“Ma Rainey’s Black Bottom”: Η ανατριχιαστική ενσάρκωση της Μα Ρέινι από την Βαιόλα Ντέιβις και η τελευταία οσκαρική ερμηνεία του Τσάντγουικ Μπόουζμαν

Everything changing all the time. Even the air you breathing change.

Ο σκηνοθέτης Τζορτζ Σι Γουλφ βασισμένος στο θεατρικό έργο “Ma Rainey’s Black Bottom” του Όγκαστ Γουίλσον – όπως αυτό διασκευάστηκε για το σινεμά από τον Ruben Santiago-Hudson – αφηγείται μία μέρα ηχογράφησης της θρυλικής τραγουδίστριας των μπλουζ, Μα Ρέινι, στην νέα ομώνυμη ταινία του Netflix που βγήκε στις 18 Δεκεμβρίου του 2020 και ήδη φλερτάρει με τα Όσκαρ.

Η ταινία εστιάζει σε μία κρίσιμη απογευματινή ηχογράφηση της δεκαετίας του ’20 στο Σικάγο, κατά την οποία η περίφημη «Μαμά» του Μπλουζ βρέθηκε να αγωνίζεται απέναντι στον λευκό μάνατζερ και παραγωγός της για τα δικαιώματα πάνω στη μουσική της. Καθώς το συγκρότημα περιμένει στην κλειστοφοβική αίθουσα της πρόβας του στούντιο, ο φιλόδοξος τρομπετίστας Λέβι που θέλει να αφήσει το δικό του αποτύπωμα στη μουσική βιομηχανία παρακινεί τους συναδέλφους του μουσικούς σε μια εξομολόγηση ιστοριών, αληθινών και ψεύτικων που θα αλλάξουν για πάντα την πορεία της ζωής τους.

Η Μα Ρέινι, γνωστή και ως «η μητέρα των μπλουζ», ήταν μια σπουδαία τραγουδίστρια και εκρηκτική περφόρμερ, η οποία μεσουράνησε κατά τη δεκαετία του 1920. Η σκηνική παρουσία της ήταν σαρωτική, η ίδια εξωστρεφής και τολμηρή για τα δεδομένα της εποχής, καθώς δεν έκρυβε την αμφιφυλοφιλία της. Ο Γουίλσον βάφτισε το θεατρικό του από ένα τραγούδι της για τον δημοφιλή εκείνη την περίοδο χορό Black Bottom, ο οποίος είναι πιο ευρέα γνωστός από την στιγμή που τον χορεύει η Τζούντι Γκάρλαντ στο «Ένα Αστέρι Γεννιέται». Το θεατρικό του, το οποίο πρωτανέβηκε στη σκηνή το 1982, ανήκει μαζί με άλλα εννιά έργα στη σειρά «American Century Cycle», κάθε έργο – κεφάλαιο της οποίας αφορά και μια αφροαμερικανική ιστορία σε διαφορετική δεκαετία του 20ου αιώνα (το πιο διάσημο από αυτά, το «Fences», με την ομώνυμη οσκαρική κινηματογραφική μεταφορά, εξελίσσεται στη δεκαετία του ’50).

That’s who I am. I’m the devil. I ain’t nothing but the devil.

Ο σκηνοθέτης Τζορτζ Σι Γουλφ εκμεταλλεύεται εδώ τη θεατρική δραματουργία του αρχικού έργου για να ζωντανέψει μια χούφτα χαρακτήρες, μέσω των οποίων θα διαπραγματευτεί, χωρίς να αποφεύγει τις διδακτικές κραυγές, φυλετικές προκαταλήψεις, ταξικές αντιθέσεις και το κόστος του λαμπερού αμερικανικού ονείρου (όπως ακριβώς κάνει και το θεατρικό). Η «Θρυλική Μα Ρέινι» (ελλληνικός τίτλος) του Netflix παραμένει κινηματογραφημένο θέατρο, όσο κι αν η αφηγηματική ταχύτητα με τις δυναμικές ερμηνείες προσπαθούν να αποτινάξουν τα ξύλινα κλισέ του. Μα αυτός είναι και ο σκοπός του αφροαμερικανού σκηνοθέτη. Καθώς οι ήχοι των μπλουζ και οι δυναμικοί χαρακτήρες αναμειγνύονται με το θέμα της φυλετικής βίας, αποκαλύπτονται οι πληγές του τραυματικού αμερικανικού παρελθόντος. Είναι φανερό ότι κάτω από τη σκληρότητα της Μα και την τρέλα του Λέβι, κρύβεται η ιστορία της Αμερικής κι αυτό ο Γουλφ φροντίζει να μας το υπενθυμίζει, καταγγελτικά μεν, αλλά με πάθος και συναίσθημα δε. Μένοντας κυρίως μέσα στο στούντιο, ακολουθεί τη θεατρικότητα του έργου, δημιουργώντας ένα στιβαρό δράμα δωματίου κι όχι μια μαγνητοσκοπημένη θεατρική παράσταση. Έτσι εκμεταλλεύεται σωστά τα μεγάλα μονολογικά μέρη -πράγμα δύσκολο στον κινηματογράφο- και δίνει τη δυνατότητα στους ηθοποιούς για εξαιρετικές ερμηνείες. 

Η Βαιόλα Ντέιβις, που έχει ερμηνεύσει με επιτυχία έργα του Γουίλσον στο θέατρο, ενώ για το κινηματογραφικό «Fences» είχε κερδίσει και το Όσκαρ Β’ Γυναικείου ρόλου, ενσαρκώνει την “μητέρα των μπλουζ” στην μεγάλη οθόνη με την Maxayn Lewis να αναλαμβάνει τα φωνητικά της. Μεταμορφωμένη και με έντονο μακιγιάζ, η εκπληκτική Ντέιβις επιβάλλεται σε κάθε πλάνο και κουβαλά υπαινικτικά το παρελθόν της Μα που κρύβεται επιμελώς κάτω από το αγέρωχο προσωπείο της. Αντίστοιχα, ο Τσάντγουικ Μπόουζμαν, στον τελευταίο ρόλο της σύντομης μα σπουδαίας καριέρας του, που προφανώς θα τον στείλει στα Όσκαρ (που δυστυχώς αν κερδίσει δεν θα μπορέσει να το παραλάβει), αδυνατισμένος εξαιτίας της αρρώστιας, αλλά με ψυχική δύναμη και σθένος, υποδύεται αριστουργηματικά τον Λέβι. Ο φιλόδοξος τρομπετίστας της Μα είναι ένας έντονος και εκρηκτικός χαρακτήρας που έρχεται αντιμέτωπος με το λευκό κατεστημένο, διεκδικώντας μία θέση στο εκτυφλωτικό φως του προβολέα, για να πιαστεί όμως στο συρματόπλεγμα του συστημικού ρατσισμού της μουσικής βιομηχανίας και εν τέλει να συντριβεί.

Ο Γουλφ μάλιστα στα τελευταία πλάνα του κάνει σαφές το σχόλιο για το whitewashing – μια συνήθης πρακτική των δισκογραφικών εταιρειών που αγόραζαν για ψίχουλα τραγούδια μαύρων καλλιτεχνών και τα έδιναν σε λευκούς, οι οποίοι τα υπέγραφαν ως δικά τους- τιμώντας όλους αυτούς του αφανείς ήρωες που χάθηκαν μέσα στον κυκλώνα της Ιστορίας σαν τον Λέβι.

Η ταινία, που θα μπορούσε να είναι λίγο μεταλύτερη και πιο ουσιαστική ανά στιγμές, μπορεί να μην είναι για όλους, και σίγουρα δεν είναι κάτι “συνηθισμένο” για τον μη μυημένο θεατή, μιας και αναφέρεται σε ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος μουσικής στην χώρα μας. Παρ’όλα αυτά είναι πραγματικά καθηλωτική και υπερβολικά αληθινής καθώς ο Τζορτζ Σι Γουλφ εστιάζει στον άνθρωπο και στις αδυναμίες του, σε μια ταινία χωρίς μεμψιμοιρίες και σκεπτικισμό, και δίνει μία εξαιρετική απεικόνιση της εποχής με μία άλλη οπτική σε θέματα που είναι πολύ σημαντικά και δυστυχώς ακόμα επίκαιρα.

If you are gonna tell it, tell it right.

Πηγές:

https://www.bovary.gr/art/analyse/eidame-ma-raineys-black-bottom-kritiki

https://apotis4stis5.com/film-tv/filmtv/47643-george-c-wolfe-ma-rainey-s-black-bottom

http://www.cinemagazine.gr/news/arthro/washington_davis_boseman_final_role-131021687/

https://www.athinorama.gr/tv/article/i_thruliki_ma_reini_einai_gemati_neuro_alla_kai_didaktismo-2545955.html

http://www.topontiki.gr/article/422743/ma-raineys-black-bottom-i-nea-tainia-toy-netflix-poy-tha-afisei-epohi-photo-video

Da 5 Bloods: Η κριτική του Σπάικ Λι για την Αμερική του σήμερα

War is about money. Money is about war.

Το «Da 5 Bloods» είναι μία ταινία 155 λεπτών με πολλά επίπεδα: κάθε τόσο μεταμορφώνεται και αλλάζει ύφος, ακόμη και είδος. Την μία στιγμή είναι μία ταινία για το Βιετνάμ, την άλλη για το «κυνήγι ενός θησαυρού», ή μια κωμωδία για μερικούς γκρινιάρηδες ηλικιωμένους άντρες και συνάμα μια περιπέτεια στη ζούγκλα. Στο κέντρο της όμως βρίσκεται μια -με κάθε δικαίωμα- αληθινά οργισμένη ιστορία, για το τραύμα του να είσαι μαύρος στην αμερική του τότε και του τώρα.

Η σχετικά νέα ταινία του Netflix ακολουθεί τέσσερις Αφροαμερικανούς βετεράνους του Βιετνάμ που επιστρέφουν στα ίδια μέρη που πολέμησαν για να εκπληρώσουν ένα στόχο ζωής. Να εντοπίσουν τη σορό του πέμπτου «αδερφού» τους (blood) Νόρμαν, του αρχηγού της διμοιρίας τους που χάθηκε στη μάχη, αλλά και το θησαυρό που οι ίδιοι έθαψαν μαζί του. Με την αφήγηση να μοιράζεται σε δύο χρονικές περιόδους, το παρελθόν παρουσιάζεται μέσω φλασμπάκ, όσο παρακολουθούμε τη ζωή των ηρώων στο σήμερα και το πώς βίωσαν την απώλεια του Νόρμαν, ο οποίος υπήρξε και μέντορας πέρα από αδελφός για την τετράδα. Τους έμαθε πώς να επιβιώνουν στη μάχη όσο και σε έναν άδικο κόσμο που ελέγχουν εδώ και αιώνες οι λευκοί.

Won’t let nobody use our rage against us. We control our rage.

Εντυπωσιακά εύστοχα, ο Σπάικ Λι κινείται ανάμεσα σε παρόν και παρελθόν, χωρίς να αλλάζει ή να φρεσκάρει ηλικιακά τους εξηντάρηδες πρωταγωνιστές του. Τα πρόσωπα του Πολ (Ντελρόι Λίντο), του Ότις (Κλαρκ Πίτερς), του Έντι (Νορμ Λούις) και του Μέλβιν (Αϊζάια Γουίτλοκ Τζούνιορ) παραμένουν τα ίδια είτε τους βλέπουμε να γιορτάζουν την επανένωσή τους πίνοντας κοκτέιλ λίγο πριν από τη μεγάλη εξόρμησή τους στη σημερινή ζούγκλα είτε στο πεδίο της μάχης, πλάι στον Νόρμαν (Τσάντγουικ Μπόουζμαν), να πληροφορούνται μέσω ραδιοφώνου το θάνατο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Με αυτή του την επιλογή, ο Σπάικ Λι υπογραμμίζει το κεντρικό νόημα της ταινίας. Οι πρωταγωνιστές δεν αλλάζουν, γιατί δεν αλλάζουν και οι συνθήκες. Γυρνώντας από το Βιετνάμ, οι μαύροι στρατιώτες έπρεπε να παλέψουν για τα δικαιώματα που τους στερούσε η πατρίδα που οι ίδιοι υπερασπίστηκαν, κάτι που δυστυχώς συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, σε έναν πόλεμο που ο εχθρός είναι πιο κοντά από ποτέ.

Στην πραγματικότητα, υπάρχει μια τρίτη αφηγηματική γραμμή στην ταινία του Λι, αυτή της συστημικής αδικίας, του ρατσισμού, της υποτίμησης της ζωής των μαύρων, στην διαδρομή της αμερικάνικης Ιστορίας από την γέννηση της χώρας μέχρι και σήμερα. Και φεύγοντας από κάθε σενάριο και πλασματική ιστορία, βροντοφωνάζει πως το να είσαι μαύρος παραμένει το ίδιο δύσκολο στην εμπόλεμη Αμερική του τότε και στην (ελεύθερη;) Αμερική του σήμερα, προσπαθώντας να ακουστεί σε μια πραγματικότητα που πνίγει από φωνές μέχρι… ανθρώπους.

Every time I walk out my front door I see cops patrolling my neighborhood like it’s some police state. I can feel just how much I ain’t worth.

Η ταινία που παραδίδει ο Σπάικ Λι έχει ξεκάθαρα την υπογραφή του και την ενέργεια που φέρνει πάντα στο σινεμά του. Χωρίς να ξεφεύγει εντελώς από τη γνώριμη διδακτική ρητορική του, δίνει όμως έναν ντοκιμαντερίστικο τόνο στην ταινία του, ενισχύοντάς τη με πλάνα και φωτογραφίες από αληθινούς ήρωες και γεγονότα που σημάδεψαν την παγκόσμια ιστορία. Μπορεί να μην είναι η καλύτερη ταινία της φιλμογραφίας του, αλλά είναι κάτι παραπάνω από καίρια. Είναι μια αναγκαία υπενθύμιση όλων όσων δημιούργησαν και διατήρησαν τις συνθήκες που έκαναν το Black Lives Matter το πιο απαραίτητο κίνημα στην αμερική του σήμερα και μια επανατοποθέτηση στο βιβλίο της αμερικάνικης ιστορίας μερικών σελίδων που πήραν μόνο τη θέση μιας υποσημείωσης. Έτσι, ταινίες όπως το Da 5 Bloods δεν είναι απλά χρήσιμες και διδακτικές αλλά απαραίτητες. Γιατί ακόμα και αν δεν είναι τελείως άρτιες ρίχνουν φως στην πραγματική ιστορία – μία ιστορία που δεν τη γράφουν μονάχα οι νικητές και οι ισχυροί αυτού του κόσμου.

So long, Blood. Rest in power.

RIP Chadwick Boseman

Πηγές:

https://www.athinorama.gr/tv/article/da_5_bloods_o_spaik_li_ksanapairnei_to_oplo_tou-2541718.html

https://flix.gr/cinema/da-5-bloods-review.html

https://esquire.com.gr/culture/tainies/10124/da-5-bloods-mia-anepikaira-epikairi-tainia

Collection Of Powerful Da 5 Bloods Quotes

https://www.moveitmag.gr/home-cinema-ektos-dianomis/da-5-bloods/62790