Νέοι Έλληνες Ποιητές για την ποίηση

Τί είναι ποίηση, ποιος ο ρόλος του ποιητή και πώς γεννιέται το ποίημα; 20 νέοι έλληνες ποιητές μας απαντούν μέσα από το έργο τους:

1. Δημήτρης Καταλειφός, 37, Συμπληγάδες Γενεθλίων , εκδ. Πατάκη

Η ποίηση είναι κόρη της στιγμής.
Είναι κόρη οφθαλμού
που διαστέλλεται σαν θηρευτής
και τσακώνει λέξεις
που βοσκούν αμέριμνες
σε λευκές σελίδες.
Τα χέρια είναι γεωργοί
που οργώνουν εύφορο χαρτί.
Η ποίηση είναι ένα ματσάκι στίχοι
που ευωδιάζει στα τραπέζια.

2. Γιάννης Καλπούζος, Εικοστή Νύχτα, Ποίηση 2000-2017, εκδ. Ψυχογιός

Γιατί κι ο ποιητής, δένεται από δυο μεριές με τη θάλασσα της ποίησης.
Κατεθέσεις
αναλήψεις
του αίματος, του πνεύματος.

3. Κωνσταντίνος Καραμούζης, Ποιητές, Οι Βροχές του Μάη, εκδ. Gutenberg

Δεν ήταν πολλοί αυτοί που έγραψαν.
Λίγοι δεν φοβήθηκαν στα μάτια των πολλών να ξεγυμνωθούν δείχνοντας αμαρτίες και τραύματα πολλά.
Άξιοι αυτοί που έβγαλαν τα ρούχα της ψυχής τους και έδειξαν κάθε κρυμμένη πτυχή χωρίς φόβο στα μάτια των ανθρώπων.
Μακάριοι άγιοι ποιητές που αγνοούν τον πικρό πόνο του συναισθήματος, το αλμυρό αίσθημα της απόρριψης, της μνήμης του έρωτα που έφυγε και της αγάπης που θα έρθει.
Τη φωτιά που έχουν μέσα τους δεν την σβήνουν. […]

4. Αρεταίος Μπεζάνης, Ποίηση, Καστανόξανθες πεταλούδες, εκδ. Οδός Πανός

Τα δάκρυα γίνονται λέξεις
Το αίμα γίνεται λέξεις
Το σπέρμα γίνεται λέξεις
Αυτή είναι η ποίηση.

5. Σπύρος Λαζαρίδης, Εγκατάλειψη, Κατάστηθος ανέμων, εκδ. Ζήτρος

[…] Όσα δεν χάρηκα
τα κάνω λέξεις·
χαΐδεύω το χαρτί
το παλεύω γλυκά
παιδεύομαι με τις γραμμές του
και προς το τέλος της σεκλίδας
ξαναμμένος ρίχνω κλεφτές ματιές
προς τα πάνω:

Να δω κάπου να χαμογελάει το ποίημα,
να δω στα μάτια της τη φλόγα.

6. Παυλίνα Παμπούδη, Το γραμμένο 17 (Τι είν’ αυτό;), Σημειώσεις για το άγραφο, εκδ. Πατάκη

(Τι είν’ αυτό;
Α, ένα ποίημα
Το ένα και μοναδικό
Αυτό που, διατρέχοντας εποχές παγετώνων, κατακλυσμών
Σφαγών, λοιμών, λιμών,
Ερώτων, θαυμάτων, λήθης, εκτυλίσσεται αμερόληπτο
Βυθίζεται, υπερίπταται, χάνεται
Ξαναβρίσκεται, ρέει

Γονιμοποιεί άμμο
Αναδιφά αναδόχους προγόνους και απογόνους-)

7. Αλέξανδρος Κατούλης, Ποιήματα, Παλμοί, εκδ. Ιωλκός

Έμεινα εδώ να γράφω ποιήματα·
γιατί ήταν πολλές οι λύπες,
μα, η πιο μεγάλη μια.
Μέσ’ από τις λέξεις ζωντανεύουν συναισθήματα,
χαμένα όνειρα που σάρωσε ο χρόνος.
Μικρά του νου και της καρδιάς δημιουργήματα,
που έβγαλε βάλσαμο από μέσα μου ο πόνος.

8. Δημήτρης Κοτσέλης, Τα Ποιήματα, Ταινίες Δρόμου, εκδ. Ιωλκός

Ανησύχησα για μια χούφτα ποιήματα
που τα θεωρούσα εξαφανισμένα.
Τα είχα χάσει βαθιά σε κάποιο συρτάρι.
Εκείνα, δεν ενδιαφέρονταν να με βρουν.
Είχαν γίνει ανεξάρτητα και δε με χρειάζονταν πλέον.
Πρέπει να ξεχάσω και να γράψω μια χούφτα άλλα.
Οι λέξεις δεν πρόκειται να μ’ ευχαριστήσουν
για το μελάνι που τους αφιέρωσα.
Δεν αισθάνονται καμία ευγνωμοσύνη.
Είναι- ίσως- δικαίωμά τους.

9. Αθανάσιος Νικολόπουλος, Χρησμός, Καρφωμένοι ήλιοι, εκδ. Ελκυστής

Την αθησαύριστη σιωπή του ποιητή
να φοβηθείς,
είτε γιατί ζωντάνεψε εγκαυστικά γι’ αυτόν,
της ακάλεστης Πυθίας
ο χρησμός ο τελευταίος,
είτε γιατί ακούσια σπαρακτικά
η ιοβόλος εποχή και ο μάταιος χρόνος
τον προσπέρασαν…

10. Κυριακή Δράκου, Κυλά η ποίηση, Σονάτα καρδιάς, εκδ. Κέδρος

[…] Ο ήχος απ’ τα κύματα είναι η μουσική μου
κι όλες οι βρύσες της ψυχής αντάμα με τη σκέψη
χτίζουν μέσα στη νύχτα μου τον ήλιο που ποθώ.
Κυλά η ποίηση, άρωμα λούζει την ύπαρξή μου,
λευτέρωσε το είναι μου, να μείνει της ζητώ.

11. Βαγγέλης Δρόσος, Περί Ποιητών, Φωτογραφικά Γυμνάσματα, εκδ. Ιωλκός

Εντάξει
Γράφουμε ποίηση
Όσοι
Αν γράφουμε
Δεν αλλάζουμε και τον κόσμο
Αν και κάποιοι εθνικοί τον παρασύρουν
Ευτρεπίζουμε δυο στιγμές
Μία αυτού που συνθέτει
Κι άλλη μια του αναγνώστη
Άντε να ευφραίνουμε και τον πιθανό ακροατή
Με τους ίσκιους διατελούμε
Μακριά από εδώλια, δημαιρεσίες, αποφάσεις
Αυτά μένουν για τους επιτήδειους και πολυκέλαδους
Οι ποιητές υπολογίζουν τις λέξεις
Έτσι πολιτικά δεν μετρούν
Μάλιστα συχνά λοιδορούνται
Ως νωθροί ή ανίκανοι
Ενώ το τυπικό τους αμάρτημα
Ανάγεται απλώς σε φάλτσους στίχους

12. Ελένη Αράπη, Ο Ποιητής, Μικρή μεθόριος, εκδ. Ιωλκός

Τη μουσική των αγρών
τον παρθενικό υμένα
των λέξεων

την αγριόγατα γυμνή
με τα λυμένα μαλλιά
το πέπλο
οργωμένο από δόντια

τη νυχιά που
στάζει ρετσίνι
υγραίνει το χώμα

τα ερωτικά κουφέτα που
καρφώνει η φύση
από στόμα σε στόμα

την ανατριχίλα
αναμένει.

13. Νίκος Τζώρτζης, Ένα ποίημα, Αναψηλάφηση Β’, εκδ. Κέδρος

Πολύ καιρό προγύμναζες τους στίχους,
για να σου βγουν απρόβλεπτες ενώσεις,
συμφύροντας κοινούς συνήθεις ήχους·

ώσπου ένιωσες στα χέρια σου τις ώσεις
του καινού που ακόμα δεν είχε γραφτεί
και πάλεψες να μας το φανερώσεις·

κι αναμόχλευσες την ύλη του καυτή,
για να βρεις εντός του μια ψυχή ζώσα,
που μόνο σ’ εσένα μιλούσε στο αυτί.

Εντέλει του ‘δωσες μορφή και γλώσσα
με τόσα πρότυπα κρουστά στιχάκια,
εσύ, ναι, μια ακόμα φέρελπις κλώσα.

Χρόνια κλωσάς αετόπουλα ή γεράκια,
όμως εκκολάπτεις κοράκια ακόμα,
κλέφτρες κίσσες και ισχνά κοτοπουλάκια.

Το έργο σου έχει ένα δικό του χρώμα,
ίσως επειδή διαφέρει απ’ των άλλων
σε μια δυο τελείες, μπορεί και ένα κόμμα.

14. Αλέκος Κατσιούρης, Ποιητής, Ποιήματα [1972-2012], εκδ. Ιωλκός

Καθεμιά λέξη
κι ένα ρούχο·
με τον καιρό
απογυμνώθηκα
γι’ αυτό σιωπώ.

15. Φώτης Μουζάκης, Ποίηση είναι…, Αντώσεις του έρωτα και του θανάτου, εκδ. Ελκυστής

Η διερώτηση για το ανεξήγητο.
Το ανεξήγητο του έρωτα.
Ο έρωτας κι ο θάνατος.
Ο θάνατος του έρωτα.
Ο έρωτας του κινδύνου.
Ο κίνδυνος της λήθης.
Η λήθη του φόβου.
Ο φόβος του τίποτα.
Το τίποτα του μετά.
Το μετά της απελπισίας.
Η απελπισία της αναμονής.
Η αναμονή της γέννησης.
Η γέννηση του έρωτα.
Ο έρωτας ως επανάληψη.
Η επανάληψη του πάθους.
Το πάθος της συνέχειας.
Η συνέχεια επί της οθόνης.
Η οθόνη των σκέψεων.
Οι σκέψεις του θανάτου.
Ο θάνατος ως ασυνέχεια.
Η ασυνέχεια του χρόνου.
Ο χρόνος εντός του φωτός.
Το φως τις νύχτες.
Οι νύχτες του τρόμου.
Ο τρόμος των κρότων.
Οι κρότοι της μοναξιάς.
Η μοναξιά των ποιητών.
Οι ποιητές στο σκοτάδι.
Το σκοτάδι πριν το χάραμα.
Το χάραμα ως νέα ζωή.
Η ζωή ως προθάλαμος.
Ο προθάλαμος του επέκεινα. Το επέκεινα του θανάτου.
Ο θάνατος των ήδη νεκρών. Οι νεκροί ως ομοιώματα.
Τα ομοιώματα των ζώντων.
Οι ζώντες ως τεθνεώτες.
Οι τεθνεώτες που δεν κρίθηκαν δικαίως.
Η δικαίωση των αδικημένων.
Οι αδικημένοι του κόσμου.
Η “κοσμία” διαγωγή των ηττημένων.
Οι ηττημένοι ως νικητές.
Οι νικητές του εαυτού.
Ο εαυτός ως είδωλο.
Το είδωλο στο νερό.
Το νερό που τρέχει.
Ο τροχός του χρόνου.
Ο χρόνος των μελλοθανάτων.
Οι μελλοθάνατοι που ονειρεύονται.
Τα όνειρα των παιδιών.
Τα παιδιά που δεν μεγάλωσαν.
Το μεγάλο “ίσως” του άγνωστου.
Το άγνωστο του γίγνεσθαι.
Το γίγνεσθαι ες αεί.
Ες αεί οι κραυγές των ποιητών.
Οι ποιητές που πυρπολούνται
για να γεννηθούν τα ποιήματα.

16. Βάσος Βογιατζόγλου, Οι Λέξεις, Ιχνηλασία, Ποιήματα 1966-2006, εκδ. Ιωλκός

[…] Χείμαρροι λέξεις και ποτάμια της γλώσσας μου,
ανεκπλήρωτοι στίχοι που ζουν ή πεθαίνουν,
μορφές που θα χτίσει ο Λόγος στη σιωπή
και άψυχες πάλι στη σιωπή θα τις ρίξει.

Βαθιά μέσ΄από φρέατα έρχονται λησμονημένα,
από πηγές αιωνόβιες, νάματα της λαλιάς μου.
Κι είναι γι’ αυτό που θέλω ακόμη να μιλώ,
είναι γι’ αυτό που βρίσκω ποιήματα να γράφω.

17. Φυλλένια Σφουγγάρη, Η ποίηση, Ναίφως, εκδ. Ελκυστής

Η ποίηση με έμαθε
άνθρωπος να είμαι.
Χτύπησε το τζάμι ευγενικά
εκείνο το βράδυ
να ζητήσει λίγο ψωμί
έμοιαζε όμορφη προσφυγόπουλα
που είχε όψη μελαγχολική.

Η ποίηση με έμαθε
ότι ο εργάτης που σηκώνει
τον ήλιο στ’ άγρια χέρια του
τη δουλειά του σαν τελειώνει
έχει τον ουρανό με αίμα ζωγραφισμένο
και πινέλο βυθισμένο
μες σε δάκρυα δικά του
περιμένοντας πως κάποτε
θα φύγει η μπογιά.

Η ποίηση με έμαθε
το συναίσθημα ν’ ακουμπάω
και αν τρυπηθώ ν’ αρχίσω να γελάω
μες σ’ έναν κόσμο φοβερά αγκαθωτό
παντού κινούμενοι κάκτοι και αυτό
το μικρό παιδί, που ασυνείδητα
γνωρίζει την αλήθεια.

Η ποίηση με έμαθε
να δακρύζω από χαρά
τότε που δείλιαζε τα βράδια
το φεγγάρι να με πάρει αγκαλιά
εκείνη στεκότανε στο παράθυρο εκεί
παράξενη, αινιγματώδης
ανάγλυφη και σιωπηλή.
Μέρες νύχτες με παρατηρούσε
τώρα ξέρω πως μονάχα προσπαθούσε
μέσα από τα δικά της μάτια
στην ψυχή μου να μάθω να κοιτώ.

18. Νίκος Σταϊκούλης, Δοκίμιο για την ποίηση, Ενθουσιασμοί, εκδ. Ιωλκός

Η ποίηση έχει το πρόσωπο του καθενός.
Μάθε πως ο κανόνας πέθανε
και εσύ μαζί του
και πως όσο κι αν σε υπηρέτησε για χρόνια
τώρα ξεχάστηκε και πάει.
Δεν έχει μέτρο η σκέψη και το αίσθημα,
δεν έχει πλαίσιο, δεν έχει λέξεις.
“Δεν ξέρεις!” λες και αμέσως ανεβαίνεις μπόι γιατί
εσύ ξέρεις, εσύ ξέρεις, εσύ ξέρεις.
Πες το και μέθα μαζί του,
μέθα με το σωστό που γνωρίζεις
μονάχα εσύ πώς είναι.
Φύγετε γρήγορα και αφήστε τον ουρανό στην πλάτη μας,
αφού σας έπεσε με τέτοιο κρότο που μας ξύπνησε.
Μάθε,
μάθε,
μέθα,
μέθα.
Το ποίημα δε χωρά πουθενά για να το πάρεις δικό σου
και η ποίηση για να μονολογείς πως τη γνωρίζεις.
Δοκίμιο για την ποίηση ζήτησες,
σου αφήνω μανιφέστο.

19. Ευδοκία Ζορπίδου, Προς Ποιητή, Ροές και θρομβώσεις, εκδ. Ιωλκός

Καταραμένε
Απέμεινες μονάχος
Εγκαταλελειμμένος απ’ όλους
πλην της μούσας σου
που σε τυραννάει νυχθημερόν.

Ευλογημένε μονόφθαλμε
με το ‘να μάτι
χύνεις μελάνι στο χαρτί
το άλλο στραμμένο προς τα ενδόμυχα
τυφλό στις χαρές του κόσμου.

20. Θωμάς Γκόρπας, Για την ποίηση πάλι, Τα ποιήματα, εκδ. Κέδρος

Δημοτικό τραγούδι

Χριστόπουλος ήχος μπουζουκιού

Κάλβος ήχος πλατάνων

Σολωμός ήχος γιασεμιών

Παλαμάς ήχος τίποτε

Μαλακάσης ήχος πόλεως σαν παίρνει να βραδιάζει

Καβάφης ήχος πόλεως προχωρημένο βράδυ

Βάρναλης ήχος του μέλλοντος από παλιές καμπάνες

Φιλύρας ήχος προπολεμικής ταβέρνας

Σικελιανός ήχος ματισμένος από αρχαίες

πομπές και σύγχρονα φαγοπότια

Καρυωτάκης ήχος πόλεως που κοιμάται

Σεφέρης ήχος του παλαμικού τίποτε

Εμπειρίκος ήχος που συνεχίζεται μες στα ποιήματά μας

Λαϊκό τραγούδι

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *