Οι Βρετανοί και συγκεκριμένα το Royal National Theatre μετά από ψηφοφορία του το 1990 ανέδειξαν το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ ως το σημαντικότερο έργο του 20ου αιώνα στην αγγλική γλώσσα. Δεν χρειάζεται, συνεπώς, περαιτέρω εξήγηση του γιατί η συγκεκριμένη παράσταση έχει παρουσιαστεί αρκετές φορές στην παγκόσμια και την ελληνική θεατρική σκηνή.
Το έργο γράφτηκε το 1948. Δυο άνδρες, ο Βλαντιμίρ κι ο Εστραγκόν, συναντιούνται κοντά σε ένα δένδρο. Συζητάνε για διάφορα θέματα και ανακαλύπτουν ότι περιμένουν έναν άνδρα, που ονομάζεται Γκοντό. Όσο περιμένουν, εμφανίζονται άλλοι δυο, ο Πότζο και ο Λάκι: ο πρώτος πηγαίνει στην αγορά για να πουλήσει το δεύτερο, που είναι δούλος του. Ο Πότζο συζητάει με το Βλαντιμίρ και τον Εστραγκόν όσο ο Λάκι τους διασκεδάζει και στη συνέχεια φεύγουν. Στη συνέχεια, εμφανίζεται ένα αγόρι που λέει στο Βλαντιμίρ ότι είναι αγγελιαφόρος του Γκοντό: ο Γκοντό δε θα ‘ρθει σήμερα, αλλά σίγουρα θα έρθει αύριο. Αφού φύγει το αγόρι, οι δυο άνδρες αποφασίζουν να φύγουν, αλλά δεν μετακινούνται καθώς πέφτει η αυλαία.
Το επόμενο βράδυ, ο Βλαντιμίρ κι ο Εστραγκόν συναντιούνται ξανά κοντά στο δέντρο περιμένοντας τον Γκοντό. Εμφανίζονται ξανά ο Λάκι και ο Πότζο, μόνο που αυτή τη φορά ο πρώτος είναι μουγγός κι ο δεύτερος τυφλός. Ο Πότζο δε θυμάται τη συζήτηση με τους δυο άνδρες το προηγούμενο βράδυ, φεύγει μαζί με το Λάκι και οι δυο άνδρες συνεχίζουν να περιμένουν. Το αγόρι ξανάρχεται για να πει ότι ο Γκοντό δε θα ‘ρθει, αλλά επιμένει ότι δε μίλησε χτες με το Βλαντιμίρ. Οι δυο άνδρες αποφασίζουν να αυτοκτονήσουν, προσπαθώντας να κρεμαστούν από το δέντρο, αλλά αποτυγχάνουν, γιατί σαν σχοινί έχουν μόνο τη ζώνη του ενός. Αποφασίζουν να φύγουν, αλλά η αυλαία πέφτει και κανείς από τους δυο δεν έχει φύγει από τη θέση του.
Το έργο έχει γίνει κατά καιρούς αντικείμενο πολλών ερμηνειών και συζητήσεων. Στην εποχή που γράφτηκε, ενσωμάτωνε την τραγική εμπειρία του παγκοσμίου πολέμου -που μόλις είχε τελειώσει- με την αναμονή για την ανασυγκρότηση πάνω στα ερείπια του ολέθρου.
Ο Μπέκετ προφανώς και καταπιάνεται μεταξύ άλλων με το «χάρισμά» μας να βαλτώνουμε στην όποια καθημερινότητα, να νίπτουμε τας χείρας μας για ό,τι μας συμβαίνει και να μην παίρνουμε την πρωτοβουλία να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα, ακόμα κι αν οι μοναδικοί υπαίτιοί τους είμαστε εμείς. Ένα αόρατο μαγικό χέρι θα σώσει τους ήρωες από αυτήν την κατάσταση που έχει ριζώσει όσο και το δέντρο γύρω από το οποίο τον περιμένουν καρτερικά. Παρόλο που ο Μπέκετ έχει διαψεύσει το ενδεχόμενο το όνομα Γκοντό να προέρχεται από το God (αγγλιστί θεός) και την κατάληξη -ot που έχουν αρκετά γαλλικά ονόματα, η αλήθεια είναι πως δεν πείθει ιδιαίτερα ότι δεν υπάρχει συσχετισμός.
Σήμερα, μέσα στο κλίμα του ζόφου και της ανασφάλειας που υπάρχει σε παγκόσμιο επίπεδο και ιδιαίτερα στην χώρα μας, οι ήρωες του Μπέκετ -που περιφέρονται σ’ ένα αφιλόξενο σύμπαν και περιμένουν απεγνωσμένα κάτι ή κάποιον- μοιάζουν τραγικά σύγχρονοι. Το έργο φαίνεται να έχει ιδιαίτερη απήχηση σε καιρούς κοινωνικής και πολιτικής κρίσης. Στην παρούσα οικονομική συγκυρία η απήχησή του ανανεώνεται και πάλι.
Ο καταναλωτισμός και η επί ματαίω απόκτηση υλικών αγαθών έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο. Ήρθε η ώρα για αναθεώρηση και απογύμνωση μέχρι τα στοιχειωδώς αναγκαία. Και δεν υπάρχει έργο πιο απογυμνωμένο, πιο στοιχειώδες από το «Περιμένοντας τον Γκοντό», για το οποίο ο Μπέκετ αρνήθηκε να αποκαλύψει τα μυστήριά του, πέρα από το ότι είναι ένα έργο «με γέλιο και δάκρυα».
ΠΗΓΕΣ: https://www.reader.gr/life/culture/eidame-tin-parastasi-perimenontas-ton-gkonto-sto-theatro-horos , https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82_%CF%84%CE%BF%CE%BD_%CE%93%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CF%84%CF%8C , https://www.elculture.gr/blog/perimenontas-ton-gonto/