Έρωτας , η μεγάλη θυσία, του Ευάγγελου Παπανούτσου

ΕΡΩΤΑΣ:

“Πολύ μεγάλη σημασία για τη διαμόρφωση των διαθέσεων και της συμπεριφοράς του ανθρώπου στο κεφάλαιο της ερωτικής ζωής, και γενικότερα στη συγκρότηση της προσωπικότητάς του, έχουν οι πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες, το πώς γεύτηκε στα χρόνια της νεότητάς του την ηδονή του φύλου. Εάν μερικοί μιλούν για την επιθυμία και τον έρωτα επιπόλαια η με σαρκασμό, σα να είναι δευτερεύουσες η ευτελείς υποθέσεις της ζωής, εάν ακόμη μερικοί αισθάνονται απέναντι στην επιθυμία και στον έρωτα αποστροφή και φόβο, αηδίαν η αβεβαιότητα, τούτο κατά μεγάλο μέρος οφείλεται στο γεγονός ότι και οι πρώτοι και οι δεύτεροι δεν ευτύχησαν να έχουν καλές σεξουαλικές και αισθηματικές εμπειρίες στα πρώτα, τα κρίσιμα χρόνια της ζωής. Με τις πρώτες εμπειρίες, και σε τούτο και σε πολλά άλλα θέματα, τοποθετούνται για το χαρακτήρα και την πνευματική υφή του ανθρώπου οι σιδηροτροχιές απάνω στις οποίες θα κινηθεί, όπως το τραίνο στις γραμμές του.

Είναι μεγάλη ευλογία για το νέο άνθρωπο να έχει με καλούς οιωνούς μυηθεί στα αινίγματα και στις συγκινήσεις του sex. Θα σταθεί γερά πάνω στα δυο του πόδια, θα αποκτήσει αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία και θα αντέξει στις θύελλες της ζωής.

Αλλοίμονο σ’ εκείνον που έχει γευτεί πρόστυχα την ηδονή της σάρκας στα πρώτα βήματά του, ή στο πρώτο του ερωτικό αναφτέρωμα συνάντησε την αδιαφορία ή γνώρισε την απογοήτευση. Στραβώνει ο δρόμος του και δύσκολα θα ξαναβρεί τη σωστή γραμμή. Δεν είναι σπάνιοι (ακόμη και στους κύκλους των μορφωμένων) εκείνοι που, όταν συζητούμε μαζί τους για τον έρωτα, μας αιφνιδιάζουν με τον τρόπο που τον αντιμετωπίζουν ή τον προσπερνούν με ελαφρότητα και ειρωνεία ή μιλούν γι’ αυτόν με κυνισμό και απρέπεια. Απορούμε πώς άνθρωποι σοβαροί τηρούν απέναντι σ’ ένα τόσο σοβαρό θέμα μια τόσο παιδαριώδη στάση. Κακότυχοι άνθρωποι… Την ώρα που πήγαινε να ανθίσει η ψυχή τους, που δοκίμαζαν να μυηθούν στα μυστήρια και να χαρούν το θαύμα, δεν αξιώθηκαν να βρούν τον σύντροφο τον πρόθυμο να τους παρασταθεί, τον άξιο ν’ αγωνιστεί μαζί τους τον ωραίο αγώνα-και έμειναν στη μέση του δρόμου ή παραστράτησαν. Όσο περνούν τα χρόνια η στέρηση θα γίνεται πιο πικρή, ο εκτροχιασμός πιο επικίνδυνος και ξαφνιάζεται κανείς να βλέπει ανθρώπους που πέρασαν με ευπρέπεια τη ζωή τους, να έχουν γεράματα όχι ειρηνικά, ούτε ανεπαίσχυντα.

Θα έδινα λοιπόν στους νέους για τον ορθό ερωτικό προσανατολισμό τους τις εξής συμβουλές:

α. Μην ταυτίζετε τον έρωτα με την επιθυμία. Η επιθυμία είναι απαίτηση της ζωτικότητάς σας, η ικανοποίηση της θα σας ανακουφίσει. Ο έρωτας αποκαλύπτεται στο πνεύμα, με αυτόν θα ολοκληρωθεί η ύπαρξή σας…
Μη βιάζεσαι λοιπόν να αποφασίσεις. Περίμενε να ‘ρθει η ευλογία του έρωτα. Πρώτη μας λοιπόν συμβουλή πρέπει να ‘ναι προσμονή, όχι βιασύνη. Γιατί όχι βιασύνη; Γιατί την ώρα της ροδοδάκτυλης αυγής μια κακή τοποθέτηση της αγάπης μας μπορεί να μας πολώσει προς τα κάτω, να μεταθέσει το κέντρο του ηθικού μας βάρους χαμηλά και να μείνουμε εκεί- να μαδήσουν τα φτερά μας και να μην πετάξουμε πια ψηλά….

Κάτι απερίγραπτα λεπτό και πολύτιμο υπάρχει μέσα σου. Φύλαξέ το ! Μη ρίξεις αμέσως αυτή την τελευταία εφεδρία στη μάχη, με την πρώτη κιόλας κρούση προς το άλλο φύλο.

β. Μην προσπαθήσετε να αποσπάσετε την αγάπη με μέσα ανέντιμα από το πρόσωπο που σας έχει γοητέψει. Ο έρωτας δεν εκβιάζεται. Γίνου άξιός του να σου δωθεί. Ας διδάξουμε στους νέους ότι ο έρωτας είναι μια σχέση απόλυτης αμοιβαιότητας. Συνδέει 2 πρόσωπα που το καθένα έχει ελεύθερα εκλέξει το άλλο, και είναι πάντοτε πρόθυμο να χαρίζεται στο άλλο, χωρίς ποτέ να συλλογίζεται ή να υπολογίζει την αμοιβή, γιατί έχει τη συνείδηση ότι οσαδήποτε κι αν δώσει, προσφέρει λιγότερα απ’ όσα παίρνει….

Εάν η ανταπόκριση δεν υπάρχει στην διάθεση και στην πράξη και των 2 προσώπων, δεν μπορεί να γίνει λόγος για έρωτα. Όταν αντιληφθούμε ότι παρά την προσφορά μας δεν συναντούμε ειλικρινή και αμέριστη ανταπόκριση από τον άλλο, τούτο είναι σημάδι φανερό ότι δεν βρισκόμαστε στο σωστό δρόμο, δεν χτυπάμε την πόρτα που θα ανοίξει. Είναι λάθος να νομίζουμε ότι εάν επιμένουμε, πιέσομε, κάνουμε πιο συστηματικά την πολιορκία μας, θα κατακτήσουμε το είδωλό μας. Η τακτική αυτή ίσως να είναι αποτελεσματική στο επίπεδο της επιθυμίας, όχι και στο επίπεδο του έρωτα.

γ. Όταν κατακτήσετε το μεγάλο αγαθό του έρωτα, μην αναπαυθείτε στις δάφνες σας. Είναι δυσκολότερο ακόμη να το διατηρήσετε. Για να κρατηθείτε στο ύψος της δωρεάς που σας έγινε, θα αγωνιστείτε ανανεώνοντας διαρκώς τους τίτλους των διεκδικήσεών σας. Ο έρωτας μοιάζει με την ελευθερία σε τούτο: ότι είναι προνόμιο που πρέπει διαρκώς να αποδείχνεις στη πράξη ότι το αξίζεις. Για να διατηρηθεί στέρεος ο ερωτικός δεσμός έχει ανάγκη από διαρκώς μεγαλύτερα κεφάλαια τρυφερότητας και στοργής , εμπιστοσύνης και εκτίμησης, αφοσίωσης και θαυμασμού, που να τα καταθέτουν χωρίς φειδώ και τα δύο μέρη.

Γιατί ο αληθινός έρωτας είναι ένα αέναο παρόν, όχι παρελθόντος αναμνήσεις. Υπάρχει μόνο ως μία διαρκώς ανανεωνόμενη κατάκτηση. Και κερδίζεται με τις θυσίες που απαιτεί μία νίκη ακριβή. Έτσι δίνεται στον άνθρωπο κάθε είδος ευτυχίας”.

Πηγή: Πρακτική Φιλοσοφία

Η τεχνική πρόοδος, ένα φοβερό κείμενο του Ε. Παπανούτσου

Όσοι, κουνώντας μελαγχολικά το κεφάλι ή υψώνοντας τη φωνή με οργή, αρνούνται την ηθική πρόοδο του ανθρώπου κατά τους μακρούς αιώνες της ιστορικής του διαδρομής, μιλούν συνήθως με αδιαφορία, ή και με περιφρόνηση, για την αξία της “υλικής” προόδου, των κατακτήσεων δηλαδή της επιστήμης και της τεχνικής, που άλλαξαν στους χρόνους μας τη μορφή του κόσμου.

§Καμιά επιρροή, λέγουν δεν έχουν αυτά τα πολυθρύλητα θαύματα απάνω στον ηθικό βίο του ανθρώπου, στο χαρακτήρα, στην προσωπικότητά του. Άλλη η μια τροχιά, άλλη η άλλη· δεν πηγαίνουν παράλληλα. Ή
Καμιά ουσιαστική αξία, λέγουν, δεν έχουν οι τεχνικές τελειοποιήσεις των μέσων της ζωής, για τις οποίες υπερηφανεύεται ο πολιτισμός μας. Ευτυχέστερος ήταν ο άνθρωπος που ζούσε χωρίς τις σημερινές ανέσεις, σε κοινωνίες απλούστερες, “πρωτόγονες”. Ή
Όχι μόνο δεν καλυτέρεψε, αλλά χειροτέρεψε τον άνθρωπο η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνικής. Πολλαπλασίασε και έκανε πιο raffinee τη δύναμη της κακουργίας του . . .
Θα προσπαθήσω να αποδείξω ότι και οι τρεις αυτές υποθέσεις είναι αστήριχτες· βρίσκονται σε ασυμφωνία με εξώφθαλμα γεγονότα.
Πρώτον, είναι πλάνη να νομίζομε ότι η ευημερία δεν επηρεάζει προς το καλύτερο το ήθος των ανθρώπων. Προσοχή: δε λέγω η ευμάρεια, ο πλούτος, η πολυτέλεια· λέγω η ευημερία, δηλαδή η επάρκεια των υλικών μέσων της ζωής, που επιτρέπει τις απαραίτητες για έναν πολιτισμένο άνθρωπο ανέσεις. Τα παραδείγματα αφθονούν, από παρατηρήσεις απάνω και στην ατομική και στη συλλογική ζωή. Η πενία, ως συνώνυμο της πείνας, της αρρώστιας και της αμάθειας, είναι ο χειρότερος σύμβουλος του ανθρώπου και η μεγαλύτερη μάστιγα των κοινωνιών. Άτομα ή λαοί που λιμοκτονούν, δεκατίζονται από αρρώστιες και είναι βυθισμένοι στην αμάθεια, έχουν το βούρκο και τη δυστυχία μέσα στην ψυχή τους. Φθονούν, απεχθάνονται, μισούν όχι μόνον όσους γεύονται άνετα τα αγαθά της ζωής, αλλά και τους ομοίους των. Η εξαθλίωση διηθείται έως τους εσώτερους πόρους της ψυχής τους και τους εξαχρειώνει. Αρετές όπως η αγάπη της ελευθερίας, η αυτοκυριαρχία, η αξιοπρέπεια δεν μπορούν να ριζώσουν σε έδαφος ψυχικό, που το έχουν αποψιλώσει οδυνηρές υλικές στερήσεις. Σκλάβους, ακρατείς, ευτελείς κάνει τους ανθρώπους η αγιάτρευτη φτώχεια. – Αντίθετα η ευημερία, ως συνώνυμο της ευπορίας στα υλικά μέσα της ζωής, της υγείας και της μόρφωσης, επιδρά ευεργετικά απάνω στο χαρακτήρα των ατόμων και των λαών. Τους κάνει φιλελεύθερους, ευπρεπείς, γενναιόψυχους. Τους δίνει τη χαρά της ζωής που κάνει τον άνθρωπο να χαίρεται την ανθρωπιά του. Να υπερηφανεύεται γι’ αυτήν. Να την τιμά, και στο δικό του πρόσωπο και στο πρόσωπο των ομοίων του. “Ευστάθεια” (με όλες τις σημασίες της λέξης) δεν έχουν ούτε τα άτομα ούτε οι κοινωνίες που μαστίζονται από την εξαθλίωση. Και είναι εχθρός του ανθρώπου εκείνος (ο σοφός ή ο πολιτικός) που θεωρεί άσχετες μεταξύ τους την ευημερία με την ευτυχία, την ευτυχία με την αρετή. Χαρά και καλοσύνη (όσο και αν επιχειρούμε να αντισταθμίσομε τις στερήσεις του παρόντος με προσδοκίες του μέλλοντος) δεν μπορεί να έχει ο άνθρωπος ή ο λαός ο εξαθλιωμένος από τα δεινά της πείνας, της αρρώστιας και της αμάθειας. Χορτάσετέ τον, γιατρέψετέ τον, μορφώσετέ τον και θα δημιουργήσετε τις προϋποθέσεις για ν’ αστράψει μέσα του το φως της αλήθειας, της ομορφιάς και της αρετής – με μια λέξη : της ανθρωπιάς.
Δεύτερον, είναι πλάνη να υποθέτομε ότι οι εκπληκτικές κατακτήσεις της επιστήμης και της τεχνικής, για τις οποίες δικαιολογημένα υπερηφανεύεται ο πολιτισμός μας, δεν έχουν καμιάν ουσιαστικήν αξία, επειδή τάχα δεν έκαναν “ευτυχέστερο” τον άνθρωπο – άρα δεν αποτελούν “πρόοδο”. “Άχ! τι ωραία που ζούσαν άλλοτε οι άνθρωποι στις πρωτόγονες κοινωνίες τους, χωρίς το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο, το αυτοκίνητο, το αεροπλάνο” . . Δεν πρέπει, νομίζω, να παίρνομε στα σοβαρά αυτό τον ψευτορομαντισμό της υποκριτικής νοσταλγίας του παρελθόντος. Πρώτα – πρώτα γιατί δογματίζει “εκ του ασφαλούς” και “με το αζημίωτο”: δεν εγνώρισα ακόμη κανένα οπαδό του δόγματος να διακόψει το ηλεκτρικό ρεύμα στο σπίτι του για να ζήσει ευτυχέστερος. Και έπειτα, γιατί είναι τουλάχιστο γελοίο να υποστηρίζει κανείς ότι ζούσαν “καλύτερα” οι άνθρωποι τότε που οι γιατροί καίγανε με πυρωμένο σίδερο τις μολυσμένες πληγές (χωρίς φυσικά, να μεταχειρίζονται αναισθητικά ή αναλγικά φάρμακα) ή που πέθαιναν τα μωρά κατά εκατομμύρια από εντερίτιδα . . . ή τότε που σοφοί και υψηλής ευαισθησίας άνθρωποι καταδέχονταν να θεωρούν τη δουλεία αναπόφευκτη, επειδή έπρεπε να μένουν ώρες και δυνάμεις σ’ αυτούς και στους οικείους των ελεύθερες για να διαβάζουν και να ψυχαγωγούνται. . .ή τότε που η ανάγνωση και η γραφή ήταν προνόμιο των ολίγων και των “ισχυρών” και ο μεγάλος αριθμός έπρεπε να πιστεύει μοίρα του αδυσώπητη να μένει εσαεί βυθισμένος στην άγνοια, στη δεισιδαιμονία και στο σκότος. Έχομε άραγε όλοι συνειδητοποιήσει τις τεράστιες προόδους που έχει πραγματοποιήσει στα μέσα και στον τρόπο της ζωής μας αυτός ο πολιτισμός που τον αποκαλούμε με περιφρόνηση “απλώς τεχνικό”; Ιδού μια λεπτομέρεια διατυπωμένη με αριθμούς που αξίζει να τη σκεφτούμε πολύ: Στο Λίβερπουλ (της Μεγ. Βρετανίας) ο μέσος όρος ζωής των κατοίκων το 1846 ήταν το 26ο έτος της ηλικίας· στο Μπόστον (των Ηνωμένων Πολιτειών) ο μέσος όρος ήταν πέρσι το 66,7 της ηλικίας. Και δεν είναι μόνο η διάρκεια που μεγάλωσε· έγινε και το ποιόν της ζωής διαφορετικό. Σήμερα ο άνθρωπος των προχωρημένων στον πολιτισμό χωρών έχει άπειρες ευκαιρίες να “εντείνει” και να “υψώσει” (να ευγενίσει με τα αγαθά της παιδείας) τη ζωή του. Να την εκτιμήσει και να τη χαρεί. Ότι ζει “καλύτερα”, “ανετότερα”, “τελειότερα”, “ανθρωπινότερα”, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Είναι άραγε και ευτυχέστερος; Η απάντηση εξαρτάται από το τι ονομάζεται “ευτυχία”. Θα αναγνωρίσετε πάντως ότι όταν πεθαίνει κανείς πολύ νέος, αφού έχει ζήσει μια περιορισμένη, κουτή και τυραννισμένη ζωή – δεν προλαβαίνει τουλάχιστο να ευτυχήσει . . .
Τρίτο και τελευταίο, είναι πλάνη να υποστηρίζομε ότι η επιστημονική και τεχνική πρόοδος των τελευταίων τριών αιώνων όχι μόνο δεν καλυτέρεψε, αλλά χειροτέρεψε τον άνθρωπο. Το επιχείρημα (που με τόσην ελαφρότητα επαναλαμβάνεται ακόμη και από σοβαρούς συζητητές) ότι οι πιο προοδευμένοι στην επιστήμη και στα γράμματα λαοί φάνηκαν οικτρότεροι και πιο αδίσταχτοι, απάνω στον πυρετό του τελευταίου πολέμου, δεν έχει αποδειχτικήν αξία αναμφισβήτητη, άμα το αναλύσει κανείς περισσότερο. Υπενθυμίζω τη διάκριση, που κάνουν οι Μαθηματικοί, μεταξύ αναγκαίων και επαρκών συνθηκών, γιατί αυτή θα μας δώσει το λογικό σχήμα να βάλομε τα πράγματα στη θέση τους. Να υπάρχουν σε μεγάλη ποσότητα υδρατμοί στην ατμόσφαιρα, είναι μια αναγκαία προϋπόθεση της βροχής – όχι όμως και επαρκής, γιατί αυτή και μόνη (χωρίς πχ μιαν ορισμένη πτώση της θερμοκρασίας) δεν φέρνει τη βροχή.
Αυτό συμβαίνει και στη δική μας περίπτωση. Κανείς δεν θα ισχυριστεί ότι φτάνει μια διδακτορική διατριβή στη Χημεία ή ένα νόμπελ της Φυσικής για να γίνει και ηθικά ανώτερος ένας άνθρωπος· όταν όμως φωτίζεται ο νους του με τη διερεύνηση των νόμων του σύμπαντος και από τούτο το φωτισμό υψώνεται το πνευματικό του βλέμμα έως τη θεώρηση κάποιων ανώτερων αληθειών, δημιουργούνται οι αναγκαίες συνθήκες για να αναπτυχθούν μέσα στην ψυχή του τα σπέρματα του καλού (εάν είναι ζωντανά) και έτσι να γίνει πιο άνθρωπος.
Χωρίς αυτόν τον τελευταίο όρο ( την επαρκή συνθήκη του μαθηματικού) ο επιστήμονας ή ο τεχνικός μας θα καταντήσει ένας τερατώδης νους τόσο προσηλωμένος στις άτεγκτες γενικεύσεις του, ώστε να είναι ικανός για τις μεγαλύτερες θηριωδίες. Και τούτο επειδή έχει μείνει στη μέση του δρόμου: στάθηκε στις γνώσεις· δεν προχώρησε έως τη γνώση. Έως δηλαδή εκείνη την ολοκλήρωση του πνεύματος που δεν ξεχωρίζει πια με στεγανά τοιχώματα από δω την “αλήθεια” από κει την “ομορφιά” και παραπέρα την “αρετή”, αλλά αισθάνεται, κρίνει και τιμά, σα μιαν ακατάλυτη ενότητα, την αρετή μέσα στην ομορφιά της αλήθειας. Η σωστή λοιπόν τοποθέτηση του ζητήματός μας είναι να πούμε ότι η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνικής μπορεί να καλυτερέψει τον άνθρωπο (όπως ασφαλώς μπορεί και να τον χειροτερέψει – σαν τον διαρρήκτη που έχει αποκτήσει τελειοποιημένα εργαλεία), αφού δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την πνευματική του απογείωση. Αρκεί να συνεχίσει την πτήση του και να πάει πολύ ψηλά . . . Ας το πάρομε μια για πάντα απόφαση· αφού μπήκαμε στο δρόμο των επιστημονικών και τεχνικών κατακτήσεων, δε γίνεται πια να γυρίσομε πίσω. Αλλά ούτε ωφελεί. Απάρνηση της προόδου σ΄ αυτό τον τομέα σημαίνει επάνοδο στη βαρβαρότητα. Ευτυχέστερη και ηθικότερη θα γίνει η ανθρωπότητα όχι δεσμεύοντας αλλά αφήνοντας πιο ελεύθερο ακόμη το πνεύμα. Η σωτηρία μας είναι όχι λιγότερη, αλλά περισσότερη, πλατύτερη και βαθύτερη μάθηση.