Ο λογοτεχνικός μας πλούτος σε μια εικόνα

Ποιητές και πεζογράφοι της γενιάς του ’30. Όρθιοι από αριστερά: Πετσάλης, Βενέζης, Ελύτης, Σεφέρης, Καραντώνης, Ξεφλούδας, Θεοτοκάς. Καθήμενοι: Τερζάκης, Δημαράς, Κατσίμπαλης, Πολίτης, Εμπειρίκος. Φωτογραφία που θεωρήθηκε ότι αποδίδει τη Γενιά του Τριάντα (Ανθολογία Σοκόλη).

Γενιά του 1930, ονομάστηκε η γενιά των Ελλήνων λογοτεχνών και καλλιτεχνών που γεννημένοι στις αρχές του 20ου αιώνα, βρέθηκαν τη δεκαετία του 1930 στο αποκορύφωμα της δημιουργικής πορείας τους. Κοινά χαρακτηριστικά στη θεματολογία και στους τρόπους έκφρασης συνδέουν τους καλλιτέχνες μεταξύ τους, αλλά και με την κοινωνία και την ιστορία της εποχής. Η γενιά αυτή έδωσε τα περισσότερα σημαντικά νεοελληνικά έργα. Αποκορύφωμα της δημιουργικής πορείας της, ήταν τα δύο Νόμπελ Λογοτεχνίας που χάρισε στην Ελλάδα.

Η “γενιά” δεν ξεπερνά ορισμένα χρονικά όρια, όπως “η σχολή”, και οι εκπρόσωποί της έχουν την ίδια πάνω-κάτω ηλικία, με διαφορά μεταξύ τους συνηθέστερα μικρότερη από μια πενταετία και οπωσδήποτε όχι μεγαλύτερη από δεκαετία. Γιατί εκείνο που συνδέει τους εκπροσώπους της, διαχωρίζοντάς τους από τους προηγούμενους και επόμενους, είναι η ιστορική στιγμή και η στιγμή που έρχονται να διαδραματίσουν το ρόλο τους στα γράμματα, το τι συμβαίνει εκείνη την ώρα στον ιστορικό χώρο και τι επικρατεί στον πνευματικό και λογοτεχνικό, και ιδίως το γεγονός ότι μεγάλωσαν και ανδρώθηκαν ζώντας τα ίδια κοινά για όλους περιστατικά και αναπνέοντας την ίδια ατμόσφαιρα και το ότι ξεκίνησαν και συμπορεύτηκαν έχοντας περίπου το ίδιο φορτίο ζωής.

Ο όρος «Γενιά του ’30» πρωτοχρησιμοποιήθηκε με κάπως αόριστο περιεχόμενο από τον Γιώργο Θεοτοκά, και το περιβάλλον των διανοουμένων γύρω από το λογοτεχνικό περιοδικό της εποχής Τα Νέα Γράμματα. Το 1962 ο κριτικός της λογοτεχνίας Ανδρέας Καραντώνης — ο κριτικός της Γενιάς του ’30 — χρησιμοποιεί τον όρο, καθιερώνοντάς τον, στο βιβλίο του Πεζογράφοι και πεζογραφήματα της Γενιάς του ’30.

Η γενιά αυτή συγχρονίστηκε με τις νέες φόρμες που παρουσιάζονταν στην δυτική Ευρώπη, ο υπερρεαλισμός με τον ελεύθερο στίχο του στην ποίηση, το μυθιστόρημα στην πεζογραφία. Ο Λίνος Πολίτης θεωρεί ότι οι λογοτέχνες που παρουσιάστηκαν γύρω από την χρονολογία αυτή, ανανέωσαν δημιουργικά όχι μόνο την ποίηση αλλά και την πεζογραφία, «η οποία στα χρόνια 1920- 1930 φυτοζωούσε σε μια καθυστερημένη επιβίωση της ηθογραφίας περιγράφοντας τη ζωή της μίζερης φτωχογειτονιάς».

Το οριστικό θάψιμο της Μεγάλης Ιδέας με την Μικρασιατική καταστροφή, τους ανάγκασε να επαναπροσδιορίσουν την ελληνικότητα. Ερχόμενοι σε επαφή με την Ευρώπη προσπάθησαν και πέτυχαν να συγκεράσουν με έναν τρόπο ελληνικό, τον μοντερνισμό με την παράδοση, τον κοσμοπολιτισμό με την εντοπιότητα και να εκφράσουν το συλλογικό ασυνείδητο της εποχής τους. Ανακάλυψε, θαύμασε και αγάπησε τον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό σε όλες τις εκδηλώσεις του, από την ντοπιολαλιά μέχρι τους ανώνυμους λαϊκούς ζωγράφους.

Πώς γίναμε φτωχοί με τέτοια κληρονομιά…

Πηγή:Wikipedia

Naftemporiki

Το μικρό εκκλησάκι της Κεφαλονιάς – Κ. Παρθένης

Το μικρό εκκλησάκι της Κεφαλονιάς, Κ. Παρθένης (περ.1920-1925)

Για σήμερα θα παρατηρήσουμε έναν υπέροχο πίνακα του Αλεξανδρινού ζωγράφου Κωνσταντίνου Παρθένη, το «Μικρό εκκλησάκι της Κεφαλονιάς».

Κωνσταντίνος Παρθένης

Ο Παρθένης θεωρείται ένας από τους θεμελιωτές της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1878 και πέθανε στην Αθήνα το 1967. Ήταν ένας ιδιαίτερα καλλιεργημένος άνθρωπος, γνώριζε πέντε γλώσσες και μουσική, ενώ ζωγραφική  σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης, κέντρο νεωτερισμού της εποχής, κοντά στον Καρλ Ντίφενμπαχ. Με μητέρα Ιταλίδα και έχοντας ζήσει στη Βιέννη, το Παρίσι, την Αλεξάνδρεια , την Κέρκυρα και την Αθήνα, οι καλλιτεχνικές του επιρροές υπήρξαν ποικίλες.

Στα έργα κατά την περίοδο της πρώτης διαμονής του στην Ελλάδα (μέχρι το 1907 περίπου), είναι εμφανείς οι επιρροές του Συμβολισμόυ (κυρίως από τον Κλιμτ) και της Αρ Νουβώ. Τα χρώματά του είναι ψυχρά, ο ορίζοντας ενιαίος, χωρίς ουρανό, οι παραστάσεις σχηματοποιούνται (διακοσμητική σχηματοποίηση) και χρησιμοποιείται η στιγμογραφία.

Μετά τη διαμονή του στο Παρίσι, ύστερα από το 1910, το ύφος του διαφοροποιείται ελαφρώς, με εμφανείς τις νεωτερικές επιρροές του μεταϊμπρεσσιονισμού, αλλά και των Γάλλων Συμβολιστών. Είναι η πιο ώριμη περίοδος του ζωγράφου. Συγχρόνως, ο Παρθένης ασχολείται με την αγιογραφία. Μελετά τους  βυζαντινούς αγιογράφους, το Δομίνικο Θεοτοκόπουλο, ενώ ασχολείται και με το ρεύμα του Κυβισμού. Όλα αυτά τα ρεύματα και οι ιδέες εναρμονίζονται στο μοναδικό προσωπικό του ύφος. Δημιουργεί αγιογραφίες, και πίνακες εμπνευσμένους από τα ελληνικά τοπία, τη νεότερη ιστορία, αλλά και τη μυθολογία. Η ζωγραφική του διαπνέεται από μέτρο και αρμονία. Τα χρώματα είναι πιο ζωηρά, για να αποδοθεί η φωτεινότητα του ελληνικού τοπίου. Τα σχέδια σα να βγαίνουν από τον κόσμο της ψυχής, εξιδανικευμένα και εξαϋλωμένα. Η ζωγραφική του Παρθένη μεταφέρει τον παρατηρητή σε έναν πλατωνικό κόσμο, όπου η ύλη γίνεται ιδέα  και απαλάσσεται από το βάρος της, μεταστοιχειώνεται.

Ο πίνακας «Το μικρό εκκλησάκι της Κεφαλονιάς» αποτελεί έργο της ώριμης περιόδου του ζωγράφου. Δημιουργήθηκε μεταξύ 1920- 1925. Αναπαριστά τοπίο, από λάδι και μολύβι σε μουσαμά, με ένα εκκλησάκι σε ορεινό νησιωτικό τοπίο. Στο συγκεκριμένο πίνακα βρίσκονται συγκεντρωμένα τα χαρακτηριστικά του ιδιαίτερου ύφους του Παρθένη. Το τοπίο είναι φωτεινό, οι παραστάσεις «τείνουν προς τα άνω» και οι αποχρώσεις βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία.

Ο Παρθένης έλαβε πλήθος εθνικών και διεθνών διακρίσεων. Κοντά του μαθήτευσαν σπουδαίοι νεοέλληνες ζωγράφοι, όπως ο Τσαρούχης και ο Εγγονόπουλος. Υπήρξε, όμως επίσης ένα καλλιτέχνης που πολεμήθηκε στον ελληνικό ακαδημαϊκό χώρο και βρέθηκε συχνά αντιμέτωπος με το συντηρητισμό των συναδέλφων του, γεγονός που οδήγησε και στην παραίτησή του από τη Σχολή Καλών Τεχνών . Ο ζωγράφος απομονώθηκε στην οικογένεια και την τέχνη του, ωστόσο λόγω παράλυσης προς το τέλος της ζωής του διέκοψε κάθε δραστηριότητα. Ο Κωνσταντίνος Παρθένης πέθανε απομονωμένος, σε συνθήκες ένδειας, τον Ιούλιο 1967, αφήνοντας, ωστόσο, τεράστια κληρονομιά στην καλλιτεχνική ιστορία της χώρας μας.


«Ο Παρθένης άνοιξε τα μάτια μας σε μια ακόμη -έως τότε άγνωστη- μορφή του τόπου μας. Απεκάλυψε μια κρυμμένη έκφρασή της. Άλλαξε την πορεία της καλλιτεχνικής μας όρασης. Σφράγισε με την προσωπικότητά του μια κρίσιμη εποχή».

Μαρίνος Καλλιγάς (διευθ. Εθνικής Πινακοθήκης), Από τον επικήδειο του Κων/νου Παρθένη

ΠΗΓΕΣ:

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%89%CE%BD%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%A0%CE%B1%CF%81%CE%B8%CE%AD%CE%BD%CE%B7%CF%82

https://www.nationalgallery.gr/el/zographikh-monimi-ekthesi/painting/mesopolemos/konstantinos-parthenis/to-mikro-ekklisaki-tis-kephalonias.html

www.elculture.gr

http://www.kathimerini.gr/760189/article/proswpa/proskhnio/kwnstantinos-par8enhs-prwtoporos-toy-monternismoy-sthn-ellada