Η τηλεοπτική σειρά «The People v. O.J. Simpson» είναι μια μυθοπλαστική απεικόνιση της «δίκης του αιώνα» με ένα πολύ ιδιαίτερο καστ: Κούμπα Γκούντινγκ Τζ., Τζον Τραβόλτα, Σάρα Πόλσον και Ντέιβιντ Σουίμερ, στον ρόλο του Ρόμπερτ Καρντάσιαν, δικηγόρου και φίλου του Σίμπσον. Αν και γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι ο Ο. Τζέι στο τέλος αθωώνεται, τα δέκα επεισόδια παρακολουθούνται με αμείωτο ενδιαφέρον, καθώς, πέρα από ένα άψογο δικαστικό θρίλερ, η σειρά επαναφέρει στο προσκήνιο την αίσθηση του μυστηρίου, ότι δηλαδή δεν θα μάθουμε ποτέ αν τελικά ο Σίμπσον ήταν θύμα των περιστάσεων ή ένας δολοφόνος.
H δίκη του αιώνα
Έχουν περάσει περισσότερα από 25 χρόνια, από τις 13 Ιουνίου 1994, την ημέρα του θάνατου της Νικόλ Μπράουν και του φίλου της Ρον Γκόλντμαν και ακόμα κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν τελικά ο Ο. Τζέι Σίμπσον ορθώς απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες για τη δολοφονία τους. Ο Σίμπσον βέβαια πολύ αργότερα κατέληξε στη φυλακή, για έναν όμως εντελώς διαφορετικό λόγο – το 2008 καταδικάστηκε σε 33 χρόνια για τη συμμετοχή του σε ένοπλη ληστεία σε ξενοδοχείο στο Λας Βέγκας. Εξέτισε τα εννέα και το 2017 άφεθηκε πάλι ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.
Η καταδίωξη
Οι αστυνομικές αρχές στις 4 π.μ. κατευθύνονται στο σπίτι του OJ για να τον ενημερώσουν. Λίγες ώρες νωρίτερα είχε μπει στο αεροπλάνο για Σικάγο όπου είχε επαγγελματικές υποχρεώσεις. Όταν τον παίρνουν τηλέφωνο για να τον ενημερώσουν, επιστρέφει.
Φτάνοντας στο σπίτι του και βλέπει δεκάδες αστυνομικούς να το ερευνούν ενώ κάμερες τον περιμένουν απ’ έξω. Ατάραχος συνεργάζεται με τις αρχές οι οποίες τον οδηγούν στο τμήμα για να καταθέσει. Ο detective Tom Lange προσπαθεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη του και τον ρωτάει από που είχε αποκτήσει την πληγή σε δάχτυλο του αριστερού του χεριού. Μέσα στην μισάωρη ανάκριση άκουσε τρεις διαφορετικές ιστορίες. Του ζητάει να δώσει αίμα για να γίνει ταυτοποίηση. Δεν αρνείται. Οι έρευνες στο σπίτι του είχαν συλλέξει ένα αριστερό γάντι με αίματα, δύο κάλτσες που είχαν επίσης ίχνη αίματος αλλά και κηλίδες σε πολλά σημεία του σπιτιού και του αμαξιού Ford Bronco που άνηκε στον OJ.
Στις 17 Ιουνίου του 1994 του αποδίδονται κατηγορίες για την δολοφονία της Nicole Brown και του Ronald Goldman και του ζητείται να εμφανιστεί στο αστυνομικό τμήμα. Μετά από την διαμεσολάβηση των δικηγόρων ανακοινώνεται στην αστυνομία ότι θα παραδοθεί μέχρι τις 11 π.μ. O OJ δεν εμφανίστηκε ποτέ με αποτέλεσμα στις 2 μμ η αστυνομία του Λος Άντζελες να ανακοινώσει ότι τον θεωρεί φυγόδικο και ότι τον αναζητά. Ακολούθησαν και άλλες ανακοινώσεις από τις αστυνομικές και πολιτειακές αρχές ενώ στις 5 μμ ο Robert Kardashian, διάβασε ένα γράμμα του OJ Simpson το οποίο απευθυνόταν σε 24 φίλους του και το οποίο είχε αποχαιρετιστήριο χαρακτήρα.
Όταν η ώρα έδειξε 6:20 μμ ένας πολίτης τηλεφώνησε στην αστυνομία δηλώνοντας ότι είδε τον φυγά OJ μέσα σε ένα αμάξι Ford Bronco. Τελικά η αστυνομία τον εντόπισε σε μια από τις πιο κεντρικές οδούς του LA. Ένας αστυνομικός πλησίασε το αμάξι για να το σταματήσει όμως ο οδηγός του Al Cowlings, συμπαίκτης και φίλος του OJ, του φώναξε λέγοντας του ότι ο “The Juice” στο πίσω κάθισμα κρατάει πιστόλι και απειλεί να αυτοκτονήσει. Εκείνη την στιγμή άρχισε μια χαμηλής ταχύτητας καταδίωξη την οποία κάλυπταν όλα τα εθνικά μέσα με ρεπόρτερ και κάμερες.
Ο κόσμος σταμάταγε, έβγαινε από τα οχήματα του μόνο και μόνο για να δει το λευκό Ford Bronco να περνάει. Μερικοί κρατούσαν και πλακάτ με το όνομα του και ούρλιαζαν. Ήταν σαν να υποδέχονται έναν εθνικό ήρωα αλλά στην πραγματικότητα χαίρονταν με την αποκαθήλωση ενός ήρωα τους. Ήταν ένα πραγματικό τσίρκο που είχε στηθεί και σε ρόλο ελέφαντα βρισκόταν ο OJ Simpson. Την ίδια ώρα από το πίσω κάθισμα του Ford Bronco συνομιλούσε με τον διευθυντή της αστυνομίας ο οποίος προσπαθούσε να τον ηρεμήσει και να τον κρατήσει ζωντανό. “Μόνο εγώ αξίζω να πάθω κάτι κακό. Μόνο εγώ. (…) Ήθελα μόνο να είμαι μαζί με την Nicole (…) Έχω ήδη αποχαιρετήσει τα παιδιά μου”. Ένας διάλογος γεμάτος ενοχή. Ενοχή που δεν πήγε στην αστυνομία, ενοχή για τις πράξεις που διαπράττει και διέπραξε. Μετά πήρε τηλέφωνο την οικογένεια της Nicole.
Τελικά στις 9 μμ το λευκό Bronco φτάνει στο σπίτι του OJ όπου τον περίμεναν εκατοντάδες δημοσιογράφοι και ρεπόρτερ αλλά και SWAT. Τον ρόλο του διαπραγματευτή αναλαμβάνει ο μέχρι πρότινος οδηγός A.C.. Ο κατηγορούμενος παραμένει στο αμάξι για 45 λεπτά, όταν παίρνει άδεια από την αστυνομία να κατευθυνθεί μέσα στο σπίτι όπου και τον συνέλαβαν. Όπως ανακοινώθηκε λίγο μετά ο OJ ήθελε να πάρει τηλέφωνο την μητέρα του και να πιει ένα ποτήρι χυμό. Όλοι οι δημοσιογράφοι στην αίθουσα γέλασαν. Στην τσέπη του Al Cowlings υπήρχαν 9,000 δολάρια ενώ στο αμάξι βρέθηκαν ένα ψεύτικο μούσι, μουστάκι, σύνεργα μεταμφίεσης, αποδειξεις από ένα beauty shop και το πιστόλι που απειλούσε ο “Juice” ότι θα βάλει τέλος στην ζωή του.
Η δίκη
Στις 20 Ιουνίου 1995 απαγγέλθηκαν κατηγορίες στον Simpson, ο οποίος δήλωσε όχι ένοχος και για τις δύο δολοφονίες. Όπως αναμενόταν, ο προεδρεύων δικαστής διέταξε να κρατηθεί χωρίς εγγύηση. Την επόμενη μέρα, σώμα ενόρκων κλήθηκε να καθορίσει αν θα κατηγορηθεί για τους δύο φόνους. Δύο ημέρες αργότερα, στις 23 Ιουνίου, το σώμα ενόρκων απορρίφθηκε λόγω εκτεταμένης κάλυψης των ΜΜΕ. Θεωρήθηκε ότι μπορούσε να επηρεαστεί η ουδετερότητά τους. Η Jill Shively, κάτοικος του Brentwood, κατέθεσε ότι είδε τον Simpson, τη νύχτα των φόνων, να φεύγει από το σημείο οδηγώντας με ταχύτητα. Μάλιστα, το αυτοκίνητό του παραλίγο να συγκρουστεί με ένα Nissan στη διασταύρωση Bundy και San Vicente. Άλλος μάρτυρας, ο Jose Camacho, πωλητής μαχαιριών στο Ross Cutlery, ισχυρίστηκε ότι πούλησε στον Simpson γερμανικό μαχαίρι 15 ιντσών, παρόμοιο με το όργανο του εγκλήματος, τρεις εβδομάδες πριν τις δολοφονίες. Οι δύο μάρτυρες κατηγορίες αποσύρθηκαν από την κατηγορούσα αρχή, αφού πούλησαν τις ιστορίες τους σε κίτρινου τύπου μέσα. Η Shively μίλησε για πέντε χιλιάδες δολάρια στο τηλεοπτικό σόου «Hard Copy» και ο Camacho πούλησε την ιστορία του στο «National Enquirer» για 12.500 δολάρια.
Αντί να γίνει ακρόαση ενώπιον ενόρκων, ο Simpson οδηγήθηκε σε ακρόαση πιθανής αιτίας (probable cause). Αυτή θα αποφάσιζε αν θα πάει δική με κατηγορίες διπλής δολοφονίας. Αυτό ήταν μια μικρή νίκη για την ομάδα δικηγόρων του Simpson, καθώς θα είχαν πρόσβαση σε στοιχεία όπως αυτά παρουσιάζονταν από την κατηγορούσα αρχή. Μετά το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας, το Ανώτατο Δικαστήριο της Καλιφόρνια αποφάσισε, στις 7 Ιουλίου, ότι υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να δικαστεί ο Simpson για τις δολοφονίες. Στις 29 Ιουλίου όταν ρωτήθηκε τι δηλώνει για τους φόνους, έσπασε την πρακτική του δικαστηρίου που θέλει τον κατηγορούμενο να λέει απλά «ένοχος» «όχι ένοχος», λέγοντας «Απολύτως, εκατό τοις εκατό όχι ένοχος». Μετά την προκαταρκτική ακρόαση, η υπόθεση μεταφέρθηκε από τη Σαν Μόνικα στο ποινικό δικαστήριο του Λος Άντζελες.
Επικεφαλής της έρευνας των φόνων ήταν ο βετεράνος αστυνομικός του τμήματος του Λος Άντζελες Tom Lange. Το 1995, η δίκη μεταδόθηκε τηλεοπτικά για 134 μέρες. Η κατηγορούσα αρχή επέλεξε να μη ζητήσει θανατική ποινή και να πάει σε ισόβια. Η έκθεση στην TV έκανε διάσημους πολλούς από τους εμπλεκόμενους, συμπεριλαμβανομένου και του προεδρεύων δικαστή Lance Ito. Η Marcia Clark, 40 ετών, αναπληρωτής εισαγγελέας, ορίσθηκε επικεφαλής της κατηγορούσας αρχής. Βοηθός της ο Αφροαμερικανός Christopher A. Darden.
Από τη στιγμή που ο Simpson ήθελε να επισπευσθούν οι διαδικασίες, οι δικηγόροι, τόσο της υπεράσπισης, όσο και οι κατήγοροι, δούλεψαν νυχθημερόν για να προετοιμάσουν τις αγορεύσεις τους. Τον Οκτώβριο 1994 ο δικαστής Ito ξεκίνησε την ακρόαση 304 υποψήφιων ενόρκων. Καθένας έπρεπε να συμπληρώσει ερωτηματολόγιο 75 σελίδων. Στις 3 Νοεμβρίου 12 ένορκοι πήραν θέση με αντίστοιχους αναπληρωτές.
Η δική ξεκίνησε στις 24 Ιανουαρίου 1995 με τηλεοπτική κάλυψη. Ο Christopher A. Darden αμφισβήτησε το γεγονός ότι ο Simpson σκότωσε την πρώην γυναίκα του λόγω ζήλιας. Η κατηγορούσα αρχή άνοιξε την υπόθεση παίζοντας τηλεφώνημα της Nicole Brown στην Αστυνομία. Η κλήση έγινε την 1η Ιανουαρίου 1989. Εκεί, εξέφραζε τον φόβο της ότι ο Simpson μπορούσε να της κάνει κακό, ενώ ακουγόταν στο βάθος να της φωνάζει. Οι κατήγοροι παρουσίασαν σειρά ειδικών μαρτύρων σχετικά με αποτυπώματα DNA, αίμα και ανάλυση ιχνών παπουτσιών, με σκοπό να αποδείξουν ότι ο Simpson βρισκόταν στον τόπο του εγκλήματος.
Γενικά, επιδίωξη των διωκτών του ήταν να εμφανίσουν πειστικά στοιχεία για σωματική κακοποίηση της Nicole. Ενας από τους δικηγόρους του Simpson διαφώνησε λέγοντας ότι ελάχιστες γυναίκες δολοφονούνται από άντρες που τους κακοποιούν. Μερικές μέρες μετά όσοι παρακολουθούσαν τη δίκη, παρατήρησαν να αναδύεται το εξής μοτίβο: Συνεχείς ενστάσεις και από τις δύο πλευρές και διαβουλεύσεις με τον δικαστή.
Ο Simpson προσέλαβε εφτά δικηγόρους. Αρκετά ισχυρούς και με υψηλό προφίλ στον χώρο. Λέγεται, ότι η αμοιβή τους κόστισε 3-6 εκατομμύρια δολάρια! Η υπερασπιστική γραμμή στηρίχτηκε στο ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Εκτελεστές προσελήφθησαν από εμπόρους ναρκωτικών για να δολοφονήσουν τα θύματα, διότι η φίλη της Nicole, Faye Fuhrman, δεν είχε πληρώσει για τα ναρκωτικά. Οι αντίδικοι στηρίζονταν σε αποδείξεις DNA. Ισχυρίζονταν ότι ο Simpson πήγε στο σπίτι της Nicole το βράδυ της 12ης Ιουνίου 1994 με σκοπό να τη σκοτώσει.
Η ετυμηγορία
Την τελική απόφαση για την ενοχή του ή όχι θα έπαιρνε το σώμα των ενόρκων. 12 άτομα, 9 έγχρωμοι, 2 λευκοί και ένας λατίνος. Ακόμα και εδώ η υπόθεση είχε παρατυπίες οι οποίες έκριναν το τελικό αποτέλεσμα. Η δίκη έλαβε χώρα στο Los Angeles και όχι στην Santa Monica όπου διέμενε ο OJ Simpson και ήταν η περιοχή του εγκλήματος. Η αιτιολογία από την μεριά του εισαγγελέα ήταν ότι με την δίκη να γίνεται στο πιο κεντρικό LA θα αποφευγόταν οι μετακινήσεις και η μεγάλη διασημότητα στο θέμα. Κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν συνέβη αλλά οδήγησε σε ένα σώμα ενόρκων που αποτελούνταν κατά μεγάλη πλειοψηφία από έγχρωμους κατοίκους της περιοχής.
Οι ένορκοι κλείστηκαν στις 2 Οκτωβρίου σε ένα δωμάτιο για να βγάλουν απόφαση και βγήκαν μόλις μετά από 3 ώρες για μία δίκη που είχε κρατήσει 133 μέρες. Στις 3 Οκτώβρη του 1995, 10 η ώρα το πρωί, ο γραμματέας του δικαστή Lance Ito πιάνει το μικρόφωνο και ανακοινώνει:
Ο Juice χαμογελάει για πρώτη φορά στην δίκη, ο Cochran πανηγυρίζει δίπλα του ενώ οι οικογένειες των δύο θυμάτων ξεσπάνε σε φωνές και κλάματα. Σύμφωνα με συνεντεύξεις που έχουν δώσει μερικοί από τους ενόρκους με το πέρασμα του χρόνου, όταν μπήκαν μέσα και ψήφισαν για πρώτη φορά οι 10 υποστήριξαν ότι ο κατηγορούμενος ήταν αθώος και οι άλλοι δύο ένοχος. Όμως επειδή το σώμα πρέπει να λάβει ομόφωνη απόφαση άλλαξε η γνώμη των δύο και προέκυψε αυτό το αποτέλεσμα. Μεγάλο ρόλο έπαιξαν όχι μόνο ο ρατσισμός που χρησιμοποίησε η υπεράσπιση και η πληθώρα στοιχείων που αλληλοεξουδετερώνονταν με αποτέλεσμα να μην είναι σαφής η ενοχή ή όχι αλλά και η μακρά διάρκεια της δίκης που εξάντλησε τους ενόρκους.
Τελικά, ήταν ένοχος;
Το 2007 ο Ο. Τζέι έγραψε τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα και μαζί μια υποθετική περιγραφή των φόνων. Το βιβλίο λέγεται «Αν εγώ το έκανα», με το «Αν» να βρίσκεται τεχνηέντως κρυμμένο στο επάνω μέρος του εξωφύλλου (η ελληνική έκδοση από το Μεταίχμιο διατηρεί την πρωτότυπη εκδοχή του), με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να διαβάζει «Εγώ το έκανα». Το βιβλίο προκάλεσε αμέτρητες νομικές και ηθικές αντιδράσεις, αλλά τελικά κυκλοφόρησε το 2007 και διαβάστηκε πολύ, ως υστερόγραφο μιας τραγικής ιστορίας που έγινε ποπ φαινόμενο.
Πηγές
https://www.kathimerini.gr/920778/article/periodiko-k/good-life/o-a8wos-dolofonos
http://longreads.oneman.gr/oj-simpson
https://www.womantoc.gr/men/article/diki-o-j-simpson-mia-ypothesi-erota-kai-i-dolofonia-pou-allakse-to-dikonomiko-systima-ton-ipa