Το μυστήριο πίσω από το έργο «Αμερικανικό Γκόθικ» του Grant Wood

Το «Αμερικανικό Γκόθικ» αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του κινήματος του μοντερνισμού και δημιουργήθηκε από τον Grant Wood. Αν, όπως λένε, η Μόνα Λίζα είναι ο πιο αναγνωρίσιμος πίνακας παγκοσμίως, τότε και αυτό είναι το πιο αναγνωρίσιμο έργο της αμερικάνικης ζωγραφικής.

O Grant Wood που γεννιέται σαν σήμερα το 1891, στον πίνακα αυτό που δημιούργησε το 1930, την εποχή που οι ΗΠΑ, έμπαιναν στην περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης και έψαχνε για μοντέλα που θα μπορούσαν να τον εμπνεύσουν να συλλάβει την ουσία των σκληρά εργαζόμενων μέσων Αμερικανών.

Για αυτό το λόγο, το έργο απεικονίζει ένα κτηματία με την κόρη του, μπροστά από ένα αγροτόσπιτο, και περιγράφει τους παραδοσιακούς ρόλους των 2 φύλων στην αμερικανική αγροτική κοινωνία. Χαρακτηριστικό είναι το δικράνι στο χέρι του άνδρα, που από τη μια συμβολίζει την χειρωνακτική εργασία με την οποία ασχολούνταν κυρίως οι άνδρες και από την άλλη τον εξουσιαστικό ρόλο που έχει ο πατέρας μέσα στην οικογένεια. Παρά την εσφαλμένη πεποίθηση πολλών ότι πρόκειται για έναν τυχαίο αγρότη και την σύζυγο του, ο Wood, ως μοντέλα για τον πίνακα του αυτόν χρησιμοποίησε την μικρή του αδερφή Nan και τον οικογενειακό τους οδοντογιατρό Byron McKeeby. Και οι δύο ήταν απρόθυμοι στην αρχή αλλά τελικά πόζαραν όταν ο Wood, τους διαβεβαίωσε ότι κανείς δεν θα τους αναγνώριζε. Τα μοντέλα δε στάθηκαν ποτέ μπροστά από ένα σπίτι όπως φαίνεται στον πίνακα. Μάλιστα, τα δύο μοντέλα ούτε καν πόζαραν μαζί. Ενδιαφέρον επίσης έχει το γεγονός ότι υπήρξε συζήτηση για το κατά πόσο τα δύο μοντέλα απεικόνιζαν ένα ζευγάρι.

Πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι ο Wood αρχικά τους ζωγράφισε ως ζευγάρι. Ωστόσο, πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι η Nan Wood βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση, καθώς ο «σύζυγός» της είχε σχεδόν τα διπλάσιά της χρόνια και έτσι η ίδια έλεγε ότι ο πίνακας απεικόνιζε έναν άνδρα με την κόρη του. Ο ζωγράφος με επιστολή του το 1941, φαίνεται να επιβεβαιώνει τα λεγόμενα της αδερφής του, υποστηρίζοντας ότι η γυναίκα δίπλα στον άνδρα είναι η «μεγάλη του κόρη».

Η Nan Wood Graham, που πέθανε τον Δεκέμβρη του 1990, εργάστηκε για την προβολή και την ιστορική μελέτη του συνολικού έργου του αδερφού της. Επειδή, όπως συμβαίνει με όλα τα διάσημα έργα, πολλοί επιδόθηκαν σε ζωγραφικές παρωδίες του «american gothic», η Nan οδήγησε πολλές από τις υποθέσεις αυτές στα δικαστήρια, μια και πίστευε ότι μέσα από τις παρωδίες αυτές εθίγετο το έργο και η προσωπικότητα του αδερφού της.
Aλλά κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να σταματήσει την σάτιρα, κι αυτή την στιγμή το διαδίκτυο είναι γεμάτο από παρωδίες του πίνακα αυτού.

Όπως είπαμε παραπάνω, σε αυτόν τον πίνακα βλέπουμε έναν άντρα και μία γυναίκα να στέκονται μπροστά από ένα μικρό, λευκό σπίτι, όπου παρατηρούμε ένα παράθυρο νεογοτθικού ρυθμού. Στο μικρό , γοτθικού ύφους παράθυρο του αγροτόσπιτου, που προβάλει ανάμεσα στις δύο μορφές, οφείλεται και ο τίτλος του πίνακα.

Το σπίτι αυτό, που χτίστηκε το 1881 στο Eldon της Iowa, και ανακηρύχτηκε ιστορικό εθνικό μνημείο το 1974, δεν είναι ανοιχτό για το κοινό. Οι επισκέπτες όμως μπορούν να το φωτογραφίσουν εξωτερικά, όπως ακριβώς έκανε και ο Wood για να μπορέσει να δουλέψει πιο άνετα τον πίνακά του. Μικρή λεπτομέρεια της όλης ιστορίας είναι ότι, το γοτθικό παράθυρο που ενέπνευσε τον αμερικανό ζωγράφο, φυλάσσεται τώρα στο Boulder του Colorado, κι αυτό που φωτογραφίζουν πια οι τουρίστες είναι ένα νεώτερο αντίγραφό του.

Με τη Μεγάλη Ύφεση να επεκτείνεται σε ολόκληρη την Αμερική, αυτό το έργο αντέδρασε και έδωσε την ελπίδα στους αγωνιζόμενους Αμερικανούς που αναζητούσαν θετικά σύμβολα μέσα στη σκληρή δουλειά τους. Αυτό που γέννησε το έργο, εξηγεί ο επιμελητής Haskell, ήταν ένα βαθύς σεβασμός για τις αξίες της κοινότητας και την αυτοπεποίθηση – θεμελιώδους σημασίας έννοιες για τον εθνική ταυτότητα, που παρουσιάστηκε στις μικρές πόλεις και στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις των ΗΠΑ. Η ζωγραφική του Wood τον εξύψωσε σε σχεδόν μυθικό βάθρο. “Είναι ξεκάθαρο ότι η διαρκής δύναμη της τέχνης του Wood οφείλεται τόσο στην ψυχαναγκαστική ασάφεια όσο και στην αρχέτυπη εικόνα του Midwestern”, προσθέτει ο Haskell. “Μια ονειρική σιωπή τρέχει καθ ‘όλη τη δουλειά του, ενωμένη με την φαινομενικά βουκολική κομψότητά του. Η ένταση ανάμεσα στην επιθυμία του Wood να αναπαράγει τον φανταστικό κόσμο της παιδικής ηλικίας του και τα ένστικτά ντροπαλότητας και σεξουαλικής συστολής αποτυπώθηκαν στην τέχνη του, προσδίδοντάς της μια ανατριχιαστική μοναξιά και μια ψυχρή αίσθηση φαντασίας. Με την υποσυνείδητη έκφραση της συγκρουόμενης σχέσης του με την πατρίδα που υποτίθεται ότι λατρεύει, δημιούργησε υπνωτικά έργα που αντιμετωπίζουν τις ανεπίλυτες εντάσεις της αμερικανικής εμπειρίας.
Αυτή η μαγευτική σύγκρουση ενισχυμένων, εξωθημένων συναισθημάτων και στοιχειοθετημένων εννοιών κυριαρχεί στο συνολικό του έργο και στο πίνακα που εξετάσαμε παραπάνω. Το μόνο σίγουρο είναι ότι στη θέασή του μας προκαλείται δέος.

Πηγές: Wikipedia, Forbes, AthensVoice, Mononews