“Wally” του Έγκον Σίλε – η ιστορία του κλεμμένου από τους Ναζί πίνακα

Ο πίνακας Portait of Walburga Neuzil, γνωστού ως «Wally», έργο του διάσημου αυστριακού, εξπρεσιονιστή ζωγράφου Έγκον Σίλε Egon Schiele (1890–1918).

Αναπαριστά το μπούστο και το πρόσωπο μια νεαρής γυναίκας, που γέρνει ελαφρά προς τα εμπρός και κοιτάζει απευθείας τον θεατή, με εκτυφλωτικά, ελαφρά αλλοίθωρα, γαλάζια μάτια. Ο πίνακας έγινε το 1912 και η Βάλι δείχνει πλημμυρισμένη από μελαγχολία ή θλίψη, σαν να νιώθει ότι πλησιάζει ένα κακό τέλος.

Γεννημένη φτωχή, η αυστριακή Walburga Neuzil ή Wally, ήταν πραγματικό πρόσωπο. Έγινε σε ηλικία 15 ετών ένα από τα μοντέλα του διάσημου ζωγράφου Gustav Klimt. Εκείνος την έστειλε στη συνέχεια στον 20χρονο φίλο του ζωγράφο Έγκον Σίλε. Klimt και Σίλε είναι δύο από τους μεγαλύτερους αυστριακούς εξπρεσιονιστές του περασμένου αιώνα.

Η Wally παρότι ανήλικη είχε σκανδαλώδη φήμη, αν και δεν υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες για την σύντομη ζωή της. Έγινε μοντέλο και ερωμένη του Σίλε, καθάριζε το σπίτι του, ασχολιόταν με τα οικονομικά του. Όταν συνέλαβαν τον Σίλε και τον φυλάκισαν επί 24 ημέρες -κατηγορούμενο για σεξουαλική παρενόχληση σε ανήλικη- η Wally έμεινε δίπλα του. Έμειναν μαζί 4 χρόνια και ο Σίλε ζωγράφισε πολλά γυμνά και πορτρέτα της αγαπημένης του.

Μόνο μια φορά έδειξε το πρόσωπό της, στον πίνακα που έμελλε να γίνει αργότερα παγκόσμια διάσημος για την τραγική ιστορία του, στο «Πορτρέτο της Wally».

Lovers – Self-portrait with Wally

Στη συνέχεια γνώρισε μια κόρη καλής οικογένειας, την Edith Harms, και επειδή εκείνη αρνήθηκε να ζήσουν και οι τρεις μαζί, ο Σίλε αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Wally, να παντρευτεί και να μετακομίσει με την σύζυγό του στην Βοημία. Το ζευγάρι ήταν άτυχο, το 1918 πέθανε η έγκυος Edith Harms, από επιδημία ισπανικής γρίπης και τρεις ημέρες αργότερα πέθανε και ο Έγκον Σίλε, σε ηλικία 28 ετών.

Η Wally είχε πεθάνει έναν χρόνο νωρίτερα, το 1917, αφού πρώτα δούλεψε ως νοσοκόμα στον Ερυθρό Σταυρό.

Αυτή είναι η πραγματική Wally:

Η σύντομη ζωή του Έγκον Σίλε και της μούσας του Wally, πλούσια σε πάθη και καλλιτεχνικό οίστρο, προκαλεί ακόμη σήμερα το έντονο ενδιαφέρον των φιλότεχνων ανά τον κόσμο και έμελλε να γράψει ιστορία με το διάσημο Πορτρέτο.

Η ιστορικη ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΙΝΑΚΑ

Ο πίνακας «Πορτρέτο της Wally» άλλαξε δύο δύο φορές χέρια, μεταξύ 1920 και 1925 και τελικά τον αγόρασε η Εβραία γκαλερίστα Λέα Μποντί, ιδιοκτήτρια της γκαλερί τέχνης Würthle στη Βιέννη.

Στο πλαίσιο των διώξεων εναντίον των Εβραίων (και) της Αυστρίας το 1938, η γκαλερί τέχνης της Λέα Μποντί έκλεισε και όλα τα έργα τέχνης, μεταξύ των οποίων και το Πορτρέτο της Wally, εκλάπησαν κυρίως από τον φιλο-ναζί έμπορο τέχνης του Σάλτσμπουργκ Friedrich Welz. Η ίδια η Λία Μποντί αναγκάστηκε το 1939 να καταφύγει στο Λονδίνο, εξόριστη, όπου και πέθανε το 1969.

Το πορτρέτο άλλαξε πολλά χέρια, και το 1954 πουλήθηκε στον αυστριακό συλλέκτη -εξειδικευμένο σε έργα Klimt και Σίλε, Rudolf Leopold.

Οσο ζούσε η Λέα Μποντί έκανε συνεχείς αγωγές στον Friedrich Welz, και στον Leopold, ο οποίος είχε μεταφέρει τους πίνακες στο ιδιωτικό του Μουσείο, στη Βιέννη, αλλά δεν πρόλαβε να δικαιωθεί.

Το 1998 ο Rudolf Leopold δάνεισε τον πίνακα Πορτρέτο της Wally στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (MoMA) της Νέας Υόρκης και οι κληρονόμοι της Λέα Μποντί κατήγγειλαν στις αρχές ότι πρόκειται για τον κλεμμένο πίνακα. Οι αμερικανικές αρχές τον κατάσχεσαν και ξεκίνησε μια ιστορική δίκη, με δεκάδες δικηγόρους και από τις δύο όχθες του Ατλαντικού.

Η δικαστική απόφαση ήρθε 12 χρόνια αργότερα: το ομοσπονδιακό δικαστήριο της Νέας Υόρκης αποφάσισε ότι ο πίνακας Πορτρέτο της Wally ανήκει πράγματι στην Λέα Μποντί και στους κληρονόμους της και ότι ο Friedrich Welz, ο οποίος ήταν μέλος και συνεργάτης του ναζιστικού κόμματος, τον έκλεψε στη Βιέννη στα τέλη του 1930.

Ο Rudolf Leopold, δεν το έβαλε κάτω. Ξόδεψε 5 εκατομμύρια δολάρια σε δικηγόρους και δέχτηκε να πληρώσει 19 εκατομμύρια δολάρια -αστρονομικό ποσό για έναν πίνακα- στους κληρονόμους της Λέα Μποντί για να τον πάρει πίσω και να τον κρεμάσει στους τοίχους του Μουσείου του. Ο Rudolf Leopold αρνιόταν ως τον θάνατό του, το 2010, ότι ο πίνακας είχε κλαπεί. «Είναι θρύλος ότι ο Welz της τον έκλεψε, εκείνη του τον πούλησε», έλεγε ο διάσημος αυστριακός συλλέκτης, ο οποίος όπως και οι περισσότεροι Αυστριακοί δυσκολευόταν να αναγνωρίσει το παρελθόν και την μοίρα που επεφύλαξε η χώρα του σε εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίους και στα υπάρχοντά τους.

Το πορτρέτο της Wally γύρισε λοιπόν το 2010 στην βίλα-Μουσείο του Leopold, στο Grinzing, μια χλιδάτη γειτονιά της Βιέννης. Μαζί με την Wally, το Μουσείο (διαθέτει την μεγαλύτερη συλλογή έργων του Σίλε) τοποθέτησε δίπλα-δίπλα και μια από τις αυτοπροσωπογραφίες του Σίλε, του 1912. Οι λεγόμενοι «αρραβωνιασμένοι» βρίσκονται από τότε εκεί, ενωμένοι για πάντα.

ΠΗΓΗ:

Η ιστορία πίσω από τον πίνακα “Ο θάνατος και η κόρη” του Έγκον Σίλε

Ο πίνακας ζωγραφικής “Ο θάνατος και η κόρη” του Αυστριακού ζωγράφου Έγκον Σίλε φυλάσσεται σήμερα στα ανάκτορα Μπελβεντέρε της Αυστρίας, στη Βιέννη.

Ο Έγκον Σίλε γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου 1890 στο Τουλν αν ντερ Ντόναου, στην κάτω Αυστρία. Μέντορας του ήταν ο Γκουστάβ Κλιμτ, ο οποίος μόλις είδε τους πίνακες του δήλωσε: «Έγκον, μάλλον έχεις περισσότερο ταλέντο από όσο χρειάζεται». Φιλοτεχνούσε κατά κύριο λόγο ερωτικά θέματα, γυναικεία γυμνά και πορτρέτα, τα οποία απέπνεαν μία ανήσυχη μελαγχολία, ενώ πολλές φορές θεωρήθηκαν πρόστυχα. Βασικό χαρακτηριστικό τους ήταν ένας αέρας ακατέργαστης σεξουαλικότητας. Η Βιεννέζικη υψηλή κοινωνία θα τον αποκαλέσει υποτιμητικά “πορνογράφο”, ενώ ο ίδιος θα κατηγορηθεί και για σεξουαλική παρενόχληση, ένα γεγονός που στιγμάτισε για πάντα το όνομά του. Η απεικόνιση της σεξουαλικής συγκίνησης από τον Σίλε περιέχει συχνά νοσηρά και «ενοχλητικά» υπονοούμενα. Οι ιστορικοί υποστηρίζουν πως αυτό οφείλεται στη σύνδεση που είχε κάνει μεταξύ σεξουαλικότητας και θνησιμότητας, επειδή ο πατέρας του πέθανε από σύφιλη, όταν εκείνος ήταν 15 χρονών. Ως αποτέλεσμα αυτής της σύνδεσης τα χρώματα που χρησιμοποιεί παραπέμπουν στη σήψη και στον θάνατο, παρόλο που δείχνουν ζωντανές και ερωτικά φορτισμένες σκηνές.

Ο Έγκον Σίλε

Η τραγικά σύντομη ζωή του περικλείεται από ιστορίες που μιλάνε για συνεχή σεξουαλικά όργια με ανήλικα κορίτσια και πόρνες. Στο στούντιό του στην περιοχή Neulengbach, δυτικά της Βιέννης, συγκεντρωνόταν παρέες παραβατικών παιδιών, προερχόμενες από φτωχογειτονιές. Εκείνα πόζαραν για χάρη του, ενώ πολύ συχνά διατηρούσαν σεξουαλικές σχέσεις μαζί του. Εκείνος από την άλλη τα συντηρούσε οικονομικά. Μέσα σε αυτό το διαβόητο στούντιο γνώρισε και την 15χρονη Γουόλι. Αμέσως ερωτεύτηκε αυτά τα μυστηριώδη γαλάζια μάτια. Η σχέση τους ήταν γεμάτη πάθος και καλλιτεχνική δημιουργία, με τη Γούλι να γίνεται γρήγορα η μούσα του ζωγράφου. Η αφοσίωση της στον Έγκον ήταν μνημειώδης. Πόζαρε ακούραστη για εκατοντάδες πίνακες του, δίνοντας πνοή σε μερικά από τα αριστουργήματα του, καθάριζε το σπίτι του και ασχολιόταν με τα οικονομικά του. Όταν κατηγορήθηκε για σεξουαλική ασέλγεια σε ανήλικη, εκείνη έμεινε στο πλευρό του. Ακόμα και στις στιγμές δημιουργικής πενίας, του γνώριζε νέες κοπέλες, που ήταν πρόθυμες να ποζάρουν και να τον εμπνεύσουν και πάλι. Μία από αυτές ήταν και η Ήντιθ Χάρμς, μία γυναίκα που έμελλε να αλλάξει τα πάντα.

Ο ανατρεπτικός Έγκον, ο υπέρμαχος της σεξουαλικής απελευθέρωσης, δεν ακολούθησε την ίδια κοσμοθεωρία και στον γάμο του. Αντίθετα τον αντιμετώπισε με έναν πρωτόγνωρο -σε σχέση με την υπόλοιπη ζωή του- μικροαστικό συντηρητισμό. Τον Απρίλιο του 1915 επέλεξε να παντρευτεί την Ήντιθ Χάρμς, καθώς ήταν κοινωνικά περισσότερο αποδεκτή από την ιερόδουλη Γουόλι. Είχε γράψει χαρακτηριστικά σε έναν φίλο του το εξής σημείωμα: «Σκοπεύω να κάνω έναν γάμο συμφέροντος. Όχι με τη Γουόλι». Ο Σίλε, όμως, τα ήθελα όλα δικά του. Παρά την απόφαση του, δεν ήταν διατεθειμένος να αποχωριστεί την αγαπημένη του μούσα. Έτσι, της προτείνει να καθιερώσουν ετήσιες καλοκαιρινές διακοπές, οι δύο τους, χωρίς τη νόμιμη σύζυγο. Η δυναμική Γουόλι δεν δέχτηκε αυτή τη συμβιβαστική λύση. Παράτησε μεμιάς τον ζωγράφο και οι δύο τους δεν ειδώθηκαν ποτέ ξανά. Ειδώθηκαν, όμως, νοερά και για τελευταία φορά στον πίνακα «Ο Θάνατος κι η κόρη».

Ο χωρισμός τους τον στεναχωρεί βαθιά. Για να «θρηνήσει» τον χωρισμό τους δημιουργεί τον πίνακα «Ο Θάνατος κι η κόρη». Ο πίνακας είναι ένα από τα γνωστότερα έργα του, που στοιχειώνει όποιον τον αντικρίζει. O ίδιος αποτελεί μια αποκρουστική προσωπογραφία του θανάτου, ενώ η σύντροφός του χάνεται μέσα στον εναγκαλισμό του εντελώς αβοήθητη, κουρελιασμένη και αποστεωμένη. Από πίσω τους εδρεύει ένα δυστοπικό σουρεαλιστικό τοπίο, που σε κάνει να ανησυχείς για ένα αδιευκρίνιστο κίνδυνο. Το έργο μνημονεύει το τέλος της σχέσης τους. Ο χωρισμός τους εκφράζεται στην τέχνη του Σίλε ως ένας θάνατος, ο θάνατος μία πραγματικής αγάπης. Ο μεγάλος ζωγράφος πενθεί, ενώ ταυτόχρονα μεγαλουργεί.

Ούτε η Ήντιθ, ούτε ο Έγκον, ούτε η Γουόλι είχαν πολύ ακόμα χρόνο στη διάθεση τους. Η μοίρα είχε ορίσει η κλωστή της ζωής του να κοπεί σύντομα. Ήταν όλοι τους τόσο νέοι. Ο Έγκον παντρεύεται την Ήντιθ και κατατάσσεται στον στρατό τέσσερις μήνες μετά τον γάμο τους. Μέσα στη δίνη του πολέμου η Γουόλι αποφασίζει να γίνει νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού, μία ηρωική πράξη που την ανεβάζει στην κοινωνική κλίμακα. Ίσως και μία πράξη – απάντηση στην απόρριψη του Σίλε εξαιτίας της χαμηλής κοινωνικής της θέσης. Ενώ εργάζεται στην Κροατία νοσεί από οστρακιά και πεθαίνει το 1917, σε ηλικία μόλις 23 ετών. Ο αγαπημένος της Σίλε ακολουθεί, ένα χρόνο αργότερα. Το 1918, πεθαίνει σε ηλικία 28 χρονών από επιδημία ισπανικής γρίπης. Τρεις μέρες πριν είχε χάσει την έγκυο σύζυγο του από την ίδια αιτία.

Ο πρώιμος θάνατος του μας στέρησε τη δυνατότητα να δούμε πως θα είχε εξελιχθεί η τέχνη του. Τα παραμορφωμένα κορμιά, το δεξιοτεχνικό του σκιτσάρισμα και η εκφραστική ποιότητα της δουλειάς του, χάρισαν στον Έγκον Σίλε μία θέση στο πάνθεον των σημαντικότερων ζωγράφων όλων των εποχών. Ήταν ούτως ή άλλως ένας από τους λίγους καλλιτέχνες που κατάφερε να εκφράσει μέσα από έντονα αισθησιακές εικόνες τη ψυχολογική αγωνία της ανθρώπινης ύπαρξης.

ΠΗΓΗ: https://www.google.com/amp/s/www.culturenow.gr/h-istoria-piso-apo-ton-pinaka-o-thanatos-kai-kori-toy-egkon-sile/amp/