχολή Κινηματογράφου ως εισηγητής στην Παγκόσμια Λογοτεχνία. Το 1956 επανεντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα και απεβλήθη για δεύτερη φορά το 1970. Το 1975 μετακόμισε στη Γαλλία . Δίδαξε για λίγα χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Ρεν και πολιτογραφήθηκε ως Γάλλος το 1981.
Το βιβλίο
Το βιβλίο πραγματεύεται το εξής θέμα: Φανταστείτε πως η ζωή δε μας δίνεται, άπαξ, αλλά επαναλαμβανόταν εις το διηνεκές κι επανερχόταν η ίδια ξανά και ξανά. Σε αυτή την περίπτωση, η κάθε πράξη θα όφειλε να είναι καλοζυγισμένη και συνετή έτσι ώστε να αποφεύγονται ολέθρια λάθη προορισμένα να επαναλαμβάνονται εις τους αιώνες. Σε αντίθεση με το νιτσεϊκό μύθο της αέναης επιστροφής, η σύντομη ανθρώπινη ζωή συμβαίνει μόνο μία φορά και μετά σβήνει δια παντός, οπότε προς τι η σχολαστική μέριμνα αποφυγής λαθών και ατοπημάτων, δεδομένου ότι ο ασήμαντος ανθρώπινος βίος δεν πρόκειται ποτέ να επαναληφθεί;
Ο Τόμας
Για τον πρωταγωνιστή Τόμας, η ζωή οφείλει να απαλλαγεί από τα βαρίδια που δεν την αφήνουν να πετάξει και να ανυψωθεί, η ύπαρξη πρέπει να απελευθερωθεί απ’όσα την κρατούν καθηλωμένη κάνοντάς την δυσκίνητη και βαριά. Τέτοια βαρίδια είναι τα κάθε λογής εξωτερικά «πρέπει» απ’όπου κι αν προέρχονται,που περιορίζουν σημαντικά περιθώρια προσωπικής αυτονομίας. Καθόλου τυχαία, ο Τόμας ζει μια ζωή αμετανόητα πολυγαμική, αν και είναι παντρεμένος με την Τερέζα, την οποία αγαπά. Η αγάπη του για την Τερέζα εκδηλώνεται ως αίσθημα ευθύνης και τρυφερότητας απέναντί της, οπότε έτσι θεωρεί πως εξιλεώνεται για το εξωσυζυγικό του κυνήγι.
Θιασώτης του τυχαίου, πιστεύει πως όσο πιο τυχαίο είναι ένα γεγονός, τόσο περισσότερο νόημα αποκτά γιατί το τυχαίο κείται πάντα έξω από την επικράτεια του «πρέπει» κι έτσι επιτρέπει στο άτομο να εξασκήσει την ελεύθερη βούλησή του χωρίς κανέναν εξωτερικό περιορισμό. Στην πραγματικότητα, ο Τόμας θα φτάσει στο απόγειο της ελευθερίας του όταν από αγάπη επιλέξει να εγκατασταθεί μαζί με την Τερέζα σε ένα απομακρυσμένο χωριό εγκαταλείποντας οριστικά την ασύδοτη σεξουαλική ζωή. Κι έτσι,πέρα από κάθε προσδοκία, η μέχρι πρότινος ανάλαφρη ζωή του αποκτά ένα ανύποπτο, απροσδόκητο βάρος.
Η Τερέζα
Η Τερέζα , νεαρή σύζυγος Τόμας, εμφανίζεται ξαφνικά στη ζωή του κουβαλώντας μια βαριά βαλίτσα, ίσως ενδεικτική και του αβάσταχτου υπαρξιακού της φορτίου. Το δίλημμα για τον Τόμας είναι η ελαφρότητα/βαρύτητα ενώ για την Τερέζα η κορυφαία αντίθεση έχει να κάνει με το σώμα/ψυχή. Δέσμια ενός δυισμού καθαρά πλατωνικού στην ουσία του όπου το σώμα εκλαμβάνεται ως «σήμα», δηλαδή τάφος της ψυχής , η Τερέζα βλέπει πάνω στον μορφωμένο και καλλιεργημένο Τόμας μια ενσάρκωση ευγενικής ψυχής κι αυτό τη συγκινεί και την κάνει να τον ερωτευθεί.
Αυτό είναι και το δράμα της: ερωτεύεται μόνο μια φορά και προορίζεται να υποφέρει για πάντα εξαιτίας των ατασθαλιών του. Όμως, ο Τόμας ενσαρκώνει, στην πραγματικότητα, όχι όσα εκείνη επιθυμούσε αλλά όλα όσα της προκαλούσαν αποστροφή. Φοβάται πως στο πρόσωπό της, ο σύζυγός της βλέπει ακόμη ένα τρόπο να ικανοποιήσει την ερωτική του επιθυμία, ενώ η ίδια επιθυμεί να την αντιμετωπίζει σαν μια μοναδική ψυχή και ανεπανάληπτη.
Ακόμη, η πίστη της στη μοναδικότητα του ατόμου τη φέρνει αυτομάτως αντιμέτωπη και με το καθεστώς. Ζώντας στην Πράγα του 1968, εποχή της ρωσικής εισβολής και σκλήρυνσης της κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού, η Τερέζα δεν μπορεί παρά να εναντιωθεί και στην έννοια ενός ύποπτου συλλογικού «οράματος» που ισοπεδώνει το άτομο και ζητά να απαλείψει και να καταπνίξει τις ατομικές διαφορές καλλιεργώντας μια απρόσωπη, εξουθενωτική, άψυχη ομοιογένεια.
Η Σαμπίνα
Από την άλλη, η Σαμπίνα είναι ένα ανεξάρτητο πνεύμα και μια ανοιχτόμυαλη ζωγράφος, ερωμένη του Τόμας και του Φραντς. Καθιερώνεται καλλιτεχνικά αντιτιθέμενη στις αισθητικές παραινέσεις του κόμματος και, όταν αισθάνεται πιεσμένη, απλά σηκώνεται και φεύγει. Εγκαταλείπει γονείς, οικογένεια, χώρα και τον ίδιο τον Φραντς. Για τη Σαμπίνα, η προδοσία έχει το νόημα της αντίστασης και της άμυνας, είναι η απάντησή της στις προσπάθειες της εξουσίας αλλά και των οικείων της να τη βάλουν σε καλούπια και να της επιβάλλουν κανόνες αντίθετους προς τις πεποιθήσεις της. Ωστόσο, η αδιάκοπη φυγή της μακριά από πρόσωπα και πράγματα έχει σαν αποτέλεσμα ένα είδος απομόνωσης απ’όλους και απ’ όλα, ακόμα και από τον ίδιο τον βαθύτερο εαυτό της, που προσπαθεί εναγωνίως να διαφυλάξει και να προστατέψει ενάντια στην αλλοτρίωση.
Ο Φραντς
Ο Φραντς είναι ένας διανοούμενος που αναζητά την πραγματική ζωή πέρα από τα βιβλία και τις ατελείωτες ώρες της μελέτης του στις βιβλιοθήκες. Πιστεύει πως το νόημα βρίσκεται στα μαζικά κινήματα, στις πορείες, τις διαδηλώσεις. Είναι ένας τρυφερός άνθρωπος με κουλτούρα κι ευαισθησίες, που λαχταρά να ζήσει τη γεμάτη ζωή, που του στερεί η αυστηρότητα της ακαδημαϊκής του καριέρας. Πάνω στη Σαμπίνα βλέπει ένα σύμβολο αντίστασης μαζί με άφθονη γοητεία. Για τον Φραντς, η Σαμπίνα ενσαρκώνει το απόλυτο ιδεώδες στον ύψιστο βαθμό, το ιδεώδες της γυναίκας και μαζί της επανάστασης. Ο Φραντς θεοποιεί τη Σαμπίνα και βιώνει τον έρωτα σα θρησκεία αναζητώντας το απόλυτο. Βλέποντας το πάθος του ως περιοριστικό της ανεξαρτησίας της, η Σαμπίνα τον εγκαταλείπει και τότε αυτός στρέφεται σε άλλο μεταφυσικό υποκατάστατο,τη ρομαντικά ιδωμένη επανάσταση, ώστε η ζωή του να μη στερηθεί νοήματος και «βαρύτητας».
Η μεταφορά στη μεγάλη οθόνη
Τέσσερα μόλις χρόνια μετά την κυκλοφορία του βιβλίου, κυκλοφόρησε η ταινία, βασισμένη στο βιβλίο του Κούντερα, σε σκηνοθεσία του Φίλιπ Κάουφμαν. Πρωταγωνιστές ήταν: Ντάνιελ Ντέι Λιούις, Ζιλιέτ Μπινός, Λένα Ολιν. Δυστυχώς η ταινία δεν απέφερε τα αναμενόμενα κέρδη και θεωρήθηκε, παρά τις επιτυχημένες ερμηνίες του Ντάνιελ Ντέι Λιούις και της Ζιλιέτ Μπινός, αποτυχία. Απέφερε μόλις 10 εκατομμύρια δολλάρια, ενώ το αρχικό κόστος ήταν 17! Η ταινία δεν κατέφερε να μεταδώσει με επιτυχία το φιλοσοφικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο, το έργο είναι βασισμένο.
Αποσπάσματα από το έργο
“Αν κάθε δευτερόλεπτο της ζωής μας, είναι να επαναληφθεί αμέτρητες φορές, είμαστε καρφωμένοι στην αιωνιότητα, όπως ο Ιησούς Χριστός πάνω στο σταυρό! Τι φρικτή ιδέα! Στον κόσμο της αιώνιας επιστροφής, κάθε κίνηση φέρει το βάρος μιας αβάσταχτης ευθύνης. Αυτό είναι που έκανε το Νίτσε να λέει ότι η ιδέα της αιώνιας επιστροφής είναι το πιο βαρύ φορτίο“
Η ζέση με την οποία η Τερέζα, μόλις βρέθηκε στην Πράγα, ρίχτηκε στη ζωή, ήταν μαζί αδηφάγα και εύθραυστη. Έμοιαζε σαν να φοβόταν μήπως κάποιος της πει μια μέρα: Γύρνα πίσω από εκεί που ήρθες. Όλη η όρεξη της για ζωή κρεμόταν από μια κλωστή. Τη φωνή του Τόμας που είχε βγάλει στην επιφάνεια την ψυχή που κρυβόταν μέσα στα σπλάχνα της Τερέζας
Ο πλανήτης μπορούσε να συγκλονίζεται από τις εκρήξεις των βομβών, την πατρίδα μπορούσε καθημερινά να τη λεηλατεί κι ένας καινούριος εισβολέας, όλοι οι κάτοικοι της συνοικίας μπορούσαν να οδηγηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα, όλα αυτά θα τα είχε υπομείνει πιο εύκολα απ’ ό,τι θα τολμούσε να ομολογήσει στον εαυτό του. Αλλά η θλίψη ενός μονάχα ονείρου της Τερέζας τού ήταν ανυπόφορη
Η περιπέτεια του Τόμας με την Τερέζα είχε αρχίσει εκεί ακριβώς όπου τελείωναν οι περιπέτειες του με τις άλλες γυναίκες. Παιζόταν από την άλλη πλευρά της προστακτικής που τον ωθούσε στην κατάκτηση των γυναικών. Στην Τερέζα δεν έψαχνε να αποκαλύψει τίποτα. Την είχε βρει ακάλυπτη. Είχε κάνει έρωτα μαζί της χωρίς να προλάβει να αρπάξει το φανταστικό νυστέρι με το οποίο άνοιγε το ξαπλωμένο κορμί του κόσμου. Χωρίς να προλάβει να αναρωτηθεί πώς θα ήταν εκείνη η ώρα του έρωτα, έκανε ήδη έρωτα μαζί της.
Η ερωτική ιστορία δεν είχε αρχίσει παρά αργότερα. Είχε πυρετό και αυτός δεν είχε μπορέσει να την οδηγήσει σπίτι της όπως τις άλλες γυναίκες. Είχε γονατίσει στο προσκέφαλο της και του είχε έρθει η ιδέα πως του την είχαν στείλει μέσα σε ένα καλάθι στην επιφάνεια του νερού. Ο έρωτας αρχίζει από μια μεταφορά. Έχω ήδη πει πως οι μεταφορές είναι επικίνδυνες. Με άλλα λόγια:
Ο έρωτας αρχίζει από τη στιγμή που μια γυναίκα εγγράφεται με τις κουβέντες της, στην ποιητική μας μνήμη
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εστία
Πηγές
Μ. Κούντερα: Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα της Ύπαρξης (Της Νίκης Κώτσιου)