Το ελάφι: Μια θεατρική ιστορία λύτρωσης και ελπίδας

Αντί προλόγου

Η χαρά μας όταν το αναγνωστικό μας μονοπάτι συναντά θεατρικά έργα είναι απερίγραπτη. Αυτή εντείνεται όταν τα έργα αυτά είναι προϊόντα νέων Ελλήνων δραματουργών. Σε μία εποχή που το θέατρο βάλλεται ποικιλοτρόπως και παντοιοτρόπως, η συγγραφή θεατρικών έργων μετατρέπεται σε μία πράξη σωτηρίας, ιδίως όταν μιλάμε για έργα σαν “Το ελάφι” του Πάνου Αντωνοπούλου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.

Continue reading “Το ελάφι: Μια θεατρική ιστορία λύτρωσης και ελπίδας”

«Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια»: Η τραγική ιστοριά ενός καταδικασμένου εφηβικού έρωτα

“Μέσα στα μάτια του κάτι σκοτεινό λαμπύριζε. Αλλά η κοιλιά μου, μέσα της, με γαργαλούσε. Και σε αυτές τις περιπτώσεις οι κοιλιές δεν κάνουν λάθος.”

Χρειάστηκαν 14 μήνες, αλλά επιτέλους τα θέατρα άνοιξαν τις πόρτες τους ξανά. Και σας έχουμε την κατάλληλη παράσταση για να μία δυνατή, συγκινητική, ιδιαίτερη θεατρική εμπειρία.

Μετά τη διεθνή τους περιοδεία σε Λονδίνο και Άμστερνταμ, τα δεκάδες sold out σε παραστάσεις στην Αθήνα και την Περιφέρεια, τις διθυραμβικές κριτικές και τη μεγάλη αγάπη του κοινού, το έργο «Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια» του Τηλέμαχου Τσαρδάκα, με τη Λίλα Μπακλέση και τον Κωνσταντίνο Μπιμπή, γιορτάζουν το άνοιγμα των θεάτρων, παρουσιάζοντας με ασφάλεια και για 3η χρονιά στο ελληνικό κοινό, τον μεγάλο, αγνό και εφηβικό τους έρωτα.

Βρισκόμαστε στα τέλη των 80ς, αρχές των 90ς. Ελληνική επαρχία, πόλη νησιού. Η Μένια και ο Νικολής πάνε μαζί σχολείο, γίνονται αχώριστοι, ονειρεύονται, κάνουν έρωτα, ερωτεύονται «για πάντα». Αλλά τα χρόνια περνούν και η πραγματικότητα –όπως συνηθίζει– επιβάλλει τον εαυτό της. Οι δύο ήρωες όμως ποτέ δεν παύουν να σημαδεύουν ο ένας τον άλλο. Παρά τις επιλογές που έχουν κάνει στις ζωές τους, ανάμεσά τους, εξακολουθεί να καίει μια πυρκαγιά άγρια. Αυτή είναι η τελική αναμέτρηση ενός μεγάλου εγκλωβισμένου έρωτα. Αυτή είναι η συνάντηση που χρωστούσαν ο ένας στον άλλο. Γεμάτη χιούμορ και συγκίνηση, γεμάτη τρυφερότητα και απόρριψη, γεμάτη σύγκρουση και νοσταλγία. Μια ιστορία αγάπης και ενηλικίωσης, για τις πολύ μεγάλες προσδοκίες και την πολύ σκληρή πραγματικότητα. Αυτή είναι η γλυκόπικρη ιστορία των «κάτω απ’ τ’ αστέρια».

Continue reading “«Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια»: Η τραγική ιστοριά ενός καταδικασμένου εφηβικού έρωτα”

Ο θεατρικός συμβολαιογράφος του Ραγκαβή

Ο συμβολαιογράφος είναι γραμμένος στην καθαρεύουσα, ενώ o συγγραφέας χρησιμοποιεί πλήθος λέξεων από την κεφαλλονίτικη και την επτανησιακή διάλεκτο κυρίως ιταλικής προέλευσης. Η κατανόηση του έργου δεν είναι ιδιαιτέρα δύσκολη και κάποιες άγνωστες λέξεις μπορούν και να παραληφθούν αφού το νόημα βγαίνει εύκολα από τα συμφραζόμενα. Η έκταση του βιβλίου είναι μικρή, τα νοήματα και η πλοκή ξεκάθαρη, τα πρόσωπα λίγα ενώ το μυστήριο και η αγωνία βοηθούν ώστε ο αναγνώστης να κρατηθεί κοντά στο βιβλίο και να μην τον απομακρύνει η παράξενη ειδικά για τους πιο νέους διάλεκτος. Η αίσθηση που αφήνει η καθαρεύουσα είναι μεγαλοπρεπής, περιγραφική και πιο σύνθετη στην απόδοση εικόνων και συναισθημάτων. Σε δώδεκα μικρά και κοφτά κεφάλαια, τύπου νουάρ, θα παρακολουθήσουμε το χρονικό μίας δολοφονίας ενός πλούσιου γέροντα και την αναζήτηση του δολοφόνου ανάμεσα στους κληρονόμους με κύριο άξονα τις δράσεις ενός παράξενου συμβολαιογράφου του σιορ Τάπα. Αν και δεν μπορεί κανείς να πει ότι οι ανατροπές και οι πρωτοτυπία χαρακτηρίζουν το διήγημα εντούτοις, ο Ραγκαβής καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον αμείωτο μέχρι το τέλος και να βάλει τον αναγνώστη για τα καλά μέσα στην πλοκή και την ζωή των ηρώων κυρίως με την άψογη μετάδοση των συναισθημάτων.

Έτσι, ο «Συμβολαιογράφος», που δεν έχει χαρακτηριστεί τυχαία ως ένα από τα πρώτα αστυνομικά μυθιστορήματα που γράφτηκαν (μόλις το 1850), στηρίζεται σε ένα κατεξοχήν χαρακτηριστικό του αστυνομικού είδους, δηλαδή στον εγκλωβισμό ενός αθώου σε μια πλεκτάνη την οποία γνωρίζουν οι θεατές. Κεντρικό πρόσωπο είναι ο αντιήρωας Σιορ Τάπας, ο συμβολαιογράφος που κινεί παρασκηνιακά τα νήματα σε μια ιστορία κληρονομιάς, για να επιτύχει το καλύτερο για την ευτυχία της κόρης του, και ο οποίος θα καταλήξει τελικά να γίνει ένα πρόσωπο «τραγικό», μια και θα τιμωρηθεί για τη δράση του από την ίδια τη συνείδησή του. Όλα αυτά δοσμένα μέσα από ζωηρά σκιαγραφημένους χαρακτήρες διαφορετικού ηθικού αναστήματος, με το επτανησιακό ιδίωμα, καθώς η ιστορία διαδραματίζεται στην Κεφαλονιά, να επιβάλλεται με τον πλούτο του. Το πλήθος και η ποικιλομορφία των χαρακτήρων είναι ακριβώς τα στοιχεία εκείνα που ευνοούν την θεατρική τους απόδοση.

Αργοστόλι 1882: Ο κόντες Ναννέτος, ένας από τους πιο αξιοσέβαστους τοπικούς άρχοντες της Κεφαλονιάς βρίσκεται δολοφονημένος στην κάμαρά του. Καθώς οι αρχές ψάχνουν να βρουν τον ένοχο, τα πράγματα περιπλέκονται όταν εμφανίζονται δύο διαθήκες του κόντε. Η μία, γραμμένη ανεπίσημα, αφήνει γενικό κληρονόμο τον νεαρό Ροδίνη που δούλευε ως γραμματικός δίπλα στον κόντε ενώ στη δεύτερη, αυτή που εμφανίζει ο συμβολαιογράφος Τάπας, φαίνεται ως γενικός κληρονόμος ο ανιψιός του, Γεράσιμος Ναννέτος. Το παράδοξο είναι πως και οι δύο διαθήκες φέρουν την υπογραφή του κόντε Ναννέτου. Ποια είναι όμως η πραγματική διαθήκη;

Ο Ραγκαβής έγραψε αρκετά θεατρικά έργα, τραγικά και κωμικά, τα οποία όμως δεν γνώρισαν μεγάλη σκηνική επιτυχία κυρίως επειδή ήταν απρόσφορα για σκηνική παρουσίαση. Τα δραματικά του έργα είναι εμπνευσμένα από την ελληνική ιστορία, από την αρχαιότητα (Οι τριάκοντα), το βυζάντιο (Δούκας) ώς την ελληνική επανάσταση (Η παραμονή). Στα κωμικά του έργα, το πιο γνωστό από τα οποία είναι Του Κουτρούλη ο γάμος, επιχείρησε την μορφολογική αναγέννηση της κλασικής αριστοφανικής κωμωδίας, με χρήση αρχαϊκών μέτρων, χορικών και παράβασης. Παράλληλα ο Ραγκαβής έπαιξε μεγάλο ρόλο και στην οργάνωση της θεατρικής ζωής της χώρας και συμμετείχε στις πρώτες προσπάθειες δημιουργίας θεατρικών φορέων και επιχειρήσεων (Φιλοδραματική Εταιρεία, Εταιρεία του εν Αθήναις Θεάτρου). Συχνά δίδασκε ηθοποιούς και επέβλεπε την προετοιμασία παραστάσεων και διοργάνωνε και ερασιτεχνικές παραστάσεις έργων με φοιτητές του Πανεπιστημίου. Μπορεί να μην είναι από τις προσωπικότητες που απασχολούν τη σύγχρονη θεατρική πραγματικότητα, ακόμη και τώρα που οι σκηνικές μεταφορές της λογοτεχνίας πληθαίνουν και αναγνωρίζονται πλέον ως μία από τις κυρίαρχες τάσεις του ελληνικού θεάτρου. Μπορεί το ίδιο έργο να γνώρισε τεράστια επιτυχία όταν μεταφέρθηκε στην τηλεόραση τη δεκαετία του ’70, με ένα αληθινά αξιομνημόνευτο καστ, όμως αυτό ανήκει στη σφαίρα του μακρινού παρελθόντος.

Στο πιο πρόσφατο παρελθόν μια ενδιαφέρουσα απόδοση του έργο έλαβε χώρα πέρυσι στο θέατρο “Χώρα” με πρωτοβουλία του Πέτρου Ζούλια. Παρά την μη εντυπωσιακή παραγωγή η σκηνοθεσία ήταν ατμοσφαιρική και οι ερμηνείες των ηθοποιών αξιόλογες.

Πηγές:

https://www.athinorama.gr/theatre/article/o_sumbolaiografos-2533833.html

https://www.lifo.gr/guide/theater/6642/o-symvolaiografos

Αφιέρωμα στον γεννήτορα του ελληνικού μεταπολεμικού θεάτρου, Ιάκωβο Καμπανέλλη

Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης συνετέλεσε ώστε το νεοελληνικό θέατρο να βγει από την απομόνωση που βρισκόταν και το οδήγησε από την ηθογραφία και την επιθεώρηση, στον κοινωνικό ρεαλισμό, στον ποιητικό συμβολισμό, στη σάτιρα και στην αφαίρεση. Θεωρείται ο πατριάρχης του νεοελληνικού θεάτρου και ο κύριος εκφραστής των καταστάσεων που βιώνει η κοινωνία μας το τελευταίο ήμισυ του 20ου αιώνα. Τα θεατρικά του έργα, που υπερβαίνουν τα 40, διδάχτηκαν και διδάσκονται από όλους σχεδόν τους νεοέλληνες σκηνοθέτες και έχουν παιχτεί από τις κρατικές σκηνές (Εθνικό Θέατρο, ΚΘΒΕ και διάφορα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.) της Ελλάδας, της Κύπρου (Θ.Ο.Κ.), καθώς και από ιδιωτικούς θιάσους. Τα κείμενα του έχουν μεταφραστεί και παιχτεί στις ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Αυστρία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σουηδία, Ρουμανία. Βουλγαρία, Νορβηγία, Λιθουανία, Τουρκία, Ισραήλ, Αυστραλία και Κίνα.

Ο γεννήτορας του ελληνικού μεταπολεμικού θεάτρου, όπως έχει χαρακτηριστεί, γεννήθηκε στη Νάξο στις 2 Δεκεμβρίου 1921. Ήδη από μαθητής στο δημοτικό σχολείο ο μικρός Ιάκωβος διακρίνεται για την κλίση του στη λογοτεχνία. Το 1934, η οικογένειά του μετακόμισε, λόγω οικονομικών προβλημάτων, στην Αθήνα και ο Καμπανέλλης αναγκάστηκε να εργάζεται την ημέρα και να σπουδάζει σε μια νυχτερινή Τεχνική Σχολή. Διψασμένος για γνώση, νοίκιαζε βιβλία από τα παλαιοβιβλιοπωλεία και μέχρι να τελειώσει το γυμνάσιο είχε γνωρίσει όλους τους ευρωπαίους κλασικούς. 

Με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σχεδιάζει μαζί μ’ ένα φίλο του να καταφύγουν στη Μέση Ανατολή.  Στη διαδρομή όμως συλλαμβάνονται και μεταφέρονται στην Βιέννη για ανάκριση. Από εκεί ο Καμπανέλλης καταλήγει στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως και εξοντώσεως Μαουτχάουζεν. Εκεί θα παραμείνει ως τις 5 Μαΐου 1945, όταν το στρατόπεδο απελευθερώθηκε από τον αμερικανικό στρατό.
Ήταν ένας από τους ελάχιστους επιζήσαντες, και επέστρεψε το 1945. Την τραυματική του εμπειρία κατέγραψε στο μοναδικό του πεζογράφημα, “Μαουτχάουζεν” (1963).

Η ‘Εβδομη Ημέρα της Δημιουργίας. Εθνικό Θέατρο, Β’ Σκηνή, 1955-56.

Όταν γυρίζει στην Αθήνα, εντυπωσιάζεται από μια παράσταση του Θεάτρου Τέχνης και αποφασίζει να ασχοληθεί με το θέατρο. Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1950 με το έργο “Χορός πάνω στα στάχυα” (Θίασος Λεμού), αλλά γνωστός έγινε με τα επόμενα έργα του, που ανέβηκαν από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και το Εθνικό Θέατρο. Η αναγνώριση ως θεατρικού συγγραφέα έρχεται με το έργο “Έβδομη μέρα της Δημιουργίας” (1956), που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Κ. Μιχαηλίδη στο Εθνικό Θέατρο και αγκαλιάζεται από κοινό και κριτικούς.

Η Αυλή των Θαυμάτων

Το έργο σταθμός στη σταδιοδρομία του θεωρείται “Η αυλή των θαυμάτων” (1957). Το έργο ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Κ. Κουν στο Θέατρο Τέχνης, με σκηνικά Γ. Τσαρούχη και μουσική Μ. Χατζιδάκι, μετά τη θερμή υποδοχή του από το κοινό, θεωρείται καλλιτεχνικό γεγονός και καθιερώνει τον Καμπανέλλη ως αναμορφωτή της νεοελληνικής δραματουργίας. Η απήχηση της παράστασης οδηγεί στην ανανέωση της συνεργασίας του με τον Κουν και την επόμενη σεζόν. “Η αυλή των θαυμάτων” και το “Παραμύθι χωρίς όνομα” υπήρξαν τα δύο πιο αγαπητά και πολυπαιγμένα θεατρικά έργα του.

Η επιβολή της δικτατορίας στις 21 Απριλίου 1967, αναστέλλει την καλλιτεχνική δραστηριότητα της χώρας, και, όπως όλοι οι συγγραφείς, αποφασίζει και ο Καμπανέλλης να σιωπήσει. Διακόπτει τη σιωπή του με το έργο “Αποικία των τιμωρημένων” (1972), ενώ το έργο “Το μεγάλο μας τσίρκο” (1973), που ανεβάζει ο θίασος Καρέζη – Καζάκος, με μουσική Στ. Ξαρχάκου εξελίσσεται σε αντιδικτατορική εκδήλωση.

Ο Καμπανέλλης, εκτός από θεατρικός συγγραφέας, πεζογράφος και δοκιμιογράφος, υπήρξε και στιχουργός. Έγραψε τραγούδια, που η μελοποίηση τους με τη μουσική των Μ. Χατζιδάκι, Μ. Θεοδωράκη, Στ. Ξαρχάκου, συνέβαλαν στην εξέλιξη του νεοελληνικού τραγουδιού, έγιναν επιτυχίες και τραγουδιούνται μέχρι σήμερα.

Στέλλα

Εξίσου γόνιμη ήταν και η συμβολή του στον νεοελληνικό κινηματογράφο ως σεναριογράφου. Έγραψε τα σενάρια σε πολλές ταινίες σταθμούς του ελληνικού κινηματογράφου («Στέλλα» του Μ. Κακογιάννη, «Δράκος» του Ν. Κούνδουρου, «Η Αρπαγή της Περσεφόνης» του Γ. Γρηγορίου), ενώ σκηνοθέτησε ο ίδιος, σε δικό του σενάριο, την ταινία «Το κανόνι και το αηδόνι», το 1968. Αξιοσημείωτη είναι και η εξαιρετική του επίδοση στη στιχουργία, αφού το «Παραμύθι χωρίς όνομα» (μουσ. Μάνου Χατζιδάκη), το «Μαουτχάουζεν» (μουσ. Μίκη Θεοδωράκη), το «Μεγάλο μας Τσίρκο» (μουσ. Σταύρου Ξαρχάκου) και άλλα σημαντικά έργα της ελληνικής μουσικής φέρουν την υπογραφή του.

Κώστας Καζάκος, Ιάκωβος Καμπανέλλης, Τζένη Καρέζη, Μίκης Θεοδωράκης.

Για την όλη προσφορά του ως συγγραφέα αλλά και ως ευαισθητοποιημένου πολίτη, τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις και αναγορεύθηκε επίτιμος δημότης πολλών πόλεων. Εκλέχτηκε επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Κύπρου (1996), της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ (1999) και του τμήματος Θεατρικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1999). Εξελέγη παμψηφεί και αναγορεύθηκε Ακαδημαϊκός (1999), εγκαινιάζοντας την έδρα του Θεάτρου στην Ακαδημία Αθηνών. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του απένειμε το παράσημο του Ανώτερου Ταξιάρχη του τάγματος του Φοίνικα.
Πέθανε στις 29 Μαρτίου 2011, λίγο μετά την εκδημία της γυναίκας του.

Παρακάτω παραθέτουμε το τελευταίο μεγάλο μάθημα ζωής του σπουδαίου θεατράνθρωπου που έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα το 2011:


Έχουν συμβεί μερικά γεγονότα στη ζωή μου όπου αυτό που ήταν δυστυχία έγινε τύχη χρυσή. Πιστεύω πάρα πολύ στην τύχη. Είναι φοβερό πράγμα, «διαβολεμένο». O καημός μου που δεν μπόρεσα να πάω στο πανεπιστήμιο, γιατί έπρεπε να δουλεύω από πολύ μικρός και κατάφερα να τελειώσω μονάχα μια νυχτερινή τεχνική σχολή, μου έσωσε αργότερα τη ζωή. Γιατί, όταν βρέθηκα στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Μαουτχάουζεν, αντί να με στείλουν σε κάποιο εξωτερικό συνεργείο, όπου οι συνθήκες ήταν φριχτές, βλέποντας ότι ήμουν τεχνικός σχεδιαστής με έβαλαν να αντιγράφω τα στοιχεία των κρατουμένων σε καρτέλες. Μήνες αργότερα, όταν εργαζόμουν στο τεχνικό τους γραφείο, ο επικεφαλής SS που μας φρουρούσε κατηγόρησε εμένα και κάποιους άλλους για συνεργασία σε κατασκοπεία. Μας πήγαινε για εκτέλεση, αλλά, καθώς επιστρέφαμε στο στρατόπεδο από ένα εργοτάξιο, μια μοτοσικλέτα που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση τον σκότωσε και έτσι γλιτώσαμε.
Χαρακτηριστικό της γενιάς μου είναι ότι μας κυοφορούσε η εποχή. Δύσκολα χρόνια, με φόβο αλλά και ελπίδες για να αγωνιστούμε και να νικήσουμε τις δυσκολίες με το πάθος και το μυαλό μας. Θέλαμε να μιλήσουμε, να έχουμε έναν «λόγο». Γι’ αυτό γράψαμε. Και αυτή είναι η αιτία που υπήρξαμε μια δημιουργική γενιά.
Ό
ταν μου έρχονται η διάθεση και η ανάγκη καταπιεστικά, αφήνω τα πάντα και πηγαίνω να γράψω. Από εκείνη τη στιγμή, δύσκολα θα «εγκαταλείψω» τους χαρακτήρες μου για να κάνω κάτι άλλο. Φορές που έχει χρειαστεί να διακόψω, έχω «τσακώσει» τον εαυτό μου να τους λέει: «Περιμένετε και καθήστε φρόνιμα, δεν θ’ αργήσω».
‘Ε
νας θεατρικός συγγραφέας δεν ζει μόνο με τους δικούς του χαρακτήρες, αλλά και με αυτούς του παγκόσμιου θεάτρου. Κουβεντιάζει μαζί τους, δημιουργεί συμπάθειες και αντιπάθειες. Εγώ, για παράδειγμα, αγαπώ την Κλυταιμνήστρα και αντιπαθώ την Ηλέκτρα.
Για να γράψεις για κάποιον χαρακτήρα πρέπει να νιώσεις όπως αυτός. Είναι μια διαδικασία «μεταμόρφωσης». Γίνεσαι κι εσύ ένα από τα πρόσωπα του έργου. Χρειάζεται να είσαι καλός παρατηρητής και να μπορείς να δεις βαθιά μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, για να καταφέρεις να ζωντανέψεις έναν χαρακτήρα ώστε να συμπεριφερθεί με συνέπεια και πειθώ, σαν να ήταν ένας πραγματικός άνθρωπος.
Τ
ο θέατρο μπορεί να αναπαριστά κάτι και αυτό να συγκλονίσει περισσότερο απ’ όσο όταν το ίδιο γεγονός συμβαίνει στην πραγματική ζωή. Αυτή είναι η μαγεία του θεάτρου. Αυτή με συνάρπασε και με πήγε στον έρωτα του θεάτρου.
Πρέπει να είμαστε πολύ απαιτητικοί με τον εαυτό μας. Υπάρχει πάντοτε η καλύτερη μορφή αυτού που γράφουμε και είναι απόλαυση να εξαντλήσεις τις ικανότητές σου, όσο είναι δυνατόν.
Ο λόγος για να γράψει κανείς δεν μπορεί να είναι απλώς επειδή του αρέσει το θέατρο. Το κίνητρο πρέπει να έχει σχέση με την ύπαρξή του. Στις μέρες μας βέβαια, αυτό είναι πιο δύσκολο από άλλοτε. Oχι γιατί δεν υπάρχει τραγωδία στην κοινωνία μας. Το δράμα όμως στα χρόνια της δεκαετίας ’50-’60 ήταν πιο διακριτό απ’ όσο τώρα. Το να γράψεις δράμα λόγω φτώχειας είναι λιγότερο δύσκολο από το να γράψεις το δράμα ενός ανθρώπου που υποφέρει από μοναξιά.
Η τέχνη δεν διδάσκει. Διαπιστώνει και ύστερα αποκαλύπτει. Το θέατρο είναι η «διάγνωση» της περιπέτειας της ανθρώπινης συνείδησης. Φανερώνει, αλλά δεν δίνει λύσεις. Πρόκειται στην ουσία περί επιστροφής του προβλήματος. O θεατής δεν μπορεί να δει το πρόβλημά του και ο συγγραφέας τού το παραδίδει σε μορφή που να μπορεί να δει τι του συμβαίνει και γιατί.
Ό
ταν βγήκα από το στρατόπεδο συγκεντρώσεως, είχα μια αίσθηση ματαιότητας και έβλεπα τη ζωή με την ωριμότητα ενός γέρου. Αυτή η εμπειρία μου αφαίρεσε στη μελλοντική μου ζωή την τάση που έχει κάθε άνθρωπος να είναι κάποιες στιγμές κακός. Δεν παριστάνω τον άγιο, δεν λέω ότι το κατάφερα. Αλλά ο συναισθηματικός μου κόσμος, η διανόησή μου, η προσωπικότητά μου, συγκροτήθηκαν εκεί. Αν δεν είχα ζήσει αυτή την εμπειρία, δεν θα ήμουν αυτός που είμαι.
Οφείλω πολλά στη γυναίκα μου. Παρ’ ότι περάσαμε πολύ δύσκολα χρόνια, δεν την πείραζε που δεν μπορούσα να της εξασφαλίσω μια ευχάριστη ζωή. Αγάπησε όχι μόνο τον άνθρωπο αλλά και τον συγγραφέα Καμπανέλλη και με τα χρόνια έγινε ο καλύτερος κριτής της δουλειάς μου.
Πυρήνας της ευτυχίας είναι η αγάπη στους δικούς μας. Δεν συγκρίνω καμία χαρά από τη συγγραφική μου ζωή με τη χαρά που παίρνω παίζοντας σκάκι με τη μεγάλη μου εγγονή ή ακούγοντας τα παραμύθια που μου διηγείται η μικρή. Είναι οι πιο ουσιαστικές ώρες ευτυχίας μου.
Θεωρώ τον εαυτό μου ερασιτέχνη συγγραφέα. Δεν γράφω επειδή μπορώ, αλλά επειδή θέλω. Το «θέλω» είναι εσωτερική ανάγκη, το «μπορώ» είναι εμπορευματοποίηση. Το γράψιμο για μένα πρέπει να είναι ανάγκη – υπαρξιακή, ψυχική και εξομολογητική.

Στα σκαλοπάτια του Εθνικού Θεάτρου

ΠΗΓΕΣ:
http://www.kambanellis.gr/?page_id=105 ,
https://www.kedros.gr/author/187/kampanellis-iakwbos.html ,
https://www.lifo.gr/team/sansimera/34106 ,
https://www.tovima.gr/2011/03/29/afieromata/to-teleytaio-mathima-zwis-apo-ton-iakwbo-kampanelli/

Σπουδαίες γυναίκες ηθοποιοί “θρύλοι” των Ελληνικών θεατρικών σκηνών του 20ου αιώνα

Με αφορμή την Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας που, όπως κάθε χρόνο εορτάζουμε στις 8 Μαρτίου, σας ετοιμάσαμε ένα σύντομο αφιέρωμα σε 8 σπουδαίες Ελληνίδες, σε δέκα κορυφαίες ηθοποιούς του θεάτρου, αλλά και του κινηματογράφου που άφησαν εποχή και θεωρούνται μοναδικές και αξεπέραστες μέχρι σήμερα!

Κυβέλη

Την Κυβέλη την ονόμασαν «Μεγάλη Κυρία» του Θεάτρου, ιέρεια που κατατρόπωσε τον χρόνο και κράτησε αλύγιστη τη δάδα της μεγάλης τέχνης για περίπου επτά δεκαετίες. Γεννήθηκε το 1887 και πέθανε το 1978. Φημολογείται ότι υπήρξε νόθα κόρη του βασιλιά Γεωργίου Α’. Η Κυβέλη που έμεινε γνωστή με το μικρό της όνομα (πλήρες όνομα: Κυβέλη Ανδριανού) σήκωσε κυριολεκτικά το νεοελληνικό θέατρο στις πλάτες της χαρίζοντας κολοσσιαίες ερμηνείες ως ένα από τα ιερά τέρατα της ελληνικής υποκριτικής. Η πρωθιέρεια του θεάματος κατατρόπωσε τον χρόνο και κράτησε άσβεστη τη δάδα της μεγάλης τέχνης της για εφτά περίπου δεκαετίες, ως το απόλυτο συνώνυμο του ταλέντου, της χάρης και της μεγάλης υποκριτικής. Έπαιζε με την ίδια απροσχημάτιστη άνεση τα πάντα, από τραγωδία και δράμα μέχρι κωμειδύλλιο, κωμωδία, μπουλβάρ, ακόμη και οπερέτα, σπέρνοντας στο πέρασμά της έρωτες με το τσουβάλι, καθώς ήταν μια εξαιρετικά καλλιεργημένη γυναίκα με έντονη πολιτική δράση που λάτρευαν οι άντρες για το πνεύμα και την ομορφιά της.

Η Κυβέλη που παρακολουθούσε τους νέους ηθοποιούς είπε κάποτε στη Βουγιουκλάκη: «Μην ασχολείσαι με την ομορφιά σου. Οι όμορφες είναι πολλές, οι μεγάλοι και σπουδαίοι λίγοι. Κοίταξε τη σωστή ερμηνεία του ρόλου σου, δώσε την ψυχή σου και λησμόνησε την ομορφιά. Η Κοτοπούλη ήταν άσχημη. Όταν όμως έπαιζε ήταν τόσο μεγάλη που όλοι την έβρισκαν ωραία!…»

Μαρίκα Κοτοπούλη

Τέχνη και ζωή, συνδυασμός που εκφράστηκε απόλυτα στο πρόσωπο της Μαρίκας Κοτοπούλη, η οποία σφράγισε με την παρουσία της το ελληνικό θέατρο. Υπήρξε η μεγάλη αντίπαλος της Κυβέλης. Όταν, άλλωστε, οι παλιοί μιλούσαν για θέατρο, το μυαλό τους πήγαινε στις δύο μεγάλες αυτές θεές της τέχνης που το σήκωναν στους ώμους τους με τις μοναδικές τους ερμηνείες

Γεννήθηκε το 1887 στην Αθήνα από γονείς ηθοποιούς. Στα 21 χρόνια είχε ήδη καταφέρει να γίνει θιασάρχης. Το 1912 εγκαταστάθηκε στο θέατρο «Ομονοίας», το οποίο μετονομάστηκε σε «Μαρίκας Κοτοπούλη». Υπηρέτησε  όλα τα είδη θεάτρου, ενώ έπαιξε και στον κινηματογράφο. Ωστόσο, η ερμηνεία τραγωδιών ξένων και Ελλήνων συγγραφέων ανέδειξε το ταλέντο της σε όλο του το μεγαλείο. Αν και δε διακρινόταν για την εξωτερική της εμφάνιση, κατάφερνε να κερδίσει τον θαυμασμό με τη γοητεία, την ευφυΐα  και το πάθος της για την υποκριτική και το θέατρο. Η προσωπική της ζωή ήταν θυελλώδης, ενώ η ελεύθερη σχέση της με το γνωστό πολιτικό Ίωνα Δραγούμη αποτέλεσε σκάνδαλο για την εποχή. Η απήχηση της έως σήμερα αντανακλάται στον ετήσιο θεσμό απονομής του επάθλου Κοτοπούλη σε κορυφαίες Ελληνίδες ηθοποιούς (η Μελίνα Μερκούρη, η Έλλη Λαμπέτη και η Άννα Συνοδινού ήταν από τις πρώτες που πήραν αυτό το βραβείο).

Άννα Συνοδινού

Η Άννα Συνοδινού σημάδεψε το ελληνικό θέατρο με την επιβλητική της παρουσία και την υποκριτική της τέχνη πάνω στο σανίδι. «Έσκαβε βαθιά μέσα στα μεγάλα κείμενα, αρχαίας τραγωδίας, Σαίξπηρ, Ίψεν, Πιραντέλο, Λόρκα και ανέσυρε στη επιφάνεια και σωματοποίησε πάθη, χαρές, προδοσίες, όνειρα, ψευδαισθήσεις, προσδοκίες, μίση και ερωτικές ανησυχίες των τραυματικών εμπειριών της θεατρικής πινακοθήκης ηρωίδων» γράφει σε ένα κείμενό του ο θεατρικός κριτικός Κώστας Γεωργουσόπουλος.

Γεννήθηκε το 1927 και πέθανε το 2016. Ηθοποιός με σπάνιο μέταλλο φωνής, προσωπικότητα χαρισματική, γυναίκα με ισχυρή θέληση και πείσμα, η ‘Αννα Συνοδινού τίμησε την τέχνη της όσο λίγοι. Η σπουδαία τραγωδός, υπηρέτησε με συνέπεια και ήθος το σανίδι σε μια καλλιτεχνική πορεία, που μετρά μόνο επιτυχίες και τιμητικές διακρίσεις. Κυρίαρχη μιας τερατώδους τεχνικής, η ‘Αννα Συνοδινού έπλαθε τους ρόλους της με αφοπλιστική ευχέρεια. Πίστευε στην αξία του ποιητικού θεάτρου και το υπηρέτησε με άξονα την ανάδειξη του λόγου. Διέπρεψε τόσο στο κλασικό όσο και στο σύγχρονο δραματολόγιο, ερμηνεύοντας ηρωίδες σε τραγωδίες, κωμωδίες και απειράριθμους χαρακτήρες σε δράματα και κωμωδίες Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. 

Κατίνα Παξινού

Η Κατίνα Παξινού υπήρξε η πρώτη Ελληνίδα ηθοποιός που κατάφερε να σταθεί στο Χόλιγουντ και μάλιστα με δικούς της όρους, να διαπρέψει θεατρικά και κινηματογραφικά στην Ευρώπη, να ξεχωρίσει ως τραγωδός παγκοσμίου βεληνεκούς.
Η θρυλική τραγωδός και πρωταγωνίστρια ήταν η πρώτη μη Αμερικανίδα ηθοποιός που κέρδισε βραβείο ‘Οσκαρ Β΄γυναικείου ρόλου, για την ερμηνεία της στην ταινία «Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα», το 1943. Σπούδασε μουσική και τραγούδι στη Γενεύη, στη Βιέννη και στο Βερολίνο και πρωτοβγήκε στη σκηνή το 1920, με το μελόδραμα «Βεατρική» του Δημήτρη Μητρόπουλου. Τη θεατρική της καριέρα την ξεκίνησε ουσιαστικά το 1929 παίζοντας δίπλα στην Μαρίκα Κοτοπούλη στο θεατρικό έργο «Γυμνή Γυναίκα». Ο θεατρικός κριτικός και συγγραφέας Κώστας Γεωργουσόπουλος είχε αναφέρει για τη μεγάλη πρωταγωνίστρια: «η Κατίνα Παξινού ήρθε στο θέατρο από τη μουσική και εκείνο που χαρακτήρισε ολόκληρη την τέχνη της αργότερα, ήταν η μουσικότητα. Υπήρξε πράγματι μια μεγάλη Κυρία της Τέχνης. Δημιούργησε, προσέφερε, γνώρισε περιπέτειες, κέρδισε βραβεία, αποθεώθηκε, πάνω απ’ όλα όμως ξεχώρισε ως άνθρωπος, με την απλότητα και τη ζεστασιά της.

Μελίνα Μερκούρη

Η γνωστή σε όλους μας Μελίνα Μερκούρη (πλήρες όνομα: Μαρία – Αμαλία Μερκούρη) ήταν διάσημη ηθοποιός, μεγάλη αγωνίστρια της αντίστασης κατά της δικτατορίας, πολιτικός με μεγάλη ακτινοβολία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και Υπουργός Πολιτισμού επί 8,5 χρόνια (1981 – 1989). Όραμά της ήταν μέχρι το θάνατό της η επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο. Δημιούργησε τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα για να έρθει το θέατρο στην επαρχία, ενώ δική της έμπνευση ήταν και η δημιουργία του θεσμού της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης». Αλλά πάνω απ’ όλα ήταν μια μεγάλη Ελληνίδα, μία γυναίκα που ο ελληνικός λαός θαύμαζε και αγάπησε με πάθος. Σε ένδειξη σεβασμού και πένθους, τα θέατρα στο Μπρόντγουεϊ έμειναν κλειστά και με σβηστά τα φώτα την ημέρα της κηδείας της. Γιατί ήταν εκεί από όπου η Μελίνα κατέκτησε οριστσικά την Αμερική και τον κόσμο, θριαμβεύοντας με το θεατρικό ανέβασμα του “Ποτέ την Κυριακή”.

Τζένη Καρέζη

Αναμφίβολα τα πιο όμορφα μάτια του ελληνικού κινηματογράφου! Η Τζένη Καρέζη(πραγματικό όνομα: Ευγενία Καρπούζη) ήταν μία από τις δημοφιλέστερες ηθοποιούς του θεάτρου και του κινηματογράφου. Αρχοντική, με αριστοκρατικό στυλ αλλά και επαναστάτρια, κάτι που αποτυπωνόταν και στην υποκριτική της πορεία, αφού ξεχώριζε και στις κωμωδίες και στο δράμα και στην αρχαία τραγωδία, σαν να ήταν γεννημένη αποκλειστικά για το κάθε είδος ξεχωριστά. Με ό,τι καταπιανόταν, το έκανε με επιτυχία. Και σε όλη την καλλιτεχνική της πορεία δεν είχε αποτυχίες και το ταλέντο της δεν αμφισβητήθηκε ποτέ. Πρωταγωνίστησε δίπλα στον Αλέξη Μινωτή και την Κατίνα Παξινού. Συνεργάστηκε με έξοχους κωμικούς όπως τους: Ντίνο Ηλιόπουλο, Μίμη Φωτόπουλο, Διονύση Παπαγιαννόπουλο κ.ά.. Από το 1968 μέχρι το θάνατό της έπαιζε μαζί με τον Κώστα Καζάκο.

Αλίκη Βουγιουκλάκη

Η δημοφιλέστερη ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου στην Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, θέση που κρατάει ως σήμερα. Άλλωστε δεν είναι τυχαίος ο χαρακτηρισμός που της δόθηκε· «εθνική μας σταρ»! Υπήρξε η εμπορικότερη, δημοφιλέστερη και πιο ακριβοπληρωμένη Ελληνίδα ηθοποιός. Ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στην καριέρα της είναι τα τραγούδια των σημαντικότερων Ελλήνων συνθετών (Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, Πλέσσας, Λοΐζος, Μαρκόπουλος, Παπαδόπουλος, Γκάτσος, Μικρούτσικος, Ζαμπέτας, Θεοδωράκης κ.ά.) που ερμήνευσε ως ηθοποιός, τόσο στις κινηματογραφικές της ταινίες όσο και στις θεατρικές της παραστάσεις.

Έλλη Λαμπέτη

Η Έλλη Λαμπέτη (πραγματικό όνομα: Έλλη Λούκου) ήταν επίσης μια από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες ηθοποιούς. Έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και απορρίφθηκε. Το ταλέντο της αναγνωρίστηκε από τη Μαρίκα Κοτοπούλη, που την πήρε κοντά της και σύντομα έγινε η αγαπημένη της μαθήτρια. Οι λίγες ταινίες που έπαιξε γνώρισαν μεγάλη επιτυχία αλλά οι ερμηνείες της στο θέατρο άφησαν εποχή. Έζησε παθιασμένους έρωτες, εκ των οποίων ο πιο γνωστός είναι αυτός με το Δημήτρη Χορν, με τον οποίο υπήρξε αγαπημένο ζευγάρι στη ζωή και στη σκηνή.

Γεωργία Βασιλειάδου

Η Γεωργία Βασιλειάδου (Αθανασίου), ή η «ωραία των Αθηνών», όταν βρισκόταν σε ηλικία 40 ετών, συνάντησε τυχαία τον Αλέκο Σακελλάριο σ΄ ένα καφενείο ηθοποιών και η καριέρα της απογειώθηκε όταν πια είχε συνταξιοδοτηθεί στα 60 της χρόνια. Αναδείχτηκε σε πρωταγωνίστρια της ελληνικής κωμωδίας και αγαπήθηκε από το κοινό, με τον οξύμωρο τίτλο της πιο «ωραίας άσχημης» του ελληνικού κινηματογράφου. Μάλιστα, όχι μόνο κατάφερε να αψηφήσει την εμφάνιση της, για να κάνει καριέρα, έκανε κάτι παραπάνω από αυτό: πήρε την «αδυναμία» της και την έκανε «δύναμη». Ενδεικτική της μεγάλης αυτοπεποίθησής της ήταν η απάντηση της όταν ο μεγάλος σκηνοθέτης Νίκος Τσιφόρος την είχε ρωτήσει: «Βρε Γεωργία το σκέφτηκες ποτέ να κάνεις πλαστική προσώπου;», ενώ «Κι εσύ σκέφτηκες ότι τότε οι κωμωδίες σου θα πήγαιναν στράφι;» ήταν η αποστομωτική απάντησή της. Άλλη μία απόδειξη του ταλέντου της να μετατρέψει τη εμφάνισή της σε προσόν και εργαλείο δουλειάς, αποτελεί η αντίδραση του Φίνου, όταν είχε πάει να τον βρει ωραία ντυμένη, άψογα βαμμένη και με τα μαλλιά της πολύ ωραία χτενισμένα. Μόλις την είδε ο Φίνος τα έχασε και της είπε: «Tι είναι αυτά που έβαλες Γεωργία, θες να με καταστρέψεις;».

Ρένα Βλαχοπούλου

Η Ρένα Βλαχοπούλου «σφράγισε» μια ολόκληρη εποχή με το ταλέντο της, αλλά και τον μοναδικό χαρακτήρα και το ήθος της. Ανεπανάληπτη κωμικός, ταλαντούχα σόουγουμαν και εξαιρετική τραγουδίστρια! Το ταλέντο και το αστείρευτο χιούμορ της μάγεψε τις καρδιές μας για πενήντα ολόκληρα χρόνια.  Τα πρώτα της καλλιτεχνικά βήματα τα έκανε σε καφενεία και αναψυκτήρια, όπου την ανακάλυψε ο Μίμης Τραϊφόρος και την παρουσίασε ως νέο ταλέντο σ’ ένα πρόγραμμα βαριετέ που είχε ανεβάσει στο κέντρο «Όαση» του Ζαππείου. Ακολούθησαν πολλές επιτυχίες στο θέατρο και κυρίως στον κινηματογράφο.

ΠΗΓΕΣ: https://www.mixanitouxronou.gr/, https://www.in.gr/2015/03/06/entertainment/theater/xarismatikes-ellinides-ithopoioi-poy-afisan-epoxi/ , https://el.wikipedia.org ,