«Αιολική Γη»: ένα ταξίδι επιστροφής στις ρίζες μας

Την περασμένη εβδομάδα είχαμε την χαρά να παρακολουθήσουμε στη σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» του Εθνικού Θεάτρου REX μία από τις πιο πολυαναμενόμενες παράστασεις της φετινής θεατρικής σεζόν. Ο λόγος φυσικά για την «Αιολική Γη», το πολυαγαπημένο μυθιστόρημα του Ηλία Βενέζη, που φέτος διασκευάζεται θεατρικά σε σκηνοθεσία του Τάκη Τζαμαργιά.

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Η «Αιολική Γη» γη θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα, αν όχι το σημαντικότερο, έργο του Ηλία Βενέζη. Εκδόθηκε για πρώτη φορά στις 14 Δεκεμβρίου 1943, παρότι η συγγραφή του είχε αρχίσει γύρω στο 1938. Μέσω της πρωτοπρόσωπης αφήγησης ο Βενέζης μάς μεταφέρει με διάθεση νοσταλγική στις παιδικές του αναμνήσεις στις Κυδωνιές (σημερινό Αϊβαλί) της Μ. Ασίας και πιο συγκεκριμένο στον επίγειο παράδεισό του, τα βουνά Κιμιντένια. Ο συγγραφέας γεννήθηκε και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος των παιδικών του χρόνων σε αυτήν την περιοχή, έως το 1914, όταν άρχισαν οι πρώτοι διωγμοί του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Τότε ο ίδιος και η οικογένειά του έπεσαν θύματα του διωγμού.

«Η Αιολική Γη ξεπηδάει από τις ρίζες των δέντρων της Ανατολής, από τα βουνά της Μικρασίας που τα λένε Κιμιντένια και ταξιδεύει από το κτήμα του παππού και της γιαγιάς στα κύματα του Αιγαίου. Έτσι όπως ταξιδεύει και η ψυχή του μικρού Πέτρου, που παρέα με την αγαπημένη αδελφή του, την Άρτεμη, ακούει τις μυστικές φωνές της φύσης, τα καλέσματα των σπηλιών και των φαραγγιών και αφουγκράζεται τους ήχους της γης και του νερού. Κοντά στα τσακάλια, τα αγριογούρουνα, τις αρκούδες και τους αετούς ο Πέτρος θα γνωρίσει μαζί με τα παραμύθια της γιαγιάς, τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα. Θα γνωρίσει την τραχιά και άγρια φύση του τόπου και των ανθρώπων και θα μάθει για τους προγόνους του, που ξεχέρσωσαν την άγονη γη κάνοντάς τη ζωή και πεπρωμένο τους.

Το υποστατικό του παππού είναι ανοιχτό και φιλόξενο. Σαν ομηρικός βασιλιάς, φιλοξενεί τους περαστικούς κι εκείνοι σαν αντάλλαγμα για τη φιλοξενία αφηγούνται στην οικογένεια ιστορίες και παραμύθια από τον μαγικό κόσμο της Ανατολής. Αυτά τα παραμύθια, ντυμένα με ήχους, χρώματα και μυρωδιές θα είναι οι ανεξίτηλες μνήμες που θα συνοδεύουν τον νεαρό ήρωα για πάντα.» (από το σκηνοθετικό σημείωμα της παράστασης)

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Το εγχείρημα της θεατρικής μεταφοράς ενός τέτοιου σπουδαίου μυθιστορήματος της ελληνικής λογοτεχνίας στέφθηκε με επιτυχία στην περίπτωση της παράστασης του Εθνικού Θεάτρου. Η θεατρική διασκευή συμπεριέλαβε καίριες ιστορίες και γεγονότα-σταθμούς από το μυθιστόρημα του Βενέζη. Έτσι, κατάφερε να διατηρήσει το ενδιαφέρον των θεατών, παρότι πρόκειται για μια αρκετή μεγάλη παράσταση, άνω των δύο ωρών. Η παράσταση χωρίζεται μάλιστα σε τρία μέρη: Στον «παράδεισο» όπου ο θεατής παρακολουθεί τα ανέμελα, χαρούμενα χρόνια του υποστατικού που μένει η οικογένεια του βασικού πρωταγωνιστή Πέτρου. Στο «τέλος της αθωότητας» όπου ο Πέτρος και οι αδελφές του ανακαλύπτουν τον έρωτα, το σκοτάδι, τις άγριες και σκληρές πτυχές της ζωής στα Κιμιντένια. Και στην «έξοδο» όπου ο πόλεμος έρχεται και ξεριζώνει την οικογένεια από την γη της.

Με την είσοδό μας στο θέατρο αμέσως θαυμάσαμε το εντυπωσιακό σκηνικό που αναπαριστούσε τα άγρια και τραχιά όρη της Μικρασίας και το υποστατικό του παππού του μικρού Πέτρου. Στη συνέχεια, ξεχωρίσαμε ακόμη και τους υπέροχους φωτισμούς σε έντονους τόνους του χρυσού και του πορτοκαλί που απέδιδαν τα ζεστά χρώματα του ήλιου της Ανατολής, καθώς και το ευφυές τέχνασμα του μικρού δέντρου που επανέρχεται κυκλικά στην παράσταση και συμβολίζει την επιθυμία των ανθρώπων να ριζώσουν στον τόπο τους και να συνδεθούν με το παρελθόν τους.

«Μα δε γράφονται έτσι, με ίσιες γραμμές οι μοίρες των ανθρώπων», όπως αναφωνεί ο μικρός Πέτρος. Έτσι, λοιπόν, μπροστά στα μάτια του θεατή ξετυλίγονται οι διαφορετικές ιστορίες πολλών ανθρώπων, αλλά και οι σκληρές μνήμες του ξεριζωμού από την πατρίδα. Μάλιστα πρόκειται για μια εξαιρετική συγκυρία, καθώς φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή και τον ξεριζωμό των Ελλήνων. Η μουσική που συνοδεύει την παράσταση αξίζει ξεχωριστή μνεία, καθώς είναι εναρμονισμένη και με την ιστορία που θέλει να αφηγηθεί. Τα μουσικά κομμάτια, μερικά εκ των οποίων τα απολαύσαμε live επί σκηνής, φέρουν έναν αυθεντικό χαρακτήρα Ανατολής υπό τη συνοδεία και παραδοσιακών οργάνων.

Αυτό όμως που κυρίως ξεχωρίζει στη συγκεκριμένη παράσταση είναι η συνύπαρξη τόσων ταλαντούχων Ελλήνων ηθοποιών. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Πέτρου συναντάμε τον βραβευμένο με Χορν ηθοποιό, Μιχάλη Συριόπουλο, τον οποίο και παρακολουθούμε αυτή την περίοδο στη νέα σειρά του MEGA «Σκοτεινή Θάλασσα», ενώ παράλληλα παραδίδει μαθήματα υποκριτικής στην Δραματική του Σχολή Generale Acting Studio. Το αγνό του βλέμμα, η φυσικότητα των παιδικών κινήσεών του, η αθωότητα και ο γνήσιος ενθουσιασμός που τον διακατέχουν καθώς ανακαλύπτει τον κόσμο συνθέτουν μια μοναδική και συγκινητική ερμηνεία που στηρίζει όλη την παράσταση και ξεχωρίζει μέσα στο λαμπρό καστ ηθοποιών. Ακόμη, το δίδυμο των Αλίκη Αλεξανδράκη και Θοδωρή Κατσαφάδου στους ρόλους της γιαγιάς και του παππού αντίστοιχα που είναι δεμένοι με τον τόπο τους μάς συγκινούν βαθιά, καθώς μας θυμίζουν όλες εκείνες τις ξεριζωμένες γενιές Ελλήνων. Εξαιρετικοί και οι υπόλοιποι ηθοποιοί, μεταξύ των οποίων ο υπέροχος Δημοσθένης Παπαδόπουλος στο ρόλο του Ιωσήφ, η Γαλήνη Χατζηπασχάλη στο ρόλο της Άρτεμης, αδερφής και συνοδοιπόρου ζωής του Πέτρου, η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου στο ρόλο της Ντόρις, ο Μάξιμος Μουμούρης στο ρόλο του Αντώνη Παγίδα, η Κλεοπάτρα Μάρκου και η Βικτώρια Φώτα στους ρόλους της Ανθίππης και της Αγάπης αντίστοιχα κ.ά.

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Συνολικά, η παράσταση της «Αιολικής Γης» μπορεί να νοηματοδοτηθεί ποικιλοτρόπως από τον θεατή. Πρόκειται για ένα ταξίδι αναπόλησης της χαμένης αθωότητας και επιστροφής στις ρίζες μας, όπως και αν εμείς τις ορίζουμε. Στο νου μας ήρθε ένας στίχος του Παλαιστίνιου ποιητή Μαχμούτ Νταρουίς («Ένα τραγούδι για τη Γάζα»): «Σ’ αυτή τη γη έχουμε ό, τι δίνει αξία στη ζωή μας». Αυτό ακριβώς μάς υπενθυμίζει και η «Αιολική Γη», πως πατρίδα ονομάζεται ό,τι πολυτιμότερο έχουμε στην ζωή μας· οι άνθρωποί μας και οι μνήμες του τόπου μας.

Σας προτρέπουμε να την παρακολουθήσετε!

Η γιαγιά μας κουράστηκε. θέλει να γείρει το κεφάλι της
στα στήθια του παππού, που έχει καρφωμένα πίσω τα μάτια του μπας
και ξεχωρίσει τίποτα από τη στεριά, τίποτα απ τα Κιμιντένια.
Μα πια δε φαίνεται τίποτα.

Η νύχτα ρούφηξε μέσα της τα σχήματα και τους όγκους.
Η γιαγιά γέρνει το κεφάλι της να το ακουμπήσει στα στήθια
που την προστατεύσανε όλες τις μέρες της ζωής της.

Κάτι την μποδίζει και δεν μπορεί να βρει το κεφάλι ησυχία:
Σαν ένας βόλος να είναι κάτω από το πουκάμισο του γέροντα.

-Τι είναι αυτό εδώ; Ρωτά σχεδόν αδιάφορα.
Ο παππούς φέρνει το χέρι του. Το χώνει κάτω από το ρούχο,
βρίσκει το μικρό ξένο σώμα που ακουμπά στο κορμί του
και που ακούει τους χτύπους της καρδιάς του.

-Τι είναι;
-Δεν είναι τίποτα, λέει δειλά ο παππούς σαν παιδί που έφταιξε.
Δεν είναι τίποτα. Λίγο χώμα είναι.
-Χώμα!

Ναι, λίγο χώμα από τη γη τους για να φυτέψουν ένα βασιλικό,
της λέει στον ξένο τόπο που πάνε. Για να θυμούνται.
Αργά τα δάχτυλα του γέροντα ανοίγουν το μαντίλι
όπου είναι φυλαγμένο το χώμα.
Ψάχνουν κει μέσα, ψάχνουν και τα δάχτυλα της γιαγιάς,
σα να το χαϊδεύουν.

Τα μάτια τους δακρυσμένα, στέκουν εκεί.
-Δεν είναι τίποτα λέω. Λίγο χώμα.
Γη, Αιολική Γη, Γη του τόπου μου.”

― Ηλίας Βενέζης, Αιολική γη, πρώτη έκδοση 1943