Το γάλα, είναι η ιστορία μιας μητέρας μετανάστριας από την πρώην Σοβιετική Ένωση, με δύο γιούς, ο ένας εκ των οποίων πάσχει από σχιζοφρένεια, οι οποίοι προσπαθούν να προσαρμοσθούν και να επιβιώσουν στην Ελλάδα. Η απόγνωση της μάνας και ο ψυχικός σπαραγμός της για την ασθένεια του μικρού της γιού, παράλληλα με το φόβο, που προέρχεται από τον κοινωνικό ρατσισμό του περιβάλλοντός της, παρουσιάζονται με σπαρακτικό τρόπο.
Η βία διαδέχεται και εναλλάσσεται με την τρυφερότητα, η ένταση με τη γαλήνη, η απελπισία με την ελπίδα, το όνειρο με τον εφιάλτη, η πραγματικότητα με την ψευδαίσθηση, και αντιστρόφως. Μια συγκλονιστική ιστορία και μαρτυρία, με εξαιρετικές συγκρούσεις, μοναδικές κορυφώσεις, ταυτόχρονα γεμάτο ελπίδα, που κάνουν το έργο του Βασίλη Κατσικονούρη ίσως το σπουδαιότερο νεοελληνικό έργο των τελευταίων χρόνων.
Υπόθεση έργου
Μια οικογένεια Ελληνοποντίων από την πρώην Σοβιετική Ένωση που ήρθε στην Ελλάδα, μαζί με πολλούς άλλους την δεκαετία του 1990 ζει σε ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα στη Κυψέλη. Η οικογένεια αποτελείται από την μητέρα, Ιρίνα ή Ρίνα, (45 χρ.) και από τους δυο γιούς της, τον Αντώνη (25 χρ.) και τον Λευτέρη (23 χρ.), ενώ ο πατέρας έχει φύγει χρόνια από τη ζωή.
Ο Αντώνης
Ο πρωτότοκος ο Αντώνης, θέλει πάση θυσία και με οποιοδήποτε τίμημα να ενσωματωθεί στη νέα πατρίδα του. Με αυτό το σκοπό, μιλάει μόνο Ελληνικά, προσπαθώντας να ξεχάσει τα Ρωσικά, τρώει μόνο ελληνικά φαγητά, δεν έχει κανένα μετανάστη φίλο του, προσεταιρίζεται τους Έλληνες, γίνεται αποδεκτός από αυτούς, και προσπαθεί να δρέψει τους καρπούς της ελληνοποίησής του.
Ο Λευτέρης
Ο μικρότερος ο Λευτέρης, αρνείται να ενσωματωθεί στην Ελλάδα. Τραγουδάει ρωσικά τραγούδια, μιλάει στα ρωσικά, τρώει ρωσικά φαγητά και συνέχεια αναπολεί τον τρόπο ζωής τους στην Τιφλίδα. Η σχιζοφρένειά του, λειτουργεί και αυτή σε ένα άλλο επίπεδο σαν άρνηση ενσωμάτωσης – αυτή τη φορά, στα πρότυπα και τις επιταγές της κοινωνίας.
Η Ρίνα
Αυτές οι διαφορές των δυο αδερφών είναι η αιτία των συνεχόμενων καυγάδων που τινάζουν στα ξαφνικά την ηρεμία και τη γαλήνη του σπιτιού. Ο Αντώνης απαιτεί τρόπους συμπεριφοράς που ο Λευτέρης αρνείται…και η σύγκρουση επανέρχεται συνέχεια. Στη μέση βρίσκεται η μάνα τους. Η μάνα που στη συμπεριφορά της, ενσωματώνει και τις δυο εκ διαμέτρου αντίθετες θεάσεις της πραγματικότητας. Θέλει να ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία αλλά δεν εμπιστεύεται τους Έλληνες, θέλει να ξεχάσει το παρελθόν αλλά το αναπολεί συνέχεια, επαινεί τον Αντώνη για την αποφασιστικότητά του, αλλά προστατεύει τον Λευτέρη από τη ζωή στην Ελλάδα, και πολύ περισσότερο θέλει να θεραπευτεί ο γιος της, αλλά δεν θέλει να τον στείλει στο ψυχιατρείο.
Η Νατάσα
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Λευτέρης, έχοντας εδώ και καιρό αποφασίσει να διαγράψει το παρελθόν του στην Τιφλίδα και ταυτόχρονα να απομακρυνθεί από μια οικογενειακή ζωή που του είναι βάρος και ντροπή, βρίσκει δουλειά σε ένα βενζινάδικο στη Λάρισα. Εκεί συναντά στο πρόσωπο της κόρης του ιδιοκτήτη του βενζινάδικου, την μελλοντική σύζυγό του, αλλά και την ευκαιρία της κοινωνικής και οικονομικής ανόδου. Έτσι επισκέπτεται την οικογένεια στην Αθήνα για να της ανακοινώσει τα ευχάριστα νέα του γάμου. Επί πλέον, επειδή θα φέρει την μέλλουσα σύζυγο, την Νατάσα να τους γνωρίσει- θέλει να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν, την ήσυχη και κόσμια συμπεριφορά του Λευτέρη.
Το άδοξο τέλος
Πράγματι, η πρώτη συνάντηση είναι ενθαρρυντική, με την κοπέλα να αντιμετωπίζει τον Λευτέρη με συμπάθεια και φιλική διάθεση. Μάλιστα τις επόμενες ημέρες κάνουν παρέα και δένονται σιγά – σιγά. Όμως, η παρουσία της Νατάσας στο σπίτι μαζί με τον Λευτέρη και χωρίς την παρουσία κανενός άλλου, υποδαυλίζει τα ανοργάνωτα σεξουαλικά ένστικτα του νεαρού ο οποίος προχωρά σε σεξουαλική παρενόχληση και αναγκάζει την κοπέλα να δραπετεύσει από το σπίτι κλαίγοντας και τρέμοντας από το φόβο της.
Αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων θα σταθεί μοιραία για την πορεία της οικογένειας. Ο Αντώνης αρνείται οποιαδήποτε επαφή πλέον με τον Λευτέρη και τη μητέρα του, με αποτέλεσμα οι δυο τους να μείνουν μόνοι σε ένα σύμπαν που το γεμίζει η νοσταλγία για το παλιό και ο φόβος για το μέλλον. Όταν η μητέρα πεθαίνει, ο Αντώνης αναλαμβάνει να επιλέξει τη μοίρα του αδερφού του: μην επιτρέποντας σε κανένα εμπόδιο να του καταστρέψει την πορεία που έχει δώσει στη ζωή του, ο εγκλεισμός του Λευτέρη στο ψυχιατρείο είναι η μόνη επιλογή.
Όπως έχει πει ο συγγραφέας «...Το «Γάλα» είναι ένα έργο για τους αιώνια νοσταλγούς του αιώνιου. Ο «ψυχικός πόνος» σε αυτό το άλγος αναφέρεται. Στην εποχή μας βέβαια υπάρχουν ισχυρά αναλγητικά. Θα ήθελα τα έργα μου να λειτουργούν σαν ένα εξίσου ισχυρό αντίδοτο απέναντί τους. Να καταδεικνύουν την πάλη ανάμεσα σε αυτό το άλγος της μνήμης και το άγος της λήθης. Τα δυο αδέρφια συμβολίζουν και εκφράζουν αυτόν το διπλό ψυχικό πόνο: Ο μεν Αντώνης το άγος της λήθης, ο δε Λευτέρης το άλγος της μνήμης.
Παραστάσεις
Η πρώτη παράσταση του έργου έγινε στο Εθνικό θέατρο της Ελλάδας, στην σκηνή του «Θεάτρου Χώρα» και ήταν επιλογή του τότε καλλιτεχνικού διευθυντή Νίκου Κούρκουλου.
Η Άννα Βαγενά πήρε σχεδόν αμέσως τα συγγραφικά δικαιώματα του έργου, αφού της τα έδωσε η νέα διεύθυνση του Εθνικού θεάτρου – ο Γιάννης Χουβαρδάς που ανέλαβε μετά τον θάνατο του Νίκου Κούρκουλου. Η Άννα Βαγενά αποφάσισε να ξεκινήσει τις παραστάσεις της από την ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Λάρισα, και η πρεμιέρα στην Αθήνα, έγινε την 1η Νοεμβρίου του 2007, στο θέατρο Μεταξουργείο. Η επιτυχία του έργου ήταν τέτοιου μεγέθους, που τον επόμενο χρόνο, ο θίασος στεγάστηκε σε μεγαλύτερο θέατρο, στο «Θέατρο Κατερίνας Βασιλάκου». Μετά ακολούθησαν περιοδείες σε όλη την Ελλάδα, και οι παραστάσεις έληξαν ύστερα από 6 χρόνια, εκεί από όπου ξεκίνησαν, στο «Θέατρο Μεταξουργείο» τον Απρίλιο του 2013.
Θέατρο και μετανάστευση
Η μετανάστευση είναι ένα θέμα που έχει απασχολήσει αρκετά την σύγχρονη ελληνική θεατρογραφία, ωστόσο στο έργο του Κατσικονούρη δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στον ψυχικό κόσμο των ηρώων και όχι στη στάση της ελληνικής κοινωνίας απέναντί τους.
Η μελέτη της ψυχοσύνθεσης των μεταναστών έτσι όπως σκιαγραφείται στο Γάλα, φαίνεται να συμπίπτει με θαυμαστή ακρίβεια και με τα συμπεράσματα επιστημονικών ερευνών. Συγκεκριμένα, τα συμπεράσματα της μελέτης της κοινωνικής ανθρωπολόγου Στέλας Λέτσιου, σε Ελληνοπόντιους μετανάστες τρίτης γενιάς, αντανακλούν και επιβεβαιώνουν τον ρεαλισμό της γραφής του Κατσικονούρη.
«…Το σημαντικότερο συμπέρασμα που προέκυψε από την έρευνα είναι πως οι νεαροί Ελληνοπόντιοι τρίτης γενιάς από την πρώην Σοβιετική Ένωση βρίσκονται ανάμεσα σε δυο πατρίδες σε δύο εθνικές γλώσσες, σε δύο εθνικές ταυτότητες. Ο καθένας τους μέσα από τα προσωπικά του βιώματα έχει δημιουργήσει τη δική του «εθνική ταυτότητα»! Το κοινό σημείο όλων είναι πως αισθάνονται «εγκλωβισμένοι» ανάμεσα σε δύο κόσμους, ανάμεσα σε δύο χώρες, ανάμεσα σε δύο διαφορετικές πραγματικότητες, εκ των οποίων η μία συνεχίζει να βιώνεται πραγματικά, υλικά, ενώ η άλλη φαντασιακά, αλλά πλέον αντίστροφα σε σχέση με το παρελθόν, όσο δηλαδή διαβιούσαν στην πρώην ΕΣΣΔ….
Ανεξάρτητα από τον αναγκαστικό ή μη χαρακτήρα της, η επιλογή αυτή τελικά επιτείνει την αίσθηση της αποξένωσης και διευκολύνει τον κοινωνικό τους αποκλεισμό τον οποίο υφίστανται..»
Η κινηματογραφική παραγωγή
Το 2011 έγινε και η κινηματογραφική μεταφορά του, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σιούγα και σενάριο του ίδιου του συγγραφέα. Η ταινία παρουσιάστηκε στο «17ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, Νύχτες Πρεμιέρας- ConnX».
Πηγές
«Το Γάλα»: Μια παράσταση – γροθιά στο στομάχι ελεύθερη στο διαδίκτυο