H ΜΟΝΑΞΙΑ, ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΤΣΑΡΛΣ ΜΠΟΥΚΟΦΣΚΙ

Ποτέ δεν υπήρξα μόνος. Ήμουν σ’ένα δωμάτιο. Έφτασα στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Υπήρξα καταθλιπτικός. Αισθάνθηκα κατά καιρούς φριχτά- φριχτά για τα πάντα -, όμως ποτέ δεν ένιωσα ότι κάποιο άλλο πρόσωπο θα μπορούσε μπαίνοντας στο δωμάτιο να γιατρέψει τις αναποδιές μου…

Continue reading “H ΜΟΝΑΞΙΑ, ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΤΣΑΡΛΣ ΜΠΟΥΚΟΦΣΚΙ”

Το νησί των συναισθημάτων

“Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα Συναισθήματα.
Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα.
Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.
Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή.
Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια.
Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπερή θαλαμηγό.
Η Αγάπη τον ρωτάει: «Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;»,
«Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα»
Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος.
«Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη.
«Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία.
Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια.
«Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου».
«Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.
Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία.
Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.
Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή: «Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!».
Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του.
Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του.
Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε την Γνώση:
«Γνώση, ποιος με βοήθησε»;
«Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση.
«Ο Χρόνος;;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε o Χρόνος;»
Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με τη βαθιά σοφία της είπε:
«Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».

Πηγή: thessalonikiartsandculture.gr via

Ο παράδεισος της ανάπτυξης και της προόδου, ένα υπέροχο κείμενο του Εδουάρδο Γκαλεάνο

Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο πέθανε σαν σήμερα το 2015, ήταν Ουρουγουανός δημοσιογράφος, λογοτέχνης και συγγραφέας, μία από τις εξέχουσες προσωπικότητες της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας.
Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Τα πιο γνωστά έργα του είναι τα Μνήμες φωτιάς (1986) και Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής (1971), που έχουν μεταφραστεί σε 20 γλώσσες. Οι δουλειές του υπερβαίνουν τις ορθόδοξες τεχνοτροπίες, συνδυάζοντας το ντοκιμαντέρ, το μυθιστόρημα, τη δημοσιογραφία, την πολιτική ανάλυση και την ιστορία. Ο Γκαλεάνο αρνείτο ότι ήταν ιστορικός: «είμαι ένας συγγραφέας που θα ήθελε να συνεισφέρει στη διάσωση της απηχθείσας μνήμης όλης της Αμερικής, αλλά πάνω από όλα της Λατινικής Αμερικής, πατρίδα περιφρονημένη και αγαπητή»

Μία γέφυρα δίχως ποτάμι.
Ψηλές προσόψεις κτιρίων δίχως τίποτε από πίσω. Ο κηπουρός ποτίζει το πλαστικό γρασίδι.
Κυλιόμενες σκάλες που δεν οδηγούν πουθενά. Ο αυτοκινητόδρομος που μας δίνει την δυνατότητα να γνωρίσουμε τόπους, που εξ αιτίας του έχουν καταστραφεί. Η οθόνη της τηλεόρασης δείχνει μία τηλεοπτική συσκευή που περιέχει μίαν άλλη τηλεοπτική συσκευή μέσα στην οποία υπάρχει μία τηλεοπτική συσκευή..

Αυτός ο πολιτισμός δεν αφήνει κανέναν να κοιμηθεί, ούτε τα λουλούδια, ούτε τις κότες ούτε τους ανθρώπους. Το χειμώνα τα λουλούδια τοποθετούνται κάτω από συνεχή φωτισμό, ώστε να μεγαλώνουν πιό γρήγορα. Στα ορνιθοτροφεία η νύχτα είναιαπαγορευμένη για τις κότες. Και οι άνθρωποι είναι καταδιακσμένοι στην αϋπνία, λόγω της αγωνίας τους να αγοράσουν και του άγχους τους να πληρώσουν.

Εδώ ο ουρανός ποτέ δεν συννεφιάζει, εδώ δεν βρέχει ποτέ. Σ’αυτή τη θάλασσα κανείς δεν διατρέχει τον κίνδυνο να πνιγεί, αυτή η πλάζ προστατεύεται από την κλοπή. Δενυπάρχουν μέδουσες να σε τσιμπήσουν, ούτε αχινοί να σου καρφώνονται στο πόδι, ούτε κουνούπια να σε τρελαίνουν. Με τον αέρα πάντα στην ίδια θερμοκρασία και το νερό θερμαινόμενο αποφεύγονται τα κρυώματα και οι πνευμονίες.

Τα βρομερά νερά των λιμανιών θα φθονούσαν αυτά τα διάφανα νερά, αυτόςο αμόλυντος αέρας χλευάζει το δηλητήριο που αναπνέουν οι ανθρωποι στην πόλη.
Η είσοδος δεν είναι ακριβή, 30 δολάρια το άτομο, αν και πρέπει να πληρώσεις επί πλέον τις καρέκλες καί τίς ὀμπρέλλες. Στο ίντερνετ λέει : « Τα παιδιά σας θα σας μισήσουν αν δεν μας τα φέρετε…» Wild blue, ή κλειστή με κρυστάλλινους τοίχους πλάζ της Γιοκοχάμα είναι ένα μεγαλειώδες έργο της γιαπωνέζικης βιομηχανίας. Τα κύματα έχουν το ύψος που τους δίνουν οι κινητήρες. Ο ηλεκτρονικός ήλιος βγαίνει και κρύβεται σύμφωνα με τη θέληση της επιχείρησης, προσφέροντας στην πελατεία εντυπωσιακά τροπικά ξημερώματα και κατακόκκινα δειλινά πίσω από τις φοινικιές. Είναι τεχνητό –λέει έναςεπισκέπτης. Γι’ αυτό μας αρέσει.

Λιχουδιές από πλαστικό, όνειρα από πλαστικό. Πλαστικός είναι και ο παράδεισος πουυπόσχεται η τηλεόραση σε όλους αλλά παρέχει σε λίγους. Είμαστε όλοι στις διαταγές της.Σ’αυτόν τον πολιτισμό όπου τα πράγματα αποκτούν συνεχώς μεγαλύτερη αξία και οι άνθρωποι μικρότερη, τα μέσα μαζικής επικοινωνίας καθορίζουν τους κανόνες: δεναγοράζεις εσύ τα πράγματα, αυτά σε αγοράζουν, το αυτοκίνητο σε χρησιμοποιεί., ο υπολογιστής σε προγραμματίζει, η τηλεόραση σε παρακολουθεί.

Η έκρηξη της κατανάλωσης στον σύγχρονο κόσμο δημιουργεί μεγαλύτερο θόρυβο απόόλους τους πολέμους και προκαλεί μεγαλύτερο πανδαιμόνιο από όλα τα καρναβάλια.Όπως λέει μία παλιά τουρκική παροιμία, όποιος πίνει με πίστωση μεθάει διπλά. Το γλέντι ζαλίζει και θολώνει την όραση, αυτό το μεγάλο παγκόσμιο μεθύσι μοιάζει να μηνέχει ούτε χρονικά ούτε χωρικά όρια. Αλλά ο πολιτισμός της κατανάλωσης είναι κενός σαν το ταμπούρλο γι’ αυτό και κάνει τόση φασαρία. Την ώρα της αλήθειας, ότανο σαματάς σταματήσει και τελειώσει η γιορτή, ο μεθυσμένος ξυπνάει μόνος, συντροφιά με τη μοίρα του και τα σπασμένα που οφείλει να πληρώσει.

Οι καταναλωτικές μάζες δέχονται τιςεντολές σε παγκόσμια γλώσσα.Η διαφήμιση κατάφερε να κάνει αυτό που ήθελε να κάνει η εσπεράντο αλλά δεν μπόρεσε. Όπου και να βρεθούμεόλοι καταλαβαίνουμε τα μηνύματα που μεταδίδει η τηλεόραση. Το τελευταίο τέταρτο του αιώνα οι δαπάνες για την διαφήμιση έχουν διπλασιαστεί. Χάρη στις διαφημίσεις τα φτωχά παιδιά πίνουν ολοένα περισσότερη coca cola και ολοένα λιγότερο γάλα και ο χρόνος της σχόλης γίνεται σιγά σιγά χρόνοςυποχρεωτικής κατανάλωσης. Ελεύθερος χρόνος, φυλακισμένος χρόνος. Στά σπίτια των πολύ φτωχών μπορεί να μηνυπάρχει κρεβάτι, υπάρχει όμως τηλεόραση και η τηλεόραση έχει τον πρώτο λόγο. Αγορασμένο με δόσεις, αυτό το ζωάκι, αποδεικνύει τή δημοκρατική ροπή της προόδου. Δενακούει κανέναν αλλά μιλάει γιάόλους. Έτσι πλούσιοι και φτωχοί γνωρίζουν τα προσόντα του τελευταίου μοντέλου των αυτοκινήτων και, πλούσιοι και φτωχοί, ενημερώνονται για τα πλεονεκτικά επιτόκια που προσφέρει κάθε τράπεζα.

Εκσυγχρονισμός, μηχανοκρατία: Ο θόρυβος από τους κινητήρες των μηχανών σκεπάζει τις φωνές που καταγγέλουν αυτό τον τεχνητό πολιτισμό, ο οποίος μας κλέβει την ελευθερία κι ύστερα έρχεται να μας την πουλήσει. Εξασθενίζει τα πόδια μας για να μας υποχρεώσει στη συνέχεια να αγοράσουμε αυτοκίνητα και μηχανήματα γυμναστικής. Ο εφιάλτης των πόλεων, όπου τα αυτοκίνητα έχουν τον πρώτο λόγο, έχειεπιβληθεί στον κόσμο σαν το μοναδικό δυνατό πρότυπο ζωής. Οι πόλεις της ΛατινικήςΑμερικής ονειρεύονται να γίνουν σαν το Λός Άντζελες, όπου οκτώ εκατομμύρια αυτοκίνητα ορίζουν τους ανθρώπους. Ελπίζουμε να γίνουμε κάποτε μία γκροτέσκααπομίμηση αυτής της τρέλλας. Πέντε αιώνες τώρα, αντί να δημιουργούμεεξασκούμαστε στην απομίμηση. Αφού λοιπόν είμαστε καταδικασμένοι στηναπομίμηση, ας επιλέγουμε με λίγο μεγαλύτερη προσοχή τα πρότυπά μας.

Αν συμμορφωθούμε προς τας υποδείξεις τότε εγγυημένα θα βλέπουμε όλοι τις ίδιες εικόνες, θα ακούμε όλοι τους ίδιους ήχους, θα φοράμε τα ίδια ρούχα, θα τρώμε όλοι τα ίδια χάμπουργκερ και θα είμαστε όλοι μόνοι μες στην ίδια μοναξιά, μέσα σε σπίτια ίδια, σε γειτονιές ίδιες, σε πόλεις ίδιες, όπου όλοι θα αναπνέουμε την ίδια βρώμα και θα υπηρετούμε τα αυτοκίνητά μας με την ίδια προσήλωση και θα ανταποκρινόμαστε στις διαταγές των ίδιων μηχανών σε έναν κόσμο που θα είναι θαυμαστός για όποιον δεν έχει πόδια, ούτε φτερά, ούτε ρίζες….

Οι περισσότεροι άνθρωποι χρεώνονται για να αποκτήσουν αγαθά και τελικά δεν τους μένουν παρά χρέη, για να πληρώσουν άλλα χρέη τα οποία δημιουργούν καινούργια χρέη. Καταλήγουν να καταναλώνουν φαντασιώσεις, που για να τις πραγματοποιήσουν καμιά φορά καταφεύγουν στο έγκλημα. Η μαζική διάδοση της πίστωσης, προειδοποιεί ο κοινωνιολόγος Τόμας Μούλιαν, έδωσε την δυνατότητα στην καθημερινή ζωή της Χιλής, να περιστρέφεται γύρω από τα σύμβολα της κατανάλωσης δηλαδή, την εξωτερική εμφάνιση ως πυρήνα της προσωπικότητας, το τεχνητό τρόπο ζωής, την ουτοπία σε σαρανταοκτάμηνες δόσεις.

Η καταναλωτική κοινωνία είναι μια παγίδα για τους κουτούς. Αυτοί που κρατάνε τα ηνία παριστάνουν ότι το αγνοούν αλλά όποιος έχει μάτια μπορεί να δεί ότι η ύπαρξη της λίγης φύσης που μας έχει απομείνει διασφαλίζεται επειδή η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων καταναλώνει λίγο, πολύ λίγο, και μόνο τα αναγκαία.Η κοινωνική αδικία δεν είναι πλέον ένα σφάλμα που πρέπει να διορθωθεί, ούτε ένα ελάττωμα που πρέπει να ξεπεραστεί: έχει γίνει θεμελιώδης αναγκαιότητα. Δεν υπάρχει φύση που να μπορεί να θρέψει ένα shopping center στο μέγεθος του πλανήτη. Αυτό το μοντέλο ζωής το οποίο μας παρουσιάζουν σαν τον οργασμό της ζωής κι’ αυτή η καταναλωτική φρενίτιδα που λένε ότι είναι η φρενίτιδα της ευτυχίας, αρρωσταίνουν το σώμα μας, δηλητηριάζουν τη ψυχή μας και μας αφήνουν ανέστιους: χωρίς εκείνη την εστία που κάποτε ήθελε να γίνει ο κόσμος μας.