Οι Μεταφραστές: Μία απολαυστική ταινία μυστηρίου γεμάτη ανατροπές

Ο Ρεζί Ρουανσάρ, μετά το εξαιρετικά επιτυχημένο «Populaire», επιστρέφει με μία απολαυστική ιστορία «λογοτεχνικού μυστηρίου» γεμάτη ανατροπές, παραπλανητικά στοιχεία, αγωνία και αινίγματα που κινείται μεθοδικά ανάμεσα σε διάφορα κινηματογραφικά είδη, ξεπερνά το κλασικό ερώτημα του “ποιος είναι ο ένοχος” , για να μας διηγηθεί μία καλοστημένη ιστορία αυτοδικίας που κλιμακώνεται συνεχώς.

 Απομονωμένοι σε μία πολυτελές κατοικία, χωρίς καμία επαφή με τον έξω κόσμο, εννέα μεταφραστές από διαφορετικές χώρες συγκεντρώνονται για να αποδώσει ο καθένας στη γλώσσα του τον τελευταίο τόμο μίας από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Αλλά μόλις εμφανίζονται στο διαδίκτυο οι δέκα πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος και ένας άγνωστος ζητάει εκατομμύρια από τον εκδότη για να μην αποκαλύψει την συνέχεια,  όλοι θεωρούνται ύποπτοι και κρατούνται παγιδευμένοι στο καταφύγιο μέχρι να βρεθεί ο ένοχος. Τελικά, Ποιος διέρρευσε το βιβλίο και Πως το έκανε;

Έτσι ξεκινάει μια υπόθεση που παραπέμπει σε Αγκάθα Κρίστι, με αρκετά γνώριμα στοιχεία. Άγνωστοι μεταξύ τους χαρακτήρες συγκεντρώνονται σε έναν περιορισμένο χώρο, με τη λύση να αναζητείται μέσω των διαπροσωπικών σχέσεων που χτίζονται ανάμεσα στους πρωταγωνιστές, και τα κίνητρα του καθενός. 

Το θεατρικό τύπου στήσιμο είναι από μόνο του είναι γοητευτικό και απολύτως ταιριαστό με την εποχή μας, ιντριγκάρει τον θεατή και του δημιουργεί μία πηγαία περιέργεια, καθώς η βασική ιδέα πίσω από το όλο εγχείρημα (μέχρι και την τελική αποκάλυψη) κρύβει μέσα της κάτι το αγνά και ηθικά αντισυστημικό, πάνω στην απελευθέρωση της τέχνης και στην αγνότητα της δημιουργίας της. Παίζοντας με τους ρόλους του εκδότη, του μεταφραστή και του δημιουργού, δίνει μια εύστοχη αποτύπωση για τα κίνητρα και τις αντιθέσεις μεταξύ τους, βάζοντας παράλληλα στη συζήτηση και την ατελείωτη κόντρα ανάμεσα στο εμπορικό και το ποιοτικό, που εμφανίζεται σε κάθε μορφή τέχνης.

Ο Ρεζί Ρουανσάρ εμπνεύστηκε την ιστορία του τη μέρα που διάβασε για τα μέτρα ασφαλείας που έχουν παρθεί στη μετάφραση του μυθιστορήματος του Νταν Μπράουν «Inferno». Η υπερβολή που συνοδεύει την είδηση ότι ένα απλό πολιτιστικό προϊόν αντιμετωπίζεται σαν σπάνιος θησαυρός οδήγησε τον Γάλλο σκηνοθέτη και σεναριογράφο στη διατύπωση κάποιων κρίσιμων ερωτημάτων. Το μήνυμα που θέλει να περάσει είναι αρκετά σαφές, στοχεύοντας στους αδίστακτους εκδοτικούς οίκους και την αρνητική επίδρασή τους στην τέχνη της λογοτεχνίας , αλλά αυτό είναι ουσιαστικά απλώς μια αφορμή – ένα μοτίβο υποβάθρου σε μια κατά τα άλλα απλή, καλοστυμένη ταινία τύπου “whodunnit”.

Η ταινία ενώνει ένα ωραιότατο διεθνές καστ, σκιαγραφώντας κάθε μεταφραστή βάσει των δικών του προσωπικών εμμονών και θέλω, στηρίζοντας έτσι ξεχωριστά κίνητρα, την ίδια ώρα που επιχειρεί να εξερευνήσει τη σχέση του καθενός με τις ιστορίες που περνάν από τα χέρια τους.

Ξεχωρίζουν οι Lambert Wilson, Olga Kurylenko, Alex Lawther, Sidse Babett Knudsen και ο δικός μας Μανώλης Μαυροματάκης, με τον Έλληνα ηθοποιό να στέκεται επάξια μπροστά στις κινηματογραφικές απαιτήσεις του ρόλου του, χαρίζοντας και ορισμένες από τις πιο αξιομνημόνευτες ατάκες της ταινίας, πολλές από αυτές στα ελληνικά.

 Οι Μεταφραστές διαθέτουν νεύρο και ξεσπάσματα, ειδικά όταν όλα συγκλίνουν στο αδιέξοδο. Βέβαια, το σενάριο δεν λειτουργεί πάντα αρμονικά, καθώς πολλές ιδέες δεν εξερευνούνται μέχρι τέλους και κάποιοι χαρακτήρες δεν αναπτύσσονται ικανοποιητικά, το οποίο δημιουργεί μια σχετική σύγχυση, αλλά στο τέλος αυτή η γαλλική παραλλαγή της ταινίας οι Συνήθεις Ύποπτοι κάνει ακριβώς αυτό που υπόσχεται, σοκάροντας, παραπλανώντας, και πάνω απ’όλα διασκεδάζοντας τον θεατή.

Πηγές:

https://www.oneman.gr/entertainment/oi-metafrastes-einai-i-teleia-tainia-gia-therino-sinema/

http://www.filmboy.gr/2020/03/translators-les-traducteurs-2019.html

www.cineramen.gr/kritiki-gia-tin-tainia-oi-metafrastes/

https://www.lifo.gr/guide/cinema/5047/oi-metafrastes

https://www.athensvoice.gr/culture/cinema/656208_kritiki-tainias-oi-metafrastes-les-traducteurs

The Invisible Man: Πως ένα καλό remake μπορεί να κάνει την διαφορά

Από την δεκαετία του ‘30 το studio της Universal εισήγαγε στη γλώσσα του κινηματογραφικού τρόμου τα εντυπωσιακά της τέρατα. Τα τρομακτικά τέρατα όπως ο Φρανκενστάιν, η Μούμια και ο Λυκάνθρωπος συνυπήρχαν σε ένα υποβλητικό όνειρο κινηματογραφικής διαφυγής, με στοιχεία από τον γοτθικό τρόμο, το κλασικό δράμα και συχνά και από τη μαύρη κωμωδία (το Dark Universe της Universal).

Όλα τα τέρατα που κόσμησαν το σινεμά του φανταστικού εκείνης της εποχής, κατοχυρώθηκαν στη συλλογική μνήμη και στην ανερχόμενη τότε ποπ κουλτούρα και έχουν τη δύναμη να εξακολουθούν να τρομάζουν μέχρι και σήμερα, ως αρχετυπικές φιγούρες τρόμου. Ο βασισμένος στο μυθιστόρημα του Χ.Τζ. Γουέλς «Αόρατος Άνθρωπος» (1933) του Τζέιμς Γουέιλ υπήρξε μία από τις σπουδαιότερες στιγμές του κλασικού σινεμά του φανταστικού. Η διαδρομή από τον μουμιοποιημένο Κλοντ Ρέινς το 1930 ως τον υπαινικτικά παρόντα Όλιβερ Τζάκσον Κόεν του 21ου αιώνα είναι βέβαια μεγάλη και στην αποτελεσματικότατη, δυναμική ταινία του Γουανέλ το κέντρο βάρους πέφτει στην αγωνιώδη προσπάθεια της Ελίζαμπεθ Μος να ξεφύγει από την αόρατη δύναμη που την απειλεί μέσα από μία ακόμα συγκλονηστική ερμηνεία.

Η σκηνοθεσία και το σενάριο είναι, όπως είπαμε, από τον ειδήμων του τρομακτικού Leigh Whannell που έχει κάνει το πολύ καλό Upgrade, το Insidious αλλά και τα Saw ενώ πρωταγωνιστούν οι Elisabeth Moss, Storm Reid, Aldis Hodge, Oliver Jackson-Cohen, Harriet Dyer, και άλλοι.

 Παγιδευμένη σε μια βίαιη, κακοποιητική σχέση με έναν πλούσιο και ευφυή επιστήμονα, η Σεσίλια Κας καταφέρνει να αποδράσει μέσα στη νύχτα και να εξαφανιστεί, με τη βοήθεια της αδερφής της, ενός παιδικού της φίλου και της μικρής του κόρης. Όταν όμως ο βάναυσος πρώην σύντροφος της Σεσίλια αυτοκτονεί και της αφήνει ως κληρονομιά ένα μεγάλο μέρος της τεράστιας περιουσίας του, η Σεσίλια υποψιάζεται ότι πρόκειται για παγίδα. Μια σειρά από παράξενες συμπτώσεις θα αποβούν σχεδόν θανατηφόρες και θα απειλήσουν τις ζωές εκείνων για τους οποίους η Σεσίλια νοιάζεται. Η λογική της θα αρχίσει να κλονίζεται και προσπαθεί απελπισμένα να αποδείξει στον περίγυρό της ότι καταδιώκεται από μια αόρατη παρουσία που την στοιχειώνει.

Το πιο ενδιαφέρον είναι πως η ταινία δεν επικεντρώνεται στον «Αόρατο Ανθρωπο» αλλά ασχολείται περισσότερο με τον τρόμο της συναισθηματικής και ενδοοικογενειακής βίας. Η ηρωίδα μάχεται να κρατήσει την πνευματική της ισορροπία καθώς κανείς δεν πιστεύει την απίθανη υποψία της, ενώ ταυτόχρονα θέλει να προστατέψει όσους αγαπάει, από τη δολοφονική μανία του εξαφανισμένου πρώην συντρόφου της. Ο Γουάνελ χτίζει την αγωνία και τις σκηνές απειλής της ταινίας επάνω στήν εποχή του #MeToo και την κοινωνική του παράμετρο , όπου κάθε γυναίκα βιώνει την εμμονή ενός αόρατου stalker ή της αόρατης καθημερινής βίας και προσπαθεί πρώτα να πείσει την κοινωνία για την θέση του θύματος στην οποία βρίσκεται και μετά να προστατευθεί από τον κίνδυνο στον οποίο βρίσκεται.

«Ηθελα να κάνω κάτι το οποίο ήταν αρκετά μοντέρνο και να πατά γερά στη γη, ή τελοσπάντων όσο γερά μπορεί να πατά μια ταινία με θέμα έναν αόρατο άνθρωπο. Κάτι το οποίο να έχει αρκετή ένταση και να είναι τρομαχτικό με ένα τρόπο που ‘Ο Αόρατος Ανθρωπος’ δεν είχε ξαναγίνει», δήλωσε ο Γουανέλ.

Η πιο σημαντική διαφορά με το μυθιστόρημα του H.G. Wells και την κλασσιική ταινία του 1933 είναι ότι ο “αόρατος άνθρωπος” του σήμερα ήταν κακός πολύ πριν τρελάθεί, πολύ πριν γίνει αόρατος. Η ιδέα της αορατότητας είναι απλά ένα συναρπαστικά πρόσφορο μέσο για να διερευνήσει τις καταχρηστικές σχέσεις, την αγοραφοβία και την τοξικότητα της αρρενωπότητας , καθώς υπάρχει μια καθολική και άβολα πραγματική επίδραση από τα τραύματα που βιώνει η Σεσίλια.

Η αναστατωμένη Σεσίλια αμφιβάλλει και σχεδόν δαιμονίζεται με την αόρατη παρουσία και απουσία ταυτόχρονα, σαν να συμβαίνει μια θύελλα στο ταραγμένο και ως έναν βαθμό ενοχικό μυαλό της. Η πάντα ευρηματική στην προσέγγιση των ρόλων της και έμπειρη σε χαρακτήρες θυμάτων που επιβιώνουν σε εξαιρετικές τηλεοπτικές σειρές όπως το «Mad Men» και το «Handmaid’s Tale» Ελίζαμπεθ Μος προσδίδει βάθος, πάθος κι εσωτερική δυναμική στην ευάλωτη Σεσίλια, με τον Γουάνελ να τυλίγει σε μια επιβλητική, διαρκώς απειλητική και κλειστοφοβική ατμόσφαιρα το… κενό που την περιβάλλει, ενώ παράλληλα καταφέρνει να μετατρέψει τον φόβο του άγνωστου και του αόρατου σε έναν εντελώς νέο εφιάλτη. Σύμμαχος του εδώ και η μουσική επένδυση του Benjamin Wallfisch που είναι άκρως καθηλωτική. Μέσω αυτής της αρμονικής συνεργασίας γυρίζουν μαεστρικά τον καθρέφτη στον θύτη, ξεγυμνώνοντάς τον μπροστά στο κοινό και αντιστρέφουν τη δράση προς όφελός τους, στρώνοντας έτσι τον δρόμο της χειραφέτησης για μια μοναχική ηρωίδα σε ένα σύμπαν καχυποψίας και εχθρότητας.

«Ένας από τους λόγους που ήθελα να κάνω την ταινία ήταν πως είχε μια αρκετά φεμινιστική ιστορία, μια ιστορία γυναικείας ενδυνάμωσης με ένα θύμα να καταφέρνει να ξεπεράσει την βία.»

συνέντευξη της Ελίζαμπεθ Μος

Στο πρώτο τριήμερο η ταινία τα πήγε πολύ καλά με 29 εκ. δολάρια εισπράξεις, κατακτώντας έτσι την πρώτη θέση στο Αμερικάνικο Box Office. Η προβολή της ταινίας διακόπηκε λόγω της καραντίνας, αλλά αυτή την στιγμή έχει κατακτήσει το ίντερνετ μετά τo early release της στο σάιτ της Universal.

Πηγές:

www.cineramen.gr/kritiki-gia-tin-tainia-the-invisible-man/

https://www.lifo.gr/guide/cinema/5042/o-aoratos-anthropos

www.cineramen.gr/eskise-i-tainia-the-invisible-man/

https://flix.gr/news/the-invisible-man-trailer.html

https://www.athinorama.gr/cinema/article/o_aoratos_anthropos-2540399.html