Το ημερολόγιο έδειχνε 10 Απριλίου του 1925 όταν ο Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ κυκλοφόρησε “ο Μεγάλος Γκάτσμπυ” το μυθιστόρημα που έμελλε να γίνει ένα από τα σημαντικότερα του 20ου αιώνα , καθώς και η ουσιαστικότερη, ίσως, κριτική πάνω στην κοινωνική ιστορία της Αμερικής κατά τη διάρκεια των ξέφρενων ’20s.
Η πρωτοφανής οικονομική ευημερία της εποχής, η εξέλιξη της jazz μουσικής, η κουλτούρα του flapper αλλά και το ακμάζουν λαθρεμπόριο μαζί με άλλες εγκληματικές δραστηριότητες απεικονίζονται με αξεπέραστο τρόπο στο μυθιστόρημα του Φιτζέραλντ. Ένα μυθιστόρημα που με φόντο τις πολιτισμικές και κοινωνικές εξελίξεις του 1920, αφηγείται την ιστορία του Τζέι Γκάτσμπυ, ενός παθιασμένου άντρα που αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του κυνηγώντας ένα όνειρο που όχι μόνο ήταν, κατά μία έννοια, ψεύτικο αλλά όταν ήρθε σε σύγκρουση με την πραγματικότητα κατέληξε να πάρει τη μορφή τραγωδίας.
Σήμερα το έργο μπορεί να θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της κλασικής λογοτεχνίας, αλλά η πρώτη έκδοση του «Γκάτσμπυ» έλαβε ανάμεικτες κριτικές. Παρά το γεγονός πως οι New York Times το υπερασπίστηκαν, ο διάσημος δοκιμιογράφος και κριτικός H.L. Mencken το αποκάλεσε «ένα δοξασμένο ανέκδοτο» και αρκετοί συνάδελφοί του το θεώρησαν έργο «ήσσονος σημασίας» και κατώτερο των προηγούμενων «Όμορφοι και καταραμένοι» και «This Side of Paradise». Η εφημερίδα New York Evening World, μάλιστα, έφτασε στο σημείο να γράψει πως ο Γκάτσμπυ κατέρριψε την ιδέα πως ο Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ήταν ένας από τους σπουδαιότερους συγγραφείς της γενιάς του.
Το βιβλίο υπήρξε ακόμη μια εμπορική αποτυχία. Μέχρι τον θάνατό του το 1940, ο Fitzgerald ισχυριζόταν πως είχε βγάλει μόλις $4.000 από το μυθιστόρημα. Ο ίδιος πίστευε πως η αποτυχία του βιβλίου οφειλόταν στο γεγονός πως ήταν μια εποχή όπου κυριαρχούσε το πρότυπο της δυναμικής γυναίκας αναγνώστριας και ο Γκάτσμπυ δεν περιείχε καμία δυναμική γυναίκα πρωταγωνίστρια, ούτε καν κάποια που να είναι έστω και ελάχιστα συμπαθής. Ανησυχούσε πως το έργο του ήταν καταδικασμένο να ξεχαστεί και στο τέλος μετάνιωσε την κυκλοφορία του Γκάτσμπυ. Η νεκρολογία των New York Times για τον Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ανέφερε πως το μυθιστόρημα αυτό ήταν το σημάδι πως ο συγγραφέας δεν κατάφερε ποτέ να δείξει πλήρως τις δυνατότητές του.
Ο F. Scott Fitzgerald σε πορτρέτο του 1925.
Αν ο συγγραφέας είχε ζήσει άλλα 10 χρόνια, θα είχε γίνει μάρτυρας της ένθερμης υποδοχής που έλαβε το βιβλίο του από το κοινό, στην πορεία. Η έκδοση του «Τελευταίου Μεγιστάνα» του Fitzgerald από τον οίκο Edmund Wilson περιλάμβανε και τον «Μεγάλο Γκάτσμπυ», σε μια προσπάθεια των εκδοτών να κάνουν τον κόσμο να αναθεωρήσει για το μυθιστόρημα, ενώ το βιβλίο έγινε γρήγορα κλασικό ανάμεσα στους σημαντικούς συγγραφικούς κύκλους της εποχής, οι οποίοι ένιωθαν πως οι κριτικοί είχαν παρεξηγήσει το βιβλίο.
Ο Γκάτσμπυ απέκτησε τεράστια δημοτικότητα κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου η κρίσιμη επικρατούσα τάση ήρθε και αγκάλιασε το έργο του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ. Οι Εκδόσεις των Ένοπλων Υπηρεσιών κυκλοφόρησαν 150.000 αντίτυπα στα στρατεύματα -100.000 περισσότερα δηλαδή από όσα είχαν πωληθεί όσο ζούσε ο αμερικανός συγγραφέας.
Τις επόμενες δεκαετίες του 50 καο του 60, το βιβλίο έγινε βασικό ανάγνωσμα στο αγγλικό πρόγραμμα σπουδών για τις τάξεις του γυμνασίου και συνέχισε να έχει μεγάλη εμπορική επιτυχία. Μέχρι το 1960, ο Γκάτσμπυ πουλούσε σταθερά 50.000 αντίτυπα ετησίως και μέχρι σήμερα έχει πουλήσει περισσότερα από 25 εκατομμύρια παγκοσμίως. Σύμφωνα με την Scribner, την επίσημη εκδοτική του βιβλίου, είναι το πιο δημοφιλές μυθιστόρημα που έχουν εκδώσει ποτέ.
Ο F. Scott Fitzgerald με τη γυναίκα του Zelda και την κόρη τους Frances μπροστά από το χριστουγεννιάτικο δέντρο τους στο σπίτι τους στο Παρίσι.
Αν και αρκετοί αφοσιωμένοι αναγνώστες θα το έχουν καταλάβει, η Daisy Buchanan του βιβλίου λειτούργησε ως «καθρέφτης» για την γυναίκα του Ζέλντα. Την πρώτη φορά που ο συγγραφέας της έκανε πρόταση γάμου, εκείνη αρνήθηκε επειδή ήταν πολύ φτωχός για αυτήν, όπως είχε κάνει και η Νταίζη. Βέβαια αυτό το σενάριο είναι κάπως περίεργο μιας και πολλοί πιστεύουν πως ο «καθρέφτης» του Φιτζέραλντ στο βιβλίο δεν ήταν ο Γκάτσμπυ αλλά ο ξάδερφος της Daisy, Nick Carraway.
Πριν καταλήξει στον τελικό τίτλο με τον οποίο πέρασε στην αιωνιότητα, ο Fitzgerald σκεφτόταν διάφορα ονόματα για το βιβλίο του. Μερικά από αυτά ήταν τα ακόλουθα:
- Among Ash-Heaps and Millionaires
- On the Road to West Egg
- Trimalchio in West Egg
- Gold-Hatted Gatsby
- The High-Bouncing Lover
- Under the Red
- White and Blue
Επιπλέον, ο Francis Cugat σχεδίασε το, κλασικό πλέον, εξώφυλλο του μυθιστορήματος και ο F. Scott Fitzgerald έμεινε τόσο εντυπωσιασμένος από αυτό, όπως και το κοινό, που αποφάσισε να ξαναγράψει το μυθιστόρημα ώστε να δώσε περισσότερη έμφαση στο σύμβολο των ματιών. Ευτυχώς το εξώφυλλο παραδόθηκε πριν την ολοκλήρωση του βιβλίου, οπότε ο Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ είχε τον κατάλληλο χώρο και χρόνο για να ενσωματώσει το μοτίβο στην ιστορία του.