O Ζωρζ Σερά και το “στίγμα” του στον κόσμο της ζωγραφικής

Ο Ζωρζ Σερά (Georges Seurat) ήταν μετα-ιμπρεσσιονιστής ζωγράφος και θεωρείται ορθώς ο εισηγητής του πουαντιγισμού (στιγματογραφία). Οι κριτικοί θεωρούν πως το έργο του Ένα κυριακάτικο απόγευμα στο νησί της Γκραντ Ζατ (https://dromospoihshs.home.blog/2019/03/31/georgeseurat/) άλλαξε την κατεύθυνση σύγχρονης τέχνης αποτελώντας την αρχή του νεο-ιμπρεσιονισμού. Οι πυκνές τελείες (στίγματα) με τα οποία δημιουργούσε τους πίνακες του θεωρούνται έκτοτε ένας πολύ ιδιαίτερος τρόπος τέχνης, με συγκεκριμένη τεχνική και αυξημένη δυσκολία.

Self Portrait by Georges Pierre Seurat

Ο Ζωρζ Σερά γεννήθηκε στο Παρίσι στις 2 Δεκεμβρίου του 1859, γιος πλούσιου γαιοκτήμονα της Καμπανίας, του Αντουάν Κρισοστόμ Σερά, ο οποίος πλούτησε από την εκμετάλλευση ακινήτων, ενώ η μητέρα του Ερνέστη Φεβρέ ήταν από το Παρίσι. Ο Ζωρζ ήταν το μικρότερο παιδί της οικογένειας, είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό και μια αδελφή, τον Εμίλ και την Μαρί-Μπερθ. Από μικρός έδειξε το ταλέντο του στην ζωγραφική, ενώ καθόλη την ενηλικίωση του έβρισκε μεγάλη χαρά στα πινέλα και στα χρώματα. Το 1878 γίνεται δεκτός στην παρισινή Σχολή Καλών Τεχνών, και ήδη εντυπωσιασμένος από τους ιμπρεσιονιστές, μελετάει για ώρες στην βιβλιοθήκη της σχολής αναζητώντας την συγκίνηση της αληθινής ζωγραφικής και τις αρχές της. Εκεί είναι που βρίσκει έναν παλιό τόμο με τίτλο « Περί των αδιάψευστων σημείων της τέχνης του Υμπέρ ντε Σορβίλ» (1827), έργο που τον συγκλόνισε και διαμόρφωσε τον τρόπο σκέψης του για την ζωγραφική. Ο Σερά ονειρεύεται μια τέχνη που, θεμελιωμένη σε απόλυτα καθορισμένους νόμους, θα ήταν απόλυτη απέναντι στην ρευστότητα του κόσμου (Κασού). Όμως, η σχολή στέκεται εμπόδιο απέναντι στις αναζητήσεις και τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες και γι’ αυτό την εγκαταλείπει. Βέβαια δεν σταμάτησε ποτέ να ζωγραφίζει. Ολοκληρώνοντας τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις το 1880 επιστρέφει στο Παρίσι, όπου για τα επόμενα δύο χρόνια δουλεύει για να τελειοποιήσει την τεχνική της μονοχρωμικής ζωγραφικής.

Το 1883 δούλεψε όλη την χρονιά σε ένα έργο του, έναν μεγάλο καμβά με τίτλο «Οι Λουόμενοι στο Ανσιερέ» ένα μνημειώδες έργο, επηρεασμένο στα χρώματα από τους Ιμπρεσιονιστές, με απαλές, απλοποιημένες υφές και προσεκτικά περιγράμματα, και με τις ανθρώπινες μορφές να μοιάζουν με αγάλματα. Άλλωστε, ο ίδιος είχε μεγάλη αγάπη για την κλασσική τέχνη και και θεωρούσε τις μορφές στους μεγάλους πίνακές του σχεδόν ως μνημειώδη, κλασσικά ανάγλυφα.

Στην συνέχεια όμως, Ο Σερά εμπνεύστηκε από την επιθυμία να εγκαταλείψει την ανησυχία των Ιμπρεσιονιστών για τη φευγαλέα στιγμή και να προσφέρει, αντ’ αυτού, αυτό που θεωρούσε θεμελιώδες και αμετάβλητο στη ζωή. Παρ’ όλα αυτά, δανείστηκε πολλές από τις προσεγγίσεις του από τον Ιμπρεσιονισμό, από την αγάπη του για τη σύγχρονη θεματολογία και τις σκηνές αστικού ελεύθερου χρόνου, μέχρι την επιθυμία του να αποφύγει την απεικόνιση μόνο του “τοπικού” ή του προφανούς, το χρώμα των εικονιζόμενων θεμάτων και αντ’ αυτού να προσπαθήσει να συλλάβει όλα τα χρώματα που αλληλεπιδρούσαν για να αποδώσει την εμφάνισή τους.

 Εν τέλει, ο Σερά υπήρξε πρωτοπόρος της Νέο-Ιμπρεσιονιστικής τεχνικής που είναι ευρέως γνωστή ως Ντιβιζιονισμός (από τη γαλλική λέξη division που σημαίνει διαίρεση) ή Πουαντιγισμός = pointillisme (από τη γαλλική λέξη point που σημαίνει κουκκίδα ή στίγμα) είναι μία προσέγγιση που σχετίζεται με μία επιφάνεια που ‘τρεμοπαίζει’ με μικρές βούλες ή πινελιές χρώματος. Οι καινοτομίες του εξάγονται από νέες σχεδόν επιστημονικές θεωρίες σχετικά με το χρώμα και την έκφραση, όμως η κατευναστική ομορφιά των έργων του εξηγείται από την επιρροή πολλών διαφορετικών πηγών. Αρχικά πίστευε ότι η σπουδαία μοντέρνα τέχνη θα έδειχνε τη σύγχρονη ζωή με τρόπο παρόμοιο με την κλασσική τέχνη, μόνο που θα χρησιμοποιούσε τεχνολογικά ενημερωμένες τεχνικές. Πίστευε ότι γραμμές που τείνουν προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις και χρώματα συγκεκριμένης ζέστης ή ψυχρότητας, θα μπορούσαν να έχουν συγκεκριμένα αποτελέσματα έκφρασης. Επίσης επεδίωξε την ανακάλυψη ότι αντίθετα ή συμπληρωματικά χρώματα μπορούν να αναμιχθούν οπτικά, για να αποδώσουν πολύ πιο έντονους τόνους από εκείνους που μπορούν να επιτευχθούν απλά αναμιγνύοντας μπογιά. Αποκαλούσε την τεχνική που ανέπτυξε “chromo-luminism” (χρωμο-φωτισμός, το παλλόμενο αποτέλεσμα στις επιφάνειές του καμβά από τις απειροελάχιστες πινελιές μπογιάς).

Το καλοκαίρι του 1884 ολοκληρώνει το έργο του «Ένα κυριακάτικο απόγευμα στο νησί LaGranteJatte», μεγέθους τριών μέτρων, το οποίο δούλευε για δύο χρόνια καθισμένος στο πάρκο και δημιουργώντας τα περιγράμματα. Σε αυτό το έργο παρουσιάζονται μέλη όλων των κοινωνικών τάξεων σε διαφορετικές σκηνές. Οι μικροσκοπικές κουκίδες των χρωμάτων επιτρέπουν στο μάτι του θεατή να συνδυάσει τα χρώματα οπτικά, αντί για να είναι τα χρώματα αναμεμιγμένα από τον ζωγράφο δημιουργώντας ένα μοναδικό οπτικό εφέ.

Le Chahut, 1890, Otterlo, Kröller-Müller Museum

Αργότερα, το ενδιαφέρον του στράφηκε όλο και περισσότερο στη Γοτθική τέχνη και τις δημοφιλείς αφίσες και η επιρροή αυτών στη δουλειά του, την καθιστούν ως μία από τις πρώτες μορφές μοντέρνας τέχνης, που έκαναν χρήση τέτοιων αντισυμβατικών πηγών έκφρασης. Πρωτοπόρησε και πάλι με μία πιο δυναμική και τυποποιημένη προσέγγιση, που ήταν επηρεασμένη από πηγές, όπως καρικατούρες και δημοφιλείς αφίσες. Έτσι προέκυψε μία νέα, δυνατή εκφραστικότητα στη δουλειά του που, πολύ αργότερα, οδήγησε στην αναγνώριση του από τους Σουρεαλιστές σαν έναν εκκεντρικό και ανορθόδοξο αλλά εναλλακτικό και ταλαντούχο καλλιτέχνη.

Το Τσίρκο, 1891, Παρίσι, Μουσείο Ορσέ

Δυστυχώς, ο θρίαμβός του Σερά ήταν βραχύβιος, καθώς μετά από μόλις μια δεκαετία ώριμης δουλειάς πέθανε μόλις στην ηλικία των 31 ετών. Τα αίτια του θανάτου του ήταν αδιευκρίνιστα αν και πλέον έχουν αποδοθεί σε μια μορφή μηνιγγίτιδας, πνευμονίας, μολυσματική κηνάγχη και τη διφθερήτιδα. Μάλιστα, γιος του πέθανε δύο εβδομάδες αργότερα από την ίδια ασθένεια. Το τελευταίο του έργο του Σερά, «Το τσίρκο», έμεινε ημιτελές κατά τον χρόνο του θανάτου του. Παρ’όλα αυτά, άφησε πίσω του ένα σημαίνον σύνολο έργων, που περιλαμβάνει επτά μνημειώδεις πίνακες, περίπου 40 μικρότερης κλίμακας πίνακες, και εκατοντάδες ζωγραφιές και σκίτσα. Αν και το έργο του είναι σχετικά μικρό σε ποσότητα, είχε αντίκτυπο διαρκείας. Παρά την σύντομη ζωή του, ο Γάλλος καλλιτέχνης πρόλαβε να σπείρει μια νέα άνοιξη στο ‘κουρασμένο’ μέχρι τότε ζωγραφικό τοπίο. Οιι καινοτομίες του άλλαξαν τον κόσμο της τέχνης και ύπηρξαν αντκείμενα μεγάλης επιρροής και έμπνευσης, διαμορφώνοντας τα έργα καλλιτεχνών όπως ο Vincent Van Gogh και οι Ιταλοί Φουτουριστές.

“Κάποιοι λένε ότι βλέπουν την ποίηση στους πίνακές μου· εγώ βλέπω μόνο την επιστήμη.”

Seurat

Πηγές:

http://homouniversalisgr.blogspot.com/2018/12/georges-pierre-seurat-2-1859-29-1891.html

http://arutv.ee.auth.gr/istoriart/artguide/artist-seurat-georges.htm

Ο ζωγράφος που ζωγράφιζε με τελείες

Οι μικρές χορεύτριες του Εντγκάρ Ντεγκά

Σαν σήμερα το 1834 γεννιέται Εντγκάρ Ντεγκά, Γάλλος ζωγράφος, χαράκτης και γλύπτης, ο οποίος απεικόνισε με μοναδικό τρόπο τις μπαλαρίνες και την κίνησή τους. Ήταν ένας εκπληκτικός δεξιοτέχνης στην απόδοση της κίνησης και του ανθρώπινου σώματος, όπως φαίνεται στους πίνακές του με θέμα τον χορό, τις ιπποδρομίες και τα γυναικεία γυμνά. Ωστόσο έμεινε στην ιστορία ως η αυθεντία της απεικόνισης χορευτριών μπαλέτου, που τις απεικόνισε σε πίνακες, χαρακτικά και γλυπτά σε μπρούντζο.

«Αγαπούσε το ανθρώπινο σώμα, σαν μια αρμονία υλική, σαν ένα ωραίο αρχιτεκτόνημα και πάνω από όλα την κίνηση»

Σαρλ Μποντλέρ

Το 1881 εξέθεσε το πρώτο γλυπτό του, τη χορεύτρια δεκατεσσάρων ετών (Σάο Πάολο, Museu de Arte), που το ακολούθησαν ένα πλήθος μικρά κέρινα προπλάσματα (μετά το θάνατό του χυτεύτηκαν σε χαλκό) με θέμα γυναικεία γυμνά, χορεύτριες, άλογα κ.λ.π

Ο Ντεγκά χρησιμοποίησε μια νέα τεχνική στο γλυπτό. Το έργο Little Dancer ήταν φτιαγμένο από κερί σε ένα μεταλλικό οπλισμό με οργανικά υλικά, όπως ξύλο, σχοινί, ακόμη και παλιά πινέλα στα χέρια. Στη συνέχεια καλύφθηκε από πηλό και όλα τα στρώματα ήταν περασμένα με κερί. Ο Degas, χρησιμοποίησε έντονο ρεαλισμό στο γλυπτό με την τοποθέτηση μιας περούκας από ανθρώπινα μαλλιά στο κεφάλι και ολοκλήρωσε το έργο ντύνοντάς το με μία μεταξωτή φούστα, ένα πραγματικό μπούστο, και λινές πουέντ.

Όταν ο Ντεγκά παρουσίασε το έργο αυτό «Μικρή χορεύτρια των 14 ετών», δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστο για τα «μικρά ποντικάκια», όπως αποκαλούσαν τις ανήλικες χορεύτριες που έμπαιναν στην Όπερα του Παρισιού για να κάνουν καριέρα μπαλαρίνας να αναζητούν προστάτες ανάμεσα στους πλούσιους και ώριμους συνήθως θεατές που συγκεντρώνονταν για να τις δουν στην πίσω πόρτα του θεάτρου. Η μικρή χορεύτρια, ένα από τα διάσημα γλυπτά του ήταν η Μαρί βαν Γκέτεμ, κόρη μιας πλύστρας και η σχέση της με τον Ντεγκά έχει γίνει συχνά αντικείμενο πολλών θεωριών.

Εκείνη την εποχή οι μπαλαρίνες ήταν συνήθως κορίτσια που προέρχονταν από κατώτερα κοινωνικά στρώματα και φτωχές οικογένειες. Απείχαν πολύ λίγο από τις ιερόδουλες.  Ο Ντεγκά είχε αληθινή εμμονή με αυτές με ένα τρόπο κυρίως ηδονοβλεπτικό. Άλλωστε ποτέ δεν υπήρχαν φήμες για σαρκικές σχέσεις με τις χορεύτριες που έκανε μέσα από τους πίνακές του διάσημες και ακόμα και σήμερα πιάνουν στις δημοπρασίες απίστευτα υψηλές τιμές δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Οι πίνακές του μαρτυρούν και τα ήθη της εποχής. Πίσω από τις χορεύτριες που επεικόνισε την ώρα που κάνουν πρόβα διακρίνει κανείς άντρες να τις παρατηρούν. Οι συνδρομητές της όπερας πλήρωναν όχι μόνο για να έχουν ελεύθερη πρόσβαση στις πρόβες και στις παραστάσεις αλλά και για να έχουν τη δυνατότητα προσωπικών, κυρίως σεξουαλικών σχέσεων με τις κοπέλες. 

«Η δουλειά του είναι ένα είδος κρυφής κάμερας, ένα μυστικό όργανο που περνά απαρατήρητο».

-Αν Ντιμά 

Ο πίνακας «Πρόβα μπαλέτου στη σκηνή», που φιλοτεχνήθηκε το 1874, παρουσιάζει τις ντελικάτες νεαρές να κάνουν πρόβα υπό την καθοδήγηση ενός μαέστρου. Ωστόσο, λίγο πιο πέρα στην άκρη του δωματίου δύο άντρες μέσα στα σμόκιν τους, τις παρατηρούν σιωπηρά. Κάθονται άνετα σε δύο καρέκλες και ίσως επιλέγουν πιο μικροσκοπικό ποντικάκι θα πάρουν υπό την προστασία τους.  Περισσότερα για τον ίσως πιο διάσημο πίνακα του γάλλου καλλιτέχνη μπορείτε να διαβάσετε στο άρθρο μας: https://dromospoihshs.home.blog/2019/02/02/ballet-rehearsal-on-stage-degas/

Σύμφωνα με τα αρχεία της Βιβλιοθήκης της Όπερας του Παρισιού ο Εντγκάρ Ντεγκά είχε παρακολουθήσει πάνω από 177 μπαλέτα και όπερες, ενώ κατάφερε να έχει ειδική πρόσβαση στα παρασκήνια προτού αποκτήσει αρκετά χρήματα για να μπορεί να πληρώνει το εισιτήριο των παραστάσεων. Ωστόσο, ο ιδιόρρυθμος καλλιτέχνης επισκεπτόταν την όπερα καθώς αποτελούσε γι’ αυτόν έναν έξοχο χώρο σιωπηρής παρατήρησης της ανθρώπινης κίνησης. 

«Εκτός από την καρδιά μου, αισθάνομαι όλα να γερνούν μέσα μου. Ακόμη και η καρδιά μου έχει κάτι το τεχνητό. Την έχουν ράψει οι χορεύτριες σε ένα πορτοφολάκι από ροζ σατέν, πολύ απαλό ροζ, σαν τα παπούτσια τους» είχε γράψει τον Ιανουάριο του 1886 στον γλύπτη Πωλ-Αλμπέρ Μπαρτολομέ.

Πηγές:

https://www.culturenow.gr/h-istoria-piso-apo-ton-pinaka-prova-mpaletoy-sti-skini-toy-entgkar-ntegka/

https://www.thetoc.gr/politismos/article/ntegka-gennietai-o-zwgrafos-pou-perase-tis-xoreutries-stin-athanasia

https://www.lifo.gr/team/arts/52262

Summer stories: H κρυφή, ιδιωτική ζωή της Βίβιαν Λι, βγαίνει στο σφυρί

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%82_%CE%AD%CF%81%CE%B3%CF%89%CE%BD_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%95%CE%BD%CF%84%CE%B3%CE%BA%CE%AC%CF%81_%CE%9D%CF%84%CE%B5%CE%B3%CE%BA%CE%AC