Νίκος Εγγονόπουλος, ο ζωγράφος του ονείρου και των χρωμάτων

Σαν σήμερα, στις 21 Οκτωβρίου του 1907, έρχεται στην ζωή ο Έλληνας ποιητής-ζωγράφος, αυτός που ξεκινά με τη φράση «είμαι ζωγράφος το επάγγελμα» τις αυτοβιογραφικές του σημειώσεις στην πρώτη συγκεντρωτική έκδοση των συλλογών του, το 1966. Ο λόγος φυσικά για το Νίκο Εγγονόπουλο. Αναγνώστες, θεατές και μελετητές των δύο κλάδων της ποίησης και της ζωγραφικής, με θαυμασμό ή κριτική διάθεση, ακόμα και με πάθος, διατυπώνουν εδώ και χρόνια τις απόψεις τους για τον ποιητή και ζωγράφο. Ωστόσο, όλοι όσοι ασχολήθηκαν μαζί του, έχουν συνείδηση αυτού του κερματισμού, νιώθουν το ατελές της κάθε επιμέρους προσέγγισης. Το πρόβλημα, εξάλλου, δεν ήταν ποτέ η διπλή ιδιότητα του Εγγονόπουλου, αλλά η ενιαία πρόσληψη των δύο τρόπων έκφρασης από τον αναγνώστη ή και θεατή. 

ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Το ποίημα της Παρασκευής | Νίκος Εγγονόπουλος «Ποίηση 1948» | | Tetragwno.gr

Γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1907 στην Αθήνα και πραγματοποίησε τις βασικές του σπουδές εσωτερικός σε Λύκειο του Παρισιού. Εργάστηκε ως μεταφραστής σε τράπεζα και γραφέας στο Πανεπιστήμιο, ενώ το 1930 διορίστηκε στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων ως σχεδιαστής στη Διεύθυνση Σχεδίων Πόλεων.

Το 1932 γράφτηκε στην Σχολή Καλών Τεχνών, όπου μαθήτευσε κοντά στον Κ. Παρθένη, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα βυζαντινής τέχνης στο εργαστήριο των Φ. Κόντογλου και Α. Ξυγγόπουλου, μαζί με το φίλο του Γ. Τσαρούχη. Η Σχολή Καλών Τεχνών υπαγόταν την περίοδο εκείνη στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και ο Δ. Πικιώνης ανέθεσε στον ίδιο και σε άλλους απόφοιτους του τμήματος αυτού την αποτύπωση σπιτιών στην Ελλάδα, με στόχο τη διάσωση της “Λαϊκής αρχιτεκτονικής”. Για το σκοπό αυτό ταξίδεψε στην Δυτική Μακεδονία και στην Ύδρα και στις Σπέτσες και ζωγράφισε θέματα διακοσμητικά και αναπαραστάσεις προσόψεων σπιτιών. Αργότερα, φιλοτέχνησε και τα “αθηναϊκά σπίτια”. Έκανε ελεύθερες σπουδές σε Παρίσι, Βιέννη, Μόναχο και Ιταλία. Δίδαξε στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π. , ζωγραφική, ιστορία της τέχνης και σκηνογραφία από το 1938, διαδοχικά ως επιμελητής, έκτακτος, μόνιμος και τακτικός καθηγητής. Την ίδια περίοδο γνωρίστηκε με άλλους σημαντικούς καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων ο Α. Εμπειρίκος, ο Γ. Μόραλης και ο Ντε Κίρικο.

ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ – Ο ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΤΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΣ & ΠΟΙΗΤΗΣ

Να αγαπάς ή ν' αγαπιέσαι; -Να αγαπώ.” Νίκος Εγγονόπουλος. – Kiss My GRass

Ο Ν. Εγγονόπουλος υπήρξε ο κύριος εκφραστής του Σουρεαλισμού/ Υπερρεαλισμού στην Ελλάδα. Ο ίδιος είχε δηλώσει για τον υπερρεαλισμό τα εξής: “Στον υπερρεαλισμό δεν προσεχώρησα ποτέ. Τον υπερρεαλισμό τον είχα μέσα μου, όπως είχα μέσα μου το πάθος της ζωγραφικής, από την εποχή που γεννήθηκα. Αλλά για να βρω τον δρόμο μου τον αληθινό, τον υπερρεαλιστικό, για να μπορέσω να εκδηλωθώ ελεύθερα και απερίσπαστα, αυτό το χρωστώ σε δύο κορυφαίους, στις δύο μεγαλύτερες μορφές που παρουσίασε ποτέ, ίσαμε τώρα, εξ όσων γνωρίζω, το παγκόσμιο υπερρεαλιστικό κίνημα. Ευτύχησα (το λέω για τρίτη φορά), ευτύχησα να γνωρίσω τον μεγάλο ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο και τον μεγάλο ζωγράφο, τον μεγάλο Βολιώτη Γεώργιο ντε Κήρυκο.” (Διάλεξη στο Α.Τ.Ι. στις 6-2-1963. Επιθεώρηση Τέχνης 99, 1963).

“Ο Ερμής εν αναμονή”, Νίκου Εγγονόπουλου (1939)

Τα κύρια στοιχεία της ζωγραφικής του ήταν μεταξύ άλλων: η ελληνική μυθολογία, η Βυζαντινή παράδοση, ο ξεσηκωμός, οι νησιώτες καπεταναίοι, οι φουστανελοφόροι, οι αρματολοί, στοιχεία δηλαδή της γενικότερης ελληνικής παράδοσης και ιστορίας. Στα έργα του η ελληνική ιστορία περιπλέκεται με το φανταστικό και οι διαφορετικές χρονικές περίοδοι γίνονται ένα. Κοντά στον Παρθένη μελετά τη φύση, νιώθει τη σημασία του χρώματος και της γραμμής. Μυήθηκε στην έννοια των αναζητήσεων του Μανέ, στα επιτεύγματα του Σερά, στις κατακτήσεις του Σεζάν, στον Θεοτοκόπουλο. Επηρεάζεται έντονα από τον Φ. Κόντογλου, που ήταν κι αυτός που του έμαθε τη βυζαντινή τεχνοτροπία. Παρακολουθώντας την πορεία του υπερρεαλισμού στην Ευρώπη, πηγαίνοντας σε εκθέσεις υπερρεαλιστών όντας στο Παρίσι γοητεύεται από τον Ντε Κίρικο, μαθαίνει για τον Κλεέ, εκτιμά τον Νταλί. Η άγνοια του Δυτικού κόσμου για την νεοελληνική πραγματικότητα συμβάλλει στη βαθιά ελληνικότητα των έργων του. Γυρνά όλη την Ελλάδα και Βυζαντινά κατάλοιπα κι έτσι δημιουργεί πίνακες με αρχοντικά και απλά σπίτια της Ελλάδας. Εκτός από τα “Βυζαντινής” τεχνοτροπίας έργα του και τις αγιογραφίες του, σε όλο το έργο του βλέπουμε στοιχεία της Βυζαντινής παράδοσης, ακόμα και στους πιο σουρεαλιστικούς του πίνακες.

Αρχείο:Poet and Muse.jpg
“Ο ποιητής και η Μούσα”, Νίκου Εγγονόπουλου (1939) (διαβάστε το σχετικό μας αφιέρωμα εδώ)

«Η μεγάλη μου αγάπη στη ζωή ήτανε μόνο η ζωγραφική. Κάθε ώρα, που δεν την αφιερώνω στη ζωγραφική, τη θεωρώ ώρα χαμένη». Είχε πει ο ίδιος για τη ζωγραφική και μάλιστα αφιέρωνε κάθε μέρα τρεις ώρες το πρωί και τρεις ώρες το απόγευμα στη μεγάλη του αγάπη.

“Σύνθεσις”, Νίκου Εγγονόπουλου (1939)

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Εγγονόπουλος θα γνωρίσει και νέες τιμές ως ζωγράφος, με αναδρομικές εκθέσεις των έργων του, ενώ θα δει και το ποιητικό του έργο μεταφρασμένο και μελοποιημένο. Το 1985 η κηδεία του θα γίνει δημοσία δαπάνη, σε αναγνώριση της θέσης του στο χώρο των γραμμάτων και των τεχνών.

“Τρεις γλύπτες”, Νίκου Εγγονόπουλου (1939)

Παρακάτω ακολουθεί ένα βίντεο το οποίο περιλαμβάνει έργα του σπουδαίου αυτού ανθρώπου, ο οποίος θεωρείται ένας από τους μείζονες εκπροσώπους της γενιάς του ’30. Παρακολουθήστε το εδώ:

“Ο Ελευθερωτής”, Νίκου Εγγονόπουλου (1940)
“Δαυίδ και Βηθσαβέετ”, Νίκου Εγγονόπουλου (1948)
“Αργώ”, Νίκου Εγγονόπουλου (1948)
“Δυο φιλόσοφοι και ένας στρατιωτικός ήρωας”, Νίκου Εγγονόπουλου (1951)
“Θησέας και Μινώταυρος”, Νίκου Εγγονόπουλου

ΠΗΓΕΣ: https://dromospoihshs.home.blog/2019/02/26/o-%cf%80%ce%bf%ce%b9%ce%b7%cf%84%ce%ae%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b7-%ce%bc%ce%bf%cf%8d%cf%83%ce%b1/, http://texni-zoi.blogspot.com/2013/09/blog-post_18.html , http://www.pi-schools.gr/lessons/aesthetics/eikastika/afises/index.php?id=41&v=1, https://www.beasty-press.com/nikos-engonopoulos-o-zwgrafos-kai-poihths-tou-oneirou/ , https://anemourion.blogspot.com/2018/06/blog-post_35.html , https://www.in.gr/2020/10/21/plus/features/nikos-eggonopoulos-eimai-zografos-epaggelma/

“Η Γυναίκα που κλαίει” του Πικάσο και η μούσα του, Ντόρα Μάαρ

The Weeping Woman, 1937 by Pablo Picasso

“Η γυναίκα που κλαίει” είναι ένα από τα εξαιρετικά έργα τέχνης του Πάμπλο Πικάσο. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η συγκεκριμένη μορφή αποτελεί σπουδή για την Γκερνίκα, το εμβληµατικό έργο του ισπανού ζωγράφου που φιλοτεχνήθηκε το 1937. Ως µοντέλο για την απόδοση της συγκεκριµένης µορφή, η οποία εκφράζει τον πόνο και τη θλίψη των θυµάτων του βοµβαρδισµού της πόλης Γκερνίκα κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εµφυλίου , ο Πικάσο χρησιµοποίησε τη µούσα του, την σουρεαλίστρια φωτογράφο Ντόρα Μάαρ, η οποία μάλιστα ήταν και η μόνη που είχε το δικαίωμα να φωτογραφίσει τα διαδοχικά στάδια της Γκερνίκα, ενώ ο Πικάσο την ζωγράφιζε.

Η γνωριμία με την Μάαρ

Αποτέλεσμα εικόνας για dora maar picasso
Dora Maar, Nusch Éluard, Pablo Picasso and Paul Éluard Dora Maar στην παραλία (Σεπτέμβριος του 1937)

Τον Ιανουάριο του 1936 στον επάνω όροφο του παριζιάνικου καφέ Magots Café Les Deux, στέκι καλλιτεχνών, στην περιοχή του Saint-Germain-des-Prés μία 29χρονη φωτογράφος συναντά έναν εκπρόσωπο του υπερρεαλισμού, τον 54χρονο τότε  Πάμπλο Πικάσο.
Η γνωριμία τους ήταν αναπόφευκτη καθώς την προσοχή του ζωγράφου τράβηξε αμέσως η πανέμορφη Ντόρα, η οποία εκείνη την ώρα συμμετείχε σε ένα παιχνίδι τόλμης αποκαλούμενο «μαχαίρια στο τραπέζι» και κάρφωνε ένα μικρό μαχαίρι μέσα στα δάχτυλα της πάνω στο τραπέζι της καφετέριας. Παρά τον πόνο και τα αίματα που κυλούσαν στο τραπέζι η μελαχρινή νέα με το μυστηριώδες βλέμμα κοίταξε με χαμόγελο τον Πικάσο, ο οποίος τρομοκρατημένος προσπάθησε να την αποτρέψει από τον αυτοτραυματισμό.
Εκείνη αιμόφυρτη έβαλε τα γάντια της και του συστήθηκε. Η στιγμή ήταν τόσο έντονη, που μετά το χωρισμό τους- ύστερα από εννέα χρόνια- εκείνη άφησε στο ράφι του γραφείου του τα ματωμένα γάντια της ως ενθύμιο της θυελλώδους σχέσης τους.

 Το «φάρμακο» του Πικάσο

 Την περίοδο της γνωριμίας τους ο Πικάσο περνούσε μια άσχημη εποχή με την τότε σύζυγό του Όλγα, την μπαλαρίνα που παντρεύτηκε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο γάμος του τον έχει κουράσει. Αντί να ζωγραφίζει, τριγυρνάει στα καφέ του Σεν Ζερμέν ντε Πρε με την απουσία της έμπνευσης να αποτελεί το βαθύτερο πρόβλημα του. Η Ντόρα ήταν το «καλλιτεχνικό φάρμακο» που αναζητούσε μανιωδώς ο ζωγράφος και γρήγορα έγινε μια από τις διασημότερες μούσες του.

Η Μάαρ εξάλλου ήταν καλλιτεχνική φύση, ζωγράφος και φωτογράφος, ερωμένη του Ζορζ Μπατάιγ και «οπαδός» των υπερρεαλιστών. Από πατέρα Κροάτη, αρχιτέκτονα στο επάγγελμα και μητέρα Γαλλίδα, η Ντόρα κατέληξε να μιλάει άπταιστα Ισπανικά και να κομπάζει στον Πικάσο για τα χρόνια που έζησε μικρή στην Αργεντινή. Ωστόσο το φλέρτ τους δεν ευδοκίμησε αμέσως καθώς ο άστατος Πάμπλο είχε μια ερωμένη την Μαρί-Τερέζ με την οποία πριν λίγο καιρό είχε αποκτήσει μια κόρη. Ο Πικάσο αρνούνταν πεισματικά να εγκαταλείψει τη Μαρί.

Αποτέλεσμα εικόνας για picasso portraits of dora maar

Καθώς όμως ο Πικάσο επιστρέφει από ένα ταξίδι στην Ισπανία, κάνει μια στάση στο Σεν Ζερμέν ντε Πρε για να συναντήσει και πάλι την Ντόρα και να της εκμυστηρευτεί όλη την αλήθεια. Εκείνη αποδέχεται ακόμη και το πάθος του για τη Μαρί-Τερέζ και αποφασίζει να του δοθεί άνευ όρων. Η Ντόρα γίνεται έτσι η μούσα και η πιο έντονη σχέση της ζωής του.

Η Μάαρ «πίσω» από την Γκουέρνικα

Ο ζωγράφος ξαναβρίσκει όρεξη για δουλειά. Μάλιστα για πρώτη φορά αποφασίζει να τοποθετηθεί μέσα από τα έργα του ενάντια στο ναζιστικό φασισμό και να εκφράσει τον κοινωνικό σπαραγμό. Ζωγραφίζει λοιπόν την Γκουέρνικα το διασημότερο ίσως έργο του. Αυτός ο τεράστιος καμβάς περιγράφει την απανθρωπιά, τη βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Ήταν παραγγελία της δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας για μια έκθεση στο Παρίσι το 1937.

Ο Πικάσο εμπνεύστηκε το έργο όταν, στις 26 Απριλίου της ίδιας χρονιάς, στα πλαίσια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, Γερμανοί πιλότοι της αεροπορίας των εθνικιστών βομβάρδισαν την κωμόπολη Γκερνίκα της Χώρας των Βάσκων. Στο βομβαρδισμό εκείνο σκοτώθηκαν 1.650 άνθρωποι και ισοπεδώθηκε το 70% της πόλης με 32 τόνους εκρηκτικά.

Η Ντόρα φροντίζει να απαθανατίσει με τον φακό της ένα προς ένα τα στάδια δημιουργίας του. Η 29χρονη φωτογράφος γίνεται όχι μόνο συνένοχος σε έναν ανεκτίμητο θησαυρό, αλλά και «φύλακας» άλλων σπάνιων έργων του Πικάσο που έφτιαξε την περίοδο της σχέσης τους.

Το «πάθος» των πορτρέτων

Η συλλογή αυτή, την οποία η Ντόρα διατήρησε στην κατοχή της ως το τέλος αρνούμενη να την πουλήσει ακόμη και στις πιο δύσκολες οικονομικά στιγμές, δεν περιλαμβάνει κομμάτια εντυπωσιακά, από εκείνα που συνήθως κυνηγούν οι επαγγελματίες συλλέκτες ή τα μεγάλα μουσεία. Αντιθέτως, πρόκειται για ένα σύνολο προσωπικών και οικείων αντικειμένων που «απεικονίζουν» την έξαρση έμπνευσης του Πάμπλο εκείνη τη περίοδο μέσα από τις ερωτικές τους στιγμές. Εξάλλου, ο γαλαντόμος Πάμπλο της χάρισε δεκάδες  πίνακες και πορτρέτα, όπως αυτό που βρισκόταν στην Εθνική Πινακοθήκη. Το «Γυναικείο κεφάλι» έγινε με την ενθάρρυνση της Μάαρ το 1949 δωρεά του καλλιτέχνη προς τον Ελληνικό λαό, σαν τιμητική προσφορά για την γενναία αντίσταση του κατά την διάρκεια της ναζιστικής κατοχής.

Αποτέλεσμα εικόνας για dora maar picasso

Οι ευτυχισμένες ημέρες του ζευγαριού αποτυπώνονται σε διάφορα ακόμη πορτρέτα της Ντόρας: «Η Ντόρα Μάαρ και ο μινώταυρος» (1936), «Η Ντόρα Μάαρ με πράσινα νύχια» (1936), «Πορτρέτο της Ντόρας με στεφάνι από λουλούδια» (1937), «Η Ντόρα με ψάθινο καπέλο» (1938) και άλλα. Η ήρεμη και δημιουργική αυτή περίοδος διακόπτεται από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στη Γαλλία. Ο Πικάσο και η Ντόρα καταφεύγουν στη Ρουαγιάν ώσπου να περάσει ο πόλεμος. Όταν επιστρέφουν στο Παρίσι το βρίσκουν ερημωμένο, ψυχρό, γεμάτο συνοφρυωμένους κατοίκους. Η Ντόρα γίνεται διάσημο μοντέλο, περιζήτητη μεταξύ των ζωγράφων της εποχής.

Ο αναπόφευκτος χωρισμός

Ωστόσο, σταδιακά έρχεται η ρήξη, την οποία ο Πικάσο προσπαθεί να απαλύνει με διάφορα δώρα προς την αγαπημένη του. Τον χειμώνα του 1943, για παράδειγμα, της προσφέρει το πρώτο αντίτυπο της «Φυσικής Ιστορίας» («Histoire Naturelle») του Μπουφόν, για το οποίο ο ζωγράφος είχε κάνει την εικονογράφηση. Εκείνη όμως είναι ιδιαίτερα κυκλοθυμική και το ζευγάρι έρχεται σε σύγκρουση με αφορμή την άρνηση της Ντόρας να αποδεχτεί ότι είναι στείρα. Αν και ο Πάμπλο προσπαθούσε να της απαλύνει τον πόνο ζωγραφίζοντας της πορτρέτα, φαίνεται ότι η μελαγχολία και των δύο διοχετεύοταν και στα έργα του. Όπως έλεγε: Ζωγραφίζω τα αντικείμενα όπως τα σκέφτομαι και όχι όπως τα βλέπω. Στα περισσότερα πορτρέτα της Ντόρας απεικονίζεται μια λυπημένη γυναίκα.

Από την άλλη, ο Πικάσο εύκολα έχανε το ενδιαφέρον του για μια γυναίκα και ακόμα πιο εύκολα το έβρισκε σε μια άλλη, έχοντας αρχίσει τα «ξεπορτίσματα». Η Μάαρ δεν άντεχε αυτού του είδους την ταπείνωση καθώς και τις ακραίες συμπεριφορές του Πάμπλο, την ζήλεια, τον θυμό, την αδικαιολόγητη «σήψη» της αυτοπεποίθησής του. Το 1943 βρίσκει ένα νέο εραστή, ο οποίος ήταν απλώς ένα καταφύγιο σωματικών απολαύσεων.

Αποτέλεσμα εικόνας για picasso portraits of dora maar

Η Ντόρα εντωμεταξύ έχει διανύσει την «ροζ εποχή» της, με εκθέσεις φωτογραφίας σε μεγάλες γκαλερί και κολάζ επηρεασμένα από τον σουρεαλισμό που έγιναν περιζήτητα στους καλλιτεχνικούς κύκλους.
Το τελευταίο και οριστικό δώρο όμως του Πικάσο προς τη Ντόρα,το σπίτι στη Μενέρμπ, το οποίο ο Πικάσο είχε αποκτήσει ανταλλάσσοντάς το με μια «νεκρή φύση» επισφράγισε το τέλος.  Το 1945 ο άστατος ζωγράφος γνωρίζει στα εγκαίνια μιας έκθεσης ζωγραφικής της Ντόρας τη νεαρή Φρανσουάζ Ζιλό την οποία και ερωτεύεται σφόδρα.

Η «κατάρρευση» της Μάαρ

Με τον ερχομό της απελευθέρωσης από τους Γερμανούς ο Πικάσο «απελευθερώνεται» από την Ντόρα. Εκείνη βυθίζεται στη μοναξιά και στην κατάθλιψη. Μια νύχτα στο άδειο της πια σπίτι παθαίνει κρίση και κλαίει τόσο που μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο για να της χορηγηθεί ειδική φαρμακευτική αγωγή. Τελικώς, αναγκάζεται να μπει εσώκλειστη στην κλινική της Αγίας Άννας.

Έκτοτε, προσπάθησε να ξανακολλήσει το «κολλάζ» της προσωπικής της ευτυχίας επιστρέφοντας στο σπίτι της  στο Παρίσι. Ξαναγύρισε στους καλλιτεχνικούς κύκλους, βρήκε τους παλιούς της φίλους και έκανε σχέσεις μικρής διάρκειας με άλλους άντρες. Σχέσεις που το μόνο που της έδωσαν ήταν η επιβεβαίωση ότι κανείς δεν μπορούσε να αντικαταστήσει τον Πικάσο. Για αυτό και στράφηκε στον καθολικισμό, άρχισε να γράφει ποίηση και να αναθεωρεί τον τρόπο που έβλεπε τη ζωή, σαν ένα παιχνίδι με το μαχαίρι δηλαδή.

Αποτέλεσμα εικόνας για picasso portraits of dora maar

«Ήταν ένας έρωτας τρελός. Κι όταν ο έρωτας ξεθώριασε, απέμεινε μονάχα η τρέλα. Λένε πως με άκουσαν να ισχυρίζομαι πως μετά τον Πικάσο δεν υπήρχε πια παρά μόνο ο Θεός. Δεν θυμάμαι να το είπα ποτέ, αλλά δεν έπαψα ούτε στιγμή να το σκέφτομαι»… έχει πει. Πέθανε 89 ετών στο Παρίσι στις 16 Ιουλίου του 1997.

Οι πίνακες του Πικάσο, που παρουσιάζουν την Ντόρα Μάαρ τυγχάνουν ενθουσιώδους αποδοχής από το κοινό, ενώ υπενθυμίζεται ότι τα πιο επιτυχημένα αυτών πωλήθηκαν σε εξαιρετικά υψηλά τιμές.

Ο ίδιος ο σπουδαίος δημιουργός εξηγώντας για ποιον λόγο άλλοτε την απεικόνιζε με ρεαλισμό, άλλοτε με βασανισμένη όψη και άλλοτε πάλι απειλητική, είπε «Για μένα αυτή είναι η γυναίκα που κλαίει. Για χρόνια την απεικονίζω με βασανιστικές μορφές, όχι από σαδισμό, ούτε από ευχαρίστηση… Μόνο υπακούοντας σε ένα όραμα, που μου επιβλήθηκε. Ήταν η βαθιά πραγματικότητα, όχι η επιφανειακή. Η Dora, για μένα, ήταν πάντα μια γυναίκα που κλαίει…. Και αυτό είναι σημαντικό, γιατί οι γυναίκες είναι μηχανές που υποφέρουν».

ΠΗΓΕΣ: https://www.iefimerida.gr/news/122081/%CE%BF%CE%B9-%CE%BA%CF%81%CF%85%CF%86%CE%AD%CF%82-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B5%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B3%CF%85%CE%BD%CE%B1%CE%B9%CE%BA%CF%8E%CE%BD-%CF%80%CE%AF%CF%83%CF%89-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CF%80%CE%B9%CE%BF-%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CF%83%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CF%85%CF%82-%CF%80%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B5%CF%82-%E2%80%93-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%B5%CF%82-%CE%B6%CF%89%CE%B3%CF%81%CE%AC%CF%86%CE%B9%CE%B6%CE%B1%CE%BD-%CE%BF , http://evaneocleous.blogspot.com/2010/10/1881-1973.html , http://newpost.gr/politiki/97755/ntora-maar-i-istoria-tis-moysas-piso-apo-ton-pinaka-toy-pikaso-poy-klapike

O ποιητής και η Μούσα

Ο πίνακας “Ο ποιητής και η Μούσα” είναι έργο του υπερρεαλιστή ζωγράφου, ποιητή και σκηνογράφου Νίκου Εγγονόπουλου.

Ο ποιητής και η Μούσα , 1938

Ο Εγγονόπουλος γεννιέται στην Πλάκα της Αθήνας στις 21 Οκτωβρίου του 1907, και μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη. Έρχεται σε επαφή με τη γαλλική παιδεία και οι πρώτες του σπουδές, τις οποίες δεν ολοκληρώνει, είναι στο Παρίσι, στον τομέα της Ιατρικής. Το 1932 αρχίζει να φοιτά στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, με καθηγητή τον Παρθένη, και στο εργαστήρι του Φώτη Κόντογλου, με συμμαθητή τον Τσαρούχη. Ο πίνακας “Ο ποιητής και η Μούσα” δημιουργήθηκε κατά το τελευταίο έτος των σπουδών του, το 1938. Τότε κυκλοφόρησε, επίσης, και η πρώτη ποιητική του συλλογή, “Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν”, ενώ άρχισε να αναλαμβάνει την σκηνογραφία και την ενδυματολογία πλήθους θεατρικών παραστάσεων. Η πρώτη του ατομική έκθεση πραγματοποιήθηκε ένα χρόννο αργότερα. Εκτός από τις παραπάνω δραστηριότητες ο Εγγονόπουλος μεταφράζει ποιήματα και εικονογραφεί βιβλία. Το 1941 επιστρατεύεται στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, στο αλβανικό μέτωπο. Μετά το πέρας του πολέμου αρχίζει να εργάζεται με απόσπαση στην έδρα Διακοσμητικής και Ελευθέρου Σχεδίου του Ε.Μ.Π., κοντά στον Δ. Πικιώνη (στη συνέχεια θα γίνει καθηγητής Ελευθέρου Σχεδίου και Γενικής Ιστορία της Τέχνης) και το 1949 συμμετέχει στην ίδρυση του καλλιτεχνικού ομίλου “Αρμός”, που είχε ως στόχο την προώθηση τη καλλιτεχνικής κίνησης στην Ελλάδα. Εξακολουθεί τις εικονογραφήσεις, τις δημοσιεύσεις και τη συμμετοχή με τους πίνακές του σε διεθνείς εκθέσεις. Απολαμβάνει πολλές διακρίσεις, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, τόσο στην ποίηση όσο και στη ζωγραφική. Το 1985, Ο Ν. Εγγονόπουλος πεθαίνει στην Αθήνα από ανακοπή, σε ηλικία 78 ετών.

Ο ποιητής και η Μούσα, λεπτομέρεια

Ο πίνακας “Ο ποιητής και η Μούσα” είναι μια ελαιογραφία σε μουσαμά και σήμερα βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη, στην Αθήνα. Το έργο είναι χαρακτηριστικό δείγμα του υπερρεαλιστικού ύφους του Εγγονόπουλου. Ενώ υπάρχουν εμφανείς συμβολισμοί κυριαρχεί το παράλογο, ανορθόδοξο και συνειρμικό στοιχείο. Κεντρικές φιγούρες του πίνακα είναι η μούσα και ο ποιητής. Η μούσα έχει αρχαιοελληνική ενδυμασία. Είναι όρθια, το κεφάλι της είναι ένας πάπυρος και με το ένα της χέρι δίνει ένα βιολί στον ποιητή.

Ο ποιητής βρίσκεται καθιστός, όμοιος με κούκλα -επιρροή του Ντε Κίρικο στον Εγγονόπουλο – έτοιμος να λάβει το δώρο της Μούσας. Από τα χέρια του τα μπράτσα είναι αόρατα. Στον τοίχο διακρίνεται ένα ταυ και ένα τρίγωνο, ως σύμβολα της λογικής που εφαρμόζεται στο λόγο και την ποίηση, ενώ στο πάτωμα είναι ζωγραφισμένα ψάρια – πιθανός συμβολισμός της ποίησης – και διάφοροι γεωμετρικοί όγκοι, που έρχονται σε αντιπαράθεση με αυτά στο μάτι του παρατηρητή. Ένα ακόμη στοιχείο στο πάτωμα είναι ο κόκκινος κύβος, μέσα στον οποίο διακρίνεται ένας εξωτερικός χώρος. Τα όρια του χώρου στον πίνακα είναι δυσδιάκριτα. Πίσω από τις δύο φιγούρες απεικονίζεται ένα τοπίο, χωρίς ωστόσο να γίνεται σαφές αν πρόκειται για πίνακα ή παράθυρο, με ένα νεοκλασικό κτίριο. Επίσης, στο δεξιό άκρο του πίνακα , εκεί όπου η λογική θα όριζε τον τοίχο του χώρου που βρίσκεται ο Ποιητής και η Μούσα, υπάρχει ένα θαλασσινό τοπίο, σαν να είναι ο “τοίχος” διάφανος ή ανύπαρκτος. Τα σύννεφα του τοπίου και του πίνακα – παραθύρου είναι ενιαία. Η τοποθέτηση χαρακτήρων και αντικειμένων θυμίζει θεατρικό σκηνικό. Αξίζει να προσέξουμε την αντρική και γυναικεία φιγούρα στο θαλασσινό τοπίο, η εμφάνιση και η ενδυμασία των οποίων δημιουργεί αντίθεση με το κύριο ζεύγος ποιητή – μούσας.

Ο Ν. Εγγονόπουλος

Ο Εγγονόπουλος δέχθηκε έντονες επιρροές από τη βυζαντινή αγιογραφία και τον Φ. Κόντογλου, οι οποίες είναι φανερές στο έργο ” ο ποιητής και η Μούσα”. Η φωτοσκίαση γίνεται, κατά τον Βυζαντινό τρόπο, δουλεύοντας με ένα χρώμα τη φορά και φωτίζοντας ή σκουραίνοντας το ίδιο χρώμα για την απόδοση σκιών και όγκων. Επίσης εναλλάσσει αρμονικά θερμούς και ψυχρούς τόνους, κάτι που εφάρμοζε και ο δάσκαλός του, ο Παρθένης. Άμεσο αποτέλεσμα είναι η καθαρότητα των αποχρώσεων στους πίνακές του, κάτι που προκύπτει και από την κυριαρχία των τριών βασικών χρωμάτων (κόκκινου, κίτρινου και μπλε). Ένα ακόμη στοιχείο της τεχνικής του Εγγονόπουλου είναι τα ξεκάθαρα σχήματα στους πίνακές του. Τα σχέδιά του έχουν φανερά όρια, ενώ οι μορφές του έχουν χαρακτηριστικές αναλογίες: είναι σχεδόν τρισδιάστατες, με πολύ λεπτή μέση και μεγάλα άνω και κάτω άκρα. Η αίσθηση της προοπτικής στο χώρο -όπως βρίσκεται και στους πίνακες του Ντε Κίρικο – φαίνεται να είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον Ν. Εγγονόπουλο.

Αυτό που καταφέρνει ο Εγγονόπουλος με τρόπο μοναδικό είναι να συνταιριάζει στοιχεία της ελληνικής κουλτούρας όπως προέκυψαν από την πορεία της ιστορίας της. Η ιδέα της έμπνευσης του ποιητή με τη βοήθεια της Μούσας από την αρχαία Ελλάδα, βρίσκει τη μορφή της σε μια βυζαντινή τεχνοτροπία αναμειγμένη με υπερρεαλιστικά στοιχεία – μορφές φαντασιακές και ετερόκλητα στοιχεία με παραδοξότητες στον πίνακα, που προχωρούν πέρα από τα όρια της συνείδησης και βασίζονται στο συνειρμικό στοιχείο.

ΠΗΓΕΣ

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%95%CE%B3%CE%B3%CE%BF%CE%BD%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82

http://www.engonopoulos.gr/_homeEL/

https://www.sansimera.gr/biographies/202

https://www.elculture.gr/blog/article/%CE%BD%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82-%CE%B5%CE%B3%CE%B3%CE%BF%CE%BD%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%AD%CE%BA%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B7/

http://www.pi-schools.gr/lessons/aesthetics/eikastika/afises/index.php?id=41&v=1