Continue reading “«Οι Άθλιοι» του Βίκτωρος Ουγκώ: ένα έργο, “Κοινωνικό Ευαγγέλιο””«Οι Άθλιοι» γράφτηκαν για όλα τα έθνη. Δεν ξέρω αν θα διαβαστούν απ’ όλους, όμως εγώ για όλους τούς έγραψα. Όπου ο άνθρωπος ζει αμόρφωτος και απελπισμένος, όπου η γυναίκα πουλάει το κορμί της για μια μπουκιά ψωμί, όπου το παιδί υποφέρει από αγραμματοσύνη κι από έλλειψη παιδείας, το βιβλίο των «Αθλίων» χτυπά την πόρτα φωνάζοντας δυνατά: «Ανοίξτε μου! Έρχομαι για σας!» Στο σκοτεινό σημείο όπου βρίσκεται ο σημερινός πολιτισμός, ο άθλιος ονομάζεται ΑΝΘΡΩΠΟΣ που αγωνιά κάτω απ’ όλα τα κλίματα και τα καθεστώτα και που στενάζει σ’ όλες τις γλώσσες”.
Ετικέτα: Παρίσι
“Το φάντασμα της όπερας”: το musical αριστούργημα του Andrew Lloyd Webber
Ο Andrew Lloyd Webber δεν χρειάζεται συστάσεις… Είναι ο δημιουργός των μεγάλων και δημοφιλών musical… Ανάμεσά στις επιτυχίες του, εκτός από τα “Cats” και “Evita”, βρίσκεται και το “Φάντασμα της Όπερας”. Το έργο, αποτελεί μια ωδή στον ανεκπλήρωτο έρωτα, στην αγάπη που φτάνει στα όρια της παραφροσύνης, στο πάθος της μουσικής δημιουργίας.
Βασισμένο στο γαλλικό μυθιστόρημα “Le Fantοme de l’Opera” από τον Gaston Leroux, η κεντρική πλοκή του περιστρέφεται γύρω από μια πανέμορφη σοπράνο, την Christine Daaé. Εκείνη, γίνεται το αντικείμενο του πόθου, η απόλυτη εμμονή μιας παραμορφωμένης μουσικής ιδιοφυΐας. Η νουβέλα, εκδόθηκε για πρώτη φορά, από τις 23 Σεπτεμβρίου του 1909 έως τις 8 Ιανουαρίου του 1910 στην ημερήσια γαλλική εφημερίδα Le Gaulois. Στα τέλη δε του Μαρτίου του 1910, εκδόθηκε σε μορφή τόμων από την Pierre Lafitte.
Η πλοκή βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε ιστορικά γεγονότα της Όπερας του Παρισιού του 19ο αιώνα και σε μια ιδιαίτερη ιστορία σχετικά με τη χρήση του σκελετού μίας πρώην μαθήτριας μπαλέτου στο Der Freischütz του Carl Maria Von Weber, το 1841. Η επιτυχία που είχε η μεταφορά του βιβλίου στο θέατρο και στον κινηματογράφο ήταν τεράστια. Εκείνες όμως που ξεχώρισαν, ήταν η ταινία του 1925 με τον Λον Τσάνεϊ και το μιούζικαλ του Andrew Lloyd Weber του 1986.
Όπως προαναφέρθηκε, η ιστορία διαδραματίζεται στο Παρίσι του 19ου αιώνα. Βρισκόμαστε στα τέλη του αιώνα, σε μια δημοπρασία στην Όπερα, ο Ραούλ ντε Σανί, ηλικιωμένος πια, στην αναπηρική καρέκλα, αγοράζει ένα μουσικό κουτί, από όπου ακούγεται μια γνώριμη μελωδία. Επόμενο κομμάτι, ο πολυέλαιος της όπερας, ο οποίος υψώνεται, επιτρέποντας ένα ταξίδι στη μνήμη του υποκόμη, στη μαγευτική όπερα του Παρισιού, στις αρχές του αιώνα…
Όλα ξεκινούν, όταν η φημισμένη όπερα του Παρισιού, αποκτά νέους ιδιοκτήτες, οι οποίοι σύντομα έρχονται αντιμέτωποι με την εγωκεντρική πριμαντόνα, τις οικονομικές ελλείψεις της όπερας και με ένα “Φάντασμα”, το οποίο, καθώς γράφει τη μουσική για τα έργα της όπερας, έχει απαιτήσεις και αυτοαποκαλείται ιδιοκτήτης της όπερας. Καθώς η σοπράνο παραιτείται, οι νέοι ιδιοκτήτες, Αρμάν Μονσαρμάν και Φερμάν Ρισάρν, αναζητούν νέα σοπράνο και την βρίσκουν στο πρόσωπο της νεαρής καλλιτέχνιδας, Σουηδικής Καταγωγής, κόρη διάσημου βιολιστή, Κριστίν Ντααέ. Αν και ορφανή τώρα, η Κριστίν νιώθει την παρουσία του πατέρα της, μέσα από τον “Άγγελο της Μουσικής”, που ο πατέρας της είχε υποσχεθεί, πως θα την προστατεύει και θα την καθοδηγεί. Και τα λόγια του βγαίνουν αληθινά, αν και μάλλον δεν πρόκειται για άγγελο, αλλά για ένα παραμορφωμένο άνθρωπο, που ζει και κρύβεται στο υπόγειο της σκηνής. Το Φάντασμα ερωτεύεται τη φωνή της νεαρής Κριστίν.
Όμως δεν είναι ο μοναδικός που γοητεύεται από τη νέα σοπράνο. Ο Ραούλ ντε Σανί έχει ερωτευτεί σφόδρα τη νεαρή καλλιτέχνιδα. Ο υποκόμης είναι αδελφικός φίλος της Κριστίν, καθώς είναι μαζί από παιδιά. Και ενώ και οι δύο την διεκδικούν, το “Φάντασμα” την οδηγεί στο κρησφύγετό του. Η Κριστίν, προσπαθεί να αποκαλύψει το πρόσωπο που κρύβεται πίσω από τη μάσκα, αλλά το “Φάντασμα” εξοργίζεται, την απομακρύνει και για μια περίοδο, αφοσιώνεται στο μουσικό του έργο. Με το πέρασμα του χρόνου, η Κριστίν προσπαθεί να κρύψει τα αισθήματα της για τον Ραούλ, αποκαλύπτονται τα μυστικά της για τον Άγγελο της Μουσικής και την απαγωγή της από το φάντασμα της Όπερας.
Σύντομα, η Καρλότα επιστρέφει στην Όπερα, και η Κριστίν δεν είναι πλέον η πρωταγωνίστρια στην σκηνή. Το γεγονός αυτό, πυροδοτεί μια έκρηξη θυμού του φαντάσματος,το οποίο και τον οδηγεί στον απαγχονισμό επί της σκηνής, ενός τεχνικού. Η Κριστίν, τρομαγμένη αποκαλύπτει όλη την αλήθεια στον Ραούλ. Εκείνη, στην αρχή αποδίδει την απίστευτη πρόοδο στην τέχνη της σε έναν «ουράνιο» ,όπως θεωρούσε, δάσκαλο. Τώρα αντιλαμβάνεται πως αυτός ο “Άγγελος”, δεν είναι ένα παραδεισένιο πλάσμα, αλλά ένας “Άγγελος του Θανάτου” από τον οποίο δε μπορεί να ξεφύγει… Δίνει αιώνιους όρκους αγάπης με τον Ραούλ.
Ο χρόνος περνάει, δίχως ίχνος του φαντάσματος. Σύντομα, οργανώνεται η εκδήλωση των μασκαράδων. Το γλέντι,ο χορός και το τραγούδι, κρατά μέχρι να παρουσιαστεί το “Φάντασμα”, παραδίδοντας τη νέα του Όπερα, τον “Δον Χουάν τον Θριαμβευτή”. Η επανεμφάνιση του τερατόμορφου πλάσματος προκαλεί ανησυχία σε όλους και περισσότερο στον Ραούλ, που φοβάται για την αγαπημένη του. Την κρατά προστατευμένη, μέχρι που εκείνη φεύγει κρυφά για να επισκεφθεί τον τάφο του πατέρα της. Στο νεκροταφείο, βρίσκει τον Έρικ και ο Ραούλ, τον προκαλεί σε μονομαχία. Ο Ραούλ είναι πλέον αποφασισμένος… Θα τον παγιδεύσει.
Η ευκαιρία βρίσκεται με αφορμή την πρεμιέρα του “Δον Χουάν τον Θριαμβευτή”. Το “Φάντασμα” εκτελεί τον πρωταγωνιστή και βρίσκεται στη σκηνή, μαζί με το αντικείμενο του πόθου του, την Κριστίν. Η νεαρή σοπράνο, βγάζει τη μάσκα του και αποκαλύπτει το αποκρουστικό του. Εκείνος την απαγάγει και την οδηγεί στο κρησφύγετό του. Τότε η μαντάμ Ζιρί,η θυρωρός της όπερας, εκμυστηρεύεται στον Ραούλ, όσα συνέβησαν στον Έρικ. Τον πληροφορεί για τα νεανικά του χρόνια που λόγω της παραμόρφωσής του, υπήρξε έκθεμα σε τσίρκο και για το πώς εκείνη τον έσωσε και του προσέφερε καταφύγιο στην όπερα.
Ο Ραούλ βρίσκει την αγαπημένη του και το Φάντασμα, όμως αιχμαλωτίζεται. “Ο Άγγελος της Μουσικής” θέτει στην αγαπημένη του ένα δίλημμα. Είτε θα επιλέξει τον ίδιο και θα προσφέρει την ελευθερία στον υποκόμη ή που θα επιλέξει τον Ραούλ, καταδικάζοντάς τον σε θάνατο. Επειδή όμως αγαπάει την Κριστίν παράφορα και αγάπη σημαίνει να αφήνεις τον άλλον ελεύθερο, ο Έρικ τους προσφέρει την ελευθερία τους και εκείνος μένει μόνος του, στο παγερό υπόγειο, ακούγοντας τη μελωδία του μουσικού κουτιού, μόνος και προδομένος από την αγάπη….
Το musical άνοιξε το 1986 στο West End του Λονδίνου και το 1988 στο Broadway. Είναι η πιο μακροχρόνια παράσταση που τρέχει στην ιστορία του Broadway και γιόρτασε στις 11 Φεβρουαρίου του 2012 τις 10,000 παραστάσεις της. Μετά τους Άθλιους, είναι δεύτερη μακροβιότερη στα μιούζικαλ του West End, και η τρίτη μακροβιότερη παράσταση γενικά στο West End μετά την Ποντικοπαγίδα.
Εκτιμάται ότι οι εισπράξεις της στο σύνολο ανέρχονται σε πάνω από 5,6 δις δολάρια και στο Broadway των ΗΠΑ 845 εκατομμύρια δολάρια. Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι Το Φάντασμα της Όπερας είναι η πιο οικονομικά επιτυχημένη ψυχαγωγική εκδήλωση έως τώρα. Μέχρι το 2011 το είχαν δει περισσότερο από 130 εκατομμύρια άνθρωποι σε 145 πόλεις σε 27 χώρες, και συνεχίζει να “ανεβαίνει” στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη.
Πηγή
Το Φάντασμα της Όπερας :το ωραιότερο musical του Andrew Lloyd Webber..
Αφιέρωμα στον πατέρα της αφηρημένης τέχνης: Βασίλι Καντίνσκι
«Οι μεγάλοι μου πίνακες γεννιούνται σιγά – σιγά μέσα στην καρδιά μου»
Στις 4 Δεκεμβρίου 1866 (ή 16 Δεκεμβρίου σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο) γεννιέται στη Μόσχα ο Βασίλι Βασίλιεβιτς Καντίνσκι. Μοναχογιός μιας εύπορης ρωσικής οικογένειας, ο Καντίνσκι είχε ξεκινήσει ήδη από τα παιδικά του χρόνια να ασχολείται με τις τέχνες, παίρνοντας μαθήματα μουσικής, ζωγραφικής και σχεδίου.
Το 1886 ξεκίνησε σπουδές νομικής και οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, ασχολούμενος παράλληλα στον ελεύθερο χρόνο του με τη ζωγραφική. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1892, έγινε μέλος της Ένωσης Νομικών και του προσφέρθηκε μία θέση λέκτορα στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας.
Την περίοδο αυτή γνώρισε και παντρεύτηκε την ξαδέλφη του Άνια Τσιμιάκινα. Παρά την ακαδημαϊκή του πορεία, το ενδιαφέρον του για την τέχνη παρέμενε ζωντανό και τονώθηκε ακόμα περισσότερο εξαιτίας δύο γεγονότων. Το πρώτο αφορούσε στην έκθεση των Γάλλων ιμπρεσιονιστών στη Μόσχα και το δεύτερο στην παρουσίαση του έργου Λόενγκριν του Ρίχαρντ Βάγκνερ στο Βασιλικό Θέατρο της Μόσχας, που εντυπωσίασε τον Καντίνσκι.
Το 1896, σε ηλικία τριάντα ετών, εγκατέλειψε τη Μόσχα και εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Μόναχο, με σκοπό να ακολουθήσει τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες. Η πόλη του Μονάχου ήταν εκείνη την εποχή καλλιτεχνικό κέντρο ενώ από το 1892 είχε δημιουργηθεί η Απόσχιση (Sezession) του Μονάχου, ομάδα που συσπείρωνε καλλιτέχνες που ακολουθούσαν διαφορετικές τεχνοτροπίες. Ο Καντίνσκι φοίτησε αρχικά στη σχολή ζωγραφικής του Αντόν Αζμπέ και αργότερα προσέγγισε τον Φραντς φον Στουκ, ο οποίος αποτελούσε έναν από τους σημαντικότερους δασκάλους σχεδίου και ζωγράφους. Εκείνος του πρότεινε να παρακολουθήσει μαθήματα στην Ακαδημία του Μονάχου, ωστόσο ο Καντίνσκι απέτυχε στις εξετάσεις και όταν πλησίασε εκ νέου τον Στουκ, τον δέχθηκε στην τάξη του, όπου υπήρξε συμφοιτητής με τον Πάουλ Κλέε.
Τον επόμενο χρόνο εγκατέλειψε το εργαστήριο του Στουκ με στόχο να ακολουθήσει αυτόνομη πορεία και να συνενώσει άλλους καλλιτέχνες που μοιράζονταν κοινά πρότυπα και αντιλήψεις. Το 1901 ίδρυσε την ένωση Phalanx και οργάνωσε την πρώτη έκθεση έργων δικών του καθώς και άλλων καλλιτεχνών. Παράλληλα ξεκίνησε να δημοσιεύει κριτικές σε περιοδικά της Ρωσίας, καυτηριάζοντας το συντηρητισμό και τον ακαδημαϊσμό της καλλιτεχνικής σκηνής του Μονάχου. Μέχρι τη διάλυσή της το 1904, η Phalanx παρουσίασε συνολικά δώδεκα εκθέσεις, μέσα από τις οποίες αναδείχθηκε το έργο συμβολιστών, μεταϊμπρεσιονιστών και καλλιτεχνών της Αρ Νουβό. Στο σύνολό τους αντιμετωπίστηκαν με αδιαφορία ή εχθρότητα, καθώς θεωρήθηκαν αρκετά τολμηρές για τα δεδομένα της καλλιτεχνικής ζωής του Μονάχου. Ο ίδιος ο Καντίνσκι επεδίωκε μέσα από το έργο του, αλλά και σε συνεργασία με άλλους ομοϊδεάτες καλλιτέχνες, να θεμελιώσει μία νέα τάξη πραγμάτων στην τέχνη, στη βάση νέων αρχών. Την ίδια περίοδο δημιούργησε στενή σχέση με τη νεαρή ζωγράφο Γκαμπριέλε Μύντερ, με την οποία συνεργάστηκε και έζησε μετά το χωρισμό του από τη σύζυγό του.
Ο Καντίνσκι παρουσίασε έργα του στις εκθέσεις «Salon d’ Automne» και «Salon des Indépendants» στο Παρίσι, όπου είχε τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή με εκπροσώπους των κινημάτων του φωβισμού και του κυβισμού. Την Άνοιξη του 1908 επέστρεψε στο Μόναχο, έπειτα από σύντομα ταξίδια στη Δυτική Ευρώπη και τη Ρωσία, ενώ για μεγάλα διαστήματα έζησε στην μικρή πόλη Μούρναου, στους πρόποδες των Άλπεων. Τα έργα που ολοκλήρωσε εκεί χαρακτηρίζονταν από μεγάλες επιφάνειες έντονων χρωματισμών και αντιθέσεων, σταδιακά απομακρυνόμενων από το αναπαραστατικό στοιχείο και περισσότερο αφηρημένα.
Τον Ιανουάριο του 1909 ίδρυσε τη «Νέα Ένωση Καλλιτεχνών», οργανώνοντας ομαδικές εκθέσεις στο Μόναχο και κατορθώνοντας να προσελκύσει σε αυτές σημαντικούς καλλιτέχνες, όπως ο Ζωρζ Μπρακ και ο Πάμπλο Πικάσσο. Η νέα ανεικονική εικαστική εξέλιξη του Καντίνσκι βρήκε ωστόσο επικριτές και εξαιτίας της ακύρωσης εκθέσεων της Ένωσης για αυτό το λόγο, οδηγήθηκε στην παραίτησή του από τη θέση του προέδρου. Μαζί με το ζωγράφο Φραντς Μαρκ, σχεδίασε την έκδοση ενός βιβλίου, με τίτλο Γαλάζιος Καβαλάρης (Der Blaue Reiter) στο οποίο θα εξέθετε τις νέες κατευθύνσεις στην τέχνη.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1911 οργανώθηκε η πρώτη έκθεση της ομάδας του Γαλάζιου Καβαλάρη με συμμετοχή του Καντίνσκι, του Μαρκ, του Αουγκούστ Μάκε, του Ρομπέρ Ντελωναί και άλλων. Ο κατάλογος της έκθεσης προανήγγειλε επίσης την κυκλοφορία του ομώνυμου αλμανάκ, το οποίο προετοίμαζε ο Καντίνσκι σε συνεργασία με τον Μαρκ. Την ίδια περίπου περίοδο δημοσιεύτηκε η πραγματεία του Καντίνσκι Για το Πνευματικό στην Τέχνη, η οποία «υποστήριξε» την έκθεση εκθέτοντας συγχρόνως τις θεωρητικές ιδέες του. Για τον Καντίνσκι, όλες οι μορφές τέχνης είχαν αρχίσει να προσεγγίζουν το αφηρημένο, το οποίο αποτελούσε και τον αντικειμενικό τους σκοπό. Οι αντιλήψεις του για το χρώμα και τη δομή θα οδηγούσαν σε μία «καθαρή ζωγραφική», «[…] μία ανάμειξη χρώματος και φόρμας όπου το καθένα υπάρχει ξεχωριστά αλλά και μαζί, σε μία κοινή ζωή που ονομάζεται εικόνα και προκύπτει ως εσωτερική αναγκαιότητα.». Το κίνημα του Γαλάζιου Καβαλάρη ήταν για τους Καντίνσκι και Μαρκ κάτι ευρύτερο από ένα κίνημα στη ζωγραφική, φιλοδοξώντας να αποτελέσει έκκληση για μία πνευματική αναγέννηση σε όλες τις μορφές τέχνης. Η πρώτη ομαδική έκθεση της ομάδας περιόδευσε στην Κολωνία, το Βερολίνο, τη Βρέμη και τη Φραγκφούρτη. Τον Οκτώβριο του 1912 ο Καντίνσκι πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση στη γκαλερί Der Sturm του Χέρβαλτ Βάλντεν. Η δραστηριότητα της ομάδας έφθασε σύντομα στο απόγειό της, ωστόσο υπήρξε τελικά βραχύβια, διοργανώνοντας συνολικά δύο ομαδικές εκθέσεις.
Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, ο Καντίνσκι κατέφυγε στην Ελβετία ενώ αργότερα επέστρεψε στη Μόσχα. Τα προηγούμενα χρόνια, φρόντιζε να διατηρεί αρκετές επαφές με τη Ρωσία και τις καλλιτεχνικές εξελίξεις που διαδραματίζονταν εκεί. Ειδικότερα, είχε συνεργαστεί με τα μέλη του Γαλάζιου Ρόδου, μίας ομάδας συμβολιστών καλλιτεχνών, έχοντας συμμετοχή σε ομαδικές εκθέσεις τους.
Στη Ρωσία παντρεύτηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1911 για δεύτερη φορά, τη Νίνα Αντρεγιέφσκαγια, κόρη στρατηγού. Από το 1918 μέχρι το 1920 ασχολήθηκε με τη διδασκαλία της τέχνης και την αναδιοργάνωση των μουσείων, ως μέλος του Τμήματος Καλών Τεχνών (IZO). Παράλληλα, δίδασκε ως επικεφαλής στα Ελεύθερα Κρατικά Καλλιτεχνικά Εργαστήρια (SVOMAS) της Μόσχας και τα μαθήματά του ήταν βασισμένα στις ιδέες που είχε νωρίτερα διατυπώσει στο Για το πνευματικό στην τέχνη. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα διετέλεσε ακόμα διευθυντής του Ινστιτούτου για την Καλλιτεχνική Παιδεία (IΝChUK) της Μόσχας, το οποίο αργότερα εγκατέλειψε για τη Ρωσική Ακαδημία Αισθητικής, όπου προσπάθησε να καταρτίσει το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος Ψυχολογίας και Φυσιολογίας. Παράλληλα με τις διδακτικές του δραστηριότητες συμμετείχε σε επτά εκθέσεις ενώ έγραψε και αρκετά δοκίμια για τη ζωγραφική.
Μετά τη ρωσική επανάσταση και την επιβολή του δόγματος του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, τα έργα του απομακρύνθηκαν από τα μουσεία της Σοβιετικής Ένωσης και ο ίδιος αναχώρησε από την πατρίδα του εξαιτίας μίας σταθερής εχθρότητας εκ μέρους των συναδέλφων του.
Ο Καντίνσκι δίδαξε στη σχολή Μπάουχαους, προσκεκλημένος – όπως και άλλοι διακεκριμένοι καλλιτέχνες της εποχής – του ιδρυτή της Βάλτερ Γκρόπιους και κλήθηκε να αναλάβει το εργαστήριο τοιχογραφίας. Παράλληλα ανέλαβε ένα μάθημα με θέμα τη φόρμα, σε συνεργασία με το Πάουλ Κλέε και η διδασκαλία του ήταν εμπλουτισμένη με στοιχεία από προσωπικές του θεοσοφικές και αποκρυφιστικές μελέτες. Οι πίνακες του, εκείνης της περιόδου, διακρίνονται από μία αυστηρότητα και εμφανή γεωμετρικά στοιχεία. Τα θερμά χρώματα που χρησιμοποιούσε παλαιότερα στο Μόναχο, είχαν αντικατασταθεί από μία «ψυχρή» χρήση του χρώματος, χαρακτηριστικό της αποκαλούμενης και «ψυχρής περιόδου» του Καντίνσκι, που είχε τις απαρχές της στην περίοδο της Ρωσίας.
Στη σχολή της Βαϊμάρης παρέμεινε μέχρι το 1925 και έπειτα από αντιδράσεις κύκλων και κομμάτων της δεξιάς εγκαταστάθηκε αργότερα στο Ντεσάου, διδάσκοντας στην τοπική σχολή Μπάουχαους. Στα σημαντικότερα έργα του Καντίνσκι αυτής της περιόδου συγκαταλέγεται ο πίνακας Κίτρινο-κόκκινο-μπλε, ο οποίος συμπυκνώνει τη νέα στροφή του στον «ψυχρό ρομαντισμό». Μετά την εκστρατεία των Ναζί εναντίον του Μπάουχαους και το κλείσιμο της σχολής, ο Καντίνσκι εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, στο προάστιο Νεϊγύ-συρ-Σεν.
Το 1939, το μουσείο Jeu De Paume, αγόρασε το έργο του Σύνθεση ΙΧ, ενώ από την άλλη μεριά των συνόρων, πολλά έργα του καταστράφηκαν από το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας. Στις 13 Δεκεμβρίου 1944, πέθανε από αρτηριοσκλήρωση σε ηλικία 78 ετών και η ταφή του τελέστηκε στο Νεϊγί-συρ-Σεν.
Το μυστήριο πίσω από τους Αρλεκίνους του Πάμπλο Πικάσο
Τον Οκτώβριο του 1900 ο Πάμπλο Πικάσο επισκέπτεται για πρώτη φορά το Παρίσι, μαζί με τον φίλο του, Κάρλος Κασαχέμας αλλά αναγκάζεται μετά από δύο μήνες να γυρίσει στη Βαρκελώνη για να φέρει στο σπίτι του τον Κασαχέμας, ο οποίος περνούσε μια σοβαρή ψυχολογική κρίση. Στις 17 Φεβρουαρίου 1901 ο Κασαχέμας θα αυτοκτονήσει στο Παρίσι για συναισθηματικούς λόγους, αυτοκτονία για την οποία ο ζωγράφος αισθάνεται εν μέρει υπεύθυνος.
Η «γαλάζια περίοδος» (1901-1904) πηγάζει απευθείας από το θάνατο του Κασαχέμας η σκέψη του οποίου -όπως θα πει ο Πικάσο- τον «ώθησε να ξεκινήσει να ζωγραφίζει γαλάζια». Σ΄αυτήν την περίοδο συναντάμε για πρώτη φορά τον χαρακτηριστικό τύπο του Αρλεκίνου, του υπηρέτη που προέρχεται από την ιταλική Commedia dell’ Arte.
Το 1904 ο Πικάσο εγκαθίσταται μόνιμα στο Παρίσι και αρχίζει η «ροζ περίοδος» (1904-1906), στην οποία τα θέματα που κυριαρχούν είναι οι φιγούρες των σαλτιμπάγκων και των αρλεκίνων. Η γοητεία που ασκεί η Commedia dell’ Arte στους γάλλους διαννοούμενους μπολιάζει τον καλλιτέχνη.
Η διπλή και αινιγματική μορφή του αρλεκίνου, που είναι μισός δημιουργική θεότητα και μισός καταστρεπτικός δαίμονας, άσκησε ανεξάντλητη γοητεία στον Πικάσο και τη συναντάμε σε πολλά έργα του, διαφόρων τεχνοτροπιών. Ο Αρλεκίνος κατάγεται από τη διαβολική μορφή του Χελεκάιν, ενός μεσαιωνικού δαίμονα, επικεφαλής των νεκρών στα δάση της βόρειας Ευρώπης. Είναι ο ήρωας της μετάβασης, το σκοτεινό πνεύμα που φυλάει άγρυπνο τις πύλες των δύο βασιλείων, των ζωντανών και των νεκρών, της γης και του Άδη, αυτός που εμποδίζει τους νεκρούς να πάρουν τους ζωντανούς στον Κάτω Κόσμο. Ο Αρλεκίνος, όπως ο αρχαίος Ερμής, είναι ο αναιδής ανατροπέας του κατεστημένου.
Σε πολλούς πίνακες ο ίδιος ο Πικάσο ταυτίζεται με τον αρλεκίνο. Το alter ego του είναι ένας μυστηριακός χαρακτήρας με κλασικές ρίζες, ο οποίος συνδέεται με το θεό Ερμή, την αλχημεία και τον κάτω κόσμο. Ο αρλεκίνος μπορεί να γίνεται αόρατος και να ταξιδεύει σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου παίρνοντας οποιαδήποτε μορφή. Πρόκειται για ικανότητες που του έδωσε ο Ερμής. Ο Γκιγιόμ Απολινέρ, ο συμβολιστής ποιητής με τον οποίο ο ζωγράφος μοιραζόταν το ενδιαφέρον του για τους σαλτιμπάγκους και τους αρλεκίνους, ήταν αυτός που ταύτισε τον Πικάσο με τον αρλεκίνο, αποκαλώντας τον καλλιτέχνη «τρισμέγιστο». Την περίοδο της Αναγέννησης, με αυτόν τον χαρακτηρισμό εγκωμιαζόταν ο Ερμής, ο μυθικός εμπνευστής της «Ερμητικής Γραμματείας», ένας από τους προγόνους του αρλεκίνου.
Ο ζωγράφος είχε τη συνήθεια να ντύνεται με μια ριγέ μπλούζα, μεταφορά στη σύγχρονη πραγματικότητα του καρό ενδύματος του αρλεκίνου. Η αγάπη του Πάμπλο Πικάσο στον μικροαπατεώνα υπηρέτη του ιταλικού θεάτρου δρόμου μας χάρισε μια σειρά από υπέροχους αλλά και δημοφιλείς πίνακες του μεγάλου ζωγράφου.
Σε συνέντευξή του ο ίδιος ο ζωγράφος δηλώνει για τους Αρλεκίνους του:
“Δεν είμαι παρά ένας κοινός σαλτιμπάγκος, που κατάλαβε το πνεύμα των καιρών του και εξήντλησε όσο καλύτερα μπορούσε τη βλακεία, τη ματαιοδοξία, τη φιλοχρηματία των συγχρόνων του …”
Πηγές
Ανρί Ντε Τουλούζ-Λωτρέκ: “Στο Μουλέν Ρουζ”
Το έργο Στο Μουλέν Ρουζ (γαλλικά: Au Moulin Rouge) είναι μια ελαιογραφία σε καμβά του Γάλλου ζωγράφου Ανρί ντε Τουλούζ-Λωτρέκ.
Ο ζωγράφος
O Ανρί ντε Τουλούζ-Λωτρέκ ήταν Γάλλος ζωγράφος, χαράκτης, εικονογράφος και σχεδιαστής, του οποίου η εμβάθυνση στην πολύχρωμη και θεατρική παριζιάνικη ζωή στα τέλη του 19ου αιώνα, έδωσε μία συλλογή από συναρπαστικές, κομψές και προκλητικές εικόνες της σύγχρονης και μερικές φορές παρακμιακής ζωής εκείνης της εποχής.
Το έργο
Ζωγραφίστηκε μεταξύ της περιόδου 1892 και 1895. Είναι μέρος της σειράς έργων του Τουλούζ-Λωτρέκ που απεικονίζουν το καμπαρέ Μουλέν Ρουζ που χτίστηκε στο Παρίσι το 1889. Στα υπόλοιπα έργα συμπεριλαμβάνονται το “Στο Μουλέν Ρουζ, ο Χορός” και η αφίσα “Μουλέν Ρουζ: Λα Γκουλύ”.
Ο πίνακας απεικονίζει μια ομάδα από τρεις άνδρες και δύο γυναίκες που κάθονται γύρω από ένα τραπέζι. Από δεξιά προς τα αριστερά, οι άνθρωποι στο τραπέζι είναι: o Εντουάρντ Ντεζαντάν, η χορεύτρια Λα Μακαρονά, ο φωτογράφος Πωλ Σεσκό και ο φωτογράφος Μωρίς Γκιμπέρ. Η γυναίκα μπροστά και στα δεξιά είναι η αγγλίδα χορεύτρια Μέι Μίλτον. Στο βάθος, στα δεξιά, διακρίνεται η Λα Γκουλύ μαζί με παρέα. Στο βάθος, στα αριστερά βρίσκεται ο ίδιος ο Τουλούζ Λωτρέκ και ο Γκαμπριέλ Ταπιέ ντε Σελερόν.
O πίνακας “Στο Μουλέν Ρουζ” είναι ιδιοκτησίας του Ινστιτούτου Τέχνης του Σικάγο και μέρος της συλλογής Memorial Collection Helen Birch Bartlett, όπου πρωτοπαρουσιάστηκε στις 23 Δεκεμβρίου του 1930. Εκτέθηκε στο Λονδίνο το 2011 στο Courtauld Institute of Art. Σήμερα βρίσκεται στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο, ως μέρος της μόνιμης συλλογής του.
Το Μουλέν Ρουζ
Το καμπαρέ Μουλέν Ρουζ ιδρύθηκε το 1889. Βρίσκεται κοντά στη Μονμάρτη στην περιοχή Πιγκάλ, στη λεωφόρο Μπουλβάρ ντε Κλισί στο 18ο διαμέρισμα του Παρισιού και σήμα κατατεθέν του είναι ένας κόκκινος ανεμόμυλος στη στέγη του.
Το Μουλέν Ρουζ έγινε διάσημο αρχικά σε όλο το Παρίσι και αργότερα σε όλο τον κόσμο. Ένα από τα ιδιαίτερα δημοφιλή θεάματα ήταν ο όχι και τόσο σεμνός χορός καν- καν, που προκαλούσε θαυμασμό και δέος στους θαμώνες αλλά και τρομερή κοινωνική κατακραυγή στους ευυπόληπτους πολίτες. Σήμερα, το Μουλέν Ρουζ είναι ένα τουριστικό αξιοθέατο του Παρισιού, που προσφέρει ψυχαγωγία με μουσικά θεάματα σε επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Η διακόσμηση του καμπαρέ περιέχει ακόμα μεγάλο μέρος του ρομαντισμού και της ατμόσφαιρας του Παρισιού της Μπέλ Επόκ του τέλους του 19ου αιώνα.
Πηγές
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%84%CE%BF_%CE%9C%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%AD%CE%BD_%CE%A1%CE%BF%CF%85%CE%B6
Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ, ο αριστοκράτης νάνος που αναδείχθηκε σε γίγαντα της ζωγραφικής
Το σπουδαιότερο πράγμα που θα μάθεις ποτέ είναι να αγαπάς και να ανταποδίδεται η αγάπη σου. ~Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ
Σαν σήμερα το 1901 φεύγει από την ζωή ένας σπουδαίος καλλιτέχνης και ο άνθρωπος που έκανε την αφίσα τέχνη. Ο Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ ζωγράφισε, όπως κανένας άλλος πριν, τις ξέφρενες νύχτες του Παρισιού της Belle Epoque. Το όνομά του συνδέθηκε με τις γυναίκες των καμπαρέ και όλα όσα κρύβονταν πίσω από την έξαλλη ζωή των τελών του 19ου αιώνα, ενώ μαζί με τον Σεζάν, τον βαν Γκογκ και τον Γκογκέν, υπήρξε από τους σημαντικότερους εκφραστές της μετα-ιμπρεσιονιστικής εποχής. Εκτός από σημαντικός ζωγράφος, χαράκτης, εικονογράφος και σχεδιαστής, θεωρείται ο άνθρωπος που επέβαλλε την αισθητική της αφίσας. Στα έργα του απεικονίζει τον κόσμο της εποχής του με ειλικρίνεια, χιούμορ, αλλά και βαθιά αγάπη και κατανόηση.
Γεννήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1864 στο Αλμπί της νότιας Γαλλίας από μια παλιά οικογένεια ξεπεσμένων πλέον ευγενών, που έλαμψε την περίοδο των Σταυροφοριών. Οι γονείς του, ο κόμης Αλφόνσο και η κόμισσα Αντέλ ντε Τουλούζ-Λοτρέκ ήταν πρώτα ξαδέρφια, πράγμα διόλου ασυνήθιστο για τις οικογένειες της τάξης τους. Θεωρείται ότι ο νανισμός του Ανρί, που στην ενήλικη ζωή του δεν ξεπέρασε το 1,5 μέτρο ύψους, οφειλόταν σε αυτή την αιμομιξία. Η προβληματική του ανάπτυξη, η οποία επιδεινώθηκε ακόμα περισσότερο από ένα ατύχημα που είχε σε ηλικία 13 ετών, του κόστισε την κοινωνικότητά του. Σύντομα στράφηκε στον εαυτό του και στη ζωγραφική, μια δραστηριότητα που ποτέ δεν ενέκριναν οι, κατά τα άλλα αρκετά εκκεντρικοί και ανοιχτόμυαλοι, γονείς του. Ο θάνατος του μόλις ενός έτους αδελφού του, το 1867, επίσπευσε το διαζύγιο των γονιών του, οι οποίοι ασφυκτιούσαν ήδη στο γάμο τους, με αποτέλεσμα ο μικρός Ανρί να περάσει ένα μεγάλο μέρος της παιδικής του ηλικίας με την νταντά του.
Το 1882 έγινε δεκτός στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Πέντε χρόνια μετά άνοιξε δικό του εργαστήριο στη Μονμάρτρη. Ήταν η εποχή που η περιοχή αποκτούσε φήμη με τα καμπαρέ, όπου σύχναζε. Το στέκι του ήταν ο Μαύρος Γάτος, μέχρι το 1889, οπότε ένας επιχειρηματίας σκέφτηκε να ανοίξει ένα νυχτερινό κέντρο στην περιοχή και τον επέλεξε για να φτιάξει τις αφίσες της διαφήμισης. Το καμπαρέ ήταν το περίφημο Μουλέν Ρουζ. Αυτή η δουλειά έμελλε να τον κάνει διάσημο σε όλο το Παρίσι αρχικά και αργότερα σε ολόκληρο τον κόσμο.
Από την ημέρα των εγκαινίων του Μουλέν Ρουζ ο Τουλούζ-Λοτρέκ είχε πάντα το δικό του τραπέζι. Φίλες του ήταν οι δεκάδες χορεύτριες του καν-καν με τα μάλλον άκομψα παρατσούκλια όπως «Νανά η ακρίδα», «Γωγώ το στουπί», «Νινί το αέρινο βήμα». Αυτές οι γυναίκες, αλλά και οι γυναίκες γενικότερα, όλων των ηλικιών και των τάξεων, είναι τα πρόσωπα που τον ενέπνευσαν. Τα έργα του θεωρούνται χαρακτηριστικά της έντονης περιόδου των τελών του 19ου αιώνα, που περιγράφεται συνήθως με τον όρο «fin de siècle». Γνώριζε καλά το έργο των ιμπρεσιονιστών και ο πρώτος του πίνακας («Το τσίρκο Φερνάντο», 1888) θύμιζε από μορφική άποψη τον Μανέ, τον Ντεγκά και τον διάσημο την εποχή εκείνη σχεδιαστή αφισών Ζιλ Σερέ.
Σε ένα ταξίδι του στο Λονδίνο, ο Ανρί γνώρισε τον Oscar Wilde από τη φιλία των οποίων προέκυψαν αρκετά πορτρέτα του διάσημου συγγραφέα. Ένα βράδυ πριν τη δίκη του Oscar σχετικά με την προσβολή δημοσίας αιδούς λόγω της ομοφυλοφιλίας του, ο Ανρί του ζήτησε να ζωγραφίσει ένα τελευταίο πορτρέτο του, όμως ο Oscar αρνήθηκε λόγω της ψυχολογικής κατάπτωσης από τα γεγονότα και έτσι το έργο δημιουργήθηκε με βάση τη μνήμη του Ανρί. Την επόμενη μέρα ο Oscar κρίθηκε ένοχος και φυλακίσθηκε.
Η περίοδος που σύχναζε στο Μουλέν Ρουζ ήταν ιδιαιτέρως δημιουργική και ενδιαφέρουσα. Την εποχή της Belle Epoque ο Ανρί, έρχεται σε επαφή με τη θεατρική παριζιάνικη ζωή και συναναστρέφεται ανθρώπους σπουδαίους αλλά και περιθωριακούς. Μεταξύ άλλων γνώρισε τον Ρενουάρ, τον Μανέ, τον Σεζάν, τον Ντεγκά και έγινε φίλος με τον βαν Γκογκ. Από την άλλη, συναναστρέφεται με ηθοποιούς, πόρνες, μέθυσους, «μπαρόβιους», που μαζί τους πίνει το δικό του ποτό εξάρτησης αλλά και έμπνευσης, σε κακόφημα στέκια της Μονμάρτης.
Ο κοινωνικός αφορισμός που τον κυνηγούσε σε κάθε του βήμα τον οδήγησε γρήγορα στον αλκοολισμό και έτσι πέρασε τα νεανικά του χρόνια πίνοντας μπύρα και κρασί. Μεγαλώνοντας ο ίδιος μεγάλωσε και η περιεκτικότητα του οινοπνεύματος που περιείχαν τα ποτά του και πιο συγκεκριμένα έγινε καλός φίλος με το αψέντι. Φήμες λένε ότι κουβαλούσε πάντα πάνω του ένα φλασκί ενώ στην πορεία ήρθε η στιγμή που «υπέγραψε» τη δική του συνταγή στο κοκτέιλ Earthquake, η ονομασία του οποίου αποδίδεται στο έντονο κούνημα που προκαλεί η ισχυρή δόση αλκοόλ που περιέχει. Το ποτό παρασκευάζεται προσθέτοντας 3 δόσεις αψέντι και 3 δόσεις κονιάκ σε ένα κολωνάτο κρασοπότηρο.
Ο Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ ζει γρήγορα γιατί ξέρει ότι θα πεθάνει νωρίς. Δημιουργία, καλοπέραση, ποτό, sex, συναναστροφή αλλά και εσωστρέφεια. Τα ξέφρενα γλέντια και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ όμως σύντομα άφησαν το στίγμα τους στην ήδη εύθραυστη υγεία του, η οποία κλονίστηκε στη συνέχεια από τη σύφιλη, την οποία πιθανώς κόλλησε από μια πόρνη (και πρωταγωνίστρια σε πολλούς από τους πίνακές του), ονόματι Rosa La Rouge . Κατά τη διάρκεια των ετών 1897-1898 η κατάσταση του συνεχώς χειροτέρευε. Το σώμα του παρέλυσε σιγά σιγά και δεν μπορούσε να περπατήσει ούτε καν να καταπιεί.
Στις 9 Σεπτεμβρίου του 1901, σε ηλικία 37 ετών, άφησε την τελευταία του πνοή στην αγκαλιά της μητέρας του, έχοντας ήδη προσφέρει ένα μεγάλο έργο 600 πινάκων, 330 λιθογραφιών, 30 αφισών και χιλιάδων σχεδίων. Μετά το θάνατό του, η μητέρα του χρηματοδότησε τη δημιουργία μουσείου στη γενέτειρά του.
Ζωγραφίζω πράγματα όπως είναι. Δεν σχολιάζω.
~ Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ
ΠΗΓΕΣ: https://www.mononews.gr/life-style/anri-nte-toulouz-lotrek-o-anthropos-pou-ekane-tin-afisa-techni , http://artinews.gr/%CF%84%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%8D%CE%B6-%CE%BB%CF%89%CF%84%CF%81%CE%AD%CE%BA-%CE%BF-%CE%AC%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%82-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CE%B3%CE%B1%CF%80%CE%BF%CF%8D%CF%83%CE%B5-%CF%84%CE%B9%CF%82-%CE%B3%CF%85%CE%BD%CE%B1%CE%AF%CE%BA%CE%B5%CF%82.html , https://www.lavart.gr/5-pragmata-pou-de-gnorizeis-gia-ton-anri-nte-toulouz-lotrek/ , https://www.klik.gr/gr/el/eikastika/anri-nte-toulouz-lotrek-to-spoudaiotero-pragma-pou-tha-matheis-pote-einai-na-agapas/ ,
Το Παρίσι μέσα από το παράθυρό μου
Το σημερινό έργο τέχνης της ημέρας είναι ένας πίνακας του Μαρκ Σαγκάλ, «Το Παρίσι μέσα από το παράθυρο μου».
Ο Σαγκάλ γεννήθηκε στη σημερινή Λευκορωσία τον Ιούλιο του 1887, από Εβραίους γονείς. Από μικρός ασχολήθηκε με το σχέδιο όπως και με τη μουσική και οι πρώτες του σπουδές στη ζωγραφική ήταν στη σχολή του Γεχούντα Πεν (Επίσης σημερινή Λευκορωσία). Στα 21 του έτη εγκαταστάθηκε στην Αγία Πετρούπολη για να συνεχίσει τις σπουδές του στην ζωγραφική, αφού κατάφερε να πάρει υποτροφία στη γνωστή σχολή Svanseva. Λίγα χρόνια αργότερα ο Μαρκ Σαγκάλ ταξίδεψε στο Παρίσι. Το ταξίδι αυτό πρέπει να υπήρξε καθοριστικό για την διαμόρφωση του ιδιαίτερου ύφους του ζωγράφου. Η πόλη αυτή έγινε η δεύτερη πατρίδα του, με πολλούς από τους πίνακές του να αντλούν έμπνευση από εκεί.
Η σταδιοδρομία του Σαγκάλ συνεχίστηκε στην Ρωσία, εξαιτίας της έναρξης του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Ωστόσο η υποχρηματοδότηση συνέβαλε στην μετακόμισή του στο Βερολίνο αρχικά και κατόπιν στο Παρίσι λίγο αργότερα. Την περίοδο αυτή η καριέρα του απογειώθηκε. Η έναρξη ωστόσο του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου ανάγκασε το ζωγράφο να διαφύγει με την οικογένεια του στις ΗΠΑ για να γλιτώσει από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Επέστρεψε ξανά στη Γαλλία στα τέλη της δεκαετίας του ‘40 και η φήμη του άρχισε να εξαπλώνεται. Ως το τέλος της ζωής του είχε πραγματοποιήσει πλήθος διεθνών εκθέσεων και είχε λάβει διακρίσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα τελευταία χρόνια εκτός από πίνακες δημιούργησε σπουδαίες τοιχογραφίες, ψηφιδωτά και υαλογραφήματα. Ο Μαρκ Σαγκάλ πέθανε στη νότια Γαλλία, στην κοινότητα του Αγίου Παύλου σε ηλικία 97 ετών, το 1985.
Η ζωγραφική του Σαγκάλ, είναι κατά κύριο λόγο εξπρεσσιονιστική, ωστοσο το ιδιαίτερο στυλ του είναι αποτέλεσμα ποικίλων επιρροών. Αρχικά, στη σχολή όπου φοίτησε ο Σαγκάλ στην Αγία Πετρούπολη δίδασκε ο συμβολιστής ζωγράφος Λέον Μπάκστ. Όταν εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, του δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει ζωγράφους όπως ο Γκωγκέν, ο Ματίς και ο Βαν Γκογκ και να έρθει σε επαφή με το κίνημα του ιμπρεσιονισμού. Επίσης, φαίνεται πως ο Σαγκάλ αξιοποίησε στους πίνακες του και το κυβιστικό στυλ, επηρεαζόμενος από τον Ρομπέρ Ντελωναί κατά κύριο λόγο. Ακόμη, από την ζωγραφική του Μαρκ Σαγκάλ δε λείπουν στοιχεία ρωσικού φολκλόρ και εβραϊκής παράδοσης, ενώ κατά την ύστερη περίοδο της δημιουργίας του, ο ζωγράφους χρησιμοποίησε θέματα αρχαιοελληνικής μυθολογίας, καθώς και εικόνες από την καθημερινή ζωή.
Ο πίνακας «Το Παρίσι μέσα από το παράθυρό μου» μαρτυρεί πλήθος στοιχείων για το καλλιτεχνικό ύφος του Σαγκάλ . Είναι μία ελαιογραφία που χρονολογείται στα 1913 και αναπαριστά ένα τοπίο: το Παρίσι όπως φαίνεται μέσα από ένα μισάνοιχτο παράθυρο. Τα επίπεδα του πίνακα είναι τρία: Σε πρώτο πλάνο φαίνεται μία καρέκλα και ένα βάζο με λουλούδια, βασικά στοιχεία της διακόσμησης ενός δωματίου. Υπάρχει επίσης ένας άνθρωπος στα δεξιά, που έχει δύο πρόσωπα: ένα λευκό, χαρούμενο και ένα σε αποχρώσεις του μπλε, θλιμμένο. Κρατάει μια μικρή καρδιά, γεγονός που υποδηλώνει ότι είναι ερωτευμένος. Ο πίνακας σταδιακά αρχίζει να παίρνει μία εξωπραγματική διάσταση, αφού το συναίσθημα περιπλέκεται με την πραγματικότητα.
Η αίσθηση του παραλόγου εντείνεται στο δεύτερο επίπεδο του πίνακα, όπου διακρίνουμε μία γάτα με ανθρώπινο πρόσωπο, πιθανό σύμβολο του ψυχισμού του ζωγράφου. Η ταύτιση ανθρώπων και ζώων, ως συγγενικών όντων, είναι ένα σήμα κατατεθέν του Σαγκάλ. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό του μεγάλου αυτού καλλιτέχνη, που διακρίνουμε στον πίνακα είναι ο αυθορμητισμός και η παιδικότητα, συνδυασμένα με ένα ονειρικό στοιχείο. Η γάτα παρακολουθεί εκστασιασμένη, όπως ακριβώς ένα μικρό παιδί, όσα διαδραματίζονται στο τρίτο επίπεδο του πίνακα.
Στον ορίζοντα λοιπόν διακρίνεται ένα τρένο να τρέχει ανάποδα, κι ένα ζευγάρι που ίπταται, με τον άντρα σχεδόν να συγκρούεται με τη γυναίκα, στη βάση του Πύργου του Άιφελ. Παράλληλα ένας άλλος άντρας πετάει με αλεξίπτωτο σε κοντινή απόσταση. Οι παραστάσεις αυτές μπορούν να πάρουν συμβολική σημασία, λμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο ο Σαγκάλ σχεδίαζε να επιστρέψει στη Ρωσία προκειμένου να παντρευτεί την αγαπημένη του. Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι η εξωλογική διάσταση του πίνακα ολοκληρώνεται με τη χρήση των χρωμάτων. Τα χρώματα είναι έντονα , θερμα και ψυχρά και εντάσσονται σε γεωμετρικές επιφάνειες (κυβισμός). Το σκηνικό είναι σουρεαλιστικό, καθώς η πραγματικότητα διαστρεβλώνεται, δημιουργώντας ένα κλίμα συγκεχυμένο και ασαφές.
Όπως μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ο παρατηρητής, ο Μαρκ Σαγκάλ είναι ένας καλλιτέχνης με ευρείς ορίζοντες και αστείρευτο πειραματισμό. Αξιοποιεί την παράδοση και τη νεωτερικοτητα για να τελειοποιήσει την έκφραση του. Κυρίαρχο είναι το παραμυθικό στοιχείο, η αναπαράσταση ενός κόσμου ονειρικού, που φτάνει πέρα από το συνειδητό και το υλικό. Γι’ αυτό και κάθε πίνακας του Σαγκάλ μοιάζει να λέει τη δίκη του ιστορία και εντάσσει τον παρατηρητή σε έναν κόσμο συναισθημάτων που δύσκολα μπορεί να εξηγηθεί με λόγια. Το Παρίσι μέσα από το παράθυρό….του είναι ένα αντιπροσωπευτικότατο δείγμα τέτοιου είδους τέχνης!
ΠΗΓΕΣ:
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B1%CF%81%CE%BA_%CE%A3%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%AC%CE%BB
http://www.toperiodiko.gr/%CE%BC%CE%B1%CF%81%CE%BA-%CF%83%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%AC%CE%BB-%CE%BC%CF%85%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%86%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B9/#.XIhDh7LQCf1
https://www.diavasame.gr/page.aspx?itemid=spg1705
http://peritexnisologos.blogspot.com/2016/07/marc-chagall-1887-1985.html
https://www.tripadvisor.com.gr/Attraction_Review-g297310-d1219748-Reviews-Marc_Chagall_Home-Vitebsk_Vitebsk_Region.html
https://www.lifo.gr/articles/arts_articles/167667