Άγονη Γη
Τοῦ ποταμοῦ ἡ σκηνὴ ἒσπασε· τὰ τελευταῖα δάχτυλα
τῶν φύλλων
γατζώνονται και βουλιάζουν μες στήν ὑγρὴ ὂχθη. Ὁ
ἄνεμος
διασχίζει τήν καστανόχρωμη γῆ, ἀθόρυβα. Οἱ νύμφες
ἔχουν φύγει.
Τάμεση γλυκέ, κύλα ἁπαλά, ὥσπου τό τραγούδι μου νά πῶ.
Ὁ ποταμός δέν κατεβάζει ἄδεια μπουκάλια, χαρτιά ἀπό
σάντουιτς,
μεταξωτά μαντίλια, χαρτόκουτα, ἀποτσίγαρα
ἤ ἄλλα τεκμήρια καλοκαιρινῆς νύχτας. Οἱ νύμφες
ἔχουν φύγει.
Καί οἱ φίλοι τους, οἱ ἀργόσχολοι κληρονόμοι τῶν
διευθυντῶν τοῦ Σίτυ·
ἔχουν φύγει, δέν ἄφησαν διεύθυνση.
Ἐπί τῶν ὑδάτων Λεμάν ἐκάθισα κι ἔκλαυσα…
Τάμεση γλυκέ, κύλα ἁπαλά, ὥσπου τό τραγούδι μου νά πῶ.
Τάμεση γλυκέ, κύλα ἁπαλά, ἀφοῦ οὔτε δυνατά μιλῶ οὔτε
φλυαρῶ.
Ὅμως πίσω ἀπ’ την πλάτη μου ἀκούω σέ μιά κρύα ριπή
τό κροτάλισμα τῶν ὀστῶν καί τό συγκρατημένο γέλιο νά
ἁπλώνεται ἀπό αὐτί σέ αὐτί.
T.S. Eliot, Άγονη Γη (μτφρ.: Χάρης Βλαβιανός), εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2020
Ακούστε το εδώ: