Πρόσφατα είχαμε την χαρά να παρακολουθήσουμε το έργο “Ριγολέττος” στο Ηρώδειο, ένα έργο που θεωρείται μια από τις δημοφιλέστερες όπερες του ρεπερτορίου. Στο έργο αυτό, το οποίο πρωτοπαρουσιάστηκε πριν από 171 χρόνια στη Βενετία, ο Βέρντι αλλάζει σελίδα στη συνθετική του διαδρομή και παρουσιάζει μια σύνθεση με ξεκάθαρο στίγμα και αυξημένη διάθεση για πειραματισμό. Οι μεταπτώσεις ανάμεσα σε λυρικές και δραματικές σκηνές εξασφαλίζουν τη διαρκή ροή της υπόθεσης με μεγάλη ταχύτητα.
Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Η ιστορία μιλά για τον έρωτα της Τζίλντας, κόρης του καμπούρη αυλικού γελωτοποιού Ριγολέττου, για τον έκλυτο Δούκα της Μάντοβας, ο οποίος της παρουσιάζεται ως φτωχός φοιτητής. Προκειμένου να εκδικηθεί για τη χαμένη τιμή της κόρης του, ο Ριγολέττος καταστρώνει τη δολοφονία του Δούκα. Ανακαλύπτοντας τα σχέδια του πατέρα της, η Τζίλντα αποφασίζει να σώσει τον αγαπημένο της και να θυσιαστεί, παίρνοντας τη θέση του.
6 Μαρτίου του 1853 ήταν όταν έκανε πρεμιέρα η πασίγνωστη όπερα του Τζουζέπε Βέρντι, η Τραβιάτα, κι εμείς συγκεντρώσαμε 5 – συν ένα bonus – ενδιαφέροντα στοιχεία για το αγαπημένο αυτό έργο.
Η κυρία με τις Καμέλιες
Η Τραβιάτα βασίστηκε στο επίσης πολύ γνωστό έργο του Αλεξάνδρου Δουμά υιού, “Η Κυρία με τις Καμέλιες”. Το βιβλίο εκείνο γράφτηκε το 1848, με τον συγγραφέα να εμπνέεται από την ιστορία της Μαρί Ντι Πλεσσί, που ήταν διάσημη εταίρα εκείνης της εποχής στο Παρίσι και είχε πεθάνει ένα χρόνο νωρίτερα. Το λιμπρέτο της όπερας δημιούργησε ο Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε, συνεργάτης του Βέρντι σε πολλές όπερες.
Μια υπόθεση μακριά από το χαρούμενο και λυτρωτικό τέλος
Η Τραβιάτα διαδραματίζεται στις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι η τραγική ιστορία του έρωτα ανάμεσα σε μία διάσημη εταίρα και έναν αριστοκράτη. Οι δυο τους γνωρίζονται σε μία γιορτή που οργανώνει η κεντρική ηρωίδα, η Βιολέτα και ο Αλφρέντο, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, της εξομολογείται την ίδια μέρα ότι την έχει ερωτευτεί. Η Βιολέτα βρίσκεται σε δίλημμα: από τη μία θέλει να ζει χωρίς δεσμεύσεις, να χαίρεται τις απολαύσεις της ζωής, αλλά από την άλλη τα λόγια του Αλφρέντο τη βάζουν σε δεύτερες σκέψεις για την αξία της αληθινής αγάπης. Ο Αλφρέντο με τη Βιολέτα, η οποία πάσχει από φυματίωση για πολλά χρόνια, τελικά καταφέρνουν να συζήσουν σε μία εξοχική κατοικία, αφήνοντας πίσω τη ζωή που έκαναν στο παρελθόν. Τα οικονομικά προβλήματα όλο και μεγαλώνουν, όπως και η επικριτική στάση της οικογένειας του Αλφρέντο. Η οριστική τροπή της ιστορίας έρχεται όταν καταφθάνει στη βίλα ο πατέρας του Αλφρέντο. Η Βιολέτα μαθαίνει από εκείνον ότι η σχέση τους εμποδίζει την ευημερία της οικογένειας και αποφασίζει να φύγει, χωρίς να εξηγήσει στον αγαπημένο της το λόγο. Δεν συναντά ξανά τον Αλφρέντο, παρά μόνο σε ένα χορό, όπου αρνείται να γυρίσει κοντά του και εκείνος εξοργίζεται. Η κατάσταση της υγείας της χειροτερεύει όλο και πιο γρήγορα. Ζει απομονωμένη σε ένα μικρό φτωχικό δωμάτιο, γνωρίζοντας ότι ο θάνατος είναι κοντά. Έχει χάσει κάθε ελπίδα, όταν πληροφορείται από τον πατέρα του Αλφρέντο ότι ο γιος του έχει μάθει πλέον την αλήθεια και σύντομα θα βρίσκεται κοντά της. Ο Αλφρέντο βρίσκει τη Βιολέτα, όμως η ευτυχία τους θα κρατήσει για λίγες μόνο στιγμές, καθώς εκείνη πεθαίνει στην αγκαλιά του, κάνοντας όνειρα για μια ευτυχισμένη ζωή.
“Η Τραβιάτα ήταν ένα φιάσκο, μην ψάχνεις να βρεις δικαιολογία, απλώς έτσι είναι“
Τζ. Βέρντι , σε επιστολή του στον εκδότη του, Τ. Ρικόρντι.
Στις 6 Μαρτίου 1853, στο θέατρο “Φενίτσε” (Ο Φοίνικας) λαμβάνει χώρα η παγκόσμια πρεμιέρα της Τραβιάτα. Η παράσταση χαρακτηρίζεται μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες στην ιστορία της όπερας. Το κοινό, ενώ χειροκροτεί το πρώτο μέρος αρχίζει να δυσανασχετεί έντονα στη συνέχεια. Η κακή επικοινωνία ανάμεσα στο θέατρο και τον Βέρντι, που οδήγησε στο να μην ληφθούν υπόψη οι ανησυχίες και οι επισημάνσεις του σχετικά με τη διανομή του πρωταγωνιστικού ρόλου και ορισμένες σκηνοθετικές οδηγίες, όπως τα κοστούμια, ενδέχεται να οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα. Επίσης, το ίδιο το θέμα της όπερας ήταν αρκετά τολημερό για την εποχή του. Τον επόμενο χρόνο, το 1854, η Τραβιάτα ανεβαίνει ξανά, αυτή τη φορά στο θέατρο “Σαν Μπενεντέτο”, με μαέστρο τον ίδιο το Βέρντι, έχοντας υποστεί μικρές αλλαγές σε ορισμένα σημεία, και γνωρίζει τεράστια επιτυχία.
Ο τίτλος που παρέμεινε αμετάφραστος
La traviata σημαίνει στα ιταλικά “Η παραστρατημένη”. Ο αρχικός τίτλος που είχε δοθεί στο έργο ήταν “Violetta”, από το όνομα της πρωταγωνίστριας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τραβιάτα, στις παγκόσμιες παραστάσεις της δε μεταφράστηκε ποτέ στον τίτλο, ενώ στις πρώτες διεθνείς παραστάσεις, το έργο ανέβηκε λογοκριμένο, εξαιτίας του θέματός του, που άγγιζε τα όρια των τύπων της εποχής. Το όνομα της όπερας κατέληξε, επομένως να καθιερωθεί αμετάφραστο σε όλες τις γλώσσες.
Τα κοστούμια “Περασμένου αιώνα”
Μία από τις διαφωνίες μεταξύ του θεάτρου “Φενίτσε” και του Τζουζέπε Βέρντι και του λιμπρετίστα του, Φρεντσέσκο Πιάβε, αφορούσε στο ενδυματολογικό ζήτημα. Οι δύο τελευταίοι ήθελαν τα κοστούμια των ερμηνευτών να είναι σύγχρονες ενδυμασίες (19ου αιώνα) κατ’ αναλογία με την υπόθεση του έργου. Ωστόσο, οι θεατρικοί παραγωγοί επέμειναν μέχρι τέλους και επέτυχαν να δοθούν στους ηθοποιούς κοστούμια 17ου αιώνα. Η όπερα, λοιπόν, ερμηνευόταν με κοστούμια “περασμένου αιώνα” μέχρι το 1780 περίπου, οπότε ο Βέρντι κατόρθωσε να καθιερώσει την σύγχρονη ενδυμασία στους ηθοποιούς.
Η Τραβιάτα στην Ελλάδα
Η πρώτη παράσταση της Τραβιάτας στον ελλαδικό χώρο δόθηκε πριν από την ένωση των Επτανήσων με τη χώρα, το 1855 και έλαβε χώρα στην Κέρκυρα. Δύο χρόνια αργότερα (31 Οκτωβρίου 1857) ανέβηκε και η πρώτη παράσταση στην Αθήνα. Στις ελληνικές παραγωγές της Τραβιάτα έχουν σημειωθεί συνεργασίες ιστορικής σημασίας, καθώς έχουν συμμετάσχει κορυφαίες προσωπικότητες του ελληνικού καλλιτεχνικού χώρου όπως ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Μιχάλης Κακογιάννης, ο Αντίοχος Ευαγγελάτος ως συντελεστές.
Η Τραβιάτα είναι μία όπερα που προσφέρει στο κοινό μία ολοκληρωμένη μουσική και θεατρική εμπειρία. Η υπόθεση μεταβαίνει ομαλά προς την κορύφωσή της και το δραματικό τέλος, με τη μουσική να συνοδεύει και να αναδεικνύει τον υφολογικό πλούτο του έργου, από το εορταστικό κλίμα της δεξίωσης και τις εκδηλώσεις αγάπης, προς το μοναχικό δωμάτιο όπου η άρρωστη Βιολέτα αναπολεί τη ζωή της. Οι μελωδίες χαράσσονται στη μνήμη του ακροατή, χωρίς να κουράζουν. Είναι τραγουδίσιμες, έχουν μία μουσικότητα που συγκινεί και τον πιο απαιτητικό ακροατή και σίγουρα μαρτυρούν με τη ζωντάνια τους την ιταλική καταγωγή του Βέρντι. Εξάλλου,όπως έλεγε ο ίδιος, “Τέχνη χωρίς αμεσότητα, φυσικότητα και απλότητα, δεν είναι τέχνη”.
Χρησιμοποιούμε cookies για να διασφαλίσουμε ότι σας προσφέρουμε την καλύτερη εμπειρία στον ιστότοπό μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι είστε ικανοποιημένοι με αυτόν.Εντάξει!