Ήταν το τελευταίο έργο που φιλοτεχνήθηκε από τον Βαν Γκογκ τον Ιούνιο του 1890 λίγο πριν αυτοκτονήσει.
Απεικονίζει τον γιατρό Γκασέ, ο οποίος τον φρόντιζε τους τελευταίους μήνες της ζωής του. Ο Γκασέ είναι καθιστός δίπλα σε ένα τραπέζι και στηρίζει το κεφάλι του με το δεξί του χέρι. Στο τραπέζι υπάρχει το βότανο Δακτυλίτιδα απ’ όπου προέρχεται ένα φάρμακο, το οποίο ίσως ήταν μέρος της θεραπείας του ζωγράφου.
Πορτρέτο του Δρ. Γκασέ
Εκείνη την περίοδο ο Βαν Γκογκ ζούσε στο δεύτερο σπίτι του Γκασέ. Είχε μόλις βγει από το άσυλο όπου νοσηλευόταν και ο αδερφός του τον οδήγησε στον Γκασέ ύστερα από προτροπή ενός πρώην ασθενή του. Ο Γκασέ ήταν φημισμένος γιατρός και ερασιτέχνης ζωγράφος, οποίος λάτρευε το ρεύμα του ιμπρεσιονισμού.
Ο Βαν Γκονγκ είχε μια ιδιόμορφη σχέση με τον γιατρό του, τον οποίο αποτύπωσε στον καμβά του με μια λυπημένη έκφραση. Μάλιστα, σε έναν γράμμα προς τον αδερφό του έγραφε ότι ήταν πιο άρρωστος από τον ίδιο ή εξίσου. Χαρακτηριστικά ανέφερε:
«Νομίζω ότι δεν πρέπει να βασίζεστε στον Δρ Γκασέ καθόλου. Πρώτα απ’ όλα, νομίζω πως είναι πιο άρρωστος από ό,τι είμαι εγώ ή περίπου το ίδιο, και έτσι έχουν τα πράγματα. Τώρα όταν ένας τυφλός οδηγεί έναν άλλον τυφλό, δεν καταλήγουν να πέσουν και οι δύο στο χαντάκι;»
Ο γιατρός Πολ Γκασέ
Βέβαια, λίγο αργότερα οι δυο τους έγιναν καλοί φίλοι και ο Βαν Γκονγκ τον ανέφερε ως αδελφό του. Μάλιστα, δημιούργησε μια προσωπογραφία στα πρότυπα του πίνακα του Ντελακρουά «Ο Τάσσο στη φυλακή». Ο ζωγράφος τον είχε περιγράψει ως εξής:
«Έκανα το πορτρέτο του Μ. Γκασέ με μια μελαγχολική έκφραση, η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να φαίνεται σαν ένας μορφασμός σε όσους το βλέπουν … Λυπημένος μα ευγενικός, αλλά ξεκάθαρος και ευφυής, δηλαδή όπως όλα τα πορτρέτα θα έπρεπε να γίνονται .. . υπάρχουν σύγχρονα κεφάλια που μπορούν να παρατηρούνται για πολύ καιρό και αυτό ίσως να το κοιτάζουν με ενδιαφέρον για περισσότερο από χίλια χρόνια αργότερα.»
Ήταν από τους αγαπημένους πίνακες του ζωγράφου, ο οποίος δημιούργησε ένα ακόμη πανομοιότυπο πίνακα στο ίδιο μέγεθος την ίδια χρονιά. Ο Βαν Γκογκ αυτοκτόνησε το 1890 και πολλοί ήταν εκείνοι που κατηγόρησαν τον γιατρό του για το τραγικό τέλος του ζωγράφου, αναφέροντας ότι δεν έκανε σωστά τη δουλειά του. Ο συγκεκριμένος πίνακας αποτελεί ένα από τα πιο εμβληματικά έργα του Βαν Γκογκ. Χαρακτηριστικά, έναν αιώνα αργότερα, το 1990 ο οίκος Christie’s χρειάστηκε μόλις 3 λεπτά για να τον πουλήσει έναντι 82,5 εκατ. δολαρίων. Αγοραστής ήταν ο ιάπωνας επιχειρηματίας Ροέι Σάιτο, ο όποιος ήταν ιδιοκτήτης της δεύτερης μεγαλύτερης βιομηχανίας χαρτιού στην Ιαπωνία. Όπως είχε δηλώσει ο 74χρονος Ιάπωνας, «είναι αρχή μου να παίρνω αυτό που θέλω ανεξαρτήτως κόστους». Μάλιστα, είχε απειλήσει ότι θα έπαιρνε μαζί του τον πίνακα όταν θα πέθαινε και θα ζητούσε να τον αποτεφρώσουν μαζί του. Οι δηλώσεις του προκάλεσαν σάλο με αποτέλεσμα να προβεί σε νέα δήλωση που έλεγε ότι επρόκειτο για ένα κακό αστείο. Πάντως, λέγεται ότι ο οίκος Christie’s πρόλαβε να τον αγοράσει πίσω όταν πέθανε και σήμερα η αξία του πορτραίτου ξεπερνάει τα 149,5 εκατ. δολάρια.