Ερμής του Πραξιτέλους, ο ορισμός του κάλλους

Το άγαλμα χρονολογείται από το 343 π.κ.χ. και είναι κατασκευασμένο από μάρμαρο της Πάρου.

Είναι το μόνο αυθεντικό έργο του Πραξιτέλη που έχει διασωθεί. Βρέθηκε στην Ολυμπία, απείραχτο στο βάθρο του, αρκετά μέτρα κάτω από την γη και έχει ύψος 2.10 μ. Ήταν αφιερωμένο από τους Ηλείους και Αρκάδες στο ιερό Άλτις, για να εορτάσουν την συνθήκη ειρήνης. Αργότερα είχε τοποθετηθεί στον ναό της Ήρας, όπου και ευρέθηκε από γερμανούς αρχαιολόγους το 1877.

Το έργο, “το διαμάντι της Ολυμπίας”, παριστάνει τον Ερμή, τον αγγελιοφόρο των Θεών, με τον μικρό Διόνυσο να προσπαθεί να πάρει κάτι από το χέρι του.
Η ιστορία έχει ως εξής: η Σεμέλη, μητέρα του Διόνυσου, πέθανε από τον τρόμο της, όταν ο Δίας της παρουσιάστηκε με τους κεραυνούς και όλη του την λάμψη, μπροστά της. Ήταν όμως έγκυος και ο Δίας παίρνοντας το βρέφος, το έστειλε στις νύμφες της Κρήτης, με τον Ερμή. Όταν το μωρό άρχισε να κλαίει, ο Ερμής για να το καθησυχάσει, του έδειξε κάποιο γυαλιστερό αντικείμενο.

Αυτήν την σκηνή απεικονίζει το έργο, το οποίο παρουσιάζει τον Ερμή νωθρό, αλλά αρρενωπό, να ακουμπάει στον κορμό ενός δένδρου. Στα χείλια του, τα οποία αφήνουν μία ελαφρά σκιά, διακρίνεται η αρχή ενός χαμόγελου. Η λεπτότητα του στόματος έρχεται σε αντίθεση με την δυνατή του μύτη. Τα μαλλιά του Ερμή είναι άτακτα και κάνουν να φαίνεται το δέρμα του πιο απαλό και πιο λείο. Η απαράμιλλη τέχνη του Πραξιτέλη, στο να αφαιρεί την σκληράδα από το μάρμαρο, κάνοντας το, το ίδιο με την όψη της σάρκας, οφείλεται στην μεγάλη δεξιοτεχνία του, στην χρήση φωτός και σκιάς. Ο Πραξιτέλης για να δώσει ζωντάνια στο άγαλμα, σκοπίμως δεν κρατάει τις αναλογίες.

Είναι το μόνο αυθεντικό έργο του Πραξιτέλη που έχει διασωθεί.
Τα στοιχεία που συνηγορούν ότι πρόκειται περί του πρωτοτύπου είναι :
η περίφημη κατακόρυφη καμπύλη (σχήμα S) του σώματός του, γνωστή Πραξιτελική ιδιομορφία
τα ακατάστατα μαλλιά του (βόστρυχοι)
το αριστοτεχνικά δουλεμένο ρούχο του
Βρέθηκε στην Ολυμπία, απείραχτο στο βάθρο του, αρκετά μέτρα κάτω από την γη και έχει ύψος 2.13 μ. Ήταν αφιερωμένο από τους Ηλείους και Αρκάδες στο ιερό Άλτις, για να εορτάσουν την συνθήκη ειρήνης. Μετά είχε τοποθετηθεί στον ναό της Ήρας, όπου και βρέθηκε στις 26 Απριλίου 1877. Σώθηκε σχεδόν άθικτο, γιατί όταν κατέρρευσε ο ναός από τον σεισμό, στα τέλη του 3ου μ.Χ αι., οι τοίχοι του σηκού που ήταν από ωμές πλίθρες, το σκέπασαν προστατευτικά. Στο κουκούλι αυτό των ερειπίων είχε εγκλωβισθεί το κομψοτέχνημα, που δημιούργησε με τελειότητα μοναδική και απαράμιλλη, η σμίλη του Πραξιτέλη. Για επτά ολόκληρους αιώνες ο Ερμής έστεκε ολόρθος, μαγεύοντας με την πλαστικότητα, τη ζωντάνια και την ομορφιά του τους επισκέπτες του ναού.
Το έργο, το διαμάντι της Ολυμπίας, παριστάνει τον Ερμή, τον αγγελιαφόρο των Θεών, με τον μικρό Διόνυσο να προσπαθεί να πάρει κάτι από το χέρι του.
Η ιστορία έχει ως εξής: η Σεμέλη, μητέρα του Διόνυσου, πέθανε από τον τρόμο της, όταν ο Δίας της παρουσιάστηκε με τους κεραυνούς και όλη του την λάμψη, μπροστά της. Ήταν όμως έγκυος και ο Δίας παίρνοντας το βρέφος, το έστειλε στις νύμφες της Κρήτης, με τον Ερμή. Όταν το μωρό άρχισε να κλαίει, ο Ερμής για να το καθησυχάσει, του έδειξε κάποιο γυαλιστερό αντικείμενο. Αυτήν την σκηνή απεικονίζει το έργο, το οποίο παρουσιάζει τον Ερμή νωθρό, αλλά αρρενωπό, να ακουμπάει στον κορμό ενός δένδρου. Στα χείλια του, τα οποία αφήνουν μία ελαφρά σκιά, διακρίνεται η αρχή ενός χαμόγελου. Η λεπτότητα του στόματος έρχεται σε αντίθεση με τη δυνατή του μύτη. Τα μαλλιά του Ερμή είναι άτακτα και κάνουν να φαίνεται το δέρμα του πιο απαλό και πιο λείο. Η απαράμιλλη τέχνη του Πραξιτέλη, στο να αφαιρεί την σκληράδα από το μάρμαρο, κάνοντας το, το ίδιο με την όψη της σάρκας, οφείλεται στη μεγάλη δεξιοτεχνία του, στην χρήση φωτός και σκιάς. Ο Πραξιτέλης για να δώσει ζωντάνια στο άγαλμα, σκοπίμως δεν κρατάει τις αναλογίες. Εάν κανείς το παρατηρήσει από τ’ αριστερά, φαίνεται λυπημένο, από τα δεξιά φαίνεται γελαστό, όταν δε το κοιτάξεις από μπροστά, ήρεμο.

Ο Ερμής εκπροσωπεί την αρμονία και ωραιότητα του ανδρικού κάλλους. Είναι ο Άδωνις, νέος όλων των εποχών και όλων των αιώνων. Ο Πραξιτέλης εμπνεόταν από το κάλλος και την τέχνη της γυμνής ομορφιάς, την οποία θεοποίησε. Έφτιαξε τον Ερμή του σαν πρότυπο ανδρικής ομορφιάς, αποδίδοντας ένα τέλειο καλλιτεχνικά σώμα ιδανικού τύπου, ώστε να μας αφήσει να φαντασθούμε ότι το σώμα αυτό γαλουχήθηκε με αμβροσία και νέκταρ. Αυτός πρωτο δημιούργησε με τη σμίλη του το κατσάρωμα των μαλλιών του κεαφαλιού. Δημιούργησε τον ”ενόφθαλμο”, που ο βολβός των ματιών είναι λίγο βαθύτερα από το φυσιολογικό μάτι, ώστε να δώσει γλυκύτερη ομορφιά στο ελεύθερο χείλος του άνω βλεφάρου, για να φαίνεται πιο λάγνο και να εντυπωσιάζει. Δημιούργησε τις ραβδώσεις του σώματος, που αντιστοιχούν στην ύπαρξη των μυών του (στήθους, κοιλιάς και μηρών). Ο Πραξιτέλης κατάφερε να αναδείξει τα λουριά που έχουν τα σανδάλια και τα αγγεία που διαγράφονται στα μέρη εκείνα του σώματος, τα οποία διακρίνονται και ξεχωρίζουν από το φυσικό δέρμα.

Τα θαλερά του στήθη λες πως δεν είναι από άψυχο και παγωμένο μάρμαρο. Είναι μία ανδρική ομορφιά που αποθέωσαν οι άνθρωποι και δημιούργησε η μαγική σμίλη, η φαντασία και η τεχνική του Πραξιτέλη, δίνοντας στον μαρμάρινο όγκο μία αίσθηση τόσο αληθινής ”ζωντανής”, σάρκας, που έχεις την αίσθηση ότι αν την αγγίξεις με τα δάκτυλά σου, θα νιώσεις να κυλά το αίμα στο κορμί του Ερμή, θα νιώσεις ότι αναπνέει και είναι έτοιμο να αλλάξει θέση … και να μετακινηθεί…

Ένα τυχαίο γεγονός που έλαβε χώρα το 1935, στάθηκε η αιτία να παίξει ο φωτογραφικός φακός σε ένα παχνίδισμα μοναδικής σύμπτωσης και προκλητικής γοητείας. Ο φωτορεπόρτερ Βασίλειος Τσακιράκης είχε επισκεφθεί το Αρχαιολογικό Μουσείο των Αθηνών, για να θαυμάσει τα μοναδικά εκθέματα. Εκεί, σε μία αίθουσα υπήρχε το αντίγραφο του Ερμή της Άνδρου, άγαλμα επίσης του Πραξιτέλη (το πρωτότυπο υπάρχει στο μουσείο της Άνδρου). Ανάμεσα στους επισκέπτες ο έμπειρος φωτορεπόρτερ διέκρινε έναν νεαρό Έλληνα που ξεναγούσε μία ομάδα Ισπανών. Όταν η ομάδα πλησιάσε το άγαλμα του Ερμή έγινε το θαύμα. Άγαλμα και ο ξεναγός Έλληνας ταυτοποιηθήκανε. Η μηχανή του φωτορεπόρτερ απαθανάτισε τη μοναδική στιγμή και το ιστορικό γεγονός. Το γονίδιο του Έλληνα στην αιωνιότητα αναλλοίωτο. Η ομοιότητά τους είναι συγκλονιστική. Ο πρόγονος και ο απόγονος στην πορεία 2.500 ετών. Ακόμη και στους βοστρύχους (μπούκλες των μαλλιών) η ομοιότητα είναι καταπληκτική. Η ανακάλυψη του μοντέλου του Πραξιτέλη ήταν γεγονός. Το όνομα του νεαρού ωραίου ως Έλληνα, Νικόλαος Ζαφειρόπουλος, κάτοικος Θεσσαλονίκης.

Τον Απρίλιο του 1877 Γερμανοί ανασκαφείς ανακαλύπτουν στην Ολυμπία, στο Ναό της Ήρας, ένα αξεπέραστης ομορφιάς και συμμετρίας αγαλματικό σύμπλεγμα. Χρονολογείται στο 343 π.Χ, τη μεταβατική περίοδο από την ύστερη κλασική στην πρώιμη ελληνιστική γλυπτική.
Πρόκειται για το διάσημο άγαλμα του Ερμή του Πραξιτέλη, που κρατά στην αγκαλιά του τον θεό Διόνυσο σε παιδική ηλικία και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας, σε όλη του τη ακτινοβόλα χάρη. Το σύμπλεγμα θεωρείται ως το μοναδικό διασωθέν πρωτότυπο έργο, που γεννήθηκε από τη σμίλη του Πραξιτέλη και εδώ ολοκληρώνονται τα απολύτως γνωστά για το περίφημο έργο.

Εκείνο που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό, είναι η περιπέτεια του Ερμή που ξεκινά χρόνια μετά την ανακάλυψη του, περιπέτεια που προκλήθηκε από τις απορίες και τις αμφιβολίες του Karl Blümel, ενός γερμανού αρχαιολόγου, ο οποίος γύρω στα 1927 διατυπώνει τη θεωρία ότι ο Ερμής δεν είναι πρωτότυπο έργο του γλύπτη του 4ου αιώνα π.Χ., αλλά αντίγραφο των ρωμαϊκών ετών.
Τους ισχυρισμούς του φροντίζει να τους γνωστοποιήσει δημοσιεύοντας, μάλιστα, μελέτη σχετική με την τεχνική της αρχαίας γλυπτικής, όπου παραθέτει τις παρατηρήσεις του, όλες σχετικές με την κατασκευή του αγάλματος. Δημιουργείται σχετικός σάλος, ωστόσο, στις απορίες που διατυπώνει τότε ο γερμανός αρχαιολόγος δεν δίνεται καμία απάντηση και η περιπέτεια του Ερμή, αναφορικά με την πρωτοτυπία του, παραμένει σε εκκρεμότητα για αρκετά χρόνια, μέχρι να επιχειρήσει να δώσει απαντήσεις o Oscar Antonsson, το 1937.