Ο Ερωτόκριτος του Βιντσέζου Κορνάρου είναι σίγουρα μαζί με την Ερωφίλη ένα έργο της Κρητικής λογοτεχνίας που επηρέασε τον κόσμο της τέχνης. Ασυγκίνητοι δεν μπόρεσαν να μείνουν και οι ζωγράφοι που η ιστορία του έρωτα των δύο νέων αγγίζει τις ευαίσθητες πτυχές τους και τους τροφοδότεισαι με έμπνευση, η οποία μετουσιώθηκε σε δημιουργία. Τα αποτελέσματα είναι οι πίνακες που θα εξετάσουμε στο παρόν αφιέρωμα για το έργο τέχνης της ημέρας. Μόνο που αυτή την φορά πρόκειται για έργα, τα οποία είναι μοναδικά μεν, στην ίδια θεματολογία δε, τον Ερωτόκριτο.
Το πρώτο έργο δε θα μπορούσε να είναι άλλο από τον Ερωτόκριτο του Θεόφιλου, ένα από τα πιο δημοφιλή του έργα. Ζωγραφισμένο στην συνήθη τεχνοτροπία του, με τα ζωντανά χρώματα και τις εξίσου έντονες μορφές βλέπουμε τον Ερωτόκριτο να σκαρφαλώνει στο μπαλκόνι της Αρετούσας και αυτή να τον δέχεται εγκάρδια στην αγκαλιά της. Τα πρόσωπα του πίνακα, καθαρά, ελληνικά. Ωστόσο στο βάθος τα σπίτια που φαίνονται δεν μοιάζουν να ταυτίζονται με αυτά της εποχής του Ερωτόκριτου, αλλά με εκείνα της εποχής του Θεόφιλου. Κατά κάποιο τρόπο, οι ήρωες είναι τοποθετημένοι στο περιβάλλον που έζησε ο καλλιτέχνης, το χρόνο που έζησε. Παρ’ όλα αυτά, η εικόνα ιδιαίτερη όπως είναι και γεμάτη χρώμα και λογοτεχνικό υπόβαθρο συγκλονίζει τον θεατή.
Συνεχίζουμε με μια διάχυτη ελληνικότητα και στον Ερωτόκριτο του Τσαρούχη. Ο νεαρός μοιάζει με τους διάσημους ναύτες που αγαπούσε να ζωγραφίζει ο καλλιτέχνης. Ένα πρόσωπο με γωνίες και αποχρώσεις, με βαθύ βλέμμα, ήρεμο όμως και ίσως και θλιμμένο. Σε αυτό δε θυμίζει την έκφραση των ναυτων που συνήθως κοιτούν απευθείας τον θεατή, γιατί το δικό του βλέμμα πλανιέται αλλού. Μπορούμε να υποθέσουμε στην Αρετούσα. Φορά στολή, πολεμιστή ίσως, πάντως σίγουρα εντοπίζουμε πάνω της τον Παρθενώνα, το σύμβολο της Αθήνας. Πρόκειται για ένα πορτρέτο που καθηλώνει οποιοδήποτε σταθεί να το κοιτάξει.
Στο ίδιο πνεύμα συνεχίζουμε με τις βυζαντινές μορφές του Κόντογλου που δε θα μπορούσε να μην λάβει κάποιο ερέθισμα από το κρητικό άσμα ως γνήσιος λάτρης της παράδοσης και να το αποδώσει με τον καλύτερο τρόπο. Ο Ερωτόκριτος εμφανίζεται εδώ ως πολεμιστής και πάνω στο άλογο του θυμίζει σίγουρα την εικόνα του Αγίου Γεωργίου ή του Αγίου Δημητρίου, κάτι αναμενόμενο εφόσον ο Κόντογλου είναι βαθιά επηρεασμένος από την εκκλησιαστική παράδοση και τη βυζαντινή τέχνη. Μια άλλη προσέγγιση που μας φανερώνει ακόμα μια πτυχή του έργου του Βιτσέντζου Κορνάρου πετυχαίνει ο Κόντογλου με αυτό το όμορφο έργο.
Χέρι χέρι ο Ερωτόκριτος με την Αρετούσα σε έναν ειδυλλιακό κήπο επέλεγε να τους τοποθετήσει ο Μποστ, που σχεδίασε τους δύο πρωταγωνιστές αγαπημένους, ντυμένους βασιλικά. Απόδειξη ότι η αγάπη τους νίκησε και οι δύο τους βρίσκονται μαζί σε έναν τόπο παραδεισένιο που το αγαλματάκι στο βάθος προδίδει πως είναι ένα μέρος έρωτα. Οι εκφράσεις γαλήνιες, οι μορφές βέβαια κάπως σκληρά τοποθετημένες. Τα χρώματα κινούνται γύρω από τους ίδιους τόνους με εξαίρεση τον Ερωτόκριτο που πορφυρός ξεχωρίζει.
Πορφυρά ντυμένος και στο έργο του Εγγονόπουλου ο Ερωτόκριτο και η Αρετούσα είναι δύο ανδρείκελα το ένα τοποθετημένο δίπλα στο άλλο. Και εδώ η Αρετούσα ντυμένη στα γαλάζια. Η αντίθεση αυτή ανάμεσα στα χρώματα θα μπορούσε να είναι μια διαφοροποίηση ανάμεσα στους χαρακτήρες των ηρώων. Από τη μια το γαλήνιο και καρτερικό γαλάζιο για την Αρετούσα που επέμεινε τον εγκλεισμό για τον έρωτά της και κόκκινο για τον Ερωτόκριτο που δυναμικός και χειμαρρώδης καθώς ήταν κατάφερε και νίκησε τον Άριστο. Η Αρετούσα προσπαθεί να τον αγγίζει, να πιάσει το πάθος που συμβολίζει ο Ερωτόκριτος με το κόκκινο του ένδυμα. Αφηρημένη τέχνη, τα πρόσωπα λείπουν αλλά η σκηνή μας ταξιδεύει σίγουρα στο ποίημα του Κορνάρου.
Ελπίζουμε το ίδιο να πετύχουμε με το αφιέρωμά μας. Κλείνουμε με στίχους από το ποιητικό αυτό δημιούργημα: Όλα τα πλούτη κι οι αφεντιές εσβήνουν και χαλούσι
και μεταλλάσσουν, κι οι καιροί συχνιά τα καταλούσι,
μα η γνώση εκεί που βρίσκεται και τσ’ ευγενιάς τα δώρα
ξάζου άλλο παρά βασιλειά, παρά χωριά και χώρα·
ουδ’ ο τροχός δεν έχει εξάν, ως θέλει να γυρίσει,
τη γνώση και την αρετή ποτέ να καταλύσει.