“Ψωνίζω άρα Υπάρχω”: Η σφοδρή κριτική της Barbara Kruger στην σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία

H Μπάρμπαρα Κρούγκερ είναι μία διάσημη αμερικανίδα καλλιτέχνιδα, art director, καθηγήτρια θεωρείται μέλος της γενιάς καλλιτεχνών “Pictures Generation” – το όνομα μιας έκθεσης του 2009 στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης στη Νέα Υόρκη. Το έργο της είναι σπουδαίο και καθοριστικό κομμάτι της σύγχρονης εννοιολογικής τέχνης και έχει εμπνεύσει αμέτρητους σύγχρονους καλλιτέχνες καθώς και τις βιομηχανίες της μοδας και της διαφήμισης. Το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς της αποτελείται από ασπρόμαυρες φωτογραφίες, επικαλυμμένες με λεζάντες με δυνατές εκφράσεις, που συχνά περιλαμβάνουν αντωνυμίες όπως “εσείς”, “σας”, “εγώ”, “εμείς” και “αυτοί”, και ασχολούνται με τον σχολιασμό των κοινωνικοπολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών δομών της εξουσίας. Οι φράσεις είναι συνήθως σε γραμματοσειρά Futura Bold Oblique ή Helvetica Ultra Condensed σε συνδυσμούς των χρωμάτων λευκό και κόκκινο. Η δουλειά της κλονίζει τα στερεότυπα της κοινωνίας, αμφισβητώντας τα καθεστώτα εξουσίας και εκπροσώπησης. Ο φεμινισμός, ο καταναλωτισμός, ο ταξικισμός , η σεξουαλικότητα, και η σημασία της προσωπικής και κοινωνικής ταυτότητας είναι τα κύρια θέματα που σχολιάζει με τα έργα της.

Στην αρχή της καριέρας της, η Kruger χρησιμοποίησε εικόνες της διαφήμισης, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης για να δημιουργήσει τα μηνύματά της. Η Κρούγκερ είχε την ευκαιρία να εξασκήσει τις δεξιότητες σχεδιασμού της στην πρώτη της δουλειά ως art director στο ιστορικό περιοδικό Mademoiselle. Αργότερα, συνειδητοποίησε ότι η δύναμη είναι στην ίδια την λέξη και ακόμα περισσότερο στο αν θα τοποθετηθεί εκεί όπου κανείς δεν το περιμένει.

Το Άτιτλο (1987) ή αλλιώς ανεπίσημα το “Ψωνίζω άρα Υπάρχω” (“I Shop therefore I Am”) είναι ένα από τα πιο εμβληματικά έργα τέχνης της Barbara Kruger και, ειρωνικά θα έλεγε κανείς, έχει αναπαραχθεί σε αντικείμενα όπως τσάντες αγορών καθώς και σε άλλα καταναλωτικά προϊόντα όπως μπλουζάκια.

Αυτή η διάσημη εικόνα απότελείται από μια ασπρόμαυρη φωτογραφία ενός χεριού που εκτείνεται προς τα εμπρός και τα λευκά γράμματα “I shop therefore I am” μέσα σε ένα κόκκινο ορθογώνιο κουτί στη μέση του έργου. Η περιοχή όπου απλώνεται το χέρι είναι ελαφρύτερα χρωματισμένη από το υπόλοιπο πορτρέτο, παρουσιάζοντας έτσι το φως, την έντονη λαχτάρα για την απόκτηση των υλικών αγαθών. Το πορτρέτο περιβάλλεται από ένα κόκκινο πλαίσιο, το οποίο δημιουργεί περιορισμένο χώρο καθώς και μεγαλύτερη οπτική αντίθεση.

Η Κρούγκερ συνδέει το έργο της με τη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία. Η φράση «Ψωνίζω άρα Υπάρχω» είναι εμπνευσμένη από τον Γάλλο φιλόσοφο Ρενέ Ντεκαρτ και την διάσημη φράση του «Σκέφτομαι άρα Υπάρχω» (“I Think therefore I Am”). Η φράση σημαίνει ότι εφόσον κάποιος σκέφτεται, αυτό είναι επαρκής απόδειξη ότι υπάρχει.

Αυτό που η Κρούγκερ προσπαθεί να υπονοήσει με το “Ψωνίζω άρα Υπάρχω” είναι ότι το κοινό δεν καθορίζεται πλέον από αυτό που σκέφτεται, αλλά από αυτό που κατέχει. Κατά τη δεκαετία του 1980, η κοινωνία γνώρισε την αύξηση του ‘οικονομικού δυναμικού’ των εργαζομένων, τη διεύρυνση των αγορών, τη διεύρυνση της διαθεσιμότητας, της πίστωσης και την αυξημένη ζήτηση της ιδιοκτησίας σπιτιού και της ιδιοκτησίας μετοχών, μια αλλαγή που είχε σοβαρό αντίκτυπο στον τρόπο κατανάλωσης των ανθρώπων. Το μέτρο αξίας αλλάξε και η αντι-καταναλωτική τέχνη επίκρίνει αυτήν την αλλαγή αλλά και τα μέλη της κοινωνίας που αισθάνονται σαν να είναι απαραίτητο να αντικαταστήσουν, να μετρήσουν τη δική τους αξία με τα υλικά αγαθά.

Η Barbara Kruger εκφράζει τις ανησυχίες της για την κοινωνία, η οποία έχει ξεφύγει πολύ μακριά από τα θεμελιώδη και με κάποιο τρόπο έχει μετατραπεί σε μια ‘πλαστική κοινωνία’, μέσα από την τέχνη της. Σύμφωνα με την Αμερικανίδα, η σύγχρονη κοινωνία είναι γεμάτη με ανθρώπους των οποίων το επίκεντρο είναι «τι έχουν και όχι ποιοι είναι». Ο κόσμος αισθάνεται σαν τα υλικά αγαθά τους, καθώς και η κοινωνική τους εικόνα που βασίζεται σε αυτά, να καθορίζουν την ύπαρξη τους αντί για τα προσωπικά τους χαρακτηριστικά όπως επιτεύγματα και ιδέες, συναισθήματα και διαπροσωπικές σχέσεις. Αμφισβητεί την έννοια της κατασκευής ταυτότητας μέσω πράξεων κατανάλωσης.

‘Ετσι, χρησιμοποιεί την τέχνη της, με πολλαπλά έργα της αφιερωμένα στην κριτική προς τον καταναλωτισμό, για να αναδείξει πόσο ρηχή είναι η σύγχρονη κοινωνία που κατευθύνεται από τους καταναλωτές αλλά και ελέγχει τους καταναλωτές, αντιπαραθέτοντας το ζευγάρι των αντιθέσεων της πνευματικής και της υλικής ύπαρξης.

Στην ουσία, η Barbara Kruger θέλει να απελευθερώσει μια προσωπική σκέψη για το πώς η καπιταλιστική κουλτούρα μας χτίζει και μας περιέχει, μας κάνει αυτό που είμαστε στον κόσμο, μας ορίζει. Αλλά, ταυτόχρονα προσπαθεί να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι μόνο εμείς μπορούμε να το αλλάξουμε αυτό. Θέτει την πιο σημαντική ερώτηση που πρέπει να κάνουμε στον εαυτό μας: Ποιος είναι ο σκοπός της δικής μας ύπαρξης;

Εσύ Ψωνίζεις ή Υπάρχεις;

Πηγές:

Barbara Kruger’s I shop therefore I am – What you should know

Why Artist Barbara Kruger Is More Relevant Than Ever

https://fahrenheitmagazine.com/arte/visuales/barbara-kruger-artista-transformadora-espacio-publico

https://en.wikipedia.org/wiki/Barbara_Kruger

Η αλλοτρίωση του καταναλωτισμού, του Ιωάννη Ξηροτύρη

«Σήμερα ο άνθρωπος των βιομηχανικών κοινωνιών ζει τον εαυτό του και τους
άλλους όπως ζει τα πράγματα, τα αντικείμενα, απλώς με τις αισθήσεις και με το νου, αλλά
σύγχρονα χωρίς καμιά καρποφόρα σχέση προς τον εαυτό του και το περιβάλλον, γιατί έχει
αλλοτριώσει τον εαυτό του. Δεν τον αισθάνεται σαν κέντρο και δημιουργό της τεχνικής
του κατασκευής, του κατασκευάσματός του, παρά σαν υπηρέτη του. Όσο πιο πελώριες
είναι οι δυνάμεις που έχει αποδεσμεύσει ο άνθρωπος, τόσο και πιο αδύνατο αισθάνεται
τον εαυτό του σήμερα μέσα στις βιομηχανικές κοινωνίες. Κατέχεται από την ίδια την
δημιουργία του, τη στιγμή που χάνει τον εαυτό του.
(…) Ο σκοπός του σημερινού ανθρώπου, που ζει μέσα στις βιομηχανικές κοινωνίες,
είναι να πουλήσει τον εαυτό του με επιτυχία στην αγορά. Γι’ αυτό και δεν αντλεί τη
συναίσθηση του εαυτού του από την ενεργητικότητά του σαν ένα ον που σκέπτεται και
αγαπά, πάρα από τον κοινωνικό – οικονομικό ρόλο του. Το αίσθημα της αξίας του
εξαρτάται από την επιτυχία, δηλαδή από το αν μπορεί να πουλήσει σε συμφέρουσα τιμή τον
εαυτό του, το σώμα του, τη νόησή του, τη νοητική του ικανότητα, τη δυνατότητα. Και η
ψυχή του ακόμη είναι το κεφάλαιό του!
(…) Ανθρώπινες ιδιότητες, όπως φιλία, ευγένεια, καλοσύνη και άλλα πιο «ιερά»
ακόμη πράγματα αντικρίζονται σαν εμπορεύματα, είδη χρήσιμα, αναγραμμένα επάνω στο
πακέτο της «προσωπικότητας», που βοηθούν στην ανθρώπινη αγορά να επιτευχθούν
υψηλότερες τιμές. Έτσι είναι φανερό πως η εκτίμηση των ίδιων των ικανοτήτων του
ανθρώπου εξαρτάται από παράγοντες που βρίσκονται έξω απ’ αυτόν, βρίσκονται δηλαδή
στην παραπαίουσα κρίση της αγοράς, η οποία αποφασίζει για την αξία του κατά τον ίδιο
τρόπο που κρίνει και αποφασίζει για κάποιο εμπόρευμα, για αντικείμενα δηλαδή και
πράγματα που δεν έχουν οντότητα, εαυτό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι άνθρωποι του
βιομηχανικού πνεύματος των κοινωνιών μας, που βάζει τη σφραγίδα του επάνω στην
κοινωνική μας οργάνωση, τείνουμε να χάσουμε τον εαυτό μας κάτω από τους πολλούς
ρόλους με τους οποίους ντυνόμαστε, και τις πολλές μάσκες που φορούμε.
(…) Ο άνθρωπος του τεχνικού πολιτισμού μεταβίβασε το καθαυτό «είναι» του,
εκποίησε κατά κάποιο τρόπο τον εαυτό του. Κι έτσι αφαίρεσε τη γνήσια έκφρασή του, τη
συμπίεσε στις συμπληγάδες της η τεχνοκρατία, τον αποξένωσε από τον πλησίον του και
δυστυχώς κι από τον ίδιο τον εαυτό του …»