Ο Huynh Cong Ut, ή αλλιώς, Νick Ut όπως συνήθιζε να τον αποκαλεί ο καλύτερος του φίλος, ήταν το ενδέκατο από τα δώδεκα παιδιά της οικογένειας. Το “μικρόβιο” που ώθησε τον Ut στην φωτογραφία ήταν αυτό που λίγο πριν είχε σκοτώσει τον μεγαλύτερο αδελφό του, Huynh Thanh My, ο οποίος τραβούσε πολεμικά στιγμιότυπα για το Associated Press, όταν αντάρτες της Βιετκόνγκ επιτέθηκαν σε αυτόν και σε στρατιώτες στο μέτωπο και τους σκότωσαν. Ο 15χρονος τότε Ut αποφάσισε να ασχοληθεί με τη φωτογραφία. Στη κηδεία του αδερφού του, ζήτησε δουλειά από τον συνεργάτη του αδερφού του, Horst Faas αλλά εκείνος αρνήθηκε διότι δεν ήθελε η οικογένεια να στερηθεί ένα ακόμη μέλος της. Ωστόσο, μετά από πολλή πίεση, τον Ιανουάριο του 1966, τον προσέλαβε υπό τον όρο ότι δεν θα κρατούσε φωτογραφική μηχανή σε εμπόλεμη ζώνη.
Έτσι, τα επόμενα χρόνια, περιοριζόταν σε φωτογραφήσεις γύρω από την Σαϊγκόν, μέχρι τον Ιανουάριο του 1968, όπου ξέσπασε ο πόλεμος.
8 Ιουνίου 1972. Είναι η ημερομηνία που οι βόμβες ναπάλμ ισοπέδωναν το χωριό Trang Bang, σκορπώντας φρίκη και θάνατο. Είναι η ημερομηνία που έμελλε να αλλάξει τη ζωή του 21χρονου τότε φωτογράφου. Ένα καρέ που αποτύπωνε τη θηριωδία, με τη φιγούρα ενός γυμνού κοριτσιού να τρέχει για να γλιτώσει από τις φλόγες που τύλιξαν το χωριό του. Τα γεμάτα τρόμο μάτια του χαράχτηκαν στη παγκόσμια μνήμη και η φωτογραφία “κατέστη” συνώνυμο της λέξης πόλεμος, σε σημείο που αν κάποιος την πληκτρολογήσει, η φωτογραφία εμφανίζεται στην επιλογή εικόνων της Google.
Η Kim Phuc και η οικογένειά της έμεναν στο χωριό Trang Bang, στο Νότιο Βιετνάμ, όταν τα αμερικανικά πολεμικά αεροπλάνα άρχισαν να βομβαρδίζουν την περιοχή με βόμβες ναπάλμ. Η Kim ήταν μόλις 9 ετών και στην προσπάθειά της να ξεφύγει άρχισε να τρέχει γυμνή για να σωθεί.
Σχεδόν ολοσχερώς καμένη και με τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν, έχασε τις αισθήσεις της. Τότε, ο σωτήρας της Nick Ut, την πήρε στα χέρια του και τη μετέφερε στο νοσοκομείο. Λίγα λεπτά πριν είχε απαθανατίσει τη στιγμή, που έμελλε να αλλάξει τον κόσμο.
Ο φωτογράφος κέρδισε το βραβείο Pulitzer. «Έκλαιγα όταν την είδα να τρέχει. Αν δε τη βοηθούσα, αν κάτι συνέβαινε και πέθαινε, νομίζω ότι θα αυτοκτονούσα» δήλωσε αργότερα.
Η μικρή Kim παρά τον σοβαρότατο τραυματισμό της, κατάφερε να επιζήσει. Έγινε γιατρός και το πρόσωπό της χρησιμοποιήθηκε ως προπαγάνδα από το κομμουνιστικό καθεστώς. Μετά από χρόνια θυμήθηκε ότι αυτό που φώναζε, όπως φαίνεται στη φωτογραφία ήταν η φράση «Nóng quá, nóng quá», που σημαίνει «πολύ καυτό, πολύ καυτό».
Αδιαμφισβήτητα, τόσο η ζωή του Nick Ut όσο και της Kim Phuc καθορίστηκαν από τη στιγμή που το τρομαγμένο κοριτσάκι είχε συναντηθεί, μέσα από το φακό, με το αγωνιώδες βλέμμα του φωτογράφου. Η “κραυγή” της φωτογραφίας είχε τέτοιο διεθνή αντίκτυπο που, όπως πολλοί εκτιμούν, επηρέασε την εξέλιξη του πολέμου και επίσπευσε την απεμπλοκή των Αμερικανών από το πόλεμο. “Από τη πρώτη στιγμή ήξερα ότι αυτή η φωτογραφία θα σταματήσει τον πόλεμο. Αμερικανοί στρατιώτες μου έλεγαν τότε γεμάτοι χαρά ότι θα επιστρέψουν στο σπίτι τους χάρη σε μένα”, θυμάται με συγκίνηση ο Ut, ενώ προσθέτει πως όταν επισκέπτεται σήμερα το Βιετνάμ ακόμα του λένε πως: “είμαστε ζωντανοί χάρη στη φωτογραφία σου”. Το 1973, τα αμερικανικά στρατεύματα ξεκίνησαν σταδιακά να αποχωρούν από το Βιετνάμ.
Σήμερα, η Kim Phuc ζει με την οικογένεια της στο Καναδά και παραμένουν ακόμη δύο πολύ καλοί φίλοι.