H ΠΟΝΤΙΚΟΠΑΓΙΔΑ ΤΗΣ ΑΓΚΑΘΑ ΚΡΙΣΤΙ : Η ΜΑΚΡΟΒΙΟΤΕΡΗ ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ

Η Ποντικοπαγίδα (The Mousetrap ο πρωτότυπος τίτλος στα αγγλικά) είναι το πιο διάσημο ίσως θεατρικό έργο της Βασίλισσας του Μυστηρίου Αγκάθας Κρίστι αλλά και η μακροβιότερη παράσταση στην ιστορία του παγκόσμιου θεάτρου αφού παίζεται στο Λονδίνο από το 1952 ως και σήμερα.

Η υπόθεση του έργου εκτυλίσσεται στην εξοχική πανσιόν «Μόνκσγουελ Μάνορ», όπου επτά άνθρωποι, άγνωστοι μεταξύ τους, βρίσκονται αποκλεισμένοι εξαιτίας χιονόπτωσης. Γρήγορα, θα διαπιστώσουν ότι ανάμεσά τους βρίσκεται κι ένας στυγερός δολοφόνος, ο οποίος διαθέτει ξεχωριστή ευφυΐα και δεν είναι διατεθειμένος να εγκαταλείψει το νοσηρό του έργο, δίχως να πετύχει τον σκοπό του… που είναι η εκδίκηση. Τα ματωμένα του ίχνη συνοδεύονται από ένα μακάβριο μοτίβο «Τα τρία τυφλά ποντικάκια», ένα παιδικό τραγουδάκι που έχει κάποια μυστηριώδη σχέση με τον δολοφόνο και τα θύματά του. Ο αστυνόμος Τρότερ θα δοκιμάσει μία σειρά από έξυπνα τεχνάσματα, προκειμένου να παγιδεύσει τον δολοφόνο. Αλίμονο, όμως. Ο σατανικός αντίπαλός του, ξέρει να ξεγλιστράει…

Τον τίτλο “Ποντικοπαγίδα η Κρίστι τον εμπνεύστηκε από το θεατρικό έργο που στήνει ο Άμλετ στο ομώνυμο έργο του Σαίξπηρ για να συλλάβει την ενοχή της μητέρας και του πατριού του. Στήνει, δηλαδή, ένα θέατρο μέσα στο θέατρο, υιοθετώντας μια αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, προκειμένου να μπερδέψει τους ενόχους και να φέρει στο φως την αλήθεια. Με οκτώ εξωπραγματικούς ήρωες, που όλοι τους κρύβουν ένα μυστικό και βρίσκονται αντιμέτωποι με σκληρές αλήθειες και επικίνδυνα ψέματα. Καθώς ο φόβος τους κυκλώνει, η ώρα της κρίσης είναι εδώ. Μια ιστορία εκδίκησης με αιφνιδιαστικές ανατροπές, έξυπνα τεχνάσματα και μια ποντικοπαγίδα που περιμένει το επόμενο θύμα της. Το τέλειο σκηνικό για ένα θρίλερ μυστηρίου που μας κάνει να αγωνιούμε, και να αισθανόμαστε κι εμείς εγκλωβισμένοι στην πανσιόν καθώς οι προσπάθειες μας να ανακαλύψουμε τον δολοφόνο αποβαίνουν μάταιες. Ποιος άραγε θα καταφέρει να μείνει ζωντανός στο τέλος;

Μάλιστα, ήταν τέτοια η μυστικοπάθεια τα τελευταία 58 χρόνια, από τότε που ανέβηκε για πρώτη φορά στο θέατρο «Η Ποντικοπαγίδα», που μετά το τέλος κάθε παράστασης οι ηθοποιοί ζητούσαν από τους θεατές να μην αποκαλύψουν το τέλος σε όσους δεν το είχαν δει. 

«Τώρα που έχετε δει την Ποντικοπαγίδα είστε συνεργάτες μας στο έγκλημα και σας ζητάμε να κρατήσετε το μυστικό της κρυμμένο και κλειδωμένο στις καρδιές σας»

Όμως, το 2010 η διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια Wikipedia αποκάλυψε το καλύτερα κρυμμένο μυστικό ανάμεσα στους θεατρόφιλους του Λονδίνου: ποιος είναι ο δολοφόνος στην «Ποντικοπαγίδα» της Αγκαθα Κρίστι. Αρνήθηκε, μάλιστα, να αφαιρέσει από το λήμμα της το τέλος του θρίλερ, παρά τις διαμαρτυρίες των θαυμαστών, και των κληρονόμων της διάσημης συγγραφέως αστυνομικών μυθιστορημάτων. «Το έργο είναι γνωστό για το ανατρεπτικό του τέλος,το οποίο ζητείται από τους θεατές να μην αποκαλύψουν», γράφει στην αρχή το λήμμα της Wikipedia. Αν όμως συνεχίσει κανείς την ανάγνωση θα μάθει, ξαφνικά και χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση, την ταυτότητα του δολοφόνου. Φυσικά, ήρθε δικαστικά αντιμέτωπη με την οικογένεια της Agatha Christie και πιο συγκεκριμένα τον εγγονό της, ο οποίος πήρε από τη διάσημη γιαγιά τα δικαιώματα ως δώρο στα ένατα γενέθλιά του.

« Η γιαγιά μου πάντοτε ενοχλούνταν όταν αποκάλυπταν την πλοκή των βιβλίων ή των θεατρικών της στις κριτικές. Δεν πιστεύω ότι αυτό που συνέβη διαφέρει και πολύ.Κρίμα που ένα δημοσίευμα στο Διαδίκτυο χαλάει την απόλαυση όσων πηγαίνουν να δουν το έργο. Δεν είναι θέμα χρημάτων ή κάτι τέτοιο. Απλώς είναι κρίμα » 

– Μάθιου Πρίτσαρντ, εγγονός και κληρονόμος της Άγκαθα Κρίστι

Η Ποντικοπαγίδα ξεκίνησε ως μικρό ραδιοφωνικό έργο στο BBC στις 30 Μαΐου 1947 με τον τίτλο «Τρία τυφλά ποντίκια» και βασιζόταν σ’ ένα αδημοσίευτο, τότε, διήγημα της Κρίστι. Πήρε το σημερινό του όνομα από τον στίχο του σεξπιρικού «Άμλετ», όπως προαναφέραμε, όταν μετεξελίχθηκε σε θεατρικό έργο. Παραμένει το μακροβιότερο θεατρικό έργο στην ιστορία του παγκόσμιου θεάτρου. Η παγκόσμια πρεμιέρα του έργου έγινε στις 6 Οκτωβρίου 1952 στο Νότιγχαμ της Αγγλίας, αλλά η μεταφορά της παράστασης στο Γουέστ Εντ, τη θεατρική γωνιά του Λονδίνου, ήταν μία από τις αιτίες για την επιτυχία του έργου και τη μακροβιότητά του. Στην πρώτη διανομή, τους πρωταγωνιστικούς ρόλους είχαν ο Ρίτσαρντ Ατένμπορο και η Σίλα Σιμ. Από τότε – εδώ και 60 χρόνια – εξακολουθεί να παίζεται ασταμάτητα.

Μάλιστα, ούτε η ίδια η Αγκάθα Κρίστι δεν περίμενε τέτοια επιτυχία. Στην αυτοβιογραφία της αναφέρεται μία συζήτηση ανάμεσα στην ίδια και σε έμπιστο φίλο της. «Θα του δώσω 14 εβδομάδες το πολύ» είπε ο φίλος της για να του απαντήσει η Κρίστι «Δεν πρόκειται να αντέξει τόσο, 8 εβδομάδες και αν…». Όταν έσπασε το ρεκόρ του μακροβιότερου έργου στο West End τον Σεπτέμβριο του 1957, η Κρίστι έλαβε ένα τηλεγράφημα από τον θεατρικό συγγραφέα Νόελ Κάουαρντ που έγραφε « όσο και να με πονάει πρέπει ειλικρινά να σου δώσω συγχαρητήρια». Χρόνια μετά, αφότου η Ιστορία την διέψευσε, η Άγκαθα απέδωσε την συνεχιζόμενη επιτυχία του έργου στο γεγονός πως υπάρχει «κάτι» στο κείμενο που αφορά κάθε θεατή προσωπικά.

Από το 1952 μέχρι σήμερα, 403 ηθοποιοί και 235 αντικαταστάτες έχουν εμφανιστεί στο έργο. Ο Ντέιβιντ Ράβεν μπήκε στο βιβλίο ρεκόρ Γκίνες υποδυόμενος τον Ταγματάρχη Μετκάλφ για 4.575 παραστάσεις. Στην επέτειος των 50 χρόνων, 25 Νοεμβρίου 2002, την παράσταση τίμησαν με την παρουσία τους η Βασίλισσα Ελισάβετ της Αγγλίας και ο  Πρίγκιπας Φίλιππος, Δούκας του Εδιμβούργου, ενώ στις 18 Νοεμβρίου 2012 τα 60 χρόνια παραστάσεων (25.000 παραστάσεις με πάνω από 10 εκατομμύρια θεατές!) γιορτάστηκαν με μια ειδική παράσταση – αφιέρωμα, που άρχισε με την ομιλία του εγγονού της, Μάθιου Πρίτσαρντ. Οι ηθοποιοί παραχώρησαν τους ρόλους τους σε οκτώ καταξιωμένους συναδέλφους τους, μεταξύ των οποίων οι σερ Πάτρικ Στιούαρτ, Τζούλι Γουότερς, Ίαν Γκλεν, Χιου Μπόνβιλ και άλλοι.

Η «Ποντικοπαγίδα» έχει παιχτεί σε όλο τον κόσμο με τεράστια επιτυχία κι έχει μεταφραστεί σε 50 γλώσσες. Στην Ελλάδα πρωτοπαίχτηκε από τον θίασο του Δημήτρη Παπαμιχαήλ στις αρχές του 1963, πρώτα στην επαρχία, στη συνέχεια στον Πειραιά και τέλος στην Αθήνα στο θέατρο «Φλορίντα» της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Από κει έπειτα το έχουμε δει πολλές φορές μέχρι και σήμερα σε μεγάλα θέατρα της Αθήνας από πολλούς και αγαπημένους σκηνοθέτες και ηθοποιούς.

Αυτήν την στιγμή, από τις 17 Οκτωβρίου 2020, παίζεται στο θέατρο Νέο Ακάδημο από την HAPPY PRODUCTIONS, σε μια μεγάλη παραγωγή με 8 σημαντικούς πρωταγωνιστές του θεάτρου, το θρυλικό έργο μυστηρίου της Αγκάθα Κρίστι “Ποντικοπαγίδα” Στη νέα προσαρμογή του έργου, σε σκηνοθεσία και δραματουργική επεξεργασία Κίρκης Καραλή, μια ομάδα οκτώ πρωταγωνιστών (Μαρία Κωνσταντάκη, Ερρίκος Λίτσης, Δανάη Λουκάκη, Ράνια Οικονομίδου, Σήφης Πολυζωίδης, Νίκος Πουρσανίδης, Μιχάλης Συριόπουλος, Αποστόλης Τότσικας), μεταφέρεται κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’90, προτού μπουν τα κινητά τηλέφωνα στις ζωές μας, σε μια πανσιόν της ελληνικής επαρχίας. Οι παραστάσεις θα ολοκληρωθούν στις 16 Δεκεμβρίου. Μέχρι τότε μπορείτε να το παρακολουθήσετε κάθε Δευτέρα στις 20:00, Τρίτη στις 21:00, Τετάρτη στις 18:00, Σάββατο στις 21:00 και Κυριακή στις 18:00.


Πηγές: 

https://www.culturenow.gr/h-pontikopagida-tis-agkatha-kristi-ston-neo-akadimo/

«Η Ποντικοπαγίδα», Μια αιωνόβια παράσταση

https://www.sansimera.gr/articles/1007

© SanSimera.gr

https://www.inexarchia.gr/events/theatro/h-pontikopagida

http://www.england365.gr/article/204281/%CE%97-%CE%A0%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%80%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%B4%CE%B1:-%CE%A4%CE%BF-%CE%B8%CE%B5%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CE%B8%CE%B1%CF%8D%CE%BC%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-Agatha-Christie-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CE%AD%CF%83%CF%84%CE%B5%CE%B9%CE%BB%CE%B5-%CF%83%CF%84%CE%B1-%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7-Wikipedia

Ένα κορίτσι με ίσκιο αγοριού από την ομάδα ARTimeleia – Mία υπέροχη παράσταση για τα στερεότυπα και την διαφορετικότητα

Μία διαφορετική παράσταση βρίσκεται στην πόλη μας. Οι γονείς της Λιλής τη λένε αγοροκόριτσο. Έτσι η Λιλή μια μέρα ξυπνάει και έχει ίσκιο αγοριού! Είναι αυτό που νιώθει ή αυτό που της λένε οι άλλοι ότι είναι;

Η νέα παραγωγή της μικτής θεατρικής ομάδας ARTimeleia, «Ένα κορίτσι με ίσκιο αγοριού» (διασκευή του βιβλίου των Κριστιάν Μπρουέλ, Ανν Μπόζελεκ, Άννι Γκάλαντ «Η ιστορία της Λιλής που είχε ίσκιο αγοριού»), με ανάπηρους και μη ανάπηρους ηθοποιούς, πραγματεύεται τους ίσκιους των στερεοτύπων που υπάρχουν και θεριεύουν στη ζωή μας. Για ακόμα μία φορά, μέσα από ένα «παιδικό αφήγημα», η ομάδα ARTimeleia ψάχνει την αλήθεια που κρύβεται πάντα πίσω από τις «ταμπέλες».

Η παράσταση, σε σκηνοθεσία της Αννίτας Καπουσίζη, έκανε πρεμιέρα στις 20 Σεπτεμβρίου στην παιδική χαρά ΑΣΥΡΜΑΤΟΥ στον Αγ. Δημήτριο, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Εβδομάδας Κινητικότητας που διοργάνωσε ο Δήμος του Αγίου Δημητρίου. Οι παραστάσεις συνεχίστηκαν σε παιδικές χαρές των δήμων Αγίου Δημητρίου και Καισαριανής, ενώ από τις 5 μέχρι τις 14 Οκτωβρίου η παράσταση παιζόταν κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη στο θέατρο Φούρνος. Λόγω της μεγάλης επιτυχίας συνεχίζει για 6 περιορισμένες από κάθε άποψη παραστάσεις. Για μικρούς και μεγάλους, με πρόσβαση για αναπηρικά αμαξίδια και με διερμηνεία στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα. Γιατί το θέατρο είναι για όλους.

Τετάρτη-Πέμπτη: 21-22/10 και 4-5/11 στις 21:00
Κυριακές: 25/10 και 8/11 στις 18:00

«Δεν είναι αρκετό μόνο ν’ ακούς τον άλλον, αλλά πρέπει να μπορείς και να τον κοιτάζεις»

– Γουίνι, Ευτυχισμένες μέρες

Πηγές:

https://www.clickatlife.gr/theatro/story/170209

«Ένα κορίτσι με ίσκιο αγοριού»: Από τη μικτή θεατρική ομάδα ARTimeleia

https://www.athinorama.gr/theatre/performance/ena_koritsi_me_iskio_agoriou-10070119.html

Οι «Τρεις Αδελφές», ένα έργο για το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης

 “‘Είναι φορές που το μυαλό ξεφεύγει από μόνο του και δε μπορεί κανείς να το μαζέψει, να του βάλει χαλινάρι.”

Ο Αντόν Παύλοβιτς Τσέχωφ γράφει το τετράπρακτο δράμα «Τρεις Αδελφές» το 1901, ένα από τα μεγαλύτερα έργα του 20ού αιώνα. Παρά τους έντονους υπαρξιακούς και κοινωνικούς προβληματισμούς, ο ίδιος ο συγγραφέας χαρακτηρίζει το έργο του «κωμωδία» και τους χαρακτήρες του «μπουφόνους», καθώς φέρνει κάθε έναν από αυτούς, κάθε τους ελπίδα, κάθε τους αγωνία, αντιμέτωπους με την πραγματικότητα, όπως αυτή σμιλεύεται αμείλικτα από τον χρόνο.

Οι τρεις αδελφές, η Όλγα, η Μάσα και η Ιρίνα Πραζόρωφ ζουν μαζί με τον Αντρέι τον αδελφό τους σε μια επαρχιακή πόλη. Nοσταλγούν την εποχή που ζούσαν μαζί με τον πατέρα τους, ο οποίος ήταν αξιωματικός του στρατού, στη Μόσχα. Τώρα πια συμβιβάζονται με το να δέχονται αξιωματικούς της φρουράς σπίτι τους και να προσδοκούν μια επιστροφή στον παλιό τρόπο ζωής. Η Όλια, η μεγαλύτερη, είναι δασκάλα σε σχολείο της περιοχής. Η Μάσα είναι παντρεμένη με τον Κουλίγκιν, έναν καθηγητή τον οποίο θεωρεί ανίκανο να της προσφέρει όλα όσα ονειρεύεται. Η Ιρίνα, η μικρότερη, κάνει όνειρα και φαντάζεται μια ζωή μακριά από την πόλη στην οποία ζει, έχοντας διακαή πόθο να επιστρέψει στην Μόσχα. Ο Αντρέι, που έχει παντρευτεί την Νατάσα, μια σκληρή και αυταρχική γυναίκα, θα εγκαταλείψει τα όνειρα του να γίνει καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Μόσχας, και θα παραδοθεί σε μια αδιάφορη, ρουτινιάρικη ζωή. Ένας αξιωματικός που έρχεται στην πόλη τους, ο αντισυνταγματάρχης Βερσίνιν, ταράζει τον κόσμο της Μάσας και της προξενεί συναισθήματα ξεχασμένα από καιρό. Επιχειρώντας να ξεπεράσει την αβάστακτη πλήξη της, αφήνεται να βιώσει μαζί του έναν ανεκπλήρωτο έρωτα. Ανάμεσα στους στρατιωτικούς που συχνάζουν στο σπίτι είναι και ο βαρόνος Τούζενμπαχ ο οποίος είναι ερωτευμένος με την Ιρίνα κι η σχέση μαζί του της προσφέρει μια αμυδρή ελπίδα λύτρωσης από την επαρχιακή ζωή, αν κι αυτή στην πραγματικότητα δεν τον αγαπά. Οι τρεις αδελφές αναζητούν ωστόσο μια λύτρωση που ποτέ δεν έρχεται. Οι αξιωματικοί θα φύγουν μακριά κι οι τρεις αδελφές θα απομείνουν μόνες, συντροφιά με τα ανεκπλήρωτα όνειρά τους, να νοσταλγούν και να αναρωτιούνται για το νόημα της ύπαρξης τους.

“Μαραμένα τα γιούλια και οι βιόλες, μαραμένα και τα γιασεμιά, μαραμένες οι ελπίδες μας όλες… Αλλά μήπως έχει καμιά σημασία; Τίποτα δεν έχει σημασία πια!”

Το έργο του Αντόν Τσέχωφ, γραμμένο το 1900, αποτελεί ένα κείμενο-σπουδή στον ψυχισμό του δυτικού ανθρώπου που υπό το βάρος της πολυσύνθετης προσωπικότητάς του, φανερώνεται απροετοίμαστος στις απαιτήσεις της νέας εποχής. Στις «Τρεις αδελφές» ο χαρακτήρας του ανθρώπου και οι ανθρώπινες σχέσεις αποτυπώνονται σκηνικά μέσα από το πρίσμα της αλλαγής του αιώνα και της μετάβασης σε μια νέα κοινωνία.

Το μεγαλύτερο προσόν του Τσέχωφ είναι οι χαρακτήρες του. Σε κανέναν άλλο συγγραφέα δε συναντά κανείς ρόλους μικρούς, τόσο αριστοτεχνικά γραμμένους. Ρόλους που δε βιώνουν τα πάθη των «πρωταγωνιστών» κι όμως γράφουν μέσα σου σαν πρόσωπα που αγάπησες. Οι ήρωες του Αντόν Τσέχωφ, ακόμα κι αν έχουν μικρή διάρκεια ζωής επί σκηνής, είναι χαρακτήρες άρτιοι. Τι κι αν παλινωδούν ανάμεσα στη χαρά και στη λύπη, την πραγματικότητα και την επιθυμία, το τραγικό και το κωμικό, το παλιό και το νέο, την ταπεινότητα και το μεγαλείο τους; Η βαθιά τους σχέση με τα ανθρώπινα τους εμφανίζεται στην ολότητα τους, τους εξυψώνει και τα λόγια τους το επιβεβαιώνουν.

«Βλέπω όλα αυτά τα δέντρα, τα σφεντάμια, τα έλατα και τις σημύδες και είναι σα να τα βλέπω πρώτη φορά κι αυτά σα να σκύβουν να με κοιτάξουν με περιέργεια και να περιμένουν κάτι από μένα.  Τι υπέροχα δέντρα, και ακριβώς  έτσι υπέροχη θα έπρεπε να είναι η ζωή κοντά τους».

Με το έργο του ο Ρώσος συγγραφέας καταδεικνύει ένα σύστημα αδράνειας και απραξίας που παλεύει με τη λαχτάρα για ζωή. Μια κωμωδία της απελπισίας, που αποκαλύπτει την αδυναμία του ανθρώπινου όντος για ευτυχία, το ασύμπτωτο του έρωτα, και τον καλπασμό μιας νέας τάξης πραγμάτων που έρχεται να σαρώσει οτιδήποτε ξεπερασμένο και παρηκμασμένο.Τα πρόσωπα του έργου αναρωτιούνται για τη ζωή, για το νόημα, φαντασιώνονται τη Μόσχα, φιλοσοφούν για το μέλλον απολύτως αδύναμα να πράξουν στο παρόν. Η ζωή τους είναι σαν δηλητήριο που λίγο λίγο κατατρώει τα σωθικά τους. Ο καθένας ζει το δράμα του μέσα σε μια ιοβόλα στατικότητα, που καταδεικνύει τη βαλτώδη καθημερινότητά τους, που θυμίζει κινούμενη άμμο, η οποία πρόκειται να καταπιεί έως και τον πιο αθώο, τον πιο άφθαρτο. Μέσα σ’αυτό το ασφυκτικό σύστημα αλληλεξάρτησης και ακινησίας, ο Τσέχωφ συνθέτει ανάγλυφα αυτήν την ευαίσθητη «κραυγή απελπισίας» για την ανθρώπινη ύπαρξη.

 “Τα χάσαμε όλα. Συμβαίνει, αγαπημένες μου αδελφές, στους ανθρώπους να μην έχουν στη ζωή τους ούτε μία σταγόνα ευτυχίας. Ναι, έτσι θα πρέπει να είναι. Ευτυχώς όμως ο χειμώνας δεν θα αργήσει να σκεπάσει τα πάντα με χιόνι. Όλα θα ξεχαστούν. Και θα με ξεχάσουν. Δικαιοσύνη.”

Γράφοντας το πιο θλιμμένο και ανελέητο έργο του, τις Τρεις αδελφές, πιθανόν ο παρατηρητικός γιατρός Τσέχωφ ν’ αναλογιζόταν πόσο παράφορα, αλλά αναπότρεπτα, μας ωριμάζουν οι απώλειες. Αργά ή γρήγορα όλοι μας αναγκαζόμαστε να μάθουμε την τέχνη του αποχωρισμού –από αγαπημένους, εραστές, αυταπάτες, προσδοκίες, από την αθωότητα. Αποχαιρετισμοί, αποχαιρετισμοί, αποχαιρετισμοί τέμνουν το ταξίδι μας, το εξουθενωτικό ταξίδι μας. Τότε γιατί συνεχίζουμε, κάποτε και με χαρά μάλιστα;

Το διάσημο έργο του Τσέχωφ έχει ανέβει πολλές φορές στην Ελληνική θεατρική σκηνή. Συγκεκριμένα, την τελευταία δεκαετία το έχει επιχειρήσει ο Θίασος «Δρόμος με δέντρα» στην Αθήνα το 2012, ο Δημήτρης Τάρλοου στο Θέατρο Πορεία το 2016, ο Δημήτρης Ξανθόπουλος στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση το 2019, ο Τσέζαρις Γκραουζίνις στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών την ίδια χρονιά και Δημήτρης Καραντζάς στο Θέατρο Βεάκη τον Ιανουάριο – Μάρτιο του 2020.

«Μόνο για την αγάπη ήρθαμε στον κόσμο.»

Πηγές:

«Τρεις Αδελφές» του Άντον Τσέχωφ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά

http://artatnet.gr/2009-05-31-09-20-01/905-2012-09-27-19-46-59

ΚΘΒΕ: Οι Τρεις Αδελφές του Τσέχωφ στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών

https://frear.gr/?p=13117

https://www.monopoli.gr/2019/01/15/istories/art-culture-sub/302216/treis-adelfes-ta-logia-tou-tsexof-pros-tin-outopia/

https://poreiatheatre.com/plays/treis-aderfes/

https://www.athinorama.gr/theatre/article/4_logoi_gia_na_deite_tis_treis_adelfes_sto_theatro_beaki-2539517.html

Μαμά: Ο πανανθρώπινος δεσμός μητέρας και κόρης αποτυπώνεται στην θεατρική σκηνή

Η παράσταση «Μαμά» (Tocar Mare) της βραβευμένης Ισπανίδας, ηθοποιού, σκηνοθέτιδος και συγγραφέως, Marta Barcelo, βρίσκεται στο νέο θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου, σε μετάφραση Μαρίας Χατζηεμμανουήλ, πρωτότυπη μουσική Θέμη Καραμουρατίδη και σκηνοθεσία Γιώργου Σουλεϊμάν. Η παράσταση που έκανε αίσθηση στο κοινό καθώς οι λίγες παραστάσεις που ανεβηκαν στο «Θέατρο Θησείον» την προηγούμενη χρονιά έγιναν όλες sold out μέσα σε 2 ημέρες, επέστρεψε για δεύτερη σεζόν και όπως φαίνεται δεν απογοήτευσε.

Η Μάρτα Μπαρσελό γεννήθηκε στη Μαγιόρκα των Βαλεαρίδων Νήσων το 1973. Συνδέθηκε με το είδος του σωματικού θεάτρου ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, ενώ εδώ και 15 χρόνια εργάζεται ως σεναριογράφος στην ισπανική τηλεόραση. Εκτός από το έργο «Μαμά» με το οποίο μας συστήνεται στην Ελλάδα, η Μπαρσελό έχει γράψει άλλα δύο θεατρικά έργα, το «Μαρία» και το «Πριν έρθει ο Γερμανός». Για το σύνολο των έργων της έχει λάβει διακρίσεις. Εν προκειμένω, για το «Μαμά» η Μάρτα Μπαρσελό, βραβεύτηκε το 2016 στο VI Τουρνουά Δραματουργίας στην Temporada Alta της Τζιρόνα και το 2017 στο V Τουρνουά Διατλαντικής Δραματουργίας του Μπουένος Άιρες.

Το πρωτότυπο αυτό έργο δίνει τροφή για ποικίλους προβληματισμούς και ταυτόχρονα προκαλεί έντονα συναισθήματα και αβίαστη συγκίνηση, δεδομένου ότι πραγματεύεται τον πλέον άρρηκτο δεσμό μεταξύ μάνας και κόρης, καθώς και την ανάγκη του κάθε ανθρώπου να αγαπά και να αγαπιέται.

Αυτή η ανάγκη ακολουθεί μόνο τους νόμους της φύσης και της κοινωνίας ή φτιάχνει τους δικούς της; Η παραδοσιακή μορφή οικογένειας είναι το μοναδικό μοντέλο μέσα στο οποίο το παιδί θα μεγαλώσει με αγάπη; Τι θα γινόταν αν μπορούσαμε να διαλέγουμε τους γονείς και τα παιδιά μας;

Εκείνη δεν κατάφερε να γίνει μαμά ποτέ. Η άλλη, δε γνώρισε ποτέ κάποια μητρική φιγούρα. Δυο γυναίκες, που η λέξη μητρότητα δεν τις ακούμπησε ποτέ, αποφασίζουν να συνάψουν ένα ιδιότυπο συμβόλαιο, μια εμπορική συμφωνία: έναντι αμοιβής, και με πολύ συγκεκριμένους όρους, η Εσπεράνσα θα γίνει η μαμά της Αμπάρ. Τα πράγματα θα γίνουν πιο περίπλοκα με την απόφαση της Αμπάρ, να υιοθετήσει ένα παιδί, επεκτείνοντας τη συμφωνία και κάνοντας έτσι την Εσπεράνσα πλέον και «γιαγιά».

Και αυτό ακριβώς είναι και το σημείο που ξεκινά το έργο, και μέσα από αναδρομές στο παρελθόν παρακολουθεί την πορεία αυτής της παράξενης «εμπορικής» σχέσης, και την εξέλιξή της τελικά σε μια πραγματική σχέση μάνας-κόρης, μιας και οι δυο γυναίκες έρχονται κοντά καλύπτοντας τα συναισθηματικά κενά της μοναχικής ύπαρξής τους. Η αγάπη, η έγνοια, η φροντίδα είναι αυτά που τελικά τις κυριεύουν. Το «φρέσκο» έργο της Marta Barcelo αποτελεί ένα εξαίρετο δείγμα της σύγχρονης σκηνής του ισπανικού θεάτρου και μιλάει για την πανανθρώπινη και πολύπλοκη σχέση μεταξύ μάνας και παιδιού.

– Θα μπορούσατε να με λέτε «μητέρα» ή «μαμά», όπως προτιμάτε.  Ή αν σας αρέσει περισσότερο, να με φωνάζετε με το όνομά μου… , προτείνει η Εσπεράνσα

– Το «μαμά» είναι καλό, απαντά η Αμπάρ

Με μια πλοκή σχεδόν κινηματογραφική, η Μπαρσελό μας θέτει αντιμέτωπους με αναπάντητα ερωτήματα, αναζητώντας την ουσία σε αυτές τις οικογενειακές σχέσεις , πέρα από κοινωνικά στερεότυπα, και αναζητά το μυστικό της «ευτυχίας στο σπίτι», που μπορεί απλά να κρύβεται σε μια συνταγή για κανελόνια.

«Αξίζεις πολλά κόρη μου κι εγώ είμαι πολύ περήφανη για σένα»

Πρόκειται για επαναστατικό κείμενο που κινείται έξω από στερεότυπα και παραδοσιακές δομές που αφορούν στη μέχρι τώρα θεσμικά γνώριμη οικογένεια. Η ισχυροποίηση της ανθρώπινης επαφής και η ανταποδοτικότητα ευγενών συναισθημάτων στις ανθρώπινες σχέσεις, ως επιλογή, πέρα σπό δεσμούς αίματος, προβάλλεται ως ιδέα ανακατάταξης των συστημικών ρόλων. Καλλιέργεια εκτίμησης, σεβασμού και εμπιστοσύνης δεν θεωρούνται απαρασάλευτα δεδομένα, αντιθέτως κερδίζονται με τόλμη και ρίσκο, έξω από καθησυχαστικά πρότυπα ζωής. Για αυτόν ακριβώς το λόγο οι ηρωίδες διεκδικούν με θάρρος τη σύσταση μιας ιδιόμορφης οικογενειακής εστίας, παρά τα εμπόδια. Έτσι κτίζεται αρμονικά η συνύπαρξη μάνας και κόρης, με βάση την ενσυναίσθηση, παρά τις διαφορές στην ηλικία, στα βιώματα και στη στάση ζωής, παρά τις αναπόφευκτες συγκρούσεις που προσωρίνα στέκονται εμπόδιο στην ουσιαστική επικοινωνία.

«Στη ζωή μου δεν μπόρεσα να διαλέξω τίποτα. Τίποτα εκτός από εσένα μαμά»

Ο Γιώργος Σουλεϊμάν, μετά τη μεγάλη επιτυχία της «Ουρανίας», που αγαπήθηκε πολύ από το θεατρικό κοινό, κέρδισε ένα ακόμα στοίχημα σκηνοθετώντας την Ελένη Καστάνη, σε έναν ρόλο ζωής για εκείνη και την Ευγενία Σαμαρά, η οποία αποτέλεσε μία αποκάλυψη στο ρόλο της κόρης, και απέδειξε πολλά για την υποκριτική της ικανότητα. Η ερμηνεία τους, αποπνέει φυσικότητα και ειλικρίνεια, δημιουργώντας μία ατμόσφαιρα γλυκιάς μελαγχολίας. Οι δύο ηθοποιοί αναπτύσσουν μια πραγματικά ιδιαίτερη σκηνική χημεία μεταξύ τους και απογειώνουν το έργο.

Το “Μαμά” παίζεται στο Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου κάθε Δευτέρα και Τρίτη μέχρι της 17/3.

Πηγές:

Είδαμε την παράσταση «Μαμά», της Marta Barcelo στο νέο θέατρο «Κατερίνα Βασιλάκου»

Μαμά ®: Ένα «Συμβόλαιο Αγάπης» που έμελλε να σπάσει

https://www.viva.gr/tickets/theater/theatro-vasilakou/mama/

http://www.texnes-plus.gr/index.php/theatro/nea/item/4272-i-parastasi-mama-epistrefei-sto-theatro-katerina-vasilakou

Εσύ φοβάσαι την Βιρτζίνια Γουλφ;

Το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» – αποτελεί ίσως το σημανικότερο δείγμα δουλειάς του ‘Εντουαρντ ‘Αλμπι, στην οποία διατυπώνει το ψυχρό του βλέμμα πάνω στη σύγχρονη ζωή το 1960. Δικαιώς πολλοί μελετητές του αποδίδουν την αναβίωση του αμερικανικού θεάτρου χάρη στην δεξιοτεχνική διεισδυτικότητα και στην δηκτική του γραφή, στα όρια του παραλόγου.

Ένα σαλόνι ως πεδίο μάχης. Μια νύχτα που θα φτάσει ως το ξημέρωμα. Δυο ζευγάρια ξενυχτούν, πίνουν και παίζουν τα πιο επικίνδυνα παιχνίδια: αυτά που θα γκρεμίσουν κάθε ψέμα και θα φέρουν την αλήθεια στο φως. Πρωταγωνιστές της μακριάς αυτής νύχτας είναι οι πάνω από είκοσι χρόνια παντρεμένοι, Τζορτζ και Μάρθα (εκείνος, παραιτημένος καθηγητής Ιστορίας σε πανεπιστήμιο, εκείνη, κόρη του πρύτανη), οι οποίοι και ρίχνουν, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό, στο πεδίο της μάχης τους τον άρτι αφιχθέντα καθηγητή Βιολογίας Νικ και τη γλυκιά του Χάνι -παρότι ούτε τα «θύματα» είναι, όπως αποδεικνύεται στην πορεία, αθώα.

Τέσσερις χαρακτήρες σε ένα και μοναδικό σκηνικό καθηλώνουν το κοινό που παρακολουθεί την πιο άγρια, την πιο απελπισμένη προσπάθεια για αναγνώριση και επικοινωνία. Ένα τρομερό παιχνίδι αποκαλύψεων, ένα αλύπητο, αδίστακτο παιχνίδι να ξεσκεπαστούν οι αλήθειες που χρόνια τώρα κρύβουν μέσα τους οι τέσσερις αυτοί άνθρωποι. Αυτό που αρχίζει σαν παιχνίδι, εξελίσσεται σ’ ένα ξεγύμνωμα, ένα κουρέλιασμα των μύθων που είχαν κατασκευάσει. Έχουν πλήρη επίγνωση του κινδύνου που τέτοιες αποκαλύψεις μπορούν να φέρουν, αλλά συγχρόνως ξέρουν ότι μόνο έτσι θα γλιτώσουν από το σκοτάδι που τους κυκλώνει σιγά – σιγά και τους κάνει να παραπαίουν. Την αυγή, όταν το πάρτι τελειώσει, κανείς τους δεν είναι πια ο ίδιος. Κι ό,τι έχει γκρεμιστεί, πρέπει να χτιστεί ξανά, με θεμέλιο την αλήθεια και την αγάπη.

Το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ», γραμμένο στην αυγή της δεκαετίας του ’60, κουβαλάει τα τραύματα της εποχής που το γέννησε, όταν η Αμερική έχτιζε για ακόμη μία φορά το αφήγημα του «αμερικανικού ονείρου». Η πένα του Άλμπι παρεμβαίνει με ένα δράμα δωματίου που λειτουργεί ως καταλύτης σε αυτό το οικοδόμημα, καθώς αποδομεί την εικόνα της «αγίας» οικογένειας όπως και αυτή του ευυπόληπτου διανοούμενου. Ο Άλμπι έχει συνθέσει μια υποδειγματική ιστορία, που στην ουσία της μιλάει για τον επίπονο αλλά αναγκαίο δρόμο που οδηγεί στην κατάρριψη των ψευδαισθήσεων.

«Ήταν ένα μπαρ στην 10η οδό, ανάμεσα στη λεωφόρο Γκρένιτς και το Γουέιβερλι Πλέις. Έχει αλλάξει με τα χρόνια διάφορα ονόματα· τότε το έλεγαν αλλιώς, τώρα δεν έχω ιδέα πώς το λένε. Και στο ισόγειο είχε ένα μεγάλο καθρέφτη, κι εκεί πάνω έγραφαν οι θαμώνες τα δικά τους. Και μια νύχτα, το 1953 πρέπει να ’τανε, μπορεί και το 1954, εκεί που έπινα τη μπίρα μου, πρόσεξα ένα “Who’s afraid of Virginia Woolf?” γραμμένο στον καθρέφτη, με σαπούνι μάλλον. Φοιτητικό καλαμπουράκι. Εγκεφαλικό. Χρόνια αργότερα, όταν άρχιζα να γράφω το έργο, μου ξανάρθε στο μυαλό το γκραφίτι του καθρέφτη. Και, ναι, το “Who’s afraid of Virginia Woolf», σημαίνει “Who’s afraid of the big bad wolf- Ποιος φοβάται τον κακό λύκο. Ποιος φοβάται να ζήσει χωρίς αυταπάτες”». – Έντουαρντ Άλμπι, 1966.

Το “Who’s Afraid of Virginia Woolf?” ανέβηκε για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη το 1962 (νωρίτερα, το 1961 είχε υπογράψει ένα από τα διασημότερα κείμενα του, μια εντελώς προσωπική του παραλλαγή του παραμυθιού «Τα τρία γουρουνάκια» που πραγματεύεται παρόμοιο θέμα) κι έγινε πολύ μεγάλη επιτυχία, προκαλώντας μεγάλη αίσθηση και αποσπώντας τα βραβεία Tony και Drama Critic’s Circle. Από τότε παρουσιάζεται συνεχώς με μεγάλη επιτυχία σε όλο τον κόσμο, και στην Ελλάδα, όπου έχει ανέβει αρκετές φορές, από την πρώτη του Καρόλου Κουν το 1965.

To 1966, ο Mike Nichols, σκηνοθέτησε την κινηματογραφική μεταφορά, με τον Richard Burton και την Elizabeth Taylor ένα διάσημο ζευγάρι, θρυλικό για τις συζυγικές του αψιμαχίες. Η ταινία έλαβε 13 υποψηφιότητες για Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και αποτελεί τη μοναδική ταινία μέχρι σήμερα που έλαβε υποψηφιότητες για τις κυριότερες κατηγορίες στην ιστορία του θεσμού. Και οι τέσσερις πρωταγωνιστές της ταινίας προτάθηκαν για Όσκαρ, ο καθένας στην αντίστοιχη κατηγορία με τα Όσκαρ Ερμηνείας. Βραβεύτηκε τελικά με 5 βραβεία Όσκαρ, χαρίζοντας στην Ελίζαμπεθ Τέιλορ το δεύτερό της Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου.

Η εμβληματική αυτή παράσταση ανέβηκε φέτος στη σκηνή του Θεάτρου Αθηνών. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στο αριστούργημα του Έντουαρντ Άλμπι. Δίπλα του βρίσκεται η Μαρία Πρωτόπαππα και μαζί ενσαρκώνουν τους θρυλικούς πλέον ρόλους του Τζορτζ και της Μάρθα. Το αντίπαλο δέος και συμπρωταγωνιστές τους είναι ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος και η Ντάνη Γιαννακοπούλου.  Η παραγωγή είναι του Κάρολου Παυλάκη.

Επιλέγοντας την ανθεκτική μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη, η σκηνοθεσία διαβάζει με τη δέουσα προσοχή το έργο – κέντημα, κρατώντας την εποχή των 60s (το σκηνικό της Αθανασίας Σμαραγδή μελετημένο στη λεπτομέρεια), και στήνει το γαϊτανάκι των συγκρούσεων, τις συνεχείς αλλαγές τακτικής των χαρακτήρων, άρα και ανατροπές, αλλά και τις -αναγκαίες- κωμικές ανάσες, παραδίδοντας ένα απολαυστικό, παρά την πολεμική του, διανοητικό και ψυχολογικό παιχνίδι. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης αφουγκράστηκε με ιδιαίτερη προσοχή αυτό το έργο χαρακτήρων, έντονων συγκρούσεων και, μοιραία, ερμηνειών.

Η παράσταση δομείται πάνω σε μια καλοφτιαγμένη αλληλουχία θεατρινισμών, οι οποία εκθέτει συστηματικά όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες στο πλαίσιο της συνύπαρξης. Ο Άλμπι δεν στέκεται μόνο στις σαρκοβόρες συντροφικές σχέσεις αλλά σχολιάζει και τις κοινωνίες που αυτές δομούν. Ο μεγάλος ελπιδοφόρος επίλογος της παράστασης όπου, ακόμα και οι κατακερματισμένοι αντίπαλοι συμφωνούν σε παύση πυρός, απογειώνεται με τις ερμηνείες του πρωταγωνιστικού κουαρτέτου. Το αποτέλεσμα είναι άρτιο, ανατρεπτικό, απολαυστικό και πραγματικά αφυπνιστικό.

Πηγές:

«Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» του Έντουαρντ Άλμπυ σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη

https://www.athinorama.gr/theatre/article/poios_fobatai_ti_birtzinia_goulf-2538919.html

https://www.monopoli.gr/2019/11/26/reviews/kritikh-theatroy/356431/synplin-poios-fovatai-tin-virtzinia-goulf-sto-theatro-athinon/

https://www.huffingtonpost.gr/entry/eidame-ten-parastase-toe-konstantinoe-markoelake-poios-fovatai-te-virtzinia-yoelf_gr_5e00c5d3e4b0b2520d0e173e

 www.lifo.gr

https://el.wikipedia.org/wiki/ΠοιοςΦοβάταιτηΒιρτζίνιαΓουλφ;_(ταινία)

https://www.politeianet.gr/books/9789602481530-albee-edward-dodoni-poios-fobatai-tin-birtzinia-goulf-56629

https://blog.public.gr/psyhagogia/poios-fobatai-ti-birtzinia-goylf-se-skinothesia-konstantinoy-markoylaki

Ο Άλαν Έικμπορν και τα Θεατρικά των Χριστουγέννων

Sir Alan Ayckbourn

Η περίοδος τον Χριστουγέννων είναι μία ευκαιρία για τον κόσμο να ξεκουραστεί, να βρεθεί με την οικογένεια του, να βγει να διασκεδάσει και φυσικά να πάει στο θέατρο. Γι’αυτό άλλωστε πολλά θέατρα κάνουν ξεχωριστές Χριστουγεννιάτικες παραστάσεις για όσους θέλουν να της παρακολουθήσουν. Λίγα είναι όμως τα θεατρικά που μπορούν να πουν πως συμπεριλαμβάνουν το χριστουγεννιάτικο πνεύμα, εκτός φυσικά από τις παιδικές χριστουγεννιάτικες παραστάσεις. Φαίνεται, λοιπόν, πως λίγοι θεατρικοί συγγραφείς προτιμούν τα θεατρικά τους να διαδραματίζονται τα Χριστούγεννα και γενικά την περίοδο των εορτών. Εξαίρεση αποτελεί ο πολυγραφότατος Άγγλος συγγραφέας Sir Alan Ayckbourn. Ο Άλαν Έικμπορν είναι ο πιο πολυπαιγμένος Βρεττανός συγγραφέας μετά τον Σαίξπηρ σε ολόκληρο τον κόσμο. Έχει πάνω από σαράντα χρόνια δημιουργικής παρουσίας αφού έχει γράψει πάνω από 70 θεατρικά έργα, πράγμα που τον καθιστά τον πολυγραφότερο από τους σύγχρονους Βρετανούς συγγραφείς . Υποτιμημένος τα πρώτα χρόνια της παρουσίας του, σήμερα θεωρείται ένας σπουδαίος κωμικογράφος, που πραγματεύεται θέματα κοινωνικού και πολιτικού ενδιαφέροντος, σμιλεύοντας με απαράμιλλη δεξιοτεχνία την καθημερινότητα, δημιουργώντας αριστοτεχνικές, στη δομή και το διάλογο, κωμικές τοιχογραφίες της ζωής του σημερινού ανθρώπου. Τον Μάρτιο του 2019 τού απονεμήθηκε το βραβείο Ολίβιε για τη συνολική συνεισφορά του στο θέατρο. Κάποια από τα γνωστότερα έργα του είναι το «Αγαπώντας, πίνοντας και τραγουδώντας», το «το Από Εδώ και Πέρα», το «Μια νύχτα άνω κάτω», το χριστουγεννιάτικο «Συνέβη και του χρόνου» και το «Άλλα Λόγια ν’ Αγαπιόμαστε».

Ο Sir Ayckbourn παρουσιάζει το θεατρικό έργο «Absurd Person Singular» το 1972. Η υπόθεση ακολουθεί την τύχη τριών ζευγαριών που μπαινοβγαίνουν στις κουζίνες των σπιτιών τους τρεις διαδοχικές παραμονές Χριστουγέννων. Τα ζευγάρια του έργου συνδέονται μέσω του επαγγελματικού περιβάλλοντος των ανδρών και ακολουθούν τους ηθικούς κανόνες της μεσαίας κοινωνικής τάξης. Με το πέρασμα του χρόνου οι αλλαγές στις οποίες έχουν προχωρήσει είναι φανερές και απίστευτα κωμικές. Υπάρχουν ξεκαρδιστικά αστεία επεισόδια σε κάθε πράξη με φόντο το χριστουγεννιάτικο μενού. Μέσα από συζητήσεις και εκμυστηρεύσεις αποκαλύπτουν τα κρυφά τους πάθη και τους φόβους τους. Η μανία για επαγγελματική ανέλιξη και κοινωνική καταξίωση, η αποξένωση και η δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις αποτελούν τα θέματα της σπαρταριστής αυτής κωμωδίας.  Ο συγγραφέας καυτηριάζει την αστική τάξη καθώς και τις συζυγικές και κοινωνικές σχέσεις μέσα από τους εξωφρενικούς χαρακτήρες που έχει πλάσει. Η ιλαροτραγωδία αυτή θεωρείται κλασική και ένα από τα πιο πετυχημένα του έργα παγκοσμίως.

Έχει διασκευαστεί πολλές φορές σε θέατρα του εξωτερικού. Το 1985 το BBC παρήγαγε μια τηλεοπτική έκδοση του έργου με σκηνοθέτη Michael A. Simpson. Στη χώρα μας έχει παρουσιαστεί με διαφορετικούς τίτλους. Το 1974 στο θέατρο Διάνα με τον τίτλο «Η αστική τάξη, αστειεύεται» με πρωταγωνιστές μεταξύ άλλων τον Άγγελο Αντωνόπουλο και την Λίλυ Παπαγιάννη. Το 1993 στο θέατρο Ιλίσια με τον τίτλο «Συνέβη και του χρόνου», σε σκηνοθεσία Κώστα Αρζόγλου. Επίσης, το 2008 στο θέατρο Ήβη δόθηκε ο τίτλος «Στις κουζίνες» σε σκηνοθεσία Πέτρου Φιλιππίδη. Πρωταγωνίστησαν  οι Τάσος Χαλκιάς, Ζέτα Μακρυπούλια, Ράνια Σχίζα, Αργύρης Αγγέλου, Σοφία Παυλίδου και Χρήστος Πλαίνης. Το πιο πρόσφατο ανέβασμα του έργου είναι το 2014 στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με τον τίτλο «Συνέβη και του χρόνου».

O Sir Alan Ayckbourn το 1980 καταθέτει ένα δεύτερο έργο με θέμα τα Χριστούγεννα, με τίτλο “Season’s Greetings” . Βασισμένο, όπως έχει πει ο ίδιος, στις προσωπικές του εμπειρίες από τις χριστουγεννιάτικες γιορτές. Το έργο «Και Καλά Χριστούγεννα» διαδραματίζεται στη διάρκεια ενός τριημέρου χριστουγεννιάτικων διακοπών, όταν στο σπίτι του ζεύγους Μπάνκερ συγκεντρώνονται φίλοι και συγγενείς για να γιορτάσουν μαζί με παιδιά τους τις γιορτινές αυτές μέρες. Η υποχρεωτική αυτή συνύπαρξη, αλλά και η άφιξη ενός νέου καλεσμένου, ανερχόμενου νεαρού αλλά ντροπαλού συγγραφέα, βγάζουν στην επιφάνεια όλες τις καλά κρυμμένες συμβατικότητες και αποκρύψεις, που ορίζουν στην πραγματικότητα τις σχέσεις όλων των ανθρώπων. Και μόνο η παρουσία του θα αφυπνίσει τη σεξουαλική επιθυμία στις γυναίκες του σπιτιού, καθώς η κάθε μία αναζητεί διαφυγή από τον αδιάφορο σύντροφό της. Συζυγικά αδιέξοδα, ερωτικά απωθημένα, γυναικείοι ανταγωνισμοί, ιδεολογικές και προσωπικές αντιπαραθέσεις, εκρήξεις εγωισμού δεν αργούν να μετατρέψουν την γιορτή σε κόλαση.
Η οικοδέσποινα και ο άντρας της, η αλκοολική και υστερική αδελφή του με το γιατρό σύζυγο της, που επιμένει να δίνει κάθε Χριστούγεννα μια ανυπόφορη παράσταση κουκλοθέατρου για τα παιδιά, η ανύπαντρη αδελφή της οικοδέσποινας με τον νεαρό φίλο της συγγραφέα, ένα πολύτεκνο φιλικό ζευγάρι και ο αυταρχικός, αντιδραστικός, φιλύποπτος προς όλους θείος της οικογένειας, βρίσκονται μπλεγμένοι σ’ ένα κουβάρι ξεκαρδιστικών εντάσεων που διαδραματίζονται γύρω από ένα τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο που δεσπόζει « στο χώρο της χαρμόσυνης», γιορταστικής αυτής σύναξης.

Έχει διασκευαστεί πολλές φορές σε θέατρα του εξωτερικού. Το 1986 το BBC παρήγαγε μια τηλεοπτική έκδοση του έργου με σκηνοθέτη και πάλι τον Michael A. Simpson με πρωταγωνιστές τους Michael Cashman, Barbara Flynn και Nicky Henson μεταξύ άλλων. Η μοναδική φορά που το έργο παρουσιάστηκε στη χώρα μας ήταν από το Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας την θεατρική περίοδο 2004 – 2005. Ο τίτλος της παράστασης ήταν «Kαι καλά Χριστούγεννα» σε μετάφραση και σκηνοθεσία Τάσου Μπαντή . Τους ρόλους υποδύθηκαν οι Μπέτυ Αρβανίτη, Γιάννης Βόγλης, Δημήτρης Αλεξανδρής, Ράνια Σχίζα, Χρήστος Στεργιόγλου, Νίκος Αρβανίτης, Σμαράγδα Σμυρναίου, Άλκης Παναγιωτίδης, Μαριάνθη Σοντάκη.

Το έργο του Έικμπορν αποτελεί μια ελεγεία σάτιρας για την αστική τάξη και την ηθική της, που, παράλληλα με το γέλιο προσφέρει προβληματισμό και συγκίνηση. Δείχνει με εξαιρετικό τρόπο την αξία της οικογένειας που πρέπει να αγαπάμε παρά τα πολλλά ελλατώματα της. Και παγιδευεί απολαυστικά την εορταστική ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων με τα τρελά περιστατικά και τις ίντριγκες που περιβάλλει κάθε χρόνο το χριστουγεννιάτικο τραπεζι όλων μας.

Πηγές:

https://www.ntng.gr/default.aspx?lang=el-GR&page=2&production=41594

Όταν ήρθαν τα Χριστούγεννα στο Θέατρο…

https://www.athens24.gr/going-out/theater/news_detail.html?id=16124&inm=

https://www.kathimerini.gr/360554/article/politismos/arxeio-politismoy/to-8eatriko-fainomeno-alan-eikmporn

Σπασμένο Γυαλί: Το σπουδαίο έργο του Άρθουρ Μίλερ για την προσωπική καταπίεση και την αλήθεια του εαυτού

O Άρθουρ Άσερ Μίλλερ, ένας από τους κορυφαίους Αμερικανούς θεατρικούς συγγραφείς, γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1915 και πέθανε στις 19 Φεβρουαρίου 2005. Το έργο του υπήρξε ορόσημο για τη δραματουργική τέχνη. Μέσα από αυτό εξέθεσε τις παθογένειες του «αμερικανικού ονείρου», δεχόμενος ισχυρή κριτική στη χώρα του. Ο συγγραφέας του «Ο Θάνατος του Εμποράκου», του «Σπασμένου Γυαλιού» και τόσων άλλων αριστουργημάτων, αποτύπωσε στα έργα του τη δική του αμερικανική κοινωνία. Σ’ αυτά συχνά αντικατόπτριζε ή επανερμήνευε και τα δημόσια στοιχεία της ίδιας του της ζωής, μεταξύ των οποίων ο σύντομος γάμος του με τη Μέριλιν Μονρό, αλλά και η επιμονή του να μη συνεργαστεί με την Επιτροπή Αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων. Σε όλα τα έργα του κυριαρχούν οι ιδέες για τη σπουδαιότητα της οικογένειας, του αυτοσεβασμού και της συνείδησης

Το πρώτο του έργο που ανέβηκε στο Μπροντγουαίη “Ο άνθρωπος που είχε τύχη” το 1944, γνώρισε την αποτυχία. Η τύχη του χαμογέλασε με τα έργα “Ήταν όλοι τους παιδιά μου”, 1947 και “Ο θάνατος του εμποράκου”, 1949 και τον καθιέρωσε ως πρωτοποριακό συγγραφέα – δραματουργό, σε ηλικία μόλις 33 ετών. Το ίδιο έτος, γίνεται ο πρώτος που κερδίζει τρία βραβεία, το Βραβείο Πούλιτζερ (“Ο θάνατος του εμποράκου”), το Βραβείο Τόνι και το βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης. Το 1953 με το έργο του “Η μεγάλη δοκιμασία” σχολίαζε και κατέκρινε τον μακαρθυσμό κι αυτό το έργο υπήρξε η αιτία για να τον ανακρίνει η Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών.
Ο Μίλερ αρθρογραφούσε και στους «New Υοrk Times», καταγγέλλοντας την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη λογοκρισία και υπερασπιζόμενος τους διωκόμενους καλλιτέχνες. 

Το έργο του «Σπασμένο Γυαλί» (1994), το οποίο έχει βραβευτεί με το Olivier Award, αναφέρεται στην γνωστή σε όλους Νύχτα των Κρυστάλλων (Night of the Broken Glass) και πως τα μοιραία γεγονότα της επηρέασαν μία απλή γυναίκα στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Αυτή τη φορά, ο πλέον Ευρωπαίος από τους Αμερικανούς συγγραφείς, επιστρέφει στο παρελθόν για να φωτίσει καλύτερα το παρόν.

Ο τίτλος του έργου, «Σπασμένο Γυαλί» προέρχεται από το Kristallnacht, γεγονός που είναι επίσης γνωστό ως Night of Broken Glass. Η Νύχτα των Κρυστάλλων σηματοδοτεί την απαρχή της φρικωδίας του Ολοκαυτώματος, το οποίο 10 χρόνια αργότερα θα σημάνει και τον τερματισμό της μακραίωνης εξορίας των Εβραίων, με την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Mια νύχτα, που σε ολόκληρο το Ράιχ σπάνε τα παράθυρα πάνω από 7.000 εβραϊκών σπιτιών και καταστημάτων. 1.574 Συναγωγές και πολλά εβραϊκά κοιμητήρια λεηλατούνται σε ένα άνευ προηγουμένου πογκρόμ καταστροφής. Το μήνυμα για τους Εβραίους της χώρας είναι απόλυτα σαφές. Οι Εβραίοι θα αναγκαστούν να πληρώσουν ένα βαρύτατο τίμημα για την πίστη τους, την ταυτότητα τους. Με τα σπίτια τους. Τις επιχειρήσεις τους. Την ελευθερία τους. Και, κυρίως, με τη ζωή τους. Η μέρα που ξημερώνει φέρνει έναν καινούργιο κόσμο. Οι πολίτες αντιδρούν με απέχθεια αλλά δεν κάνουν τίποτα. Η αρχή του τέλους είναι εδώ. Έτσι αρχίζει το Ολοκαύτωμα.

Η υπόθεση του έργου εκτιλίσσεται στην Νέα Υόρκη του 1938, την νύχτα των κρυστάλλων που οι Ναζί έσπασαν όλα τα μαγαζιά των Εβραίων, όταν η Σύλβια Γκέλμπεργκ ξαφνικά παραλύει. Χωρίς κανένα παθολογικό αίτιο, μένει ακίνητη από τη μέση και κάτω. Μπορεί ένα κοινωνικό γεγονός να επηρεάσει τόσο την υγεία κάποιου; Ή μήπως η αιτία βρίσκεται στον γάμο της με τον Φίλλιπ; Ο Δόκτωρ Χάιμαν θα σκάψει όσο πιο βαθειά αντέχει στα μυστικά της οικογένειας προκειμένου να την βοηθήσει. Αυτό όμως που θα βρει, μπορεί να μας βοηθήσει όλους. Το «Σπασμένο Γυαλί» θίγει διαχρονικά θέματα προσωπικής ευθύνης, αφοσίωσης και ενοχής, που αναφέρονται σε όλους εμάς, τους απλούς ανθρώπους. Ο Μίλερ καταφέρνει για άλλη μια φορά να συνδέσει με ιδιαίτερο και γοητευτικό τρόπο το προσωπικό με το κοινωνικό.

Στο έργο αυτό, μια από τις πιο σημαντικές και ώριμες δουλειές του Μίλλερ, ο συγγραφέας ψυχαναλύει ένα γάμο και μας δείχνει όλα αυτά που μας κρατούν ακίνητους τη στιγμή που θα έπρεπε να δράσουμε. Όλους τους φόβους και τα μυστικά που μας κρατούν καθηλωμένους σε μια πραγματικότητα, μια σχέση, μια δουλειά που δεν μας ταιριάζει. Πολλές φορές δεν αντιδρούμε επειδή φοβόμαστε το άγνωστο. Άγνωστο όμως είναι το μέλλον μας ακόμη και αν μείνουμε εκεί που είμαστε.

Στο «Σπασμένο γυαλί» του Μίλερ τίθεται μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση: «Γιατί δεν μπορεί να περπατήσει η Σίλβια Γκέλμπεργκ;».
Η γυναίκα είναι μια νοικοκυρά του Μπρούκλιν με καλή υγεία. Δεν δεν δείχνει έχει τίποτα νευρωτικό πάνω της. Είναι έξυπνη, έχει έντονη προσωπικότητα και για όλους το συμβάν αυτό φαίνεται απίστευτο.
Είναι αλήθεια ότι την εποχή αυτή -το 1938- οι εφημερίδες είχαν δημοσιεύσει μια φωτογραφία ηλικιωμένων Εβραίων που αναγκάστηκαν από τους ναζί να τρίβουν έναν δρόμο με οδοντόβουρτσα. Αλλά τα γεγονότα που συνέβησαν 4.000 μίλια μακριά από τον τόπο που διέμενε δεν μπορούν να έχουν μεγάλη σχέση με την ξαφνική της αναπηρία που καθηλώνει την ίδια και θυμώνει τον σύζυγό της. Ή μήπως μπορούν;
Ένα είδος ιστορίας αγωνίας, το “Σπασμένο Γυαλί” αναδεύει και ανιχνεύει τις ταραγμένες ζωές και το γάμο των Γκέλμπεργκ και τελικά φτάνει στην πηγή του μυστηρίου. Ο Μίλερ, αυτή τη φορά περισσότερο από ποτέ, μας φανερώνει την ευαίσθητη συνείδησή του.

Ο τίτλος του έργου έχει διπλή σημασία. Από τη μία πλευρά, αναφέρεται στη Νύχτα των Κρυστάλλων και καταγγέλλει το ναζισμό, από την άλλη όμως υποδηλώνει τη βία που κρύβεται στη σχέση των δύο συζύγων και τα συντρίμμια του γάμου τους. Ο Μίλερ συνδέει τα τραύματα των Γκέλμπεργκ με τη ναζιστική υστερία που σαρώνει τη Γερμανία. Η παράλυση της Σίλβια έχει να κάνει με την άρνηση των γύρω της να αναγνωρίσουν τη ναζιστική απειλή. Η στάση του συζύγου της την εξουδετερώνει κυριολεκτικά. Ο Γκέλμπεργκ, αν και με εβραϊκές ρίζες ο ίδιος, μισεί τους Εβραίους και τρέφει ρατσιστικά συναισθήματα για τους ανθρώπους της καταγωγής του. Είναι ένας άνθρωπος άνανδρος, μυθομανής, ανασφαλής και εμπαθής.

Στην ουσία, πίσω από την ξαφνική αναπηρία της Σίλβια, κρύβεται η “ανάπηρη” σχέση που έχει με τον άνδρα της. Για τον ίδιο τον Μίλερ το “Σπασμένο Γυαλί”, είναι μια τραγωδία με “πολύ γέλιο”. Πιστεύει πως η ελπίδα υπάρχει πάντα και ότι όλοι οι άνθρωποι στα έργα του, αγωνίζονται “ν’αλλάξουν”. Κάθε σκηνή του έργου αποκαλύπτει και νέες πλευρές της προσωπικότητας των ηρώων ή μας βυθίζει περισσότερο στο λαβύρινθο ενός σκοτεινού μυστικού. Η Σίλβια Γκέλμπεργκ δεν μπορεί να περπατήσει γιατί ο σύζυγός της είναι ένας φανατικός. Το αριστούργημα του Άρθουρ Μίλερ έχει δύο δυνατά σκέλη, τον αντισημιτισμό και τη σεξουαλική νεύρωση και τα υφαίνει σε ένα λαμπρό, όλο αγωνία, έργο.

Ο τίτλος δηλώνει πολλά επίπεδα. Το γυαλί, αφού σπάσει, δεν μπορεί να επανασυγκολληθεί. Το ερώτημα είναι αν μπορεί να επισκευαστεί κάτι σπασμένο: ο γάμος, η ταυτότητα, η χώρα. Ο Μίλερ συνδέει την προσωπική ζωή με την πολιτική.

Μπορεί να έγραψε το έργο το 1994, όταν ήταν σε ηλικία 79 ετών, αλλά ο συγγραφέας θυμάται τα χρόνια του Μεσοπολέμου και οι αναφορές του στον αμερικανικό αντισημιτισμό είναι συγκλονιστικές. Θέτει ιδέες για την αφομοίωση, την αυτογνωσία και την αποδοχή σε μια ιστορία που μοιάζει με θρίλερ. Μια τοιχογραφία του κλίματος και της κοινωνικής κρίσης στην Αμερική του 1938-39, λίγο πριν ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Αποτέλεσμα; Ένα συναρπαστικό έργο, μια καθηλωτική παράσταση σκηνοθετημένη από την Άσπα Καλλιάνη με σχεδόν αστυνομική υφή και κινηματογραφικούς ρυθμούς.

Το «Σπασμένο γυαλί» του Arthur Miller το είχαμε ξαναδεί στο Θέατρο Εξαρχείων τη θεατρική περίοδο 1995-1996, σε σκηνοθεσία Τάκη Βουτέρη, μετάφραση Αννίτας Δεκαβάλλα με τους ηθοποιούς Τάκη Βουτέρη, Αννίτα Δεκαβάλλα, Στάθη Λιβαθινό, Αλεξάνδρα Μπατσαλιά, Λιάνα Παρούση, Θεολόγο Βλουτή. Αυτήν την περίοδο παίζεται στο θέατρο ΠΟΛΗ για 2η σεζόν, σε σκηνοθεσία της Άσπας Καλλιάνη, από τις θεατρικές επιχειρήσεις Τάγαρη, με πρωταγωνιστές τον Γιάννης Βούρος, την Παναγιώτα Βλαντή, τον Χάρης Σώζος, την Βάσω Γουλιελμάκη και την Ελίνα Μάλαμα.

Πηγές:

https://www.politeianet.gr/sygrafeas/miller-arthur-24356

http://www.philenews.com/downtown/politismos/article/771081/-spasmeno-gali-to-psychologko-erg-toy-miller-sta-kypria

https://tvxs.gr/news/%CF%83%CE%B1%CE%BD-%CF%83%CE%AE%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B1/%CE%AC%CF%81%CE%B8%CE%BF%CF%85%CF%81-%CE%BC%CE%AF%CE%BB%CE%B5%CF%81-%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%AE%CF%83%CF%85%CF%87%CE%B7-%CF%86%CF%89%CE%BD%CE%AE-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%8D-%CE%B8%CE%B5%CE%AC%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%85

«Σπασμένο Γυαλί». Το αριστούργημα του Arthur Miller για τον αντισημιτισμό και τη σεξουαλική νεύρωση